Ιουνίου 19. Βράδυ. Μετά το δείπνο ακούμε τον Αλέξανδρο να μας διηγήται την πρώτη συνεργασία που είχε σήμερα με τον Βενιζέλο : — «Ήρθε κρύος, τυπικός. Καθώς δεν του 'δωσα κατά την ορκωμοσία το χέρι, φάνηκε σαν μην το περίμενε ούτε σήμερα. Χαιρετηθήκαμε με το κεφάλι' του έδειξα μια καρέκλα, μακριά μου, όπου και κάθισε. Όταν του είπα ότι είμαι έτοιμος να τον ακούσω, άρχισε να μιλάη με κακία : "Θα κάμετε τούτο, θα κάμετε το άλλο' ή, δε θα κάμετε αυτό, δε θα κάμετε εκείνο." Δοκίμασα να συζητήσω μερικές απόψεις του, μα με διέκοψε: "Εγώ θα κανονίζω τα πάντα, Μεγαλειότατε. Σεις είσθε ανεύθυνος. Δεν θα έρχωνται οι υπουργοί μου να συζητούν μαζί σας, αφού δεν έχετε ευθύνη. Θα σας στέλνη καθένας τους τα διατάγματα που ετοιμάζει, και σεις θα τα υπογράφετε. Αν ποτε τύχη, όπως δεν εύχομαι, να 'χετε αντιρρήσεις, θα φωνάζετε εμένα, όχι τους υπουργούς, να τις εξετάζω μαζί σας. Εννοείται ότι δεν υπάρχει λόγος να με φέρνετε στο παλάτι για ασήμαντα ζητήματα. Το σύστημα αυτό συνεργασίας είναι όχι μόνο κατάλληλο για τις περιστάσεις που περνάμε, άλλ' είναι και γενικώς το καλύτερο. Έτσι κάνουν στην Αγγλία." Ύστερα ο Βενιζέλος πλησίασε το κάθισμα του κοντήτερα και μου έδωσε μάθημα για τον αγγλικό κοινοβουλευτισμό και την συνταγματική βασιλεία. Με μεταχειρίστηκε σαν μαθητούδι. Πίσω από τα γυαλιά τα μάτια του έδειχναν έχθρητα. Ti να κάμω ; Αυτός έχει τη δύναμη, εγώ δεν έχω τίποτα! Χωρίς να με ρωτήση, τηλεγράφησε στους πρέσβεις μας Βερολίνου, Βιέννης, Σόφιας και Κωνσταντινουπόλεως να ζητήσουν τα διαπιστευτήρια τους και να φύγουν αμέσως. Κήρυξε δηλαδή τον πόλεμο εκ μέρους της Ελλάδος. Όταν διαμαρτυρήθηκα ότι για τόσο σπουδαίο ζήτημα μ' έφερε μπρος σε τετελεσμένο γεγονός χωρίς να συνεννοηθή πριν μαζί μου, έστω κατά τύπους, ξέρετε τί μου απάντησε; Ότι θεωρούσε πως ατιμάζεται η Ελλάς αν αργοπορούσε και μια μόνον ώρα να εκτελέση τις συμμαχικές υποχρεώσεις που είχεν αναλάβει ο Πατέρας μου απέναντι της Σερβίας. Δεν είχε, λέει, καιρό να 'ρθη να με ρωτήση ! Μου έδωσε ύστερα να υπογράψω επιστολή προς τον Βασιλέα της Σερβίας, στην οποία αποκήρυττα την πολιτική του Πατέρα. Φυσικά αρνήθηκα να το κάμω. Επέμεινε να με βάλη να υπογράψω, επέμεινα κ' εγώ στην άρνησή μου. " Ποιος διευθύνει την εξωτερική πολιτική;" με ρώτησε. " Η Κυβέρνησις", του αποκρίθηκα. "Τότε υπογράψτε αυτό το γράμμα. Είναι, έγγραφο χρήσιμο στην εξωτερική πολιτική της." Του δήλωσα ότι δεν θα υπογράψω κατ' ουδένα λόγο, όχι. μόνο επειδή θίγει τον Πατέρα, άλλα κ' επειδή ο Σέρβος Βασιλεύς μου 'καμε την προσβολή, μόνος αυτός απ' όλους τους μονάρχες και προέδρους Δημοκρατίας της γης, να μη με συγχαρή για την ανάρρηση μου στo θρόνο. "Βλέπω, μου είπε, πως προτιμάτε από το ρόλο του συνταγματικού βασιλέως το ρόλο του πράκτορος του Κωνσταντίνου. Έχετε μήπως μυστική συμφωνία μαζί του;" Του απάντησα δυνατά "όχι", μέσα μου όμως έλεγα: "Ναι, vαι! υπακούω στον Πατέρα. Πώς αλλιώς φαντάζεσαι του λόγου σου ότι πρέπει να φερθή ένας γιός ;" Με απείλησε πως θα συγκαλέση τη Βουλή για να με καθαίρεση και να φέρη βασιλέα τον πρίγκιπα Παύλο. Του επανάλαβα ότι δεν θα υπογράψω τέτοιο γράμμα, όσο κι αν με πιέση. Έφυγε έξω φρενών.»
Λίγες μέρες αργότερα έγινε νέα συνάντηση Βενιζέλου και Αλεξάνδρου. ο Πρωθυπουργός είχε μπη στο βασιλικό γραφείο κουνώντας ένα μάτσο χαρτιά, κ' ισχυριζόταν πως στον ασύρματο του Βοτανικού είχαν βρεθή αντίγραφα τηλεγραφημάτων του Κωνσταντίνου προς τον Κάιζερ και τον Φερδινάνδο της Βουλγαρίας, όσα τους έστελνε ο πρώην βασιλεύς απ' ευθείας, χωρίς να περνάν από το Υπουργείο Εξωτερικών. Κατά τα τηλεγραφήματα αυτά ό Κωνσταντίνος αναλάμβανε τήν υποχρέωση, τόσο προς τον Κάιζερ όσο και τους Βουλγάρους, όχι μόνο να μην πολεμήση ενάντιο τους αλλά και να ταχθή παρά το πλευρό τους όταν έβρισκε κατάλληλη ευκαιρία.
— «Αυτό είναι προδοσία, χειροπιαστή προδοσία !» φώναζε ο Πρωθυπουργός.
Ο Αλέξανδρος του απάντησε σε ανάλογο τόνο, επειδή κανένα ευπαθέστερο σημείο δεν είχε η συνείδηση του από την αγάπη προς τον Πατέρα του. Ο Βενιζέλος κατάλαβε αμέσως ότι ήταν άτοπο να εξάπτεται έτσι κι άλλαξε ύφος, χωρίς να σταματήση το κατηγορητήριο, τύπος βίαιος που δύσκολα συγκρατιέται. Συνόδευε κάθε φράση του με νευρικές χειρονομίες, λες κ' οι ιδέες του έρχονταν ταχύτερα απ' τα λόγια και τον στενοχωρούσαν.
— «Μου συνέβη με τον Πατέρα σας, είπε, ό, τι στο γεωργό που περιέθαλψε ένα παγωμένο φίδι. Τον επέβαλα στο Στρατό το 1910, εναντίον της θελήσεως όλων των φίλων μου, και, μόλις εθερμάνθη, με δάγκωσε.»
— «Είχε το Λαό μαζί του, κύριε.»
Ο Βενιζέλος κοίταξε παράξενα το βασιλόπαιδο. Από τις πρώτες συναντήσεις τους είχε σχηματίσει την πεποίθηση πως ο Αλέξανδρος δεν έπαιζε μόνο το ρόλο του τοποτηρητή του Θρόνου, άλλα είχε κρυφή εντολή του Κωνσταντίνου να κρατήση την ουδετερότητα. Και πραγματικά, επηρεασμένος από τον Πατέρα του, ο Αλέξανδρος δεν καταλάβαινε την ανάγκη να βγη αμέσως στον πόλεμο με την Αντάντ. Αντιθέτως, η κήρυξη τού πολέμου για τον Πρωθυπουργό ήταν ζήτημα ζωής ή θανάτου του Ελληνισμού. Ο Βενιζέλος κοίταξε παράξενα το βασιλόπαιδο και :
— «Απατάσθε, είπε, αν πιστεύετε πως η Ελλάς ακολουθούσε τον πατέρα σας. Οι εκλογές του '15 απέδειξαν πως ο πολύς λαός είναι μαζί μου, μ' εμένα που εκτελώ την Εθνική Διαθήκη. Εγώ εμπνέω το Λαό.»
— «Τότε γιατί κάνετε απελάσεις ;»
— «Διώχνω μερικούς αδιόρθωτους που, ανάξιοι για μεγάλα έργα, βλέπουν μικρά και ταπεινά.»
— «Δεν είναι λίγοι. Ακούω πως, επί "δυσμενεία κατά του καθεστώτος", κατηγορούνται πολλές χιλιάδες άνθρωποι. Παραβαίνετε όσα μου υποσχέθηκε ο Ζοννάρ, να μη γίνουν δηλαδή αντίποινα.»
— «Ο Ζοννάρ δεν ανέλαβε ποτέ την υποχρέωση ν' αφήση ατιμώρητους τους δολοφόνους του Κράτους.»
«Πάντως τους πολιτικούς σας αντιπάλους.»
«Αυτοί δεν είναι πολιτικοί, είναι εγκληματίαι.»
«Κι αν ήσαν ,δεν πρέπει να κατεβαίνετε στο επίπεδο τους γιατί έτσι δεν θα τελειώσουμε ποτέ.»
Τούτη η φράση του Βασιλιά φαίνεται να 'καμε εντύπωση στον Πρωθυπουργό, γιατί μαλάκωσε τη φωνή του κι αποκρίθηκε :
—· «Μικροπολιτεύομαι κ' εγώ, Μεγαλειότατε, γιατί στην Ελλάδα είναι αδύνατο να μη καταντήση κανείς μικροπολιτικός. Οι αντίπαλοι μου μ' αναγκάζουν να χαμηλώνωμαι. Την ώρα που φροντίζω τα μεγάλα, εκείνοι με κατεβάζουν στη μικροπολιτική από την οποίαν είναι ποτισμένοι. Αλλά εμένα δεν είναι αυτό το κύριο έργο μου, όπως σ' εκείνους. Εγώ δημιουργώ. Θα κάμω την Ελλάδα μεγάλη. Θυσίες ατομικές και αίματα δεν παίζουν ρόλο μπρος σε μια εθνική ανάγκη. Θυμηθήτε τους εξευτελισμούς που τράβηξε η Ελλάς επί Σκουλούδη, τους Ιταλούς στην Κέρκυρα και την Ήπειρο, τους Σέρβους που ζητούσαν τη Θεσσαλονίκη, την ατιμία να δώση η κλίκα του πατέρα σας την Ανατολική Μακεδονία στους Βουλγάρους' θυμηθήτε τη ντροπή να παραδοθή ολόκληρο Σώμα Στρατού στους Γερμανούς. Και τώρα, σε τόσο λίγο καιρό, άλλαξαν τα πάντα' γινόμαστε πάλι Κράτος. Σεις που είσθε νέος, Μεγαλειότατε, πρέπει να με καταλάβετε και να με βοηθήσετε. Αν δω ότι κάνετε το καθήκον σας, θα σας υποστηρίξω σ' ό, τι θελήσετε. Ειδάλλως... »
Δεν τελείωσε τη φράση του, μα ήταν φανερό πωςεννοούσε ότι θα τον στείλη κι αυτόν στην Ελβετία. Είναι έτοιμος να το κάμη. Δεν αμφιβάλλει καθόλου γι' αυτό ο Αλέξανδρος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου