Οι αντιβενιζελικοί γερμανόφιλοι κύκλοι του επιτελείου και της Αυλής είχαν πληροφορίες ότι ο τσαρισμός βρισκόταν στην περίοδο αυτή σε αντίθεση με τους κυβερνήτες της Αγγλίας και Γαλλίας. Όλες τις μυστικές διαπραγματεύσεις που έκανε στην Αθήνα ο Βενιζέλος και ο Άγγλος πρεσβευτής Έλλιοτ και τα εμπιστευτικά τηλεγραφήματα στην κυβέρνηση της Αθήνας του Λόυδ Τζωρτς και Τσώρτσιλ, διαβιβάζονταν από τους κύκλους του Στρέϊτ, Mεταξά και Δούσμανη στο υπουργείο των Εξωτερικών της Γερμανίας και απεκεί στην Πετρούπολη. Οι Γερμανοί είχαν κάθε συμφέρο να ανακοινώνουν με τα όργανα της κατασκοπείας τους τις μυστικές επαφές της αγγλικής και ελληνικής κυβέρνησης, στα σημεία εκείνα που είχαν αιχμές κατά της Ρωσίας.
Γι αυτό ο τσαρισμός έκανε διάβημα στο Παρίσι και Λονδίνο δηλώνοντας πως δεν επιθυμούσε να πάρει μέρος η Ελλάδα στην εκστρατεία των Δαρδανελλίων ούτε και την είσοδο του ελληνικού στρατού στην Πόλη, Ο τσάρος και οι σύμβουλοι του Σαζόνωφ και Ισβόλσκυ δεν το έκρυβαν ότι η Πόλη και η περιοχή των Δαρδανελλίων ανήκει στη Ρωσία, Ήθελαν βέβαια να γίνει η εκστρατεία των Αγγλογάλλων, αλλά δεν ήθελαν να πάρουν μέρος οι Ελληνες στην εκστρατεία αυτή, γιατί αυτοί είχαν ιστορικά δικαιώματα πάνω στα μέρη ταύτα. Εξάλλου το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήταν όργανο της ελληνικής κυβέρνησης, ενώ στην Πόλη υπήρχαν πολλές χιλιάδες Έλληνες που είχαν μεγάλα οικονομικά πόστα.
Η αγγλική κυβέρνηση όμως δεν έκανε δεχτή την αξίωση της Ρωσία: αλλά τη βεβαίωσε ότι ο ελληνικός στόλος θα παίξει βοηθητικό ρόλο και ο Ελληνικός στρατός θα μείνει στην Καλλίπολη (1).
Οι Άγγλοι σφύριζαν στ' αυτιά του Βενιζέλου το τραγούδι της Μεγάλη Ελλάδας και βεβαίωναν τον τσάρο πως δε θα πατήσουν στην Πόλη οι Έλληνες φαντάροι και τσολιάδες. Στην πολιτική της διπροσωπίας και της υπουλότητας oι Άγγλοι ιμπεριαλιστές ήταν προφεσόροι.
Και οι Γάλλοι με τη σειρά τους έδωκαν καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις στους Ρώσους επίσημους.
Ο τσάρος όμως δεν πείστηκε και επέμεινε να πάρει ρητή υπόσχεση από την Αγγλία και Γαλλία ότι η Πόλη και τα Στενά θα παραχωρηθούν στο τέλος του πολέμου στη Ρωσία. Οι Αγγλογάλλοι ενώ στην αρχή δυστροπούσαν και προσπαθούσαν να αναβάλουν τη συζήτηση πάνω στο ζήτημα αυτό, στο τέλος αναγκάστηκαν να δεχτούν τη ρωσική αξίωση. Η πρώτη υποχώρηση έγινε στις 21 Φλεβάρη και η δεύτερη στις 27 του ίδιου μήνα. Τότε η Αγγλία υποσχέθηκε κατηγορηματικά ότι η Πόλη και τα Δαρδανέλλια θα παραχωρηθούν στη Ρωσία (2).
Ας δούμε τώρα ποια ήταν η εξέλιξη της εσωτερικής κατάστασης από την πολιτική κρίση που δημιούργησε η παραίτηση του Μεταξά.
Ο Βενιζέλος, όπως είδαμε, πρότεινε να καλέσει ο βασιλιάς τους πρώην πρωθυπουργούς για να εκθέσει τις απόψεις του και γίνει συζήτηση για την εξωτερική πολιτική.
Στο «Συμβούλιο του Στέμματος» πήραν μέρος ο Γ. Θεοτόκης, Δ. Ράλλης, Κυρ. Π. Μαυρομιχάλης, Αλ. Ζαΐμης και Στεφ. Δραγούμης. Ήταν πολιτικές μηδαμινότητες σαν πρόσωπα, όμως αντιπροσώπευαν τον παλαιοκομματισμό και τους γερμανόφιλους και έτσι είχαν κάποια δύναμη.
Όταν άκουσαν το Βενιζέλο έμειναν σκεφτικοί. Δεν είχαν τίποτα στο κεφάλι τους. Όλα τα περίμεναν από τον Κωνσταντίνο και ήταν μαριονέτες του επιτελείου. Ό,τι έλεγαν ο Δούσμανης και ο Μεταξάς ήταν γι' αυτούς στρατιωτικές αλήθειες. Μόνο ο Ράλλης έδειχνε πώς συμφωνούσε με το Βενιζέλο, όχι γιατί είχε ξεκαθαρισμένες ιδέες για τη διεθνή πολιτική και στρατιωτική κατάσταση, αλλά γιατί πίστευε πως η Αγγλία ήταν αήττητη.
Πρώτος ο Θεοτόκης, υστέρα από την ομιλία του Βενιζέλου, πήρε το λόγο. Δεν είπε πολλά πράγματα:
«Αι ιδέαι μου, είπε, είναι γνωσταί. θεωρώ ότι η Ελλάς έχει συμφέρον να συμπράξη με την Γερμανίαν εναντίον του Σ λ α β ι σ μ ο ύ. Αναγνωρίζω όμως ότι τας γνώμας μου δεν ακολουθεί η πλειοψηφία του ελληνικού λαού και ως εκ τούτου πρέπει· να εφαρμοσθή η πολιτική του Βενιζέλου».
Ο Ράλλης μαζί με άλλα είπε πως:
«Η πολιτική της ουδετερότητος είναι πολιτική αυτοκτονίας».
Οι άλλοι αναμάσησαν τα ίδια. Επειδή δεν καταλήξανε σε κανένα συμπέρασμα έγινε δεύτερο Συμβούλιο την άλλη μέρα (20 Φλεβάρη). Στο Συμβούλιο αυτό παραβρέθηκε και ο Δούσμανης ως αρχηγός του επιτελείου για να εκθέσει τη στρατιωτική κατάσταση (3).
Μα και στο Συμβούλιο αυτό δεν ειπώθηκε τίποτα το σπουδαίο, Ο Βενιζέλος παρουσίαζε από την άποψη της Αντάντ ρόδινη την κατάσταση και άφηνε να υπονοηθεί ότι η Ελλάδα θα έπαιρνε όλη τη Μικρασία.
Ο Ράλλης είχε ενθουσιαστεί από τα λόγια του Βενιζέλου και είπε στο βασιλιά:
«Τ ό λ μ η σ ο ν Μεγαλειότατε! Και. πρόσθεσε: «Βασιλεύ! Ενθυμήσου του προκατόχου σου ( = Όθωνα) ! η Αγγλία είναι εκδικητική».
Τότε ο Κωνσταντίνος απάντησε:
«Εάν φθάσω εις σύγκρουσιν με την Αγγλίαν, παραιτούμαι υπέρ του υιού μου».
Ο Δραγούμης ακούοντας τα λόγια αυτά, γέλασε και ο Κωνσταντίνος θυμωμένος είπε:
«Μη γελάτε, κύριε Δραγούμη, ό,τι λέγω, το λέγω σοβαρώτατα».
Στο τέλος οι πρώην πρωθυπουργοί συμφώνησαν με το Βενιζέλο και συστήσανε στο βασιλιά, να ακολουθήσει την πολιτική του πρωθυπουργού , αλλά ο Κωνσταντίνος ήταν ανένδοτος, αν και ο πρεσβευτής στο Παρίσι Ρωμάνος και ο πρεσβευτής στην Πετρούπολη I. Δραγούμης, τηλεγραφούσαν ότι το συμφέρο της Ελλάδας ήταν να συμπολεμήσει με τούς συμμάχους στην Καλλίπολη (4).
Ο Κωνσταντίνος, αν και φαινόταν ότι δεν συμφωνούσε με το Βενιζέλο, όμως δεν πήρε αμέσως απόφαση.
Ζήτησε 24 ώρες προθεσμία για να σκεφτεί. Στο αναμεταξύ ο Κάιζερ του έστειλε εμπιστευτικό τηλεγράφημα και του έκανε τη σύσταση να μην ακολουθήσει την πολιτική του Βενιζέλου, αλλά να ταχτεί στο πλευρό της Γερμανίας (5).
Φυσικά είδε το Στρέϊτ, το Δούσμανη και το Μεταξά. Δε θέλει ρώτημα πως τον συμβούλεψαν να ακολουθήσει πολιτική ουδετερότητας.
Ο Στρέϊτ αργότερα ανακοίνωσε πως ο Κωνσταντίνος ήταν επηρεασμένος από την πολιτική της «Μεγάλης Ιδέας», γι' αυτό έλεγε:
«Τί να σου πω: Η Πόλις με τραβάει. Αν δεν ήταν αυτή η Ρωσία στη μέση...» (Β ε ν τ ή ρ η, 299).
Το πρωί στις 21 Φλεβάρη (π. ημ.) ειδοποίησε το Βενιζέλο ότι θα τον περιμένει στα ανάκτορα το απόγευμα και ώρα 3.
Ο Βενιζέλος πίστευε ακόμα πως ο βασιλιάς θα συμφωνούσε μαζί του, αλλά βγήκε πολύ γελασμένος.
Ο Β ε ν τ ή ρ η ς, που έχει τις καλύτερες πληροφορίες για τα πολιτικά παρασκήνια της εποχής αυτής, γράφει:
«Ο Κωνσταντίνος είπεν, από· τας πρώτας λέξεις, προς τον πρωθυπουργόν ότι, κατόπιν ωρίμου σκέψεως, δεν εγκρίνει την συμμετοχήν της Ελλάδος εις την εκστρατείαν των Δαρδανελλίων.
Η διαλεκτική και ο θερμός .πατριωτισμός του Βενιζέλου δεν ωφελούν πλέον. Ο Βασιλεύς εφαίνετο ακλόνητος.
Κωνσταντίνος: Δεν στέκει στρατιωτικώς η επιχείρησις, κ. πρωθυπουργέ. Έχω εδώ και τους επιτελείς δια να σας αναπτύξουν εκ νέου το ζήτημα».
Βενιζέλος: Δεν είναι ανάγκη, μεγαλειότατε. Γνωρίζω τα επιχειρήματα των. Σας επαναλαμβάνω τούτο: Εάν σπεύσωμεν, τα Δαρδανέλλια θα πέσουν. Και αποτυγχάνοντες, όμως, εξασφαλίζομεν δια της Αγγλίας και Γαλλίας, την Βόρειον Ήπειρον, την Κύπρον, την Μικρασίαν».
Κωνσταντίνος: Ποιος θά μας τα δώση όλα αυτά; Θεωρείτε τόσω εύκολον την πλήρη ήτταν της Γερμανίας;».
Βενιζέλος: Δεν υποτιμώ την γερμανικήν δύναμιν. Επανειλημμένως εν τούτοις σας εξέθεσα διατί τελικώς θα επικρατήση η Αγγλία. Εις την Ανατολήν ιδίως θα επιβληθή καθ' όλην την γραμμήν. Η Γερμανία υποστηρίζει την Τουρκίαν και εργάζεται ·δια λογαριασμόν της εις την Μικρασίαν. Η Αγγλία θέλει την συνεργασίαν και το μεγάλωμα της Ελλάδος. Μας το έδειξε καθαρά. Μόνον δια της Αγγλίας θα κρατήσωμεν όσα έχομεν και θα επεκταθώμεν εκ νέου».
Η συζήτησις ·διεξήγετο ήρεμα. Ο Κωνσταντίνος εφαίνετο λυπημένος. Δεν ημπορούσε νά χωρισθή άνευ συγκινήσεως από την γνώριμον εκείνην υπόσχεσιν της επιτυχίας. Ο Βενιζέλος κατείχετο υπό της μελαγχολίας, ήτις κυριεύει καΙ τας ισχυρότέρας καρδίας, όταν χάνουν κάτι άπειρως πολύτιμον καί προσφιλές. Αυτό του ήτο η μορφή της μεγάλης Ελλάδος.
Ο βασιλεύς προσέθεσε:
«Η Ρωσσία δεν μας αφήνει να πάμε στην Πόλι».
Βενιζέλος: Δέν ημπορεί να μας εμποδίση η Ρωσσία. Προσφέρομεν μικράν αλλά χρήσιμον δύναμιν εις στιγμήν αποφασιστικήν. Η Ρωσσία δεν διαθέτει προς το παρόν ούτε ένα σύνταγμα. Αυτό άλλωστε και το απροπαράσκευον της τουρκικής αμύνης ονομάζω ευκαιρίαν. Δεν ζητούμεν δε να γίνωμεν κύριοι της Κωνσταντινουπόλεως, θα συντελέσωμεν προς κατάκτησιν και διεθνοποίησιν της πόλεως. Μαζί με την Αγγλίαν καΙ την Γαλλίαν θα αντισταθώμεν αποτελεσματικώς εις τας σλαυικάς αξιώσεις. Και έπειτα...»
Ο Βενιζέλος έκαμε μίαν κίνησιν, γνωστήν εις όλους προς τους οποίους είχεν ομιλήσει επί του Ιδίου θέματος. Άνοιξε πλατειά το δεξί του χέρι ως να ενηγκαλίζετο και να περιέσφιγγε κάτι:
«Εις την Κωνσταντινούπολη, μεγαλειότατε, θα πάμε από την Μικράν Ασίαν».
Τίποτε δεν έπειθε τον Βασιλέα. Η συνομιλία διήρχει τρία τέταρτα της ώρας. Ο πρωθυπουργός συνεπέρανε:
«Υπάρχει διαφωνία Στέμματος και κυβερνήσεως. Η δευτέρα είναι ηναγκασμένη να παραιτηθή. Ως τελευταίαν υπηρεσίαν της προς την πατρίδα και τον θρόνον συνιστά όπως, δια της Γερμανίας, εξασφαλισθή η κυριαρχία επί των νήσων και η προστασία των ελληνικών πληθυσμών της Τουρκίας. Διότι, αν αποδειχθή ορθή η αντίθετος της ιδικής μου πολιτική και επικρατήση η Γερμανία, η Ελλάς θα ευρεθή ενώπιον απωλείας των νήσων και εξοντώσεως του υποδούλου ελληνισμού» (6) (Βεντήρη, 302 και Πρακτικά Βουλής, 14 Αύγουστου 1917 και 25 Ιούνη 1930).
Ο βασιλιάς δέχτηκε την παραίτηση του Βενιζέλου. Ο τέως πρωθυπουργός κάλεσε αμέσως τη Βουλή. Με τρεις φράσεις ανάγγειλε ότι η κυβέρνηση παραιτήθηκε.
Οι παλαιοκομματικοί βουλευτές Τσακόπουλος και Σακελλαριάδης, φώναξαν γεμάτοι χαρά:
-— Ζήτω ο Βασιλεύς!
Ήταν η φωνή των κυρίων τους - των επιτελικών και αυλικών.
Οι βενιζελικοί βουλευτές ήταν του πεθαμού. Όταν όμως ακούστηκαν οι ζητωκραυγές των παλαιοκομματικών, ο Λουκάς Νάκος καΙ Ν. Ξηρός απάντησαν:
«Ζ ή τ ω τ ο Έθνος! Ό,τι θέλει το Έθνος θα γίνη».
Η διαφωνία Βενιζέλου και Κωνσταντίνου προκάλεσε μεγάλο πολιτικό αναβρασμό.
Ο βασιλιάς ανάθεσε το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης στο Δ η μ. Γούναρη (24 Φλεβάρη/9 Μάρτη 1915) (7).
Πριν αναθέσει στο Γούναρη την πρωθυπουργία, κάλεσε τον Αλ. Ζαίμη και του πρότεινε να σχηματίσει αυτός τη νέα κυβέρνηση, αλλά ο Ζαίμης, αφού επισκέφτηκε τούς πρεσβευτές τής Αντάντ και πληροφορήθηκε τις διαθέσεις τους, ανέβηκε στα ανάκτορα και δήλωσε ότι δεν δέχεται την εντολή:
Ο Γούναρης μόλις ορκίστηκε η κυβέρνηση, δήλωσε πως:
«Ο Ελευθέριος Βενιζέλος δια της υπερβολικής του αισιοδοξίας στηριζομένης εις προηγουμένας επιτυχίας του, προσπαθεί να εκβιάση την πορείαν της Ιστορίας , μη λαμβάνων υπ' όψιν τας εξαιρετικάς του παγκοσμίου πολέμου δυσχερείας και αδιαφορών απέναντι των Ρώσων.
(Συνέχεια και τέλος)
Υποσημειώσεις:
1. O υπουργός των Εξωτερικών της Αγγλίας Ε. Γ κ ρ έ υ, στις 19 Φλεβάρη/ 4 Μάρτη 1915 απάντησε στο διάβημα του Ρώσου πρεσβευτή στο Λονδίνο Μπενκέντορφ ετσι: «Το να φέρωμεν εμπόδια εις την σύμπραξιν της Ελλάδος σημαίνει επιβράδυνσιν των επιχειρήσεων. Δια τον αγώνα κατά των ναρκών και των τορπιλλών, το ναυαρχείο έχει ανάγκην των ελληνικών πλοίων με μικρόν βύθισμα, διότι ολόκληρος ο συμμαχικός στόλος αισθάνεται την έλλειψιν παρομοίων σκαφών. Εξάλλου ο ελληνικός στρατός θα χρησιμοποιηθή δια την κατάληψιν της χερσονήσου της Καλλιπόλεως» (Β ε ν τ ή ρ η, 283)
2. Βλ. Βεντήρη, 285 - 286, όπου μνημονεύονται και επίσημες πηγές καθώς και Driault et Lheritier: «Διπλωματική Ιστορία τής Ελλάδος», τ. V, 183. Βλ. και «Documents publies par Ies Bolscheviks», εκδ. Bossard, 1914, σ. 107-110.
Πάνω στo ζήτημα αυτό υπάρχει μεγάλη βιβλιογραφία.
3. Είχε λήξει η ποινή της αργίας και ήταν τώρα αυτός γενικός επιτελάρχης.
4. O Δραγούμης έστειλε και προσωπικό τηλεγράφημα στον Κωνσταντίνο συνιστώντας την έξοδο από την ουδετερότητα. Ο βασιλιάς οργίστηκε όταν το διάβασε, το ξέσχισε και ονόμασε το Δραγούμη «ξέστρωτο γαϊδούρι» (βλ. Γεωργ. Μ ε λ α: «Ο Κωνσταντίνος », 87).
5. Βλ. Βεντήρη, 298, το κείμενο του τηλεγραφήματος' ο Κάιζερ αποκαλεί τον Έλληνα βασιλιά Τίνο και του λέει πως οι Τούρκοι μπορούν να κρατήσουν τα Δαρδανέλλια.
6. Τα της συναντήσεως του με τον Βασιλέα διηγήθη ο Βενιζέλος εις την σύσκεψιν των φίλων του βουλευτών της 22ας Φεβρουαρίου 1915. Αποκαλυπτικώτερον ωμίλησεν εις τας συνεδριάσεις της Βουλής, της 14ης Αυγούστου 1917' και 25 Ιουνίου 1930. Επί του ιδίου θέματος ο Ε. Βενιζέλος έδωκεν εις τον γράφοντα επανειλημμένας προφορικάς και γραπτάς διασαφήσεις.
7. Ό Γούναρης κράτησε το υπουργείο των Στρατιωτικών. Τα άλλα υπουργεία τα πήραν ο Γ. Χρηστάκις-Ζωγράφος το υπουργείον Εξωτερικών. Ο Ν. Τριανταφυλλάκος το υπουργείο των Εσωτερικών. Ο Παναγής Τσαλδάρης το υπουργείο Δικαιοσύνης, ο Ν. Στράτος το υπουργείο των Ναυτικών. Ο Χαρ. Βοζίκης τΟ υπουργείο Παιδείας. Ο Αθ. Ευταξίας το υπουργείο της Εθνικής Οικονομίας. Ο Π. Πρωτοπαπαδάκης το υπουργείο των Οικονομικών και ο Γ. Μπαλτατζής το υπουργείο Συγκοινωνίας.