Αλλ' ακριβώς η ανάγκη για τη σύντονη δράση προσέκρουε στην ανάγκη για τη διευκόλυνση της δράσεως, για την οργάνωση και την ανάπτυξη της. Κι' επήγασεν η πεποίθηση ότι με το αντιπροσωπευτικό σύστημα, το κοινοβούλιο και τη δουλική προσήλωση στους τύπους, οι γενναίες επιδιώξεις, οι μεγάλες πραγματοποιήσεις, είναι ανέφικτες.
Αντικρύζοντας τα εμπόδια και την αδράνεια ο Δραγούμης, αισθάνθηκεν ότι πρέπει να επιβληθή νέο σύστημα που να εξυπηρετή δίχως χρονοτριβή τις σκοπιμότητες, τις απαιτήσεις της τρέχουσας ώρας, και να μην αναχαιτίζονται οι ενέργειες, από καμμιά παρέμβαση αναρμόδιων και από κανένα γράμμα νεκρό.
— «Δεν συγχωρώ στον πατέρα μου το ότι προσκολλήθηκε στους συνταγματικούς τύπους».
Η Βουλή, η συνταγματική ορθοδοξία, η θεοποίηση των τύπων περιορίζουν την εθνική δραστηριότητα. Η όλη κοινοβουλευτική λειτουργία παρεμποδίζει την ανάπτυξη των πρωτοβουλιών. Έχει δημιουργηθεί ένας πολιτικός δασκαλισμός, που δεν επιτρέπει την άμεση αντιμετώπιση των προβλημάτων. Η κοινοβουλευτική σχολαστικότητα απασχολείται με ζητήματα ακατανόητης ευθιξίας, με ζύγισμα δυνάμεων κομματικών και μέτρημα ψήφων. Αναφαίνεται, κάθε τόσο, η τυφλή θέληση των πολλών, για να εκμηδενίση μίαν απόφαση. Σπάνουν οι γενικές γραμμές της πολιτικής, με το εναλλασσόμενο της κομματικής προσπάθειας.
Ο Δραγούμης έγινεν αντικοινοβουλευτικός στη Μακεδονία.
Αυτό που ζητεί να καταστρέψη, δεν ξέρει με τι μόνιμο και σταθερό να το αντικαταστήση, χαρακτηριστικό δε είναι το πως ταλαντεύεται απάνω στην εναγώνιά του έρευνα. Έχει πεισθεί ότι πρέπει να πέσουν οι φραγμοί, ότι δεν χρειάζεται να ζητήται. η γνώμη του πλήθους, σε προβλήματα που ξεπερνούν τη μάθηση του και την πείρα του, θέλει να ιδρυθή μια εταιρία στην Αθήνα με σκοπό «να βγάζη βουλευτές που να σκέφτονται αλλιώς από τους κοινούς (που να σκέφτονται για τη Μακεδονία)».
—«"Ας βγαίνουν βουλευτές, για να μην τύχη και θυμώση ο λαός αν του αφαιρέσουμε την ψήφο. Μα οι βουλευτές ας μην κοιτάζουν τα εθνικά ζητήματα. Ας κοιτάζουν τα επαρχιακά. Τα εθνικά τα κοιτάζουν εκείνοι που δεν έχουν να συλλογισθούν ούτε κοινοτικά, ούτε επαρχιακά".
Έτσι, από το 1903, ο Δραγούμης προσπαθεί να βρη έναν τύπο διακυβερνήσεως. Αρχική του σκέψη θα ήταν ν' αφαιρεθή από το λαό η ψήφος, που είναι άχρηστη και κάποτε τόσον επικίνδυνη. Αλλ' η αντικοινοβουλευτική του επαναστατικότητα δε φτάνει ίσαμε το σημείο ν' αποτολμήση καθαρά μια τέτοια δήλωση. Από την επίδραση τoυ περιβάλλοντος, κρατάει ακόμα ίσως κάτι από την πρόληψη των «λαϊκών ελευθεριών» και του φάνηκεν αρκετό να τις περιορίση στα έσχατα.
Ο λαός έχει ανάγκη να βρίσκεται σε απασχόληση. Οι εκλογές είναι οι μεγάλες γιορτές της δημοκρατίας, το Πάσχα της. Έχει συνηθίσει να βγάζη βουλευτές δικούς του εκλεκτούς, επαγγελματίες της πολιτικής για να τον εξυπηρετούν στα τοπικά και τα ατομικά ζητήματα. Κι' αν υπάρχει όμως τέτοια βουλή πρέπει να είναι ολότελα περιωρισμένη η αποστολή της. Ν' αποτελήται από πράκτορες επαρχιακούς, να μείνη στο φυσικό προορισμό της, να φτάνη ως εκεί που της επιτρέπουν οι δυνατότητες της, να μην είναι «σώμα κυρίαρχον», αλλ' άθροισμα αντιπροσώπων περιφερειακών και να μη δικαιούται να επεμβαίνη στον καθορισμό των μεγάλων κατευθύνσεων του Έθνους.
Από την πρώτη του εμφάνιση ο Δραγούμης εκδηλώνεται αντικοινοβουλευτικός. Αποκρούει το σύστημα και περιφρονεί την κοινοβουλευτική αριστοκρατία που βγάζουν στην επιφάνεια οι κάλπες.
Από την πρώτη του εμφάνιση εκδηλώνεται επίσης αντιδημοκρατικός, όχι μόνο διότι συγγενεύουν οι δυό έννοιες, όχι μόνον διότι δεν ανέχεται το ισοπέδωμα και ζητεί μια -διαφορετική τοποθέτηση και ικανοποίηση των αξιών, αλλά και διότι διαπιστώνει ότι ο λαός είναι αντιδημοκρατικός βαθύτατα. Αισθάνεται την ανάγκη της υποταγής σε ωρισμένα ξεχωριστά πρόσωπα, δεν παραδέχεται την έννοια της ισότητας, η επιβολή των ικανών γίνεται δίχως συζήτηση και παίρνει συχνά τις διαστάσεις μιας τυφλής προσωπολατρείας.
Ο Έλλην βρίσκεται σε μεγαλύτερη άνεση μέσα σε μια κατάσταση πειθαρχίας, όταν καθοδηγείται από τους ικανούς και προτιμά να κινήται και να κατευθύνεται από πρόσωπα κι' όχι από ψυχρές ιδέες.
Όσο κι' αν η κοινοβουλευτική του αγωγή τον έκαμεν ευερέθιστο και φαινομενικά ανυπόταχτο, προτιμά να υποτάσσεται σε πρόσωπα Ισχυρά και να πιστεύη.
— «Στην εκκλησία της Αλεξανδρείας είχαν κλείσει, την πορτοπούλα που είναι στα κάγκελα και ο κόσμος σπρώχνονταν και ταράσσονταν. Ήρθε τρεχάτος ένας από μέσα και πήγε στην πορτοπούλα και την άνοιξε. Ο πρόξενος του είπε : — Τΐ κάνεις ;» Κι' εκείνος απήντησεν :
— Ο πρόεδρος διέταξε».... Δηλαδή της κοινότητος ο πρόεδρος. Αυτός είναι ο Βασιλιάς, ο κοτζάμπασης ο προεστώς. Όλοι τον υπακούουν και δεν αντιλέγουν. Οι Έλληνες είμαστε ολιγαρχικοί κι' όχι δημοκρατικοί και όμως συχνά χανόμαστε από τα λόγια και δεν καταλαβαίνομε πως δεν είμαστε δημοκρατικοί. Ο πρόεδρος είναι ένας από μηχανής Θεός , είναι μια δύναμη ανώτερη , είναι μεγαλύτερος από τους άλλους ανθρώπους και δεν τον έβγαλεν η καθολική ψηφοφορία, αλλ' η αξία του".
Αντικοινοβουλευτικός, αντιδημοκρατικός, αντικομματικός ο Δραγούμης, κατανοεί από την πρώτη στιγμή, ότι οι θεσμοί και τα καθεστώτα δεν είναι σκοποί για τα Έθνη, άλλα μέσα και όπλα. Και διαισθάνεται ότι για την Ελλάδα χρειάζεται ένα καθεστώς καινούριο , πιο ελαστικό , πιο εξυπηρετικό των αναγκών της εποχής που να διευκολύνη τη δράση αντί να τη σταματά με τα μύρια εμπόδια.
Στο Δεδέαγατς έχει τον καιρό να σκεφθή πλατύτερα. Μελετά τον κοινοβουλευτισμό όχι πια στενά μέσα στα ελληνικά πλαίσια, άλλα σαν γενική αντίληψη του κόσμου. Μελετά τις επιδράσεις που μας έρχονται από τη Δύση, τις «νέες ιδέες» και βρίσκει ότι οι νέες ιδέες επιβουλεύονται το Έθνος περισσότερο από τους γύρω εχθρούς.
Φανερώθηκαν με τα κηρύγματα της γαλλικής Επαναστάσεως, απλώθηκαν με τη Δημοκρατία, αποτελούν το πνευματικό περιεχόμενο του «σύγχρονου πολιτισμού», του ρεπουμπλικανικού και σοσιαλιστικού. Και ο πολιτισμός αυτός μας έρχεται ύπουλος, μαλακός, καταπραϋντικός, γιομάτος χλιαρότητα, «με τη φιλανθρωπία του» με την αλληλοβοήθεια του, με τον κοινοβουλευτισμό του, με το ισοπέδωμά του και μας κάνει όλους τους ανθρώπους ίσους με τους μικρότερους».
Οι «νέες ιδέες» εξυπηρετούν την μετριότητα και τυποποιούν τον πολίτη στην άκρα νομιμοφροσύνη του. Καταρρίπτουν την ισχυρή μονάδα, την αξία, ανεβάζουν το ανώνυμο πλήθος κι' αναγνωρίζουν την παντοδυναμίαν του Αριθμού. Παράλληλα απομονώνουν το άτομο και το στρέφουν κατά του συνόλου. Ιδιαίτερα, στην καμπή εκείνη της ιστορίας του Ελληνισμού, που το Έθνος είχεν ανάγκη από ένταση, ανάταση και ενότητα, ο Δραγούμης κατανόησεν ότι πρέπει να χτυπηθούν οι νέες ιδέες, οι επίβουλες και χαυνωτικές, να πολεμηθούν οι επιδράσεις της Δημοκρατίας και του Σοσιαλισμού.
Δεν κατώρθωοε, βέβαια, να καθορίση για την Ελλάδα το κατάλληλο σύστημα, το ολοκληρωμένο, που να βασίζεται απάνω σε αρχές θεωρητικές και να ξεπερνά την εξυπηρέτηση των παρωδικών σκοπιμοτήτων. Έδωκε μόνον. ένα τύπο διακυβερνήσεως με Βουλή περιωρισμένης δικαιοδοσίας, Δεν κατέστρωσε τις βάσεις του νέου συστήματος, που έπρεπε ν' αντικαταστήση το παλιό. Περιωρίσθηκε, την εποχή εκείνη σ' έναν αγώνα για το ξέσπασμα των εθνικών δυνάμεων και την ανάδειξη των ισχυρών ατόμων, έναν αγώνα, που φαντάζει κάποτε σαν αυτοσκοπός. Κι' εκδηλώθηκεν ανεπιφύλακτα εχθρός του κοινοβουλευτισμού του δημοκρατικού πνεύματος και των κομμάτων.
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του γνώρισμα είναι ένας πληθωρισμός ζωτικότητας, μια ανάγκη δράσεως, άγρια θέληση, για ν' αναταράξη και ν' ανυψώση τον κοιμώμενο Ελληνισμό, η προσπάθεια του να χυθή, να διαλύση την ύπαρξή του μέσα στον Ελληνισμό, για να τον καλλιτερέψη και ν' αναβαπτισθή κι' ο ίδιος στην εθνική κολυμβήθρα να βγη καλλίτερος, υψωμένος, σ' ένα επίπεδο ανώτερης ζωής.
Αλλά και ο αποκλειστικός άνθρωπος της δράσεως, κινούμενος από ενστικτώδεις παρορμήσεις, δεν είναι. Εξακολουθητικά τον τυραννούν η εναγώνια σκέψη, ο προορισμός του, ο ατομικός του ρόλος, η οδύνη που έρχεται από την αδυναμία της αυτοϊκανοποιήσεως, η έννοια του χρόνου.
Κι' ή φράση του δε φτάνει ποτέ στην τελική μορφή, όπου βρίσκει την εύκολη λύτρωση του ο λογοτέχνης ασπαίρει, είναι δοχείο των κινήσεων της ψυχής του και των ορμών, είναι μια επέκταση δραστηριότητας.
Δεν παίρνει για σκοπό της ζωής του την τελειωμένη μορφή. Σκοπός της ζωής του, κύριος, βασικός, είναι ο πόλεμος του υπερήφανου και Ισχυρού , που βδελυσσεται με όλες τις φρικιάσεις της επιδερμίδας του, κάθε τι μικρό και δόλιο. Που ζητεί κυριαρχώντας απάνω στο 'Έθνος, να μεταδώση σ' αυτό την ευγένεια και τη σκληρότητα.
Περισσότερο από κάθε εξήγηση χαρακτηρίζει τη στάση του Δραγούμη, τη θέση του και νοοτροπία του, κατά την αποστολική, μάλιστα, εκείνη περίοδο της ζωής του, η ακόλουθη περικοπή.
— «Η Μακεδονία είναι τόπος Αληθινής ζωής, όχι ψεύτικης, όπως αι Αθήναι. Οι Έλληνες, είτε αξιωματικοί, είτε άλλοι, που στην Αθήνα κοποοσκυλιάζουν.—-και κανένα κίνδυνο δεν έχουν από κανένα - πήγαν στη Μακεδονία να βοηθήσουν τους Μακεδόνες και βρέθηκαν ριγμένοι σε άλλον κόσμο, σε κόσμο επικίνδυνο, σε κόσμο αλύπητο, περιτριγυρισμένον από γκρεμούς, από βάραθρα, από τριβόλους και παγίδες, από Βουλγάρους, από στοιχειά και από αίματα, κόσμον ζωής αληθινής. Πρέπει ν' ακονίσουν το μυαλό τους. τα πόδια τους, τα χέρια τους, να ξεσκουριάσουν τα όπλα τους, να είναι αδιάκοπα ξυπνητοί και έτοιμοι για πόλεμο. Ειδεμή χάνονται, ειδεμή πεθαίνουν, από αλύπητο χέρι Βουλγάρων ή Τούρκων. Ο θάνατος είναι αλήθεια, δεν είναι λόγια, σαν τα γυμνάσια στα Παραπήγματα, τα γραφεία του υπουργείου των Στρατιωτικών και η πλατεία του Συντάγματος, με τα τραπεζάκια του Ζαχαράτου, Ζαβορίτη κ. λ. π. όπου κανείς δεν πεθαίνει παρά από συγκοπή. Οι αξιωματικοί αυτοί, oι ψεύτικοι άνθρωποι, έγιναν άνδρες αληθινοί, έγιναν αληθινοί άνθρωποι. Όσοι πήγαν στη Μακεδονία ελευθερώθηκαν από την ψευτιά, που φέρνει την παραλυσία και τη νάρκη».
Ο Δραγούμης εκίνησε το Έθνος, όσον ολίγοι, Ύστερα από την ταπείνωση του 97 αισθάνθηκεν ότι είναι μόνος ανάμεσα σ' έναν κόσμον ηττημένων. Κινούμενος από την αλληλεγγύη τη φυλετική κι' από την υποχρέωση του δυνατού να επιβάλη τη θέληση του, είπεν εν τη καρδία αυτού, ότι το σκόρπιο και άβουλο πλήθος των ηττημένων, θα το μεταβάλη σε λαό νικητών.(Από το βιβλίο Ίων Δραγούμης ,σελ 13-18, Θεσσαλονίκη 1938)