ΕΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΙΣΙ
Έστρεψα προς τον διοικητήν μου. Ήμην εις άκρον συγκεκινημένος.
—Ώστε είμεθα λοιπόν συνάδελφοι, κύριε διοικητά ;
— Πολύ γρήγορα εύχομαι δια το καλόν της Γερμανίας, να σας έχω προϊστάμενόν
μου, ταγματάρχα Ριχτχόφεν.
Οι παριστάμενοι αξιωματικοί με συνεχάρησαν επί τη προαγωγή μου.
Τους ηυχαρίστησα και προσέθεσα :
— Όταν επετούσα συνέλαβα ένα ραδιογράφημα εκ Παρισίων. Το περιεχόμενον του με ανησυχεί.
— Δηλαδή τί έλεγαν οι φίλοι μας οι Γάλλοι ;
—Εγένετο η επίθεσις και έπαθαν αυτοί ό,τι προητοίμαζον δι' ημάς. Κατελάβομεν δύο οχυρά του Ντούωμόν. Αυτό όμως μας εστοίχισεν αρκετάς απωλείας.
Μου ήλθεν αστραπιαίως μία σκέψις και την εξεδήλωσα αμέσως.
Απετάθην προς τους συναδέλφους μου.
Απετάθην προς τους συναδέλφους μου.
— Κύριοι, πρέπει να εκδικηθώμεν τους
συνάδελφους μας. Ο Χάϊντερ έσπευσε να απαντήση
περιχαρής.
·—Εις τας διαταγάς σας, αρχηγέ μας.
— Θα πετάξωμεν έως το Παρίσι.
Η πρότασίς μου έγινε δεκτή με ζητωκραυγάς υπέρ της Γερμανίας.Προσέθεσα:
Η πρότασίς μου έγινε δεκτή με ζητωκραυγάς υπέρ της Γερμανίας.Προσέθεσα:
— Το μόνον δυσάρεστον
είνε ότι μόνον τα 9 βομβαρδιστικά θα έλθουν μαζί μου, διότι αυτά μόνον έχουν ακτίνα
πτητικής δράσεως έως το Παρίσι. Χωρίς να χρονοτριβώμεν ετοιμασθήτε.
Υπελόγισα την απόστασιν και διέταξα προμήθειαν βενζίνης ανάλογον. Εάν συνηντώμεν εχθρικά θα κατεβάλλομεν προσπάθειαν να μη συγκρουσθώμεν μαζί των δια να κερδίσωμεν βενζίνην. Έδωκα τας τελευταίας οδηγίας και
ετοιμάσθημεν προς απογείωσιν. Θα ανηρχόμεθα
εις ύψος τριών χιλιάδων μετρων.
Απεγειώθημεν. Σημειώ ώραν 1. 30' μετά μεσημβρίαν. Ιστορική ώρα δι' εμέ.
Μόνος εξ όλων εγώ επεβάρυνα το αεροπλάνον μου με τρεις βόμβας εμπρηστικάς και πολλάς χειροβομβίδας. Δεν ηθέλησα να έχω παρατηρητήν ακριβώς δια να κερδίσω εις πολεμικόν υλικόν το βάρος του.
Πετώμεν κατ' ευθείαν προς το Παρίσι.
Ώρα 2 μ,μ, πλησιάζομεν προς τας γερμανικάς γραμμάς. Ώρα 2.10' είμεθα επάνω από τας γερμανικάς γραμμάς. Πετώμεν εν αναπτύξει μάχης. Ολίγον ακόμη και θα ευρισκόμεθα άνωθεν από τας γαλλικάς γραμμάς. Δίδω το σύνθημα της υπερβάσεως των 4 χιλ. μέτρων. Ώρα 2.35' έχομεν φθάσει επάνω από τας γαλλικάς γραμμάς. Βαλλόμεθα λυσσωδώς από τα αντιαεροπορικά. Από στιγμής εις στιγμήν αναμένομεν ανύψωσιν των εχθρικών.
Θα αναγκασθώ να τους αντιμετωπίσω. Ευτυχώς
δεν ανυψώθησαν. Πετώμεν
βορειοδυτικά με κατεύθυνσιν προς το Παρίσι. Ουδέν εχθρικόν εμφανίζεται εις
τον ορίζοντα.
Ώρα 3.10'. Φαίνεται ότι το σχέδιόν μου θα επιτύχη απ' άκρου εις άκρον.
Ουδεμία ανησυχία πλέον υπάρχει. Αίφνης εις το αριστερόν της αναπτύξεως βλέπω τρία εχθρικά πετώντα και
έτοιμα να μας προσβάλλουν εκ των νώτων.
Αποσπώμαι από την μοίραν και χειρίζω πηδήλιον αριστερά. Με ακολουθεί ο
Χάϊντερ.
Έγινεν η σκιά μου. Ζητούν να με ακολουθήσουν και οι άλλοι, Κατορθώνω να τους ειδοποιήσω με τον πομπόν του ασυρμάτου. Πρέπει να σημειώσω εδώ ότι όλα τα
βομβαρδιστικά έχουν συσκευήν ασυρμάτου. Δίδω διαταγήν:
— Εξακολουθήσατε εκτέλεσιν διαταγών. Μη με ακολουθήτε.
Μόνον ο Χάιντερ δεν υπακούει. Εΐνε ο αιώνιος παραβάτης με μέχρι θανάτου
φίλος μου. Πλησιάζω προς τα εχθρικά. Ανυψούμαι. Δίδω στόχον. Είνε η μέθοδος μου.
Με θεωρούν άπειρον αεροπόρον. Με
ακολουθούν και επιτίθενται. Η παγίς επέτυχε.
Πλανάρω αποτόμως κάτω με μηχανήν προς το έδαφος. Πίπτω ως βολίς και κατόπιν φουλ προς τα άνω. Τους έχω εμπρός μου. Βάλλω θεριστικώς. Δεν είνε δυνατόν να
διαφύγουν. Ο Χάιντερ γλεντά με την
περιπέτειαν των τριών εχθρικών.
Η επίθεσίς μου είνε κεραυνοβόλος. Αι κινήσεις των είνε σπασμωδικαί. Ομολογώ
ότι τους λυπούμαι. Τα πολυβόλα μου είνε σκληρά. Αι κάνναι των εκσφενδονίζουν
τον θάνατον. Πίπτει το έν. Τα άλλα τρέπονται
εις φυγήν. Άσκοπος η καταδίωξις.
Άλλο είνε το πρόγραμμά μου. Φουλάρω την μηχανήν και ανυψούμαι όσον το
δυνατόν περισσότερον.
Ώρα 3 και 45'. Έχω καταφθάσει τους άλλους. Με ακολουθεί ο Χάιντερ. Τίθεμαι
επί κεφαλής των. Οι άθλιοι θέλουν να παίξουν και σχηματίζουν τιμητικόν ημικύκλιον.
Κάποιος με ερωτά με τον ασύρματον
:
— Τί έγινε με τους
φίλους τους Γάλλους ;
— Με έτρεψαν εις φυγήν !!!
— Τους δυστυχείς! Τους ερρίξατε και τους τρεις ;
—΄Οχι. Μόνον τον ένα. Οι άλλοι απηξίωσαν να με αντιμετωπίσουν και επροτίμησαν να επανέλθουν εις τας βάσεις των.
Τώρα προχωράτε προς τον σκοπόν μας.
Ακολουθείτέ με εις το ύψος που λαμβάνω.
Όταν φθάσωμεν θα διασκορπισθήτε υπέρ την πόλιν. Επισημάνατε με τους
χάρτας σας καθορισθέντα σημεία επιθέσεως.
Ώρα 4 και 20'. Εν όψει το Παρίσι.Μετ' ολίγον θα ευρισκόμεθα υπέρ την γαλλικήν πρωτεύουσαν. Πλησιάζομεν. Αυξάνω ύψος. Φθάνομεν. Τo Παρίσι απλώνεται κάτωθέν μας σαν πιάτο. Έχω τον χάρτην εμπρός μου. Διακρίνω καλά. Πύργος Άιφελ, Ηλύσια και Όπερα. Οι σύντροφοι μου εκτελούν κατά γράμμα τας διαταγάς μου. Σκορπίζουν.
—Μη γελάτε αδελφή.. Το πιστεύω αυτό που σας λέγω.
Ο ιατρός έσπευσε να συστήση την νοσοκόμον.
— Σας συνιστώ την φροϋλάιν Κλούκ προϊσταμένην και...
—Κόρη του αρχιστρατήγου;
—Μάλιστα κ. ταγματάρχα και είμαι ευτυχής που γνωρίζω τον ήρωα της Γερμανίας.
—Ευχαριστώ αδελφή προϊσταμένη δια τους κολακευτικούς λόγους σας αλλά η τιμή δεν ανήκει παρά εις τους συναδέλφους μου που επολέμησαν ωσάν λέοντες.
—Και όμως εις τας εφημερίδας, γράφουν οι ίδιοι οι συνάδελφοι σας ότι σεις τους εσώσατε.
—Θα σας παρακαλέσω να μου δώσετε αυτήν την εφημερίδα που γράφει αυτάς τας ανοησίας.
—Θα σας τις φέρω αμέσως.
Μετ' ολίγον μου προσεκόμισε τας εφημερίδας.
Με πηχυαίους τίτλους ανέγραφον τα της αερομαχίας. Και εδώ ο Χάιντερ έδωκε πολυστήλους συνεντεύξεις εις όλους τους δημοσιογράφους.
Αι λεπτομέρειαι βοηθούσης της φαντασίας των δημοσιογράφων είχον καταλάβει χώρον δύο σελίδων, τας οποίας εκόσμουν μεγάλαι εικόνες ιδικαί μου και του αεροπλάνου μου. Επίσης εδημοσιεύοντο είκόνες της μητρός μου, την οποίαν απεκάλουν «μητέρα του ήρωος των ηρώων».
Η προϊσταμένη με παρηκολούθει ενώ ανεγίνωσκα τας εφημερίδας, όταν δε έστρεψα να την ιδώ εμειδία. Διεμαρτυρήθην εντόνως δια την πρωτοβουλίαν αυτήν του Χάιντερ και παρεκάλεσα να τον ειδοποιήσουν ότι τον θέλω. Η προϊσταμένη εφώναξε μίαν νοσοκόμον και έδωκε την παραγγελίαν. Μετά τούτο απευθυνομένη προς εμέ μου είπε:
— Σας θαυμάζει όλη η Γερμανία κ. Ριχτχόφεν δια τους άθλους σας.
—Με κολακεύετε δεσποινίς. Δεν πράττω παρά το καθήκον μου .
—Εάν όλοι εξετέλουν το καθήκον των όπως σεις, ο πόλεμος θα ετελείωνε πολύ γρηγορώτερα. .
—Όλοι κάμνουν το καθήκον των. Εις την συγκεκριμένη δε περίπτωσιν της προσβολής των Παρισίων οφείλω να σας είπω ότι όλοι έκαμαν το καθήκον των και μάλιστα με αυτοθυσίαν.
—Φαντάζομαι ότι η φίλη ,σας θα είνε υπερήφανη πολύ για σας.
Είπε την τελευταίαν φράσιν της με ένα αρκετά χαρακτηριστικόν μορφασμόν.
—Δεν ημπορεί να είνε υπερήφανη η φίλη μου για μένα δεσποινίς.
—Για ποιο λόγο; Είσθε μαλωμένοι;
— Όχι.
—Τότε ποιος είνε ο λόγος που ημπορεί να είνε αδιάφορος για σας;
—Απλούστατα διότι δεν υπάρχει η φίλη που λέτε.
—Αδύνατον. Φαντάζομαι μάλιστα ότι από στιγμής εις στιγμήν θα έλθη εδώ να σας επισκεφθή.
Εκείνην την στιγμήν εισήρχετο εις το δωμάτιον ο Χάιντερ.
Εύρον την ευκαιρίαν να αστειευθώ.
Ιδού η φίλη μου με την οποίαν δεν τα έχω καλά.
Εγέλασε θορυβωδώς. Επετίμησα τον Χάιντερ ζωηρότατα δια την πρωτοβουλίαν που είχε να δώση αυτάς τας συνεντεύξεις. Ο Χάινιερ έστεκεν εμπρός μου σαν μαθητής δημοτικού σχολείου, δεν απαντούσε καθολοκληρίαν.
—Γιατί δεν απαντάς κ. ανθυπολοχαγέ ;
—Διότι κύριε ταγματάρχα έάν σας απαντήσω θα σας απαντήσω ότι αυτά είνε ολιγώτερα της πραγματικότητος.
—Να ασχολήσαι μόνον με τα στρατιωτικά σου καθήκοντα και να μη αναμιγνύεσαι εις την παροχήν πληροφοριών εις τους δημοσιογράφους.
Δεν απήντησε και απεχώρησεν αμέσως από το δωμάτιον. Εμείναμε μόνοι με την φροϋλάϊν Κλούκ. Ετόλμησα να την ερωτήσω το όνομά της.
—Το μικρό σας όνομα αδελφή προϊσταμένη ;
—Εριέττα, ετών 23, οικιακά! Σας Ικανοποιεί αύτό;|
—Απολύτως.
—Αν θέλετε ημπορείτε να με φωνάζετε με το μικρό μου όνομα. Εγώ θα σας αποκαλώ με το επίθετόν οας διότι το ευρίσκω πολεμικώτερο.
—Με πειράζετε δεσποινίς Εριέττα.
— Σας διαβεβαιώ όχι. Προτιμώ το επίθετο σας.
Με εκύτταξε περισσότερο εντατικά και μου είπε:
—Υποθέτω ότι έχετε πυρετό διότι είσθε χλωμός.
Και αμέσως έπιασε τον σφυγμόν μου ενώ με εκύτταζε στα μάτια. Ύστερα από λίγα λεπτά έκαμε την... διάγνωσίν της.
—Έχετε πυρετό πολύ.
—Όχι δα! Δεν καταλαβαίνω καμμια κούρασι.
—Τότε ασφαλώς, έχω εγώ κ. Ριχτχόφεν.
Έσκυψε καΙ με εφίλησε. Τα χείλη της εκόλησαν εις τα δικά μου. Με φιλούσε με παραφοράν. Τα ματόκλαδά της ανοιγόκλειναν κατά τρόπον αρκετά χαρακτηριστικόν.
Αντιμετώπισα πολλούς εχθρούς, αλλ' αυτόν τον εχθρόν μου ήτο αδύνατον να τον αντιμετωπίσω. Υπετάχθην. Όταν απεσπάσθη από τας αγκάλας μου με εκύτταξε κάπως συνεσταλμένη. Δια να την βγάλω από το αδιέξοδο της έπιασα τα χέρια και την έσυρα προς το κρεββάτι. Ανηγέρθην ολίγον και την εφίλησα με την ιδίαν παραφοράν που με ενηγκαλίσθη αυτή. Επί ολίγα λεπτά παρεμένομεν και οι δύο άφωνοι.
Πρώτος έλυσα εγώ την σιωπήν.
—Έχουμε τίποτε να πούμε Εριέττα ;
—Συ νομίζεις ότι έχουμε να πούμε τίποτε;
—Μου φαίνεται ότι είπαμε όσα είχαμε να πούμε.
—Δηλαδή με διώχνεις;
—Είσαι κουτή. Ίσα ίσα τώρα που σε χρειάζομαι να σε έχω πάντα κοντά μου.
—Ώστε ;
—Ώστε συμβαίνει αυτό που φαντάζεται κουτή Ερριέττα.
—Είμαι Η πιο υπερήφανη γυναίκα του κόσμου, θα είμαι δική σου πάντα.
—Ζήτημα είνε αν θα είμαι και εγώ για πάντα δικός σου.
—Γιατί αυτή η σκληρότης;
—Διότι είνε πιθανόν όταν εξέλθω από το νοσοκομείον και πετάξω να με θελήση κάποιος άλλος.
—Κανείς δεν ημπορεί να σε αποσπάση από μένα.
—Υπάρχει άλλος που δεν ημπορείς να τον αντιμετώπισης.
—Είμαι η κόρη του αρχιστρατήγου και ημπορώ να κάμω τα πάντα.
—Και μόνον να εξουδετέρωσης τον θάνατον δεν ημπορείς.
Έσκυψε το κεφαλάκι της κατηφής. Δύο δάκρυα εκύλησαν εις τας παρειάς της.
Την καθησύχασα και της υπεσχέθην ότι θα φροντίσω να διαφύγω από τα δίκτυα του...θανάτου και εν ανάγκη θα τον νικήσω κι' αυτόν.
Από της ημέρας εκείνης η Εριέττα κατέστη ο παρήγορος άγγελος μου. Εξενυκτούοε δίπλα εις το κρεββάτι μου και το ενδιαφέρον της για μένα εκοινολογήθη εις ολόκληρον το νοσοκομείον μέχρι σημείου ώστε και οι διευθύνοντες αυτό
ιατροί να με πειράζουν δια την καταπληκτικήν εύνοιαν της τύχης.
Ώρα 4 και 20'. Εν όψει το Παρίσι.Μετ' ολίγον θα ευρισκόμεθα υπέρ την γαλλικήν πρωτεύουσαν. Πλησιάζομεν. Αυξάνω ύψος. Φθάνομεν. Τo Παρίσι απλώνεται κάτωθέν μας σαν πιάτο. Έχω τον χάρτην εμπρός μου. Διακρίνω καλά. Πύργος Άιφελ, Ηλύσια και Όπερα. Οι σύντροφοι μου εκτελούν κατά γράμμα τας διαταγάς μου. Σκορπίζουν.
Δίδω το σύνθημα της μειώσεως του ύψους. Με μιμούνται τα λοιπά αεροσκάφη. Το
υψόμετρον δεικνύει 1200 μέτρα. Εντός βολής όπλου δηλαδή. Είμαι επάνω από τα
Ηλύσια. Εξαπολύω την πρώτην βόμβαν και φεύγω ωσάν βολίς, υψούμενος αποτόμως.
Δεν δύναμαι να ίδω το αποτέλεσμα.
Επιστρέφω νοτιοανατολικά. Συμβουλεύομαι τον χάρτην μου. Είμαι επάνω από το
Μουσείον. Εξαπολύω την δευτέραν βόμβαν και έως ότου φθάσω εις την
νοτιοανατολικήν πλευράν της γαλλικής πρωτευούσης ρίπτω και τρίτην.
Οι άλλοι περιφέρονται ακόμη επάνω από το Παρίσι. Έχουν αφήσει ήδη τα...
επισκεπτήρια των και αναμένουν το σύνθημα της αναχωρήσεως.
Δεν έχομεν καιρόν να χάνωμεν.
Ειδοποιώ με τον ασύρματον συνθηματικώς.
— Συγχαρητήρια. Επιτύχομεν απολύτως. Πηδάλιον προς την Γερμανίαν.
Με ακολουθούν. Υπολογίζω ότι η αποστολή μου επέτυχε πλήρως. Ο πανικός εις το
Παρίσι ασφαλώς θα ήτο καταπληκτικός.
Ή μηχανή μου με τον ρυθμικόν της ρόγχον με ειδοποιεί ότι έχει αναπτύξει όλας
τας στροφάς της. Μετά δύο ώρας θα είμεθα εις την βάσιν μας, εκτός απρόοπτου.
Δυστυχώς, το απρόοπτον ενεφανίσθη. Δεξιά μας στολίσκος εχθρικών. Αυτήν την
φοράν η θέσις μας είναι δύσκολος.
Δίδω σύνθημα αναπτύξεως εις μάχην. Εις ενέργειαν τα πολυβόλα. Ελπίζω εις αιφνιδιασμόν.
Εις αυτάς τας ώρας χρειάζονται πρωτοβουλίαι. Ελπίζω εις την ορμητικότητα του
Χάιντερ και εις την ψυχραιμίαν των άλλων. Ενεργώ πρώτος τηv προσβολήν. Φαίνεται ότι δεν υπελόγισαν καλά ποίον έχουν απέναντι των και αντεπετέθησαν κατά μέτωπον. Τώρα πιστεύω ότι
ήμην τυχερός. Δεν ήθελα άλλο από αυτό το σφάλμα των. Μου δίδουν στόχον όλοι και
βάλλουν εναντίον μου. Αντεπιτίθεμαι.
Βάλλω και βάλλομαι. Αισθάνομαι ένα ελαφρόν νυγμόν εις τον αριστερόν
βραχίονα. Ύποπτεύω ότι έτραυματίσθην διότι ήδη η θύρα αναβάσεως έχει διατρηθή υπό
σφαίρας. Αναδεύω την χείρα μου. Ευτυχώς δεν είνε τίποτε. Μόνον η αιμορραγία με φοβίζει. Αποσπώ την ασφαλιστικήν ζώνην του
αλεξιπτώτου και σφίγγω το μέρος όπου υποθέτω ότι έχει βληθή.
Δεν είνε καιρός να ασχοληθώ με το τραύμα αφού κινδυνεύω να καταρριφθώ. Με
έχουν κυκλώσει σχεδόν και βάλλουν όλοι εναντίον μου. Με σώζουν μόνον τα ακούσια
πλανσαρίσματα που επιτυγχάνω χάρις εις την αρίστην μηχανήν του αεροπλάνου μου.
Πρέπει να διαφύγω από τον κλοιόν. Λούπιγκ, κάτω πηδάλια δεξιά. Ζήτημα
δευτερολέπτων είνε η σωτηρία μου. Αν διαφύγω την περιδύνησιν, σώζομαι ασφαλώς.
..Το επέτυχα.Και τώρα αντεπίθεσις.
Λυσσώ. Επτά έχουν συγκεντρωθή και βάλλουν εναντίον μου. Ανανδρία. Εάν είνε εγωιστικόν αυτό που θα είπω δεν πταίω εγώ, αλλ’ οι αντίπαλοι μου. Επτά εναντίον ενός;..Αι λοιπόν, και οι επτά θα μου το πληρώσουν.
Πηδάλια προς τα κάτω. Το πολυβόλον μου ήρχισε το ρυθμικόν τραγούδι του. Έχω ήδη το πρώτον θύμα .Ένα από τα εχθρικά έχει βληθή εις την μηχανήν του και πίπτει σαν βολίς.
Αρχή συγχύσεως. Νέα επίθεσις. Ανασυντάσσονται.
Αυτήν την φοράν δεν προλαμβάνουν να συγκεντρώσουν πυρά εναντίον μου.
Επιπίπτω εναντίον των με λύσσαν.
Εδώ αφήνω την σκιάν μου!! τον Χάιντερ, να ομιλήση. Παραθέτω την έκθεσίν του:
«Όταν είδομεν τον Ριχτχόφεν περισφιγμένον από τον κλοιόν των εχθρικών εσχηματίσαμεν την βεβαίαν αντίληψιν ότι δεν είνε δυνατόν να διασωθή. Αυτό τουλάχιστον λέγει η πολεμική τακτική της αεροπορίας. Και όμως μετ' ολίγον επαναβλέπομεν τον Ριχτχόφεν επιτιθέμενον μετά λύσσης. Τους πλησιάζει. Κινδυνεύουν να συγκρουσθούν τα σκάφη εις τον αέρα. Καταρρίπτει το έν. Και εφορμά κατά των άλλων. Αληθής τιτανομαχία. Ημείς είνε αδύνατον να τον βοηθήσωμεν διότι παλαίομεν προς τους άλλους. Έν από τα ιδικά μας καταρρίπτεται φλεγόμενον. Μετ' ολίγα λεπτά το ακολουθεί δεύτερον. Η θέσις μας είνε δύσκολος.
Ο Ριχτχόφεν συγγράφει εν τω μεταξύ την μεγαλειτέραν εποποιίαν του. Ισοφαρίζει την απώλειαν των δύο ιδικών μας καταρρίπτων και δεύτερον.
Τον βλέπομεν να ανυψούται αποτόμως. Ευτυχώς δι' αυτόν. Φαίνεται ότι αντελήφθη τον κίνδυνον εγκαίρως και τον απέφυγε δια της ανυψώσεως. Στρέφει πηδάλια δεξιά και πετά με ελαφράν κλίσιν προς τα κάτω. Ήδη έχει όλα τα εχθρικά εύκολον στόχον. Είνε μυστήριον πως κατώρθωσε να μετατοπίση τον οκρίβαντα του πολυβόλου ώστε να επιτύχη βολήν πλαγίαν. Και όμως το επέτυχε.
Τρίτον Γαλλικόν καταπίπτει. Αρχίζει ο πανικός. Οι Γάλλοι εγκαταλείπουν την μάχην και τρέπονται δυτικώς. Είμεθα ήδη ελεύθεροι. Ο Ριχτχόφεν τίθεται και πάλιν επί κεφαλής. Μετά πτήσιν ημισείας ώρας προσγειούμεθα κατά δύο ολιγώτεροι εις την βάσιν.
Ο Ριχτχόφεν είνε πελιδνός όταν αναφέρει εις τον διοικητήν την απώλειαν των δύο αεροπλάνων κατά την γιγαντομαχίαν. Όλοι το αποδίδομεν εις την συγκίνησιν και την κόπωσιν όταν εις μίαν στιγμήν τον βλέπομεν να σωριάζεται κάτω σχεδόν λιπόθυμος. Είχε τραυματισθή εις την αριστεράν χείρα. Επολέμησε τραυματίας και ενίκησε. Είνε ο θεός μας εις την αεροπορίαν.
Καθ’ όλην την διάρκειαν της αερομαχίας δεν είχον καιρόν να σκεφθώ το τραύμα μου. Ήρχισαν δριμύτατοι πόvoι όσον παρήρχετο η ώρα. Εις μίαν στιγμήν όταν οι Γάλλοι υπεχώρησαν αντελήφθην ότι παρ' όλον το ψύχος που υπήρχεν, είχε ρεύσει αρκετόν αίμα. Το ψύχος επέτεινε τους πόνους. Παρ' ολίγον να λιποθυμήσω. Μετά βίας συγκρατώ το πηδάλιον εις τα χέρια μου. Επί τέλους φθάνομεν εις την βάσιν. Παρ' ολίγον να κάμω απότομον προσγείωσιν και να συντριβώ. Ευτυχώς ευρήκα ολίγας δυνάμεις ακόμη δια να προσγειωθώ κανονικώς. Αν εξηκολούθει η πτήσις ακόμη χίλια μέτρα ασφαλώς θα έπιπτα αδόξως.
Ανέφερα εις τον Διοικητήν εν συνόψει τα της αερομαχίας και έπεσα λιπόθυμος. Από την στιγμήν εκείνην δεν γνωρίζω τι εμεσολάβησεν, ώστε να ευρεθώ εις ένα μαλακώτατον κρεβάτι ενός νοσοκομείου. Με είχαν μεταφέρει αεροπορικώς αφού μου επέδεσαν το τραύμα μου προχείρως εις την βάσιν, εις το Βερολίνον. Την μετακόμισίν μου ανέλαβεν ο Χάιντερ ο αιώνιος φίλος μου. Όταν συνήλθα αντίκρυσα επάνω μου πέντε ιατρούς πολλάς νοσοκόμους και τον Χάιντερ. Ομολογώ ότι η στάσις του φίλου μου αυτού με κατασυνεκίνησε. Με ενηγκαλίσθη και με εφίλησε ενώ συγχρόνως μου επεδείκνυε Γερμανικάς εφημερίδας με τεραστίας φωτογραφίας μου. Εις εκ τών ιατρών με ηρώτησε:
—Πώς αισθάνεσθε τώρα, ταγματάρχα μου;
—Καλύτερα γιατρέ μου.
—Ελπίζω ότι σε λίγες μέρες θα είσθε καλά.
—Ώστε δεν είνε τίποτε σοβαρόν;
—Κάθε άλλο. Ευτυχώς η σφαίρα εσεβάσθη το οστούν του βραχίονός σας. Μόνον που εχάσατε πολύ αίμα.
Οι άλλοι συνάδελφοι των έχασαν όλον των το αίμα. Δι' εμέ προέχει να γίνω ταχέως καλά.
—Μην αμφιβάλλετε γι' αυτό. Ο θεός της Γερμανίας σας έσωσεν αυτήν την φοράν.
Εν τω μεταξύ μία ωραιοτάτη νοσοκόμος με επλησίασε και μειδιώσα με ηρώτησε με εξαιρετικόν ενδιαφέρον αν πονώ.
—Τώρα που σας βλέπω αδελφή δεν πονώ καθόλου.
Τότε λοιπόν είμαι ο παρήγορος άγγελος; Χα ! χα ! χα ! Λυσσώ. Επτά έχουν συγκεντρωθή και βάλλουν εναντίον μου. Ανανδρία. Εάν είνε εγωιστικόν αυτό που θα είπω δεν πταίω εγώ, αλλ’ οι αντίπαλοι μου. Επτά εναντίον ενός;..Αι λοιπόν, και οι επτά θα μου το πληρώσουν.
Πηδάλια προς τα κάτω. Το πολυβόλον μου ήρχισε το ρυθμικόν τραγούδι του. Έχω ήδη το πρώτον θύμα .Ένα από τα εχθρικά έχει βληθή εις την μηχανήν του και πίπτει σαν βολίς.
Αρχή συγχύσεως. Νέα επίθεσις. Ανασυντάσσονται.
Αυτήν την φοράν δεν προλαμβάνουν να συγκεντρώσουν πυρά εναντίον μου.
Επιπίπτω εναντίον των με λύσσαν.
Εδώ αφήνω την σκιάν μου!! τον Χάιντερ, να ομιλήση. Παραθέτω την έκθεσίν του:
«Όταν είδομεν τον Ριχτχόφεν περισφιγμένον από τον κλοιόν των εχθρικών εσχηματίσαμεν την βεβαίαν αντίληψιν ότι δεν είνε δυνατόν να διασωθή. Αυτό τουλάχιστον λέγει η πολεμική τακτική της αεροπορίας. Και όμως μετ' ολίγον επαναβλέπομεν τον Ριχτχόφεν επιτιθέμενον μετά λύσσης. Τους πλησιάζει. Κινδυνεύουν να συγκρουσθούν τα σκάφη εις τον αέρα. Καταρρίπτει το έν. Και εφορμά κατά των άλλων. Αληθής τιτανομαχία. Ημείς είνε αδύνατον να τον βοηθήσωμεν διότι παλαίομεν προς τους άλλους. Έν από τα ιδικά μας καταρρίπτεται φλεγόμενον. Μετ' ολίγα λεπτά το ακολουθεί δεύτερον. Η θέσις μας είνε δύσκολος.
Ο Ριχτχόφεν συγγράφει εν τω μεταξύ την μεγαλειτέραν εποποιίαν του. Ισοφαρίζει την απώλειαν των δύο ιδικών μας καταρρίπτων και δεύτερον.
Τον βλέπομεν να ανυψούται αποτόμως. Ευτυχώς δι' αυτόν. Φαίνεται ότι αντελήφθη τον κίνδυνον εγκαίρως και τον απέφυγε δια της ανυψώσεως. Στρέφει πηδάλια δεξιά και πετά με ελαφράν κλίσιν προς τα κάτω. Ήδη έχει όλα τα εχθρικά εύκολον στόχον. Είνε μυστήριον πως κατώρθωσε να μετατοπίση τον οκρίβαντα του πολυβόλου ώστε να επιτύχη βολήν πλαγίαν. Και όμως το επέτυχε.
Τρίτον Γαλλικόν καταπίπτει. Αρχίζει ο πανικός. Οι Γάλλοι εγκαταλείπουν την μάχην και τρέπονται δυτικώς. Είμεθα ήδη ελεύθεροι. Ο Ριχτχόφεν τίθεται και πάλιν επί κεφαλής. Μετά πτήσιν ημισείας ώρας προσγειούμεθα κατά δύο ολιγώτεροι εις την βάσιν.
Ο Ριχτχόφεν είνε πελιδνός όταν αναφέρει εις τον διοικητήν την απώλειαν των δύο αεροπλάνων κατά την γιγαντομαχίαν. Όλοι το αποδίδομεν εις την συγκίνησιν και την κόπωσιν όταν εις μίαν στιγμήν τον βλέπομεν να σωριάζεται κάτω σχεδόν λιπόθυμος. Είχε τραυματισθή εις την αριστεράν χείρα. Επολέμησε τραυματίας και ενίκησε. Είνε ο θεός μας εις την αεροπορίαν.
Χάϊντερ»
Καθ’ όλην την διάρκειαν της αερομαχίας δεν είχον καιρόν να σκεφθώ το τραύμα μου. Ήρχισαν δριμύτατοι πόvoι όσον παρήρχετο η ώρα. Εις μίαν στιγμήν όταν οι Γάλλοι υπεχώρησαν αντελήφθην ότι παρ' όλον το ψύχος που υπήρχεν, είχε ρεύσει αρκετόν αίμα. Το ψύχος επέτεινε τους πόνους. Παρ' ολίγον να λιποθυμήσω. Μετά βίας συγκρατώ το πηδάλιον εις τα χέρια μου. Επί τέλους φθάνομεν εις την βάσιν. Παρ' ολίγον να κάμω απότομον προσγείωσιν και να συντριβώ. Ευτυχώς ευρήκα ολίγας δυνάμεις ακόμη δια να προσγειωθώ κανονικώς. Αν εξηκολούθει η πτήσις ακόμη χίλια μέτρα ασφαλώς θα έπιπτα αδόξως.
Ανέφερα εις τον Διοικητήν εν συνόψει τα της αερομαχίας και έπεσα λιπόθυμος. Από την στιγμήν εκείνην δεν γνωρίζω τι εμεσολάβησεν, ώστε να ευρεθώ εις ένα μαλακώτατον κρεβάτι ενός νοσοκομείου. Με είχαν μεταφέρει αεροπορικώς αφού μου επέδεσαν το τραύμα μου προχείρως εις την βάσιν, εις το Βερολίνον. Την μετακόμισίν μου ανέλαβεν ο Χάιντερ ο αιώνιος φίλος μου. Όταν συνήλθα αντίκρυσα επάνω μου πέντε ιατρούς πολλάς νοσοκόμους και τον Χάιντερ. Ομολογώ ότι η στάσις του φίλου μου αυτού με κατασυνεκίνησε. Με ενηγκαλίσθη και με εφίλησε ενώ συγχρόνως μου επεδείκνυε Γερμανικάς εφημερίδας με τεραστίας φωτογραφίας μου. Εις εκ τών ιατρών με ηρώτησε:
—Πώς αισθάνεσθε τώρα, ταγματάρχα μου;
—Καλύτερα γιατρέ μου.
—Ελπίζω ότι σε λίγες μέρες θα είσθε καλά.
—Ώστε δεν είνε τίποτε σοβαρόν;
—Κάθε άλλο. Ευτυχώς η σφαίρα εσεβάσθη το οστούν του βραχίονός σας. Μόνον που εχάσατε πολύ αίμα.
Οι άλλοι συνάδελφοι των έχασαν όλον των το αίμα. Δι' εμέ προέχει να γίνω ταχέως καλά.
—Μην αμφιβάλλετε γι' αυτό. Ο θεός της Γερμανίας σας έσωσεν αυτήν την φοράν.
Εν τω μεταξύ μία ωραιοτάτη νοσοκόμος με επλησίασε και μειδιώσα με ηρώτησε με εξαιρετικόν ενδιαφέρον αν πονώ.
—Τώρα που σας βλέπω αδελφή δεν πονώ καθόλου.
—Μη γελάτε αδελφή.. Το πιστεύω αυτό που σας λέγω.
Ο ιατρός έσπευσε να συστήση την νοσοκόμον.
— Σας συνιστώ την φροϋλάιν Κλούκ προϊσταμένην και...
—Κόρη του αρχιστρατήγου;
—Μάλιστα κ. ταγματάρχα και είμαι ευτυχής που γνωρίζω τον ήρωα της Γερμανίας.
—Ευχαριστώ αδελφή προϊσταμένη δια τους κολακευτικούς λόγους σας αλλά η τιμή δεν ανήκει παρά εις τους συναδέλφους μου που επολέμησαν ωσάν λέοντες.
—Και όμως εις τας εφημερίδας, γράφουν οι ίδιοι οι συνάδελφοι σας ότι σεις τους εσώσατε.
—Θα σας παρακαλέσω να μου δώσετε αυτήν την εφημερίδα που γράφει αυτάς τας ανοησίας.
—Θα σας τις φέρω αμέσως.
Μετ' ολίγον μου προσεκόμισε τας εφημερίδας.
Με πηχυαίους τίτλους ανέγραφον τα της αερομαχίας. Και εδώ ο Χάιντερ έδωκε πολυστήλους συνεντεύξεις εις όλους τους δημοσιογράφους.
Αι λεπτομέρειαι βοηθούσης της φαντασίας των δημοσιογράφων είχον καταλάβει χώρον δύο σελίδων, τας οποίας εκόσμουν μεγάλαι εικόνες ιδικαί μου και του αεροπλάνου μου. Επίσης εδημοσιεύοντο είκόνες της μητρός μου, την οποίαν απεκάλουν «μητέρα του ήρωος των ηρώων».
Η προϊσταμένη με παρηκολούθει ενώ ανεγίνωσκα τας εφημερίδας, όταν δε έστρεψα να την ιδώ εμειδία. Διεμαρτυρήθην εντόνως δια την πρωτοβουλίαν αυτήν του Χάιντερ και παρεκάλεσα να τον ειδοποιήσουν ότι τον θέλω. Η προϊσταμένη εφώναξε μίαν νοσοκόμον και έδωκε την παραγγελίαν. Μετά τούτο απευθυνομένη προς εμέ μου είπε:
— Σας θαυμάζει όλη η Γερμανία κ. Ριχτχόφεν δια τους άθλους σας.
—Με κολακεύετε δεσποινίς. Δεν πράττω παρά το καθήκον μου .
—Εάν όλοι εξετέλουν το καθήκον των όπως σεις, ο πόλεμος θα ετελείωνε πολύ γρηγορώτερα. .
—Όλοι κάμνουν το καθήκον των. Εις την συγκεκριμένη δε περίπτωσιν της προσβολής των Παρισίων οφείλω να σας είπω ότι όλοι έκαμαν το καθήκον των και μάλιστα με αυτοθυσίαν.
—Φαντάζομαι ότι η φίλη ,σας θα είνε υπερήφανη πολύ για σας.
Είπε την τελευταίαν φράσιν της με ένα αρκετά χαρακτηριστικόν μορφασμόν.
—Δεν ημπορεί να είνε υπερήφανη η φίλη μου για μένα δεσποινίς.
—Για ποιο λόγο; Είσθε μαλωμένοι;
— Όχι.
—Τότε ποιος είνε ο λόγος που ημπορεί να είνε αδιάφορος για σας;
—Απλούστατα διότι δεν υπάρχει η φίλη που λέτε.
—Αδύνατον. Φαντάζομαι μάλιστα ότι από στιγμής εις στιγμήν θα έλθη εδώ να σας επισκεφθή.
Εκείνην την στιγμήν εισήρχετο εις το δωμάτιον ο Χάιντερ.
Εύρον την ευκαιρίαν να αστειευθώ.
Ιδού η φίλη μου με την οποίαν δεν τα έχω καλά.
Εγέλασε θορυβωδώς. Επετίμησα τον Χάιντερ ζωηρότατα δια την πρωτοβουλίαν που είχε να δώση αυτάς τας συνεντεύξεις. Ο Χάινιερ έστεκεν εμπρός μου σαν μαθητής δημοτικού σχολείου, δεν απαντούσε καθολοκληρίαν.
—Γιατί δεν απαντάς κ. ανθυπολοχαγέ ;
—Διότι κύριε ταγματάρχα έάν σας απαντήσω θα σας απαντήσω ότι αυτά είνε ολιγώτερα της πραγματικότητος.
—Να ασχολήσαι μόνον με τα στρατιωτικά σου καθήκοντα και να μη αναμιγνύεσαι εις την παροχήν πληροφοριών εις τους δημοσιογράφους.
Δεν απήντησε και απεχώρησεν αμέσως από το δωμάτιον. Εμείναμε μόνοι με την φροϋλάϊν Κλούκ. Ετόλμησα να την ερωτήσω το όνομά της.
—Το μικρό σας όνομα αδελφή προϊσταμένη ;
—Εριέττα, ετών 23, οικιακά! Σας Ικανοποιεί αύτό;|
—Απολύτως.
—Αν θέλετε ημπορείτε να με φωνάζετε με το μικρό μου όνομα. Εγώ θα σας αποκαλώ με το επίθετόν οας διότι το ευρίσκω πολεμικώτερο.
—Με πειράζετε δεσποινίς Εριέττα.
— Σας διαβεβαιώ όχι. Προτιμώ το επίθετο σας.
Με εκύτταξε περισσότερο εντατικά και μου είπε:
—Υποθέτω ότι έχετε πυρετό διότι είσθε χλωμός.
Και αμέσως έπιασε τον σφυγμόν μου ενώ με εκύτταζε στα μάτια. Ύστερα από λίγα λεπτά έκαμε την... διάγνωσίν της.
—Έχετε πυρετό πολύ.
—Όχι δα! Δεν καταλαβαίνω καμμια κούρασι.
—Τότε ασφαλώς, έχω εγώ κ. Ριχτχόφεν.
Έσκυψε καΙ με εφίλησε. Τα χείλη της εκόλησαν εις τα δικά μου. Με φιλούσε με παραφοράν. Τα ματόκλαδά της ανοιγόκλειναν κατά τρόπον αρκετά χαρακτηριστικόν.
Αντιμετώπισα πολλούς εχθρούς, αλλ' αυτόν τον εχθρόν μου ήτο αδύνατον να τον αντιμετωπίσω. Υπετάχθην. Όταν απεσπάσθη από τας αγκάλας μου με εκύτταξε κάπως συνεσταλμένη. Δια να την βγάλω από το αδιέξοδο της έπιασα τα χέρια και την έσυρα προς το κρεββάτι. Ανηγέρθην ολίγον και την εφίλησα με την ιδίαν παραφοράν που με ενηγκαλίσθη αυτή. Επί ολίγα λεπτά παρεμένομεν και οι δύο άφωνοι.
Πρώτος έλυσα εγώ την σιωπήν.
—Έχουμε τίποτε να πούμε Εριέττα ;
—Συ νομίζεις ότι έχουμε να πούμε τίποτε;
—Μου φαίνεται ότι είπαμε όσα είχαμε να πούμε.
—Δηλαδή με διώχνεις;
—Είσαι κουτή. Ίσα ίσα τώρα που σε χρειάζομαι να σε έχω πάντα κοντά μου.
—Ώστε ;
—Ώστε συμβαίνει αυτό που φαντάζεται κουτή Ερριέττα.
—Είμαι Η πιο υπερήφανη γυναίκα του κόσμου, θα είμαι δική σου πάντα.
—Ζήτημα είνε αν θα είμαι και εγώ για πάντα δικός σου.
—Γιατί αυτή η σκληρότης;
—Διότι είνε πιθανόν όταν εξέλθω από το νοσοκομείον και πετάξω να με θελήση κάποιος άλλος.
—Κανείς δεν ημπορεί να σε αποσπάση από μένα.
—Υπάρχει άλλος που δεν ημπορείς να τον αντιμετώπισης.
—Είμαι η κόρη του αρχιστρατήγου και ημπορώ να κάμω τα πάντα.
—Και μόνον να εξουδετέρωσης τον θάνατον δεν ημπορείς.
Έσκυψε το κεφαλάκι της κατηφής. Δύο δάκρυα εκύλησαν εις τας παρειάς της.
Την καθησύχασα και της υπεσχέθην ότι θα φροντίσω να διαφύγω από τα δίκτυα του...θανάτου και εν ανάγκη θα τον νικήσω κι' αυτόν.
Από της ημέρας εκείνης η Εριέττα κατέστη ο παρήγορος άγγελος μου. Εξενυκτούοε δίπλα εις το κρεββάτι μου και το ενδιαφέρον της για μένα εκοινολογήθη εις ολόκληρον το νοσοκομείον μέχρι σημείου ώστε και οι διευθύνοντες αυτό
ιατροί να με πειράζουν δια την καταπληκτικήν εύνοιαν της τύχης.
( Επιστροφή)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου