Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2018

Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ






































Η πρώτη περίοδος του περιοδικού κάλυψε με 12 τεύχη το χρονικό διάστημα Σεπτέμβριος 1981- Νοέμβριος 1983.Ξεκίνησε σαν μια φωτοτυπημένη έκδοση με κείμενα γραμμένα πότε στη γραφομηχανή και πότε χειρόγραφα και αυτοπροσδιοριζόταν σαν ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΙΣ. Το Μάιο του 1984 ξεκίνησε η νέα περίοδος Το περιοδικό διατήρησε τον αρχικό του τίτλο αλλά αυτή τη φορά αυτοπροσδιοριζόταν  σαν ΕΚΔΟΣΙ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΥ οι δε συντάκτες του δήλωναν Έλληνες Εθνικιστές. Εκδόθηκαν συνολικά δύο τεύχη.



Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ: ΔΕΥΤΕΡΑ 23 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1945

Πρώτ
(επιστροφή)

Πρώτος σταθμός του Κeitel μέσα στη νύχτα είναι το στρατηγείο του ΧΧ Σώματος στο Wiesenburg 50 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Potsdam και 30 μόλις χιλιόμετρα Β.A από το αμερικανικό προγεφύρωμα στο Zerbst στον Έλβα. Εκεί έχει την ευκαιρία να διαμορφώσει προσωπική αντίληψη για το βαθμό ετοιμότητας των υπό αναδιοργάνωση Μεραρχιών.[1] O στρατηγός Carl-Erik Köhler [2] παρουσιάζεται αισιόδοξος. Διαβεβαιώνει το Στρατάρχη ότι το φρόνημα αξιωματικών και οπλιτών είναι υψηλό, ότι οι Μεραρχίες έχουν καλύψει σε μεγάλο βαθμό τα κενά τους με καινούριο αίμα και η εκπαίδευσή τους συνεχίζεται με έντονους ρυθμούς. Λιγότερο από 10 χιλιόμετρα μακριά βρίσκεται η έδρα της 12ης Στρατιάς του Στρατηγού Wenck[3] Μια ανάσα από τους σοβιετικούς σχηματισμούς που προελαύνουν νότια της πρωτεύουσας μέσα σε μια αγροικία που κάποτε φιλοξενούσε την οικογένεια ενός δασοφύλακα και άγνωστο γιατί όλοι αποκαλούσαν Alte Hölle (Παλαιά Κόλαση) ο Στρατάρχης συναντά το Wenck και τον Επιτελάρχη του συνταγματάρχη Reichhelm [4].
Σάξoνας από το Wittenberg ο μόλις 45 χρόνων στρατηγός περισσότερο από Διοικητής Στρατιάς νοιώθει σαν Στρατοπεδάρχης η καλύτερα σαν πιστός υπηρέτης του υψίστου μέσα σε ένα απέραντο στρατόπεδο προσφύγων. Σ αυτό το ελεύθερο κομμάτι της Γερμανίας με τη μορφή ακανόνιστου τετραπλεύρου συρρέουν καθημερινά χιλιάδες πρόσφυγες κύρια από την Ανατολή κουβαλώντας μαζί φόβο ανασφάλεια και ανείπωτες ιστορίες φρίκης και καταστροφής. Όλοι αυτοί οι πρόσφυγες βρίσκονται κάτω από τη προστασία και τη πρόνοια της επιμελητείας της Στρατιάς που λειτουργεί κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες .Τα μαγειρεία εκστρατείας παρασκευάζουν καθημερινά για τον άμαχο πληθυσμό περισσότερες από 500.000 μερίδες φαγητού . Με διαταγή του Wenck επιτάσσονται σπίτια, αποθήκες ακόμα και εκκλησίες για να στεγαστούν άρρωστοι, τραυματίες και γυναικόπαιδα .[5] 
Ο Κeitel συνοδεύεται από τον Επιτελάρχη του Schlottmann[6]. Πάνω στον ανοιγμένο στρατιωτικό χάρτη η κατάσταση φαντάζει ζοφερή. Οι σοβιετικές λαβίδες κλείνουν γύρω από το Βερολίνο τόσο από Βορρά όσο και από Νότο.... Με το δείκτη του χεριού του πάνω στη πρωτεύουσα ο Κeitel συνοψίζει το πρόβλημα με μία φράση: 
-Πρέπει να σώσουμε το Führer. 
 Ο Wenck περιγράφει στη κατάσταση της Στρατιάς με εκφράσεις συγκρατημένης αισιοδοξίας . Ο εχθρός έχει δημιουργήσει ισχυρά προγεφυρώματα στον Έλβα αλλά παρόλα αυτά δεν δείχνει διάθεση για ευρείας κλίμακας επιχειρήσεις προς το Βερολίνο. Αυτό θεωρητικά επιτρέπει στη Στρατιά τη δυνατότητα να κινηθεί με μέρος των δυνάμεών της βορειοανατολικά αλλά τα μέσα που έχει στη διάθεσή της δεν της επιτρέπουν μια αποτελεσματική δράση. Η Στρατιά μπορεί να κολυμπά στη βενζίνη αλλά δεν διαθέτει ούτε άρματα ούτε κανόνια για να απελευθερώσει το Βερολίνο. Κάτω από αυτές τις συνθήκες οι πιθανότητες επιτυχίας του εγχειρήματος είναι ελάχιστες.. Ο Κeitel μεταφέρει στο Wenck  τη δραματική κατάσταση που βασιλεύει στο Βερολίνο και η οποία θα χειροτερέψει αν η Στρατιά δεν κινηθεί με γρήγορους ρυθμούς.[7] Ο Χίτλερ έχει πια εξαντληθεί. Χειρότερα ακόμα, έχει χάσει το κουράγιο του .Καταλήγει:
-Εξαιτίας όλων αυτών οφείλετε επικεφαλής των στρατευμάτων σας να βαδίσετε προς το Βερολίνο μαζί με την 9η Στρατιά του Μπούσε., Η μάχη για το Βερολίνο έχει αρχίσει. Διακυβεύεται το πεπρωμένο της Γερμανίας και του Χίτλερ. Είναι χρέος σας να επιτεθείτε για να σωθεί ο Führer, 
Γραμμή εξόρμησης της Στρατιάς προς τη Πρωτεύουσα ο Στρατάρχης ορίζει το τομέα Βelzig-Treuenbrietzen (δύο πόλεις 18 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της γραμμής της Στρατιάς).
Ο Wenck εκφράζει αντιρρήσεις. Επισημαίνει τα προβλήματα που θα προκύψουν από τη μορφολογία του εδάφους τις λίμνες και τα ποτάμια που βρίσκονται μπροστά τους. . Αντιπροτείνει πορεία βόρεια των λιμνών μέσω Nauen και Spandau.
-Υπολογίζω να είμαι έτοιμος για επίθεση σε δύο ημέρες....δηλώνει.
-Δεν μπορούμε να περιμένουμε δύο μέρες. τον διακόπτει ο Κeitel. Η επίθεση πρέπει να αρχίσει αμέσως.
-Βεβαίως Στρατάρχα. Θα κάνουμε όπως μας διατάζετε είναι η απάντηση.[8] 
Ο Κeitel φεύγει από το στρατηγείο του Wenck αισιόδοξος.
Δεν γνωρίζει. ότι αμέσως μετά την αναχώρηση του ο Wenck θα μιλήσει στους συγκεντρωμένους επιτελείς του με αυτά τα λόγια:
«- Και τώρα, να τι θα κάνουμε. Θα πλησιάσουμε στο Βερολίνο όσο γίνεται περισσότερο αλλά δίχως να εγκαταλείψουμε τις θέσεις μας στον Έλβα. Έχοντας τις πτέρυγες σε επαφή με το ποτάμι θα κρατήσουμε ανοικτό ένα δρόμο διαφυγής με δυτική κατεύθυνση. Δεν έχει νόημα να κατευθυνθούμε στο Βερολίνο για να κυκλωθούμε από τούς Ρώσους. Θα προσπαθήσουμε να φθάσουμε την 9η Στρατιά και έπειτα θα αφήσουμε κάθε στρατιώτη και κάθε πολίτη να φύγει προς την Δύση.»[9]
Όσο για το 
Führer: Το πεπρωμένο ενός και μόνον ατόμου πλέον δεν μετρά καθόλου.......
Πριν ακόμα ξημερώσει ο Στρατάρχης παίρνει το δρόμο για το Κράμπνιτς έδρα της Ανώτατης Διοίκησης.  Ο Jodl είναι ήδη εκεί και τον περιμένει για να επιστρέψουν μαζί στο Βερολίνο.

Υποσημειώσεις:
[1] 
[2] Πριν από τρεις εβδομάδες είχε αντικαταστήσει στη Διοίκηση του Σώματος Στρατού τo Rudolf Freiherr von Roman
[3] 
[4]
[5] Τις τελευταίες εβδομάδες ο Wenck είχε δει περισσότερο πόνο, στέρηση και ταλαιπωρία από ό, τι είχε δει ποτέ στον πόλεμο. Καθώς τα σύνορα της Γερμανίας μειώνονταν, ο τομέας του είχε μεταβληθεί σε ένα τεράστιο στρατόπεδο προσφύγων. Οι Γερμανοί δίχως στέγη ήταν παντού: στους δρόμους, στους αγρούς στα χωριά, τα δάση, και κοιμόταν σε τροχοφόρα σε σκηνές, σε σπασμένα φορτηγά, βαγόνια και εξωτερικούς χώρους.Ο Βένκ είχε μετασχηματίσει  κάθε κατοικήσιμο οίκημα στη περιοχή -σπίτια εκκλησίες  ακόμα και τις αίθουσες χορού των χωριών   σε καταφύγια για πρόσφυγες. "Είχα την εντύπωση" είπε αργότερα  ότι ήμουν ένα είδος κληρικού . Κάθε μέρα έπαιρνα τους δρόμους  για να κάνω κάθε τι το δυνατό για τους πρόσφυγες  ιδιαίτερα για τα μωρά και τους άρρωστους .Και στο μεταξύ δεν παύαμε ν' αναρωτιόμαστε πότε θα εξορμούσαν οι Αμερικανοί από τα προγεφυρώματα ανατολικά του Έλβα Η στρατιά του προμήθευε τροφή  σε περισσότερο από μισό εκατομμύριο την ημέρα.Τα τραίνα που έφθαναν από ολόκληρο το Ράιχ σ΄αυτή τη μικρή περιοχή από τον Ελβα στο Βερολίνο δεν μπορούσαν να προχωρήσουν περισσότερο .Το φορτίο που μετέφεραν ήταν πρόνοια και βάρος για τη 12 Στρατιά.Στα τραίνα βρέθηκαν εμπορεύματα κάθε είδους , από ανταλλακτικά αεροπλάνων μέχρι ολόκληρα βαγόνια με βούτυρο. Λίγα χιλιόμετρα μακρύτερα , στο ανατολικό μέτωπο τα άρματα του φον Μαντόυφελ ήταν ακινητοποιημένα από έλλειψη καυσίμων.(Ryan)
[6]
[7] In a tête à tête with General Wenck, I outlined the situation that had developed
during the previous afternoon in the Reich Chancellery, and made it clear to him that my last hope of fetching the Fuhrer out of Berlin rested solely on the success of his breaking through to the capital and linking up with the Ninth Army. I was thinking in terms of nothing less than abducting the Fuhrer ñ if necessary by force ñ from the Reich Chancellery if we were unable to bring him to his senses ñ something I hardly dared to hope after his calamitous performance during the previous afternoon. Everything depended, I told him, on the success of our operation, whatever the cost.(Keitel σελ 239)
[8]
[9]




Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2018

ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ:ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ -ΕΜΕΙΣ/ ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ -ΆΗ ΣΤΡΑΤΗΣ


Δω και τριάντα χρόνια  και για την ακρίβεια τον Ιούλιο του 1906, ο Ίωνας Δραγούμης, που είτανε κείνην τη χρονιά πρόξενος στο Δεδεαγάτς, "είχε πάγει να επισκευθεί το απέναντι νησί"-Τη Σαμοθράκη. Είταν τότες σχεδόν παιδί , μόλις 27 χρονών απάνου στη βράση της ηλικίας του  και των ιδεών του. Ακόμα απ' αυτήν την ηλικία άρχιζε να ξεχωρίζει η εξωτερική  του φυσιογνωμία στα γράμματα και στην πολιτική. Σ' αυτό το τελευταίο πεδίο είνε ο πνευματικώτερος  τύπος , που έβγαλε ίσα με σήμερα η αστική μας ταξη. Αριστοκράτης και πατριώτης από σόι κ΄επάγγελμα και μόρφωση. Ωραίος λυγερός στητός και υπερόπτης. Προικισμένος με πλούσια ποιητική φαντασία και σπάνιο λογοτεχνικό ταλέντο και στοχασμό. Η εσωτερική του ζωή παλλότανε απ' όλες τις υψηλές λαχτάρες (φιλοδοξίες) κι' από όλους τους Έρω­τες (για την πατρίδα- για τη γυ­ναίκα, για τη γλώσσα). Γεμάτος πίστη στον εαυτό του, στην αποστο­λή του και στο άστρο του. Όλος ο κόσμος είτανε δικός του και δημιούργημά του. Κι' ο εαυτός του εί­τανε όλος ο κόσμος. 
Πανευτυχής κι' ωπλισμένος με τη διπλωματική του ασυλία πάτησε σα θεός τα χώματα του σκλαβωμένου τότες νησιού. Ουρανός και γη και θάλασσα τράνταξε και γέμισε από την προσωπικότητα του. «Τίποτα δε σκιάζομαι, είμαι λεύτερος και τίποτα δεν μoυ είνε βάρος» (Σαμο­θράκη σελ. 54). Μαγεμένος απ' τη φυσική ομορφιά κι'  από τον εαυτό του κοίταξε «αφ'  υψηλού» με το μονύελό του τη θάλασσα, τα βουνά, το χορτάρι , τις πέτρες , τα σπίτια και τους ανθρώπους-  και την Ιστορία τους και  την ψυχήν τους. Mε την υποκει­μενική του συνείδηση, «το μόνο α­πόλυτο κριτήριο» («Σταμάτημα», σελ, 135) μέτρησε όλην τη γύρα του πραγματικότητα. Και μέθυσε από ιδέες, ελπίδες και θυμούς.


ΕΙταν τότες η εποχή του πιο έξαλλου πατριωτικού παροξυσμού. Εί­τανε η εποχή, που η αστική μας τάξη συνειδητοποιήθηκε και γινότανε  ιμπεριαλιστική με τους μακεδονικούς αγώνες, Είτανε η εποχή, που  η Μεγάλη Ιδέα άφηνε τα σύννεφα και έμπαινε στην πράξη.
Ο Δραγούμης πίστευε τον εαυτό του για εθνικόν απόστολο, για Μεσσία των φυλετικών πεπρωμένων. Μαθητής του Μπαρρές και του Νίτσε, παράσταινε το δυνατό και το σκληρό.. Αυτός είτανε ο νικητής. Όμως στο βάθος του δεν πίστευε ούτε στο πατριωτικό, ούτε  στο Θρη­σκευτικό ιδανικό, — όπως τ' ομολογεί  και ο ίδιος σ' ένα βιβλίο του. Όμως είχε πιαστεί γερά  από τις δύο αυτές άγκυρες  της σωτηρίας γιατί του δικαιολογούσανε  τη πολιτική και τη πνευματική του δράση ,τόνε βοηθούσανε να ολοκληρώσει την   ηθική του ατομικότητα. Ο πατριωτισμός και η θρησκευτικό­τητα του είταν ένα είδος ατομικού οπόρ. Μια χαρούμενη και λεύτερη «άσκηση» των εσωτερικών του δυ­νάμεων. ΄Ηθελε τη λύτρωση των σκλάβων «αδελφών » όχι γι' αυτούς μα για τον εαυτό του. 
 Στο βάθος του περιφρονούσε το λαό - το «προφάνουμ βούλγκους». «Εγώ δεν α­γωνίζομαι για κανένα σκοπό. Χωρίς σκοπό αγωνίζομαι για τη Νίκη». («Σαμοθράκη», σελ. 54) Μ' αυτήν την στείρα του εγωλατρεία και την απουσία αληθινής πίστης ο Δραγούμης φανέρωνε ένα αντικει­μενικό της εποχής του φαινόμενο; πως η αποσύνθεση  των «αιώνιων» συνθημάτων της πατρίδας και του θεού είχε αρχίσει να γίνεται έξω από τη συνείδηση toυ.
Ωστόσο για την τάξη του είτανε ένα «εμπνευσμένο» πρωτοπαλλήκαρο. Για τις μάζες, που όπως  είπαμε, τις  περιφρονούσε, είτανε ένας κρυμμένος οχτρός. Ήθελε να τους λυτρώσει  από την τυραννία των Τούρκων και των Βουλγάρων για να τους παραδώσει στηv τυραννία των Ελλήνων.
Γι' αυτό χτύπησε  με όλη του τη νεανική ορμή τα πρώτα κινήματα του ουτοπικού σοσιαλισμού, που αρχίσανε τότες να φανερώνονται και στη χώρα μας (Κ· Χατζόπου­λος. Γ. Σκληρός κλπ.). Φοβότανε  το σοσιαλισμό, γιατί τόνε φανταζότανε, όπως και τόσοι πνευματικοί δούλοι της αστικής ολιγαρχίας, για κοινωνικόν  οδοστρωτήρα,  που κατατσακίζει τίς εξαιρετικές ατομικότητες.   Κι'  εξαιρετικές ατομικότητες είνε κείνες που μπορούνε  να στέκονται πάνω από κάθε νόμο ,να πατάνε πάνου  στη ράχη των σκυμμένων  σκλάβων  για να ανεβαίνουμε αυτές  ψηλότερα  και να κάνουν τη χαρά  τους και τη νίκη τους  παγκόσμιο αγαθό.
 Ομπρός του δεν κυττάει κανείς να σηκώσει κεφάλι ουδέ να βρει, ούτε να πει αντιλογίες». (Αυ­τού, οελ. 55). Έτσι ειν'  από θεού ωρισμένο : «στη γη απάνου πάντα θα υπάρχουν σκλάβοι και ελεύθε­ροι». (Αυτού σελ. 52).
Έτσι ο εθνικός απόστολος Δρα­γούμης, ο Μεσσίας και Λυτρωτής του σκλαβωμένου Έθνους είτανε ένας απολογητής κ' ένας εργάτης της σκλαβιάς του,   Το συνειδητό όργανο στα χέρια  της ταξικής βίας των παρασίτων.

Είδε λοιπόν στη Σαμοθράκη τους "σκλάβους" στην πιό καθυστερημένη τους μορφή. Στο μεγαλύτερο τους ξεπεσμό. Στην Πόλη , στη Μακεδονία οι Ρωμηοί έμποροι και τσελιγκάδες και τοκογλύφοι κατορθώσανε να είναι ελεύτεροι και να μπερδεύονται εξωτερικά (φορώντας φέσι) με τους αφέντες τους Αγαρηνούς. κ' είτανε οι σύμμαχοι αυτωνών. Όπως κ' οι τσορμπατζήδες της Σαμοθράκης είτανε σύμμαχοι και κατάσκοποι των αγάδων.
Εδώ στη Σαμοθράκη ο λαός είτανε περισσότερο άπό κάθε αλλού. - έναν πόνο αισθητικό και πλούσιο! Ενώ από πάνω του, στον καταγάλανο ουρανό φτεροκοπούσε ολόφωτη με τα διάφανα της φορέματα κολλημένα κατάσαρκα στο σπαρταριστό της κορμί η ... μαρμαρένια Νίκη της Σαμοθράκης.
Είδε πως oι νησιώτες πληρώνανε βαρειούς φόρους στον καταχτητή' και τους εξήγησε «πως θα έρθει και ο καιρός για να φύγουν oι τύ­ραννοι" (Αυτού, σελ. 27). Είδε 5 Τούρκους ζαπτιέδες να τρομοκρατούν τρεις χιλιάδες ψυχές. Είδε τους "τρεις-τέσερρες τσορμπατζήδες" να έχουνε όλα τα οφφίκια και να κλέβουνε το λαό στο ζύγι των καρβούνων και με την τοκογλυφία. Κι' α­κόμα να του κλέβουνε την οικογενειακή του τιμή, Και να τον προδίνουνε στην τούρκικη εξουσία. Να κάνουνε δηλαδή το χαφιέ στους τυράννους.
Είδε ακόμα το δεσπότη «άλλον κύριο των νησιωτών" να έρχεται στο νησί μια φορά το χρόνο από την Γκιουμουλτζίνα για να μαζεύει τα κανονικά του. Κι' έφερνε μαζύ του «διαταγή από τη Ρούμελη να μεταχειρίζεται στην ανάγκη και βία στρατιωτική» (Αυτού, σελ. 84), αν τυχόν οι υποταχτικοί του δείχνανε απροθυμία στην πληρωμή του εκκλησιαστικού χαρατσιού τους.
Είδε ακόμα τον ηγούμενο του Μετοχιού να φέρνει «θεριστάδες Βουλγάρους για να θερίσουνε τα χωράφια της Μονής» (Αυτού. σελ. 83) γιατί — κι' αυτό δεν μας στο λέει., αλλά καταλαβαίνεται μόνο του — oι Βούλγαροι παίρνανε μικρότερο μεροκάματο από τους ντόπιους εργάτες και μ' αυτό το μέσο θ' αναγκαζότανε και τούτοι να φτηνήνουνε τη δουλειά τουςΙ Είδε τέ­λος και το λαό άμαθο, φοβισμένο, γεμάτον ελαττώματα, ακίνητο και μοιρολάτρη ν' αφήνεται αμίλητος στην πείνα του και στην κακομοι­ριά του, που «αυγατίζει το τσορμπατζηλίκι» (Αυτού, σελ. 81).
Κι' ύστερα, άμα τα είδε αυτά, θύμωσε και είπε διάφορες ωραιολογίες —αερολογίεςΙ Δεν είδε τί­ποτα βαθύτερα. Του έφταιγε ο μονύελος του Ιδεαλισμού του. Θύμω­σε σαν ωραιόπαθος προσκυνητής σαν αφέντης και κύριος. Βρήκε πως φταίγανε αυτοί για τη σκλαβιά τους και για την κατάντια τους, Φταίγανε αυτοί, γιατί δεν αποφασίζανε να κουνηθούνε για να διώξουνε τον ξένο κατα­χτητή. Δηλ, να αλλάξουνε κατα­κτητή. Να βάλουνε στη θέση του Τούρκου αγά, που είχε στα παληά τα χρόνια το "δικαίωμα της πρώτης νύχτας ", το Ρωμηόν αστό για να έχει το δικαίωμα όλων των νυχτών κι' όλων  των ημερών απάνου στη μάζα των εργαζομένων!
Τιμή τους θα ήτανε κι' ευτυχία να τους τυραννεί και να τους γδύνει ο Ρωμηός αφέντης. Γιατί αυτός θα είτανε από το ίδιο αίμα !
Μετά τριάντα χρόνια και για την ακρίβεια τον Οχτώβρη του 1935 , η σκηνοθεσία αλλάζει. Δυο άλλοι Ρωμηοί διανοούμενοι , ο Γληνός και ο Βάρναλης, πήγαιναν κι αυτοί να επισκεφτούνε το «απέναντι νησί. » Με τη διαφορά, πως το νησί αυτό λεγότανε Άη Στράτης κι' είτανε πάρα πολύ «απέναντι»!
Δέκα μερών ταξίδι και αστυνομικά μπουντρούμια. Και δεν «πήγανε» μονάχοι τους. Τους πήγανε οι ΡωμηοΙ χωροφύλακες σιδηροδεμένους. Oύτε αριστοκράτες ούτε α­φέντες ούτε ωραιόπαθοι προσκυνη­τές με διπλωματική ασυλία. Είτανε παιδιά του λαού και σκλάβοι επαναστατημένοι, «Επικίνδυνοι» στη δημόσια τάξη και «προδότες» της αστικής πατρίδας.

Είδανε κι' αυτοί το νησί τους: τη θάλασσα, τα βουνά, τις πέτρες, τα σπίτια και τους ανθρώπους—και την Ιστορία τους και την ψυχή τους. Το δίκηο τους. Τα είδανε ό­λα αυτά με μάτια γυρισμένα προς τα έξω κι' όχι προς τα μέσα' κι ώπλισμένα όχι με το μονύελο του ιδεαλισμού, μα με τα διπλά γυαλιά του διαλεχτικού υλισμού. Δε χωρίζανε και τούτοι τη θεωρία α­πό την πράξη, μα  δε χωρίζανε και την αντικειμενικήν πραγματικότητα από τη συνείδησή τους.
Είδανε κι' αυτοί την πείνα και την κακομοιριά του λαού, την αμορφωσιά του, την ακινησία του, τη σιωπή του, το φόβο του και τη μοιρολατρία του. Είδανε τιως η εθνική λευτεριά δεν έδωσε τίποτα καλύτερο στους σκλάβους, απ΄όσα κακά είχανε επί Τουρκίας. Οι φόροι γενήκανε βαρύτατοι (όπως ξαίρουμε όλοι μας. ο ελληνικός λαός φορολογείται περισσότερο απ' όλους τους λαούς του κόσμου. Ρεκόρ !) Τους είδανε ν' αφήνουνε το «λεύθερο» τόπο τους και να τρέχουνε στην άκρη της γης να φάνε μιά μπουκιά ψωμί; στο Σουδάν, στο Κόγκο, στο Τράνσβαλ, στην Αμέρικα. Και τα σπίτια τους να ρέβουνε πένθιμα σαν τάφοι λησμονημένοι!

Το ελληνικό κράτος αφού τους πιεί το αίμα με τις φορολογίες του και με τους «πατριωτικούς» πολέμους του, ύστερα τους παρατά στα χάλια τους. Χωρίς δρόμους , χωρίς φωτισμό ,χωρίς εκπαίδευση "λαϊκή" , χωρίς καμμιά κοινωνική πρόνοια. Και τους βάζει και στο κεφάλι τους έναν ενωματαρχη να κανονίζει κάθε φορά τή «λεύτερη γνώμη" τους στις εκλογές ανάλογα με το κομματικό καθεστώς , που κυβερνά. 
Είδανε ακόμα το μισό νησί να είνε κτήμα του μετοχιού (των καλογήρων του Αγίου Όρους). Κι είδανε ακόμα κάτι χειρότερο: το λαό να είναι έτσι αφιονισμένους από το καθεστωτικό ψέμα, που να φοβάται τους αληθινούς φίλους της λευτεριάς του και ν' ακουμπά με τυφλή εμπιστοσύνη απάνου στους οχτρούς του. Κι' είδανε ακόμη παραπέρα : πως το παράμερο αυτό νησάκι, το ξεχασμένο στη μέση της Ασπροθάλασσας, είτανε όλη η Ελλάδα. Η μικρογραφία της «λυτρωμένης» κεφαλαιοκρατικής Ελλάδας.
Αν τώρα ζούσε ο Δραγούμη και βρισκότανε στο λιμανάκι του Άη Στράτη την ώρα, που μας ξεφορτώνανε ελεεινούς καί βασανισμένους σαν αρνιά και μας έβλεπε εμάς τους παληούς_ του φίλους, και συναγωνιστές στο γλωσσικό αγώνα, τί στάση θα τηρούσε; Πώς θα μας έβλεπε και τί θα μας έλεγε; θα μας αναγνώριζε άραγες το δικαίωμα να πολεμάμε για το δικαίωμα να πολεμάμε για τη λευτεριά του λαού; Και θ' αναγνώριζε , πως η περίφημη αστική λευτεριά έδεσε τους πριν σκλάβους νησιώτες με βαρύτερες αλυσίδες; Όχι. Ο Δραγούμης θα είχε γίνει φασίστας. Όπως γίνανε οι επισημότεροι μαθητές του. Είπαμε πως ο Δραγούμης δεν ενδιαφερότανε για τη λευτεριά του λαού ,— για τη λευτεριά της τάξης του για τη λευτεριά την ατομική του .Εμάς θα μας θεωρούσε εχθρούς της Νίκης. Της Νίκης του. Ο λάτρης της υλικής δύναμης, ο θεωρητικός, που παραδεχότανε, πως οι άνθρωποι χωρίζονται σε λεύτερους και σε σκλάβους, σε δυνατούς κι' αδυνάτους, δεν θα παραδεχότανε, πως μπορεί να υπάρχουνε μονάχα λεύτεροι άνθρωποι στον κόσμο και πως μπορεί να προσφέρει ο καθένας τη δύναμή του  στη δύναμη του συνόλου.

Θα μας έβλεπε για εθνικούς αποστάτες .Για διαλυτικά στοιχεία . Αναγνώριζε  στον εαυτό του (στη τάξη του) το δικαίωμα "ν' αρπάζει ό,τι βρει μπροστά του  και του αρέσει"(αυτού σελ 55), "να γκρεμίζει  πύργους, κάστρα  και παλάτια και να ρημάζει  των νικημένων τους ναούς  και τα σπίτια"(αυτού σελ 54) μα θ'αρνιότανε σε μας το δικαίωμα όχι να γκρεμίζουμε , ν΄αρπάζουμε  και να ρημάζουμε , μα να τα πάρουμε  όλα τα καλά  του πολιτισμού  από τους κλέφτες  και να τα δώσουμε στο λαό , να δημιουργήσουμε έναν καινούριο  κόσμο καλύτερο  χωρίς μίση και χωρίς προνομιούχα ολιγαρχία. Και θα μας έλεγε: Μη σταματάτε στις λεπτομέρειες .Είστε μικρόψυχοι.Η αθλιότητα του λαού είναι  αναγκαία για να υψωθεί  το ηθικό του.Για να τον κάνει να ζητήσει  την ευτυχία του  στο σκλάβωμα άλλων λαών .Κι' έτσι να μεγαλώσει σε δύναμη και σε πλούτο. Τότε μονάχα θα χαρεί το μεγάλο αγαθό  της Νίκης που είναι ανώτερο κι' από τη ζωή κι' από το θάνατο. Κι' ύστερα θα διάταζε τους χωροφύλακες να μας ρίξουν δεμένους στη θάλασσα. Είτανε ο δυνατός! Ο προορισμένος από τη Μοίρα να βάζει πάνου από κάθε αλήθεια την ατομική του συνείδηση και την ατομική του θέληση του "υπερανθρώπου"! Έτσι μέσα σε τριάντα χρόνια δύο κόσμοι  αντίθετοι  έχουνε δημιουργηθεί. Ο ένας που πεθαίνει , κι' ο άλλος που ζητάει να ζήσει.Και για να σωθεί ο κόσμος ο παληός είναι ανάγκη να αφαιρεθούνε από το λαό κι' οι λίγες του προσχηματικές ελευθερίες .Είναι ανάγκη να γυρίσουμε στο μεσαίωνα.Να καίμε τα βιβλία. Να σπάζουμε τ΄αγάλματα των ηρώων του πνεύματος. Να δεσμέψουμε τη σκέψη των ανθρώπων .Να ρίξουμε τους λαούς τον ενα απάνου στον άλλο για ν' αλληλοσκοτωθούνε. Αυτή είναι η φασιστική "ιδεολογία" , το "φασιστικό" δίκηο". Η σωτηρία του πολιτισμού! Κι' αυτό αν γίνει, θα είνε ο τελευταίος σπασμός της αστικής βίας. Ο νέος κόσμος θα νικήσει. Ο λαός. Στο πείσμα κάθε αντίδρασης. Και θα τιμωρήσει τους ενόχους: τη διεφθαρμένη, την εγωιστική, την απάνθρωπη ολιγαρχία των εκμεταλλευτών του.  


(Εφημερίδα Ριζοσπάστης 8/2/36)

Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου 2018

ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΣ ΓΚΟΝΤΖΑΛΕΘ :Η ΚΛΟΠΗ ΤΟΥ ΙΣΠΑΝΙΚΟΥ ΧΡΥΣΟΥ


ΔΗΜ. Σ. ΣΟΥΤΖΟΥ
ΙΣΠΑΝΙΚΕΣ ΦΛΟΓΕΣ
Σελ.100
ΑΘΗΝΑ 1967
«Τις παραμονές του εμφυλίου πολέμου, διηγείται ο Καμπεσίνο[1], δούλευα και τότε σ' ένα γιαπί. Και ξέρεις ποιόν είχα εργοδηγό; Τον Ιμπαρούρι, ναι, τον σύζυγο της Ντολορές, της περιφήμου Πασιονάριας!»
Και σ' αυτό το όνομα ξεσπάει για μια στιγμή γιομάτος βιαιότητα κι' αγανάκτησι.
—«Αχ αυτή! Τι βρωμοθήλυκο! Το ξέρεις ότι την ξαναβρήκα στη Ρωσία το 1940! Είχε φροντίζει να φέρη τον εραστή της απ' την κατεχομένη Γαλλία με ένα χιτλερικό αεροπλάνο! Εξ αιτίας τέτοιων Ανθρώπων χάσαμε. Που τους ενδιέφερε περισσότερο να καλοπεράσουν, να πλουτίσουν και να τρώγωνται για την εξουσία παρά να βάλουν τα δυνατά τους για να συντρίψουν τον Φράνκο. Η μόνη επιχείρησις που είχαν επιτυχία ήταν η κλεψιά του Ισπανικού χρυσού. Ήμουνα εκεί. Αχ, τι αφελής που στάθηκα κείνη την εποχή! Ήταν τον Οκτώβριο του 1936. Ο δόκτωρ Νεγκρίν, τότε υπουργός των Οικονομικών της Κυβερνήσεως Καμπαλλέρο, είχε θελήσει να μεταφέρη το χρυσάφι της Τραπέζης της Ισπανίας σε μέρος ασφαλές. Ήταν φυσικά ένα μυστικό του Κράτους. Αλλά ο Ρόζεμπεργκ, ο σοβιετικός πρέσβυς (στη Μαδρίτη), oι πράκτορες της Νικαβεντέ στην Ισπανία και ο Χοσέ Ντιάζ, ο γενικός γραμματεύς του κομμουνιστικού κόμματος Ισπανίας, ήσαν επίσης εν γνώσει. Ο ίδιος ο Ντιάζ με κάλεσε και μου είπε:
—Εσυ θ' αναλάβης τη διεύθυνσι της επιχειρήσεως. Πρέπει νάχης τελειώσει μέσα σε δυο ώρες.
—Μήπως θα πρέπει να χρηοιμοποιήσω βία; τον ρώτησα.
—Όχι. Η επιχείρησις έχει πολύ καλά προπαρασκευαστή. Δεν θα χρειαστή.
Ο μόνος που θα μπορούσε να έχη αντιρρήσεις γι' αυτή τη «μεταφορά» ήταν ο διευθυντής της Τραπέζης. 'Ενας τίμιος δημοκράτης. Ο Νεγκρίν τον κάλεοε οε μια σύσκεψί που κράτησε τέσσαρες ώρες. Εν τω μεταξύ oι φύλακες αντικατασταθήκανε από δικούς μας ανθρώπους που φορώντας στολές φυλάκων, έβγαλαν το χρυσάφι από τα υπόγεια. Υπήρχαν 7.800 κιβώτια που φορτώθηκαν σε τριανταπέντε καμιόνια. Αφήοαμε τη Μαδρίτη στις 10 και 42'. Στην έξοδο της πόλεως η φάλαγγα των αυτοκινήτων σταμάτηοε. Διώξαμε τους πρώτους σωφεραίους. Τοποθετήσαμε κόκκινες σημαίες πάνω στα καμιόνια για να δείξουμε ότι τα οχήματα είναι φορτωμένα με εκρηκτικές ύλες. Έτσι, οι καινούργιοι οδηγοί που έφτασαν σχημάτισαν την εντύπωσι ότι μεταφέρουν δυναμίτες και η κίνησι συνεχίστηκε χωρίς απρόοπτα πάνω στο δρόμο της Καρθαγένης. Στη Γαλέτα τα κιβώτια τοποθετήθηκαν μέσα σέ μπαράγκες που χρησίμευσαν για εναποθήκευσι αποθεμάτων εκκρητικών υλών. Στις 25 Οκτωβρίου κομμουνιστές πυροβολητές τις φόρτωσαν σε ένα βαπόρι και πήραν την κατεύθυνσι της Οδησσού. Ήταν μια τεραστία κλεψιά εις βάρος του Ισπανικού λαού. Εκείνη την εποχή ούτε που το σκέφτηκα. Τώρα όμως, η ανάμνησι της συνενοχής μου με κάνει να συχαίνωμαι τον εαυτό μου».
Μένει για λίγο σιωπηλός με το πηγούνι ανάμεσα στα δυο του χέρια και συνεχίζει:
—«Δεν ήταν εξ άλλου η μόνη κλεψιά που έγινε εις βάρος του Ισπανικού Λαού.'Οταν ξανακατέλαβα τη Λερίντα μ' ένα τολμηρό εγχείρημα, ανεκάλυψα μέσα σε μια υπόνομο μια μεγάλη ποσότητα από χρυσάφι και τον καλύτερο ραδιοπομπό που καθώς φαίνεται υπήρχε σ' όλη την Καταλωνία. Χάρισα τον πομπό στο Λουίς Κομπανύς τον πρόεδρο της Καταλωνίας. Το χρυσό τον μετέφερε ο κομμουνιστής Ούγγρια με δυο καμιόνια, και με την εντολή να τον παραδώση στό Χοσέ Ντιάθ και στην Πασιονάρια. Αργότερα ο Χοσέ Ντιάθ μου είπε ότι μεταφέρθηκε στη Γαλλία και παραδόθηκε στο Μωρίς Τορέζ (τον αρχηγό του Κ.Κ. Γαλλίας). Κατά τις τελευταίες μάχες στην Καταλωνία, στο Καστίγιο ντε Φιγκουέρος, έξη καμιόνια με χρυσάφι σε ράβδους και με πολύτιμους λίθους φορτώθηκαν απ' τον ταγματάρχη Μανόλο, το δεξί χέρι του στρατηγού Λίστερ — ακόμα ένα ωραίο μούτρο επαναστάτη αυτός εκεί! — που στη Μόσχα αφού εβίασε πέντε Ισπανίδες πρόσφυγες, τις κατήγγειλε σαν φασίστριες για να μην μπορέσουν να πιάσουν τα παράπονα τους. Τα τέσσαρα απ' τα έξη καμιόνια της "Φιγκουέρας, πέρασαν επίσης στη Γαλλία, θα πρέπει να εξασφαλίσουν στο Βιγιασαντέθ άνετα γεράματα. Α, τι βρωμιά! Τι βρωμιά! . . .».

[1] Από τη συνέντευξη που παραχώρησε στον Φρανσουά Μπρινιώ για το περιοδικό "Ιστορία για όλους" στα 1961. Ο Βαλεντίνος Γκοντζάλεθ με το προσωνύμιο Καμπεσίνο (χωριάτης) ήταν ο  "Κόκκινος " Στρατηγός της "Δημοκρατικής Ισπανίας"  που μετά το τέλος του Εμφυλίου πολέμου κατέφυγε στη ΄Γαλλία .

Τρίτη 13 Φεβρουαρίου 2018

Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2018

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ: ΚΥΡΙΑΚΗ 22 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1945


Για τρεις ολόκληρες εβδομάδες ο Σοβιετικός Στρατάρχης Ζούκωφ  ονειρευόταν να συνδέσει τη 22 Απριλίου, 75η επέτειο των γενεθλίων του Λένιν, [1]  με ένα προσωπικό του θρίαμβο, ανεπανάληπτο: Την εκπόρθηση του Βερολίνου. Στη πραγματικότητα όμως, η γερμανική αντίσταση, κύρια στα υψώματα του Seelow έχει   οδηγήσει σε μια σειρά από μοιραίες καθυστερήσεις που πρακτικά οδηγούν στην ανατροπή του τόσο φιλόδοξου χρονοδιαγράμματος. Εκείνη τη Κυριακή 22 Απριλίου τα σοβιετικά κανόνια μπορούν να στέλνουν τις οβίδες τους στο κέντρο του Βερολίνου αλλά τα τεθωρακισμένα και πεζοπόρα τμήματα βρίσκονται ακόμα στη περιφέρεια της Πρωτεύουσας ατενίζοντας μια απέραντη θάλασσα από ερείπια όπου ο αγώνας μέχρι τη τελική νίκη προβλέπεται σκληρός και ίσως  αμφίρροπος.
Στο Καταφύγιο της Καγκελαρίας, από νωρίς το πρωί, το κυρίαρχο θέμα που μονοπωλεί το ενδιαφέρον όλων είναι η τύχη της προσπάθειας του Στρατηγού Steiner [2] να διασπάσει και να καταστρέψει το βραχίονα που ο Σοβιετικός Στρατάρχης προεκτείνει μεθοδικά ,  βόρεια της Πρωτεύουσας με δυτική κατεύθυνση[3]. Οι ώρες κυλούν βασανιστικά αργά μέσα σε μια δίχως προηγούμενο σιωπή.  Η  πρώτη αισιόδοξη πληροφορία έρχεται μέσα από το τηλέφωνο. Στην άλλη άκρη της γραμμής  ο Heinrich Himmler [4], διαβεβαιώνει ότι η επίθεση είναι σε πλήρη εξέλιξη. Σχεδόν ταυτόχρονα η είδηση διαψεύδεται. Από  το Επιτελείο της Λουφτβάφφε διαβεβαιώνουν ότι μέχρι στιγμή τουλάχιστον, η επίθεση του Steiner δεν έχει ακόμα εκδηλωθεί [5].  Όλο αυτό το διάστημα  ο Steiner, καλύπτεται πίσω από μια ένοχη σιωπή.
Ο  Steiner  σιωπά,  ο Στρατηγός Heinrici αντίθετα δεν παύει να προειδοποιεί μέχρι φορτικότητας για την άσχημη τροπή των πολεμικών πραγμάτων στον Όντερ. Η 9η Στρατιά του Στρατηγού Theodor Busse[6]  έχει πλέον χάσει τη συνοχή της  και αποσυντίθεται με γρήγορους ρυθμούς . Το LVI Panzer Corps που λίγες ώρες πριν υπερασπιζόταν τα υψώματα του Seelow φαίνεται να υποχωρεί προς τη Πρωτεύουσα [7] χάνοντας μοιραία την επαφή με το 11 Σώμα Αρμάτων Waffen SS [8].
Από αυτό το κενό οι ταχυκίνητες δυνάμεις του 1ου Λευκορωσικού μετώπου ορμούν προς τη γερμανική Πρωτεύουσα . Πρώτος  σταθμός πάνω στο χάρτη  είναι το Στράουσμπεργκ [9] τριανταπέντε μόλις χιλιόμετρα μακρυά από την καινούργια Καγκελαρία. 
Ο Heinrici δεν υπερβάλει. Η κατάσταση της 9ης Στρατιάς είναι παραπάνω από  κρίσιμη. Είναι απελπιστική. Ολόκληρη η  αριστερή της πτέρυγας. βρίσκεται σε κίνηση βορειοδυτικά προς Eberswalde[10]  και νοτιοδυτικά προς Furstenwalde [11] . Την ίδια ώρα στη δεξιά πτέρυγα η 5η Ορεινή Μεραρχία SS [12] που εξακολουθεί να παραμένει καθηλωμένη πάνω στο ποτάμι απέναντι από τη Φραγκφούρτη, την οποία υπερασπίζεται ο Συνταγματάρχης  Bieler [13]  απειλείται με κύκλωση από τις δυνάμεις του Κόνιεφ  Τα στρατεύματα αυτά  που είχαν περάσει το Σπρέα βόρεια του  Hoyerswerde έχουν ήδη προωθηθεί  μέχρι το τομέα της 4ης Στρατιά Αρμάτων , στην αριστερή πτέρυγα της Ομάδας Στρατιών "ΚΕΝΤΡΟ"[14] . Η αδυναμία της 4ης Στρατιάς να συγκρατήσει τη σοβιετική επίθεση δημιουργεί μια μη αναστρέψιμη κατάσταση. Η  κύκλωση της 9ης Στρατιάς και μέρους της 4ης Στρατιάς Αρμάτων είναι υπόθεση λίγων ωρών. 
Ο στρατηγός Κρέμπς αναγνωρίζει το κίνδυνο που διατρέχει ολόκληρη η δεξιά πτέρυγα της 9ης Στρατιάς  αλλά διστάζει να διατάξει  τη σύμπτυξη της ενεργώντας  ενάντια στις διαταγές του Führer  . Αντί για υποχώρηση προτείνει στο Heinrici μια εναλλακτική ενδιάμεση λύση. Ο Busse όφειλε διατηρώντας τις θέσεις της στο ποτάμι  να επιχειρήσει με μέρος των δυνάμεών του επίθεση προς νότο πάνω στον άξονα προέλασης του Κόνιεφ ,να διασπάσει το κλοιό και να συνενωθεί με τις δυνάμεις του Στρατάρχη Ferdinand Schörner . Ο Busse απορρίπτει τη πρόταση[15]. Δεν διαθέτει τις αναγκαίες δυνάμεις για να το επιχειρήσει[16]. 
Στις 11 το πρωί για δεύτερη φορά, ο Heinrici καλεί το Κρεμπς στο τηλέφωνο. «­ Αν δεν δοθεί τώρα αμέσως η διαταγή αναδίπλωσης η 9η Στρατιά ως το βράδυ δεν θα υπάρχει.» 
Ο Κρέμπς τον διαβεβαιώνει ότι αυτό που δεν τολμά να κάνει ο Busse από βορρά σκοπεύει να το επιχειρήσει ο Schörner από νοτιοδυτικά. Ο Heinrici δεν πιστεύει ότι παρόμοια προσπάθεια μπορεί να έχει αίσιο τέλος. Μια επίθεση παρομοίων διαστάσεων χρειάζεται προετοιμασία ημερών. Δεν μπορεί να γίνει σε τόσο στενά περιορισμένα χρονικά πλαίσια[17]. 
Στις 12.30 καινούριο τηλεφώνημα του Heinrici . Η κατάσταση έχει χειροτερέψει η κύκλωση της Στρατιάς είναι υπόθεση λίγων ωρών. 
-Με καθηλώνετε εδώ την ώρα που μου λέτε ότι πρέπει να κάνω κάθε τι το δυνατό για να αποτρέψω τη ντροπή να εγκλωβιστεί ο Führer στο Βερολίνο Ενάντια στη θέλησή μου και παρά το γεγονός ότι ζήτησα την απαλλαγή μου από τα καθήκοντά μου ,με εμποδίζετε να χρησιμοποιήσω τις μοναδικές δυνάμεις που μπορώ ακόμα να χρησιμοποιήσω για τη προστασία του Führer και του Βερολίνου. [18]
Στις 14.50 λίγο πριν ξεκινήσει η μεσημεριανή στρατιωτική σύσκεψη ο Κρεμπς τηλεφωνεί στο Heinrici τα πρώτα καλά νέα . Ο Führer  εγκρίνει τελικά μια έστω και μερική σύμπτυξη της 9ης Στρατιάς. Η Φραγκφούρτη θυσιάζεται για να σωθούν ο συνταγματάρχης Bieler[19] και οι άνδρες της Φρουράς που περνούν κάτω από τις διαταγές του Busse. Πρόκειται για μια συνετή ενέργεια που αποφασίζεται πολύ αργά.. Ο Κόνιεφ έχει ήδη διασπάσει τις γραμμές της 4ης Στρατιάς Αρμάτων και κινείται δυτικά προς το Βερολίνο..... Σαν να μη φτάνει αυτό, στην άλλη άκρη του Μετώπου , ανάμεσα σε Stettin και Schwedt, το 2ο Μέτωπο Λευκορωσίας του Konstantin Rokossovsky προετοιμάζεται να διευρύνει τη πριονιά του Ζούκωφ επιτιθέμενο στο Βόρειο άκρο της Ομάδας Στρατιών του Βιστούλα το τομέα της 3ης Στρατιάς Αρμάτων του Hasso von Manteuffel. 
Στο Μπούνκερ η ατμόσφαιρα είναι καταθλιπτική. Ο Führer  είναι πια σκιά του εαυτού του, η κέρινη όψη του προσώπου του αποτυπώνουν την ένταση των τελευταίων ωρών. Δίνει την εικόνα του παθητικού ακροατή, αποφεύγει τους σχολιασμούς και δύο φορές μάλιστα ,όπως θα θυμηθεί ο Keitel, εγκαταλείπει την αίθουσα συσκέψεων καταφεύγοντας για λίγο στο προσωπικό του διαμέρισμα[20]. Η ενημέρωση του Κρεμπς μιλά για καταστροφές. Στα ανατολικά προάστια ανάμεσα σε Lichtenberg και Neukolln .έχουν ήδη ξεκινήσει οι οδομαχίες.  .Πίεση ο εχθρός ασκεί  και βόρεια  του Βερολίνου παρά το γεγονός ότι ο Heinrici  κρατά ακόμα τις δύο πλευρές του Eberswalde πάνω στον Oder . 
Στις 3.00 η ώρα το απόγευμα δεν υπήρχαν ακόμη νέα. Τότε άρχισε η σύσκεψη. Ο Μπόρμαν, ο Μπούργκντορφ, ο Κάιτελ, ο Γιοντλ και ο Κρεμπς, καθώς και οι στενογράφοι Χέργκεζελ και Χάγκεν ήταν παρόντες. Ο Νταίνιτς απουσίαζε. Είχε μεταφερθεί μαζί με το επιτελείο του στα νέα γραφεία του στο Πλαιν στο Σλέσβιχ --Χόλσταϊν, αφήνοντας στο Καταφύγιο μόνο ένα στρατιωτικό σύνδεσμο, το ναύαρχο Βος. Ο Βος, μαζί με άλλους δύο στρατιωτικούς συνδέσμους, τους Χέβελ και Φέγκελαϊν, καθώς κι άλλους υπασπιστές και λοιπούς, παρέμεναν στο παρασκήνιο, έτοιμοι να πάρουν μέρος στη σύσκεψη εφόσον τους εζητείτο. 0 στρατηγός Κόλερ και επικεφαλής του επιτελείου του Γκαίρινγκ δεν ήταν εκεί. Ήταν απασχολημένος με το να δίνει διαταγές, «και όπως και να έχει», είπε παραπονούμενος, «δε θα μπορούσα ποτέ να ανεχθώ να με προσβάλουν όλη την ημέρα». Ως εκ τούτου είχε κανονίσει να μιλήσει εξ ονόματος του ο στρατηγός Κρίστιαν. Η σύσκεψη ξεκίνησε με τις συνήθεις αναφορές στην κατάσταση στο μέτωπο από τους Κρεμπς και Γιοντλ. Ως συνήθως η κατάσταση ήταν δυσμενής, αλλά όχι και ανέλπιστη. Τότε έφτασαν και τα νέα από την επίθεση Στάινερ. Δεν είχε πραγματοποιηθεί ποτέ. Δε είχε συμβεί τίποτα. Παρά τα περίπλοκα σχέδια και τις φρικτές απειλές, η Λουφτβάφε δεν είχε κινητοποιηθεί. Δεν είχε ληφθεί καμία διαταγή από το Στάινερ. Αυτές τις αρνητικές εξελίξεις, ακολούθησαν αναφορές για μεγάλα πλήγματα. Καθώς οι στρατιώτες είχαν αποσυρθεί για να βοηθήσουν το Στάινερ στο νότο, οι Σοβιετικοί είχαν προελάσει στα βόρεια προάστια, και οι ένοπλες εμπροσθοφυλακές τους είχαν πλέον εισχωρήσει στην πόλη του Βερολίνου.[21] 
Γύρω στις 5 το απόγευμα ο Krebs βγαίνει από την αίθουσα συσκέψεων για να μιλήσει τηλεφωνικά με το Heinrici  και να τον ενημερώσει για τις τελευταίες εξελίξεις. Ο Φύρερ αποδεσμεύει τη 12η Στρατιά του Wenck από το Δυτικό Μέτωπο και τη στρέφει προς τη Πρωτεύουσα[ 22] .
Ήταν μια καταπληκτική είδηση . Ο Χαινρίτσι σχολίασε ΄ξερά:" Θα είναι ευπρόσδεκτοι." Αλλά η διαταγή γενικής σύμπτυξης δεν είχε φτάσει ακόμα. Παρά το γεγονός ότι τα στρατεύματα του Μπούσε είχαν κυκλωθεί , ο Χαινρίτσι είχε τη βεβαιότητα ότι  ήταν ακόμα ισχυρά να αρχίσουν να μετακινούνται δυτικά. Όταν ο Κρεμπς του έδωσε τη πληροφορία που αφορούσε το Βενκ -για τον οποίο ο Χαϊνρίτσι δεν είχε ποτέ ακούσει να μιλούν πριν από εκείνη τη στιγμή.-δημιουργήθηκε μια καινούρια δυνατότητα."Η είδηση άνοιγε παράθυρο στην ελπίδα "είπε ο Heinrici  αργότερα , ότι ύστερα από όλα αυτά η 9η Στρατιά μπορούσε ακόμα να ξεφύγει από τη δύσκολη θέση της" Ο Χαϊνρίτσι κάλεσε το Μπούσε "Μόλις μου είπε ο Κρεμπς ότι η στρατιά του Βενκ θα κάνει στροφή και θα βαδίσει προς τη δική σου διεύθυνση" είπε. Έδωσε εντολή στο Μπούσε να κινητοποιήσει τις ισχυρότερες από τις μεραρχίες του για να διασπάσει τις ρωσικές γραμμές και να στραφεί δυτικά προς τη κατεύθυνση του Βενκ. Ο Μπούσε διαμαρτυρήθηκε λέγοντας ότι κάτι τέτοιο θα του στερούσε το κύριο όγκο των δυνάμεών του. αλλά ο Χαϊνρίτσι ήταν στα όρια της υπομονής του"Αυτές είναι οι διαταγές για την 9η Στρατιά "τον διέκοψε με ψυχρό ύφος "Στείλε μία μεραρχία να διευθετήσει την επαφή με το Βενκ." Είχε κουραστεί να συζητά[23]. 

Στο μεταξύ στην αίθουσα των συσκέψεων η ατμόσφαιρα εξακολουθεί να είναι βαριά. Οι αναφορές που εξακολουθούν να φτάνουν από τα διάφορα μέτωπα είναι στη πράξη ένας μακρύς κατάλογος καταστροφών. Στη διάρκεια της σύσκεψης αυτής  αποσαφηνίζεται και η τύχη της  επίθεσης Στάινερ.[24] Μια θλιβερή πραγματικότητα αποκαλύπτεται.Η επίθεση Στάινερ δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Οι Σοβιετικοί ανενόχλητοι σφίγγουν το κλοιό γύρω από τη Πρωτεύουσα. 
Ο Χίτλερ έγινε έξαλλος. Μαινόμενος φώναζε πως τον είχαν εγκαταλείψει. Επέπληξε το στρατό, απεκάλεσε τους πάντες προδότες κι έκανε λόγο για μια συνολική προδοσία, αποτυχία, διαφθορά και ψεύδη. Έπειτα, καταβεβλημένος  δήλωσε πως το τέλος είχε φτάσει. Επιτέλους, και για πρώτη φορά, παραδέχτηκε ότι απέτυχε στην αποστολή του. Όλα είχαν τελειώσει. Το Τρίτο Ράιχ είχε αποτύχει και ο εμπνευστής του δεν είχε πια τίποτε άλλο να κάνει παρά να πεθάνει. Οι αμφιβολίες του είχαν πια διαλυθεί. Δε θα πήγαινε προς το νότο. Όποιος επιθυμούσε να το κάνει ήταν ελεύθερος. Αυτός, όμως, θα παρέμενε στο Βερολίνο μέχρι το τέλος. Οι στρατηγοί, οι πολιτικοί, όλοι προέβαλαν ενστάσεις σχετικά με απόφαση του αυτή. Του υπενθύμιζαν τις θυσίες του παρελθόντος οι οποίες δεν είχαν γίνει μάταια. Τόνισαν πως οι Στρατιωτικές μονάδες του Σέρνερ και του Κέσελρινγκ ήταν ακόμη ανέπαφες. Τον διαβεβαίωναν πως δεν υπήρχε λόγος να απελπίζεται και γι' άλλη μια φορά τον εκλιπάρησαν να εγκαταλείψει παραχρήμα το Ομπερσάλτσμπεργκ προτού να ήταν πολύ αργά. 0 Φέγκελαϊν τηλεφώνησε στο Χίμλερ, ο Βος στον Νταίνιτς και οι Χίμλερ και Νταίνιτς τον παρότρυναν να σκεφτεί πάλι, υποσχόμενοι πως θα έστελναν ολόκληρο το Πολεμικό Ναυτικό και τα στρατεύματα των SS που είχαν στη διάθεση τους προς βοήθεια του Βερολίνου. Ο Ρίμπεντροπ τηλεφώνησε στο Καταφύγιο αφήνοντας ένα μήνυμα για το Χίτλερ. Όπως έλεγε, είχε σοβαρούς λόγους να ελπίζει σε κάποιο  διπλωματικό ελιγμό ο οποίος θα τακτοποιούσε τα πάντα. Χίτλερ, όμως, αρνήθηκε να τον ακούσει. Ακόμα και ο δεύτερος Βισμαρκ ήταν πλέον ανίκανος να τον μεταπείσει. 0 Χίτλερ επανέλαβε πως θα παρέμενε στο Βερολίνο και θα αναλάμβανε προσωπικά την άμυνα της πόλης. Διέταξε να εκδοθεί ανακοινωθέν προς λαό του Βερολίνου πληροφορώντας τον ότι εκείνος βρισκόταν Βερολίνο, ότι δε θα εγκατέλειπε την πόλη κι ότι θα την υπερασπιζόταν μέχρι το τέλος. Την επόμενη ημέρα τα νέα έκαναν το γύρο του κόσμου. Το Βερολίνο και η Πράγα, είπε το γερμανικό ραδι­όφωνο, ήταν τα απαραβίαστα προπύργια του Ράιχ, και ο Χίτλερ και ο Γκαίμπελς, ο Φύρερ και ο Περιφερειάρχης του θα παρέμεναν στο Βερολίνο μέχρι το τέλος.[25]




Υποσημειώσεις:

[1]Влади́мир Ильи́ч Улья́нов, γνωστότερος ως Βλαντίμιρ Ιλίτς Λένιν (22 Απριλίου 1870 – 21 Ιανουαρίου 1924).
[  8]
[20]Στρατάρχης Keitel: In the service of the Reich (Εκδότης  Walter Görlitz) σελ. 235 
[21]Hugh Trevor-Roper ΧΙΤΛΕΡ Οι τελευταίες μέρες 1945 σελ  219-220
[23]Cornelius Ryan : L' ultima battaglia Garzanti 1971 σελ 347-8
[25]Hugh Trevor-Roper ΧΙΤΛΕΡ Οι τελευταίες μέρες 1945 σελ  220-221