Κυριακή 30 Ιουλίου 2017

ΚΛ. ΠΑΡΑΣΧΟΣ:ΤΟ ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΟ ΙΔΑΝΙΚΟ ΤΟΥ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗ

Το πατριωτικό του ιδανικό, πύρινη εστία της ζωής και του έργου του, το βρήκε ο Βαλαωρίτης μέσα του, σπαρμένο από τους προγόνους του, το ανέπνευσε στο περιβάλλον όπου ανατράφηκε και ανδρώθηκε, το καλλιέργησε και το εφύλαξε, τέλος , "ως άρτον προθέσεως" σε όλη του τη ζωή.
Σχεδόν τίποτε δεν θα είχε να μας πη ο ποιητής του "Διάκου" αν  δεν τον γονιμοποιούσε  αδιάκοπα το πατριωτικό του ιδανικό. Αυτό δίνει ενότητα  στο έργο του, αυτό δίνει  στον ποιητή ορμή, ενθουσιασμό , θέρμη. Χάρις σ'αυτό ακόμη αναπνέουμε  στα βαλαωρίτικα ποιήματα τον λεπτόν εκείνον αέρα της υψηλοφροσύνης  που συναντούμε  παντού όπου υπάρχει κάποιο ιδανικό. Στο ιδανικό του οφείλει ο Βαλαωρίτης τον αρρενωπό τόνο του , που είναι το χαρακτηριστικότατο γνώρισμά του  και η μεγαλύτερή του αρετή , και τη δύναμη να ξαναζωντανεύει  τους ανθρώπους και την ατμόσφαιρα του 21. Αν δεν πίστευε στο ιδανικό του , αν δεν ζυμωνόταν όπως ζυμώθηκε  μ΄αυτό , η ιστορία θάμενε  και στα χέρια του, όπως έμεινε στα χέρια τόσων άλλων, ένα άψυχο υλικό ,ακίνητο και στείρο. Μια θυσία του ατόμου για το γενικό καλό.Έτσι μόνο , σ' όλη του τη ζωή , κατάλαβε  τον πατριωτισμό - τον ηρωισμό , δηλαδή, γιατί πατριωτισμός  και ηρωισμός ήσαν ταυτόσημοι  γι αυτόν- ο Βαλαωρίτης. Και χωρίς άλλο  ο ηρωισμός του είναι και ο ανώτερος απ ΄όλους, αν όχι και ο μοναδικός. Μόνο που για τον Βαλαωρίτη  ό, τι λέμε εμείς  σήμερα  "γενικό και καλό" δεν υπήρχε πέρα από τα σύνορα της πατρίδος. Την ανθρωπότητα  την περιόριζε, ή καλύτερα, την έκλεινε , στα "όρια" της πατρίδος του.Και δύσκολα  θα μπορούσε  να καταλάβη, φαντάζομαι , τις θυσίες μερικών  συγχρόνων  του ανθρωπιστών  για το καλό ολόκληρης της ανθρωπότητος, ή λόγου σαν  και τούτα: "Μόνο όλα τα έθνη  μαζί μπορούν να δημιουργήσουν  έναν οπωσδήποτε πλήρη άνθρωπο" (Αμιέλ). "Είτε το θέλουμε είτε όχι , μια πατρίδα έχουμε:τον κόσμο" (Μισλέ).
Στο ζήτημα αυτό και ο Κάλβος και ο Σολωμός , οι δύο άλλοι σημαντικώτεροι πατριωτικοί μας ποιηταί , είναι ανώτεροι από τον Βαλαωρίτη. Εκείνοι , τον αγώνα για την ελευθερία τον άπλωναν  σε ψηλότερες σφαίρες , ο Σολωμός σε όλη την ενέργεια  του ανθρώπου , σε όλη την πάλη του πνεύματος με την ύλη , και ο Κάλβος σε όλη την ανθρωπότητα. Ενώ ο Βαλαωρίτης  τον περιόριζε στα εθνικά πλαίσια , στην ανεξαρτησία του Έλληνος ωσάν Έλληνος ,ως πολίτου ανήκοντος  σ΄ορισμένο κράτος. Αλλά και σε κάτι άλλο ακόμη, υστερεί ο Βαλαωρίτης  από τον Κάλβο και τον Σολωμό. Δεν έζησε όπως εκείνοι, την Επανάσταση. Γι αυτό και το έργο του , μ' όλο τον γνήσιο ηρωικό τόνο του , δίνει συχνά  την εντύπωση  έργου ιστορικού μάλλον  παρά ποιητικού , φαντάζει σα μιαν έμμετρη  ιστορική αναπαράσταση του 21 , και μπορεί  να ονομασθή "ασύγχρονο", ενώ στη διάθεση  και στο πνεύμα  ήταν ίσως ο Βαλαωρίτης πιο σύγχρονος  με τους Αρματωλούς και τους Κλέφτες, παρότι ο Κάλβος και ο Σολωμός.
Όπως με την πολιτική δράση του, τα πατριωτικά του ιδανικά προσπαθούσε να  πραγματοποιήση, έτσι και με την ποίησή του , τα ίδια αυτά ιδανικά  μόνον εξυπηρετούσε. Άλλωστε στον Βαλαωρίτη ποίηση,πατριωτική ιδέα και πολιτική είναι πράγματα αξεχώριστα, ταυτόσημα σχεδόν.Το ένα γεννούσε το άλλο κι καμιά στιγμή της ζωής του  δεν έπαυσαν και τα τρία αυτά κίνητρα να τον κινούν. Ο Βαλαωρίτης δεν ήθελε να είναι παρά μόνον πατριωτικός ποιητής , όχι γιατί  την πατριωτική ποίηση  την θεωρούσε εξυπηρετική  του εθνοπλαστικού σκοπού του , αλλά και γιατί πίστευε  πως είναι η μόνη αληθινή.
Γι αυτόν τα πατριωτικά  θέματα μόνο και μόνο επειδή  είναι πατριωτικά , είναι ωραία  και ανώτερα από όλα τα άλλα: 
"Αι ταλαιπωρίαι  και τα δυστυχήματα της φυλής, γράφει στον πρόλογο  του "Διάκου", και εν πεζώ λόγω ιστορούμενα, είναι πάντοτε ποίησις . Εάν δε , επρόσθετε, απ' αρχής  μέχρι τέλους , παρακολουθήση τις  τον βαθμιαίον  εξελιγμόν  του εθνικού δράματος και την αλληλουχίαν  των περιστάσεων, εν αις  συγκεφαλαιούται ο μυριετής αγών, ουδέν άλλο βλέπει , ειμή γενεάς επί γενεών .... οιονεί  πολυαρίθμους  χορδάς γιγαντιαίας  αιολικής φόρμιγγος... προσδοκώσης πεπειραμένους δακτυλίους, ίνα  δια της πρώτης αυτών κρούσεως εκπέμψη φθόγγους  ηδίστους και εξαισίους υμνωδίας". Πίστευε όμως και κάτι άλλο  ο Βαλαωρίτης . Πίστεψε ότι  η ηρωική ήταν όχι μόνον  η ποιητικότερη, αλλά και η γνησιότερη  νεοελληνική παράδοσις , η τρανότερη , μαζί  με τη λαϊκή  γλώσσα  και την ορθόδοξη πίστη απόδειξις της ενότητος  της φυλής , την οποίαν, καθώς έγραφε, "ουδέποτε  ο πέλεκυς  της ξενοκρατίας επέτυχε  να καταστρέψη".
Μα και ανεξάρτητα από όλα αυτά , εθνικιστής μεγαλοϊδεάτης καθώς ήταν , δεν μπορούσε να μην αιστάνεται τι πηγή εθνικού φρονηματισμού  ήταν το 21. Και από τέτοιο φρονηματισμό είχε τόση  ανάγκη ακόμη  ο ελληνισμός για την πλήρη πολιτική του αποκατάσταση! Πού αλλού, αν όχι στο 21 , θα εύρισκαν οι σύγχρονοι του Βαλαωρίτη, οι άνθρωποι του 1860  και του 1870 , την μεγάλη  ελευθερώτρια πνοή, που χωρίς αυτήν ήταν αδύνατον να πραγματοποιήσουν  τα εθνικά τους όνειρα; Όταν έγραφε  ο Βαλαωρίτης  στο προοίμιον  του ποιήματός του "Ο Βράχος και το Κύμα" ότι "η δημοτική ποίησις αείποτε πένθιμος, μελαγχολική , αλλ' αείποτε πλήρης ζωής  και ελπίδων , φέρει εστεμμένον το μέτωπον  με κλάδους  κυπαρίσσου και δάφνης, ως αν ήθελε να είπη προς ημάς τους μεταγενεστέρους  ότι εκ των παθημάτων θέλει βλαστήση η νίκη" με τη λέξη "παθήματα" τί άλλο εννοούσε , παρά θυσίες από τους συγχρόνους του για να πραγματοποιηθή το μεγάλο εθνικό έργο; 
Και ο Βαλαωρίτης, όπως και πολλοί άλλοι νεοέλληνες εθνικισταί ποιηταί και πολιτικοί , θεωρούσε το ελληνικό κράτος , τέτοιο που δημιουργήθηκε μετά την Επανάσταση και την Ένωση, πρόσκαιρο σα μιαν ενδιάμεση μόνο μορφή του μεγάλου ελληνικού κράτους της εθνικής ιδέας.
"Το έργο των πατέρων μας , έγραφε στον πρόλογο της Ωδής του στον Πατριάρχη, αφέθη ατελείωτον και πρέπει να συμπληρωθή". 

Και στον πρόλογο του "Διάκου":
Υπό την έποψιν ταύτην η κατάργησις του ελληνικού βασιλείου υπήρξεν αληθής δολοφονία της μεγάλης εθνικής ιδέας....| Η εθνική ιδέα για τον Βαλαωρίτη ήταν η ίδια η υπόστασις του Έλληνος. "Αφαιρουμένης λέγει στο τέλος του ίδιου αυτού προλόγου , ταύτης της μεγάλης ιδέας, η εθνική ποίησις , το Εγώ του Έλληνος , μένει νεκρόν γράμμα και τα άθλα και τα βάσανα και αι προσδοκίαι τοσούτων αιώνων αποβάλλουσιν εκ μιας το ιδανικόν δι ου περικοσμούνται και παρίστανται ως πελώριος όγκος ελεεινών ερειπίων , ασκόπως συσσωρευμένων και οικτρώς συνεχομένων δια μόνον του αίματος και της σαρκός απειραρίθμων γενεών. Τοιαύτη εξώμοσις της εθνικής πίστεως είναι ασυγχώρητον έγκλημα".Για να μη συντελεσθή το "ασυγχώρητο" αυτό έγκλημα , προσπαθούσε ο Βαλαωρίτης να τονώση με κάθε τρόπο το πατριωτικό αίσθημα των συγχρόνων του, τόσο ώστε και τα ποιήματα και οι πολιτικές του πράξεις και οι λόγοι του και ότι άλλο έκανε ή είπε να μας φαίνονται σαν ενέσεις πατριωτισμού στους ανθρώπους της γενεάς του. Τίποτε δεν παρέλειπε από ό,τι ενόμιζε πως μπορούσε να συντελέση οπωσδήποτε στην επιτυχία του σκοπού του , στο ξύπνημα του πατριωτισμού. Και ως ένα σημείον, τουλάχιστον , επέτυχε αυτό που επεδίωκε ο Βαλαωρίτης. Κάποια ανταπόκριση βρήκε με το περιβάλλον του ο αρματωλός ποιητής , ζωντάνεψε ένα ιδανικό ,το πατριωτικό. Ξύπνησε πατριωτικούς ενθουσιασμούς , αδιάφορο αν οι πατριωτικοί αυτοί ενθουσιασμοί ήσαν ξώδερμοι και παροδικοί, όπως όλα την εποχή εκείνη.
Πάντως χάρις στον πατριωτισμό, δημιούργησε ο Βαλαωρίτης ένα έργο , το οποίον για τους περισσοτέρους Έλληνας ζη ως σήμερα ακόμη, και υπήρξε με την ποίηση και τη δράση του ένας μοναδικός ,όπως τον ονομάζει ο Παλαμάς , "ξυπνητής ενεργείας". Δεν ξεύρω αν μας δίδη , όσο άλλοι ποιηταί ή λογοτέχναι , συνείδηση της μοναδικής μας αξίας ως Ελλήνων , ο Βαλαωρίτης. Αν στο έργο του βρίσκωμε τα πιο απτά δείγματα της φυλετικής μας υπεροχής, ή απλώς της φυλετικής μας ευγενείας , αν ο εθνικός του μυστικισμός και για την εποχή που έζησε , αλλά για σήμερα προ πάντων , είναι ο πιο γόνιμος και ο πιο πειστικός . Εκείνο όμως για το οποίον κανείς δεν μπορεί να αμφιβάλλη είναι η πίστις σ΄ένα ιδανικό , στο εθνικό ή σε άλλο, αδιάφορο του Βαλαωρίτη.
Σ΄εποχή απολύτου σχεδόν ματεριαλισμού, είχε τη δύναμη να πιστέψη σε κάτι ηρωικό , σε κάτι αντίθετο προς το ρεύμα της εποχής του. Να πιστέψη και να του αφιερώση ό,τι πολυτιμότερον είχε, όλην του τη ζωή.
Σπάνια ιδανικό εταυτίσθη σε τέτοιο βαθμό με τον άνθρωπο που το εξυπηρέτησε , όσο το πατριωτισμό με  τον Βαλαωρίτη.
Ήταν η ίδια του η υπόστασις και η μεγάλη πνοή που εθέρμανε το έργο του. Το 1868 έγραφε στον Ανδρέα Στράτο:"Το είδος της ποιήσεώς μου δεν δύναται να υπάρξη όταν το Έθνος κοιμάται. Ο οίστρος , η έμπνευσις δεν διεγείρεται εν εμοί εκ του θεάματος διαυγών ναμάτων ή εκ της μελωδικής αρμονίας των φθόγγων της αηδόνος ή εκ της πλημμύρας των σεληνιακών ακτίνων. Όχι. Εγώ δεν δύναμαι να ψάλλω παρ' όταν το έθνος μου βρυχάται .Τότε τα οστά των τεθνεώτων εγείρονται ενώπιόν μου , περιβάλλονται αυτομάτως την αρχαίαν σάρκα των , βλέπω ρέον το αίμα των, ατενίζω τους κεραυνούς των βλεμμάτων των , και θερμαινόμενος εκ της φλογός των στιχουργώ τότε, αγορεύω, ζω , δαιμονίζομαι".
Έτσι σαν το πάθος πρέπει να εννοηθή η βαλαωριτική ποίηση. Πάθος όχι ταπεινό και εγωιστικό , αλλά υψηλό και πνευματικό , και που απέβλεπε στο καλό ενός συνόλου , μιας εθνότητος, των Ελλήνων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου