Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ KΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΙΣ ΕΝ ITΑΛΙΑ.
To φιλελεύθερον σύστημα οτηριχθέν επί εσφαλμένων προϋποθέσεων, ήρχισε κλονιζόμενον προ των αρχών του αιώνος. Προπολεμικώς υπεχώρει, πολεμικώς και μεταπολεμικώς εκάμπτετο τελείως. Εγκαταλειπόμενον και απαρνούμενον και υπ' αυτών των οπαδών του, δεν αναμένει εγκωμιαστικούς επικηδείους. Ητύχησε, διότι εν τη νεότητί του αισιοδόξησεν υπερβάλλοντος. Επλανήθη διότι, εις κακόν Πανεπιστήμιον εκπαιδευθέν, έξελάμβανε τα συμπτώματα ως αποτελέσματα και ταύτα ως αιτίας. Είχε βασίσει την οικονονομίαν επί του ατόμου, το οποίον είναι ανύπαρκτον οικονομικώς, αφού η ύπαρξις οικονομικών σχέσεων πρϋποθέτει περισσότερα άτομα, επικοινωνίαν ατόμων.
Εκήρυττε την απόλυτον ελευθερίαν, έν ω τοιαύτη δεν δύναται να νοηθή παρά εάν τα άτομα έζων μεμονωμένα. Αφ' ης όμως απεφάσισαν να συμβιώσουν εν κοινωνία και να έλθουν εις σχέσεις μεταξύ των, δηλαδή να ζήσουν εντός των ορίων μιας νομικής τάξεως, εδημιούργησαν πολυπλόκους σχέσεις αλληλοεξαρτήσεως, ως εκ τούτου δε και η ελευθερία των αυτοβούλως ετέθη υπό περιορισμόν εντός του πλαισίου της κοινωνίας, δρώσα εφεξής όχι σύμφωνα με τα απόλυτα συμφέροντα εκάστου ατομου αλλά με τα γενικά συμφέροντα της ομάδος.
Ελέχθη, ότι η Γαλλική Επανάστασις δεν κατήργησεν την δεσποτείαν του πολιτικού παρά δια την αντικαταστήση δια της δεσποτείας του οικονομικού δυνάστου, όστις απεδείχθη ανεπαρκής όσον και εγωιστής εις την οικονομικήν του δημιουργίαν, μη γνωρίζων όρια ηθικής και θρησκείας, εθνισμού και ανθρωπισμού, Ο άνθρωπος εθεωρήθη υλικόν παραγωγής, απέναντι του οποίου ο επιχειρηματίας ουδεμίαν υποχρέωσιν εκ του Νόμου είχεν, ούτε και εκ των συμφερόντων του, άλλην εκτός της αντικαταστάσεως του, επερχομένης φθοράς. Ουδεμία προεβλέπετο υποχρέωσις μελλοντικής εξασφαλίσεως του εργαζομένου, θεωρουμένου εξοφλουμένου με την πληρωμήν του ημερομισθίου του, ανεπαρκούς και εν τούτοις ολονέν αποβιβαζομένου, μη εξασφαλίζοντος ει μη αθλίαν συντήρησιν, και ταύτην μόνον και εάν και και εφ' όσον ήτο εις θέσιν να εργάζεται και μόνον και εάν και εφ' όσον είχεν ο επιχειρηματίας ανάγκην να χρησιμοποιήση την παροχήν της ενεργείας του, πληρωμένην κατά τον νόμον της προσφοράς και ζητήσεως και αχρηστευομένην όταν απεδεικνύετο ότι η συντήρησις της μηχανής ήτο ευθηνοτέρα της συντηρήσεως των ανθρώπων.
Αι υποχρεώσεις δια την κοινωνικήν περίθαλψιν και την ηθικήν συγκράτησιν ήσαν ηγνοημέναι και τελείως ξέναι προς την φιλελευθέραν θεωρίαν, τον «ελεύθερον ανταγωνισμόν» και το «κόστος της παραγωγής» της, και όταν η αθλιότης ωγκώνετο, ανετίθετο η ικανοποίησις των πασχόντων εις την μέλλουσαν ζωήν, κατά συγκατάβασιν δε, η περίθαλψίς των, εν τη παρούση, εις την γενναιοδωρίαν και ευσπλαγχνίαν των φιλανθρώπων.
Ο οικονομικός δεσποτισμός του παρελθόντος αιώνος, δηλαδή ο καπιταλισμός, — χάσας εν τη εξελίξει και αναπτύξει αυτού την ατομικήν μορφήν και προσλαβών κοινωνικήν τοιαύτην, δια των μεγάλων επιχειρήσεων και εταιριών, αίτινες τον κατέστησαν εξ άλλου από φαινόμενον φυσιολογικόν τοιούτο παθολογικόν (13), — είναι εκείνος όστις εγέννησε τον συνδικαλισμόν, δηλαδή την οργάνωσιν των εργαζομένων εντός του Κράτους, απράκτου και απαθούς θεατού των διαμορφώσεων της οικονομικής ζωής, όστις συνδικαλισμός ουδέν άλλο έπραξεν, ούτε δύναται να του καταλογισθή, ει μη ότι εμιμήθη τας φιλελευθέρας μεθόδους, αντιτάσσων την δύναμιν εις την δύναμιν, το ταξικόν του συμφέρον εις το ταξικόν συμφέρον των άλλων και την διεθνιστικήν του τάσιν εις την διεθνή συνεννόησιν και δράσιν του κεφαλαίου.
Το φιλελεύθερον Κράτος επιμόνως και επί πολύ αγνοήσαν, σύμφωνα με την θεωρίαν του, τας συνασπιζομένας οικονομικάς δυνάμεις, και τας διεκδικδικήσεις των, μολονότι εν τω μεταξύ ηνείχετο μονομερώς και ενίσχυεν νομοθετικώς την οικονομικήν αναρχίαν του καπιταλισμού και την κοινωνικήν αδικίαν την οποίαν προεκάλει, ηνάγκασεν τους εργαζομένους να μεταφέρουν αυτάς από του οικονομικού και κοινωνικού επιπέδου εις το πολιτικόν και να ζητώσιν την δια λογαριασμόν των κατάληψιν του Κράτους. Ούτω δεν ήτο δυνατόν παρά να λάβη κάποτε τα επίχειρα της ανεπαρκείας και της ιδιοτελείας του, και να φθάση παραπαίον και κλονιζόμενον, καταρρακωμένον και ανυπόληπτον, συνεχώς εκ των πραγμάτων διαψευδόμενον, εις την χρεωκοπίαν, θύμα των αρχών που διεκήρυξε,του εμφυλίου σπαραγμού, και να κληροδοτήση την οικονομικήν και ηθικήν κρίσιν εις τους λαούς.
Μάτην προ του φόβου μιας κακής διαδοχής του μελλοθανάτου , καταβάλλονται πρασπάθειαι ηθικής αποκαταστάσεως του και μνημονεύονται όσα κοινωνικά μέτρα εξαναγκαζόμενον κάποτε ελάμβανε και αι προσπάθειαί του επεμβάσεως προς επανόρθωσιν των αδικιών τας οποίας προεκάλει.
Η κρίσις δεν δύναται πλέον να θεραπευθή, έστω και αν το παλαιόν κράτος εντίμως πλέον επεμβαίνει εις την εκδή-λωσιν των οικονομικών φαινομένων, διότι, παρά έστω την θέλησίν του, είναι αδύνατος η επιβολή του, λόγω της μορφής και συστάσεως του, στηριζομένης επί άλλων αρχών, η δε επέμβασίς του θα είναι πάντοτε ασυνάρτητος και σπασμωδική, ασυστηματοποίητος και εμπειρική, αν όχι επηρεασμένη και ιδιοτελής.
Τίθεται λοιπόν ζήτημα ως προς την μορφήν αυτήν ταύτην του διαδόχου Κράτους, η οποία πρέπει να διαφέρη από την του προηγουμένου, δια να κατασταθή πραγματική εκπροσώπησις των εθνικών δυνάμεων μιας χώρας εν τω συνόλου των.
Δεν πρόκειται περί κρίσεως επελθούσης «εντός του φιλελευθέρου οικονομικού συστήματος», αλλά περί περί κρίσεως αυτού τούτου του συστήματος. Δεν πρόκειται πλέον περί τραύματος αλλά περί συνταγματικής ασθενείας». (14) Περί κρίσεως του συγχρόνου κράτους, ήτις ενεφανίσθη εις όλας τας χώρας (15).
Η σοσιαλιστική θεωρία διαπιστώσασα τα ελαττώματα του φιλελευθερισμού, ζητεί να απαλείψη ταύτα δια του κολλεκτιβισμού, ον αντιτάσσει εις τον ατομικισμόν, καταργούσα δια την πλήρη επικράτησιν των αρχων της, την ιδιωτικήν πρωτοβουλίαν και την ίδιοκτησίαν και δίδουσα εις το Κράτος μορφήν γενικού ιδιοκτήτου, παραγωγού και επιχειρηματίου, διαχειριζομένου δια λογαριασμόν των πολιτών, απορροφώσα εις την παραγωγήν και υποτάσσουσα εις αυτήν πάσαν εξουσίαν και καταστρέφουσα τοιουτοτρόπως και το Κράτος ως εξουσίαν πολιτικήν.Ο φασιστικός Κορπορατισμός, ως οικονομικόν σύστημα ακολουθεί τρίτην οδόν (16). Θεωρία κατ' εξοχήν κοινωνιστική, έχει οργανικήν και ιστορικήν αντίληψιν της κοινωνίας, αρνείται το δόγμα της λαϊκής κυριαρχίας και την ικανότητα της αυτοδιοικήσεως των μαζών και είναι και αυτή εναντίον του φιλελευθέρου Κράτους, του «δημοκρατικοφιλελευθέρου» Κράτους, όπως το αποκαλεί.
Αποδέχεται την επέμβασιν του Κράτους, αλλά συστηματικήν και ωργανωμένην, αναγνωριζομένων και επαναφερομένων εντός του πλαισίου του, των οικονομικών παραγόντων, κεφαλαίου και εργασίας και τιθεμένων υπό ρύθμισιν και έλεγχον ώστε να εναρμονίζωνται τα συμφέροντα τούτων με τα συμφέροντα του Έθνους.
Δεν πρέπει να εκπλήσση η συγγένεια των επιχειρημάτων του φασιστικού Κορπορατισμού με των του Σοσιαλισμού. Η συγγένεια ή απλώς η ταυτότης των επιχειρημάτων προέρχεται εκ της διαγνώσεως, υπ' αμφοτέρων, των ατελειών του φιλελευθερισμού, τον οποίον αμφότεροι λυσσωδώς καταπολεμούν, αντιτάσσοντες εις τον «αγνωστικισμόν» του, τον «επεμβασισμόν» ή τον «κρατισμόν» και εις τα λεγόμενα ατομικά δικαιώματα, τα δικαιώματα του γενικού συμφέροντος, δηλαδή αντιτάσσοντες εις τον «ελεύθερον οικονομικόν άνθρωπον», οι μέν σοσιαλισταί τον «κολλεκτιβικόν» άνθρωπον, οι δε κορπορατισταί τον «κορπορατιβικόν» (17).
«Ενώ όμως ο Μπολσεβικισμός, λέγει ο καθηγητής G. Bortolotto (Lo Stato e la doctrina corporativa σ. 9.) αντιτίθεται εις τας δημοκρατικάς τάσεις ως αντιπροσωπευούσας εισέτι υπολείμματα της κρατικής εξουσίας , ο Φασισμός αντιτίθεται εις αύτάς, ως μη αντιπροσωπευούσας επαρκώς την αρχήν της εξουσίας του Κράτους».
Ο διαχωρισμός, ικανός να χωρίση εντελώς τους δύο ως προς την πολεμικήν των κατά της Δημοκρατίας συμμάχους, επέρχεται εις την μετά την κατεδάφισιν ανέγερσιν της νέας οικοδομής, ήτοι εις την θέσιν, εις το ότι δηλαδή ενώ ο Σοσιαλισμός αντιτάσσει τα συμφέροντα «τάξεως», ο Φασισμός —ο οποίος είναι Εθνικός Σοσιαλισμός— αντιτάσσει τα συμφέροντα ολοκλήρου τής «Εθνικής Κοινωνίας», ενιαίας και αδιαιρέτου.
Ο Φασισμός είσάγων τον Κορπορατισμόν, θεωρεί ότι αντιτάσσει νέον σύστημα τάξεως και οργανώσεως, εντελώς αντίθετον προς το φιλελεύθερον, δια της δημιουργίας Κράτους ισχυρού και επιβαλλομένου, κυριαρχούντος επί όλων των δυνάμεων της χώρας και ευρισκομένου εις συνεχή επαφήν με τας μάζας τας οποίας καθοδηγεί (18), επιδιώκων διπλούν σκοπόν οικονομικόν και πολιτικόν, δογματίζων ότι η ευημερία του ατόμου δεν είναι σκοπός εξυπηρετούμενος δια του Κράτους, άλλ' αντιθέτως, διότι η μεν Κοινωνία ζη εις το διηνεκές ενώ το άτομον είναι πεπερασμένον. Ως εκ τούτου αρνείται τα «φυσικά» δικαιώματα του ατόμου και επιβάλλει ατομικάς υποχρεώσεις, περιορίζων τα δικαιώματα εις ό,τι το Κράτος παραχωρεί, θεωρουμένων της ελευθερίας και ιδιοκτησίας ως παραχωρήσεων του Κράτους εν τω συμφέροντι αυτού (19).
Παραδέχεται την συνύπαρξιν δράσεως ατομικής και δράσεως κρατικής,—δυαλισμός—αλλ' αρνείται την ταύτισιν ατόμου και Κράτους. Υποτάσσει όμως την δράσιν του ατόμου εις τα εθνικά συμφέροντα, διότι η αντίθεσίς της προς ταύτα είναι αντιοικονομική (20) και θεωρεί ότι το άτομον ευημερεί όταν εύημερη και ή όλότης, ουχί δέ δτι ή κοινωνία ευημερεί όταν ευημερεί το άτομον, όπως πρεσβεύουν οι φιλελεύθεροι, οίτινες ευχερώς νοούν ατομικήν ευημερίαν ευρισκομένην εν αντιθέσει με την γενικήν (21).
Ο Φιλελευθερισμός άλλως τε ευρίσκεται Εν τάξει με την θεωρίαν του εφόσον φρονεί ότι οι φυσικοί νόμοι της ελευθερίας του ατόμου εξασφαλίζουν την ευημερίαν αυτού κατά συνέπειαν δε και της ολότητος. Οι σοσιαλισταί, εξ άλλου, —εν Ρωσσία—δεν έχουν να σκεφθούν περί ιδιωτικών πρωτοβουλιών και αντιτιθεμένων συμφερόντων, εφ' όσον θεωρούν ότι δεν υπάρχουν πλέον συμφέροντα διάφορα (;) προς συμβιβασμόν, αφού εκεί γενικός διαχειριστής είναι το Κράτος.
«Δεν συμβαίνει το ίδιον με τον Κορπορατισμόν, λέγει ο καθηγητής της κορπορατικής οικονομίας Carlo Em. Ferri (L' ordinamento corporativo dal punto di vista economico. Padova, I933, σελ, 59). Εις αυτόν υπάρχει πλειονότης οικονομικών αντικειμένων— τα άτομα τα αποτελούντα την εθνικήν κοινωνίαν— των οποίων τας ενεργείας έθεσε το Κράτος εντός ιδίας νομικής σφαίρας, καθόσον ουδεμία ατομική δράσις είναι αδιάφορος εις την ενότητα του Έθνους και τους σκοπούς του.»νομικής σφαίρας, καθόσον ουδεμία ατομική δρασις είναι αδιάφορος εις την ενότητα του Έθνους και τους σκοπούς του».
Υποσημειώσεις:
Αποδέχεται την επέμβασιν του Κράτους, αλλά συστηματικήν και ωργανωμένην, αναγνωριζομένων και επαναφερομένων εντός του πλαισίου του, των οικονομικών παραγόντων, κεφαλαίου και εργασίας και τιθεμένων υπό ρύθμισιν και έλεγχον ώστε να εναρμονίζωνται τα συμφέροντα τούτων με τα συμφέροντα του Έθνους.
Δεν πρέπει να εκπλήσση η συγγένεια των επιχειρημάτων του φασιστικού Κορπορατισμού με των του Σοσιαλισμού. Η συγγένεια ή απλώς η ταυτότης των επιχειρημάτων προέρχεται εκ της διαγνώσεως, υπ' αμφοτέρων, των ατελειών του φιλελευθερισμού, τον οποίον αμφότεροι λυσσωδώς καταπολεμούν, αντιτάσσοντες εις τον «αγνωστικισμόν» του, τον «επεμβασισμόν» ή τον «κρατισμόν» και εις τα λεγόμενα ατομικά δικαιώματα, τα δικαιώματα του γενικού συμφέροντος, δηλαδή αντιτάσσοντες εις τον «ελεύθερον οικονομικόν άνθρωπον», οι μέν σοσιαλισταί τον «κολλεκτιβικόν» άνθρωπον, οι δε κορπορατισταί τον «κορπορατιβικόν» (17).
«Ενώ όμως ο Μπολσεβικισμός, λέγει ο καθηγητής G. Bortolotto (Lo Stato e la doctrina corporativa σ. 9.) αντιτίθεται εις τας δημοκρατικάς τάσεις ως αντιπροσωπευούσας εισέτι υπολείμματα της κρατικής εξουσίας , ο Φασισμός αντιτίθεται εις αύτάς, ως μη αντιπροσωπευούσας επαρκώς την αρχήν της εξουσίας του Κράτους».
Ο διαχωρισμός, ικανός να χωρίση εντελώς τους δύο ως προς την πολεμικήν των κατά της Δημοκρατίας συμμάχους, επέρχεται εις την μετά την κατεδάφισιν ανέγερσιν της νέας οικοδομής, ήτοι εις την θέσιν, εις το ότι δηλαδή ενώ ο Σοσιαλισμός αντιτάσσει τα συμφέροντα «τάξεως», ο Φασισμός —ο οποίος είναι Εθνικός Σοσιαλισμός— αντιτάσσει τα συμφέροντα ολοκλήρου τής «Εθνικής Κοινωνίας», ενιαίας και αδιαιρέτου.
Ο Φασισμός είσάγων τον Κορπορατισμόν, θεωρεί ότι αντιτάσσει νέον σύστημα τάξεως και οργανώσεως, εντελώς αντίθετον προς το φιλελεύθερον, δια της δημιουργίας Κράτους ισχυρού και επιβαλλομένου, κυριαρχούντος επί όλων των δυνάμεων της χώρας και ευρισκομένου εις συνεχή επαφήν με τας μάζας τας οποίας καθοδηγεί (18), επιδιώκων διπλούν σκοπόν οικονομικόν και πολιτικόν, δογματίζων ότι η ευημερία του ατόμου δεν είναι σκοπός εξυπηρετούμενος δια του Κράτους, άλλ' αντιθέτως, διότι η μεν Κοινωνία ζη εις το διηνεκές ενώ το άτομον είναι πεπερασμένον. Ως εκ τούτου αρνείται τα «φυσικά» δικαιώματα του ατόμου και επιβάλλει ατομικάς υποχρεώσεις, περιορίζων τα δικαιώματα εις ό,τι το Κράτος παραχωρεί, θεωρουμένων της ελευθερίας και ιδιοκτησίας ως παραχωρήσεων του Κράτους εν τω συμφέροντι αυτού (19).
Παραδέχεται την συνύπαρξιν δράσεως ατομικής και δράσεως κρατικής,—δυαλισμός—αλλ' αρνείται την ταύτισιν ατόμου και Κράτους. Υποτάσσει όμως την δράσιν του ατόμου εις τα εθνικά συμφέροντα, διότι η αντίθεσίς της προς ταύτα είναι αντιοικονομική (20) και θεωρεί ότι το άτομον ευημερεί όταν εύημερη και ή όλότης, ουχί δέ δτι ή κοινωνία ευημερεί όταν ευημερεί το άτομον, όπως πρεσβεύουν οι φιλελεύθεροι, οίτινες ευχερώς νοούν ατομικήν ευημερίαν ευρισκομένην εν αντιθέσει με την γενικήν (21).
Ο Φιλελευθερισμός άλλως τε ευρίσκεται Εν τάξει με την θεωρίαν του εφόσον φρονεί ότι οι φυσικοί νόμοι της ελευθερίας του ατόμου εξασφαλίζουν την ευημερίαν αυτού κατά συνέπειαν δε και της ολότητος. Οι σοσιαλισταί, εξ άλλου, —εν Ρωσσία—δεν έχουν να σκεφθούν περί ιδιωτικών πρωτοβουλιών και αντιτιθεμένων συμφερόντων, εφ' όσον θεωρούν ότι δεν υπάρχουν πλέον συμφέροντα διάφορα (;) προς συμβιβασμόν, αφού εκεί γενικός διαχειριστής είναι το Κράτος.
«Δεν συμβαίνει το ίδιον με τον Κορπορατισμόν, λέγει ο καθηγητής της κορπορατικής οικονομίας Carlo Em. Ferri (L' ordinamento corporativo dal punto di vista economico. Padova, I933, σελ, 59). Εις αυτόν υπάρχει πλειονότης οικονομικών αντικειμένων— τα άτομα τα αποτελούντα την εθνικήν κοινωνίαν— των οποίων τας ενεργείας έθεσε το Κράτος εντός ιδίας νομικής σφαίρας, καθόσον ουδεμία ατομική δράσις είναι αδιάφορος εις την ενότητα του Έθνους και τους σκοπούς του.»νομικής σφαίρας, καθόσον ουδεμία ατομική δρασις είναι αδιάφορος εις την ενότητα του Έθνους και τους σκοπούς του».
Αρνούμενος το ελεύθερον άτομον ο Φασισμός βασίζεται επί του εργαζομένου ανθρωπου, συμμετέχοντος εις την δημοσίαν ζωήν δια της οργανώσεως του (22), ως εκ τούτου δε κηρύσσει, ότι η εργασία είναι κοινωνική υποχρεωσις και καθιεροί την νομικήν ισότητα των επαγγελματικών κατηγοριών.
Αναγνωρίζει την ωφέλειαν, η οποία προέκυψεν εκ της κεφαλαιοκρατίας, την οποίαν διατηρεί, υπό ανανεωμένην όμως μορφήν. Θεωρεί την ιδιοκτησίαν ως κίνητρον της δράσεως του ατόμου και την διατηρεί, ωσαύτως υπό όρους και περιορισμούς, και εφ' όσον νομιμοποιείται δια της εργασίας, (23) καθισταμένη δημοσία λειτουργία, θέτων όρια εις τον «εγωϊσμόν» δια της «κορπορατικής συνειδήσεως» (G. Arias).
Παραδέχεται, ότι η ιδιωτική πρωτοβουλία προήγαγε την παραγωγήν, ανεξαρτήτως των ελαττωμάτων τα οποία συμπαρομαρτούν με αυτήν, και δια τούτο την διατηρεί, άλλ' υπό καθοδήγησιν και ποδηγέτησιν και καθ' όσον εξυπηρετεί περισσότερον τα συμφέροντα της ολότητος. Συντονίζει την παραγωγήν προς την κατανάλωσιν, εξισώνει το κεφάλαιον και την εργασίαν, προς επίτευξιν της ευημερίας και της ισχύος του Κράτους, ήτις είναι και η ευημερία των πολιτών, — μετέχων ουτω των παλαιών θεωριών (ατομική πρωτοβουλία, ιδιοκτησία) και των νέων (κολλεκτιβισμός, συνδικαλισμός).
«Το Κορπορατικόν Κράτος, λέγει ο υπουργός Rocco, περιέχει τον Φιλελευθερισμόν και υπερέχει αυτού, καθόσον αναγνωρίζει την ελευθερίαν εφ' όσον αύτη είνε ωφέλιμος, περιορίζον αυτήν όταν αύτη δύναται να καταστή επιβλαβής. Περιέχει τον Σοσιαλισμόν και υπερέχει αυτού, καθόσον πραγματοποιεί την κοινωνικήν δικαιοσύνην, εμποδίζον έξ άλλου τας βιαίας συγκρούσεις των τάξεων και μη παραδεχόμενον ότι προς απόκτησιν της δικαιοσύνης ταύτης καθίσταται αναγκαίον σύστημα κολλεκτιβιστικής παραγωγής».
Τό φασιστικόν καθεστώς κηρύσσει, (ψήφισμα Υπάτου Φασιστικού Συμβουλίου επί του Χάρτου Εργασίας) ότι «αι δυνάμεις της παραγωγής είναι συνδιαλλακτέαι και μόνον υπό τον όρον τούτον είναι γόνιμοι» (24) και ότι ο Φασισμός «εκτός, υπέρ και εν αντιθέσει με τας καταστρεπτικας και ανοήτους σοσιαλιστικάς δημαγωγίας, τείνει εις εξύψωσιν της υλικής και ηθικής στάθμης των πολυαριθμοτέρων τάξεων της εθνικής κοινωνίας, εισελθουσών νόμω και πράξει, εντός του πλαισίου του Κράτους» (25).
Ο Φασισμός ευθύς εξ αρχής (πρόγραμμα 1921) απεδέχθη τον συνδικαλισμόν ως ιστορικόν γεγονός, αλλά τα συνδικάτα τα οποία ήσαν εγκαταλελειμμένα οικονομικώς και κοινωνικώς και είχον αποτελέσει και δικαίως ενίοτε, δύναμιν στρεφομένην κατά του Κράτους και της κοινωνίας, τα επαναφέρει εντός του πλαισίου του Κράτους δια της αναγνωρίσεως αυτών, καθυποτασσομένων, και καθισταμένων οργάνων της οικονομικής καί κοινωνικής πολιτικής του (26).
«Το Συντεχνιακόν Κράτος—Κράτος συντονίζον τας οικονομικάς δυνάμεις—πραγματοποιεί την πολιτικήν ταύτην θεωρίαν του Φασισμού, ενσωματώνον την οικονομίαν εις την πολιτικήν οργάνωσιν εις ην μετέχει αύτη δια των Συντεχνιών».
Ούτω θεωρεί ότι επιτυγχάνεται η αλληλεγγύη των παραγόντων της παραγωγής, η συνδιαλλαγή των συμφερόντων εργοδοτών και εργαζομένων και η υποταγή του ατομικού συμφέροντος εις το Εθνικόν (27).
Προς τον σκοπόν όμως τούτον υφίσταται και η ανάγκη υπάρξεως Κράτους ισχυρού, κυριάρχου και ολοκληρωτικού, περιλαμβάνοντος απάσας τας οικονομικάς και πολιτικάς δραστηριότητας, και δυναμένου να επιβάλλη λύσεις συνολικού συμφέροντος,—εξ ου και ο Φασισμός κηρύσσει τούτο.
Ο Φασισμός, του οποίου ανεφέραμεν την γένεσιν, δεν παρουσιάσθη εξ αρχής δια να εφαρμώση την «κορπορατικήν» θεωρίαν, ως πρόγραμμα του. Εν τη πραγματικότητι ουδεμίαν τοιαύτην θεωρίαν είχεν, αναφανείς δε δι' ους λόγους είπομεν, έστρεψεν κατόπιν την δράσιν του εις την άποκατάστασιν της εσωτερικής τάξεως και της οικονομικής δικαιοσύνης.
Ως εκ τούτου αι αντιφάσεις και η βραδύτης επί την ολοκλήρωσιν του συστήματος και αι διάφοροι μεταβατικοί περίοδοι του..
Οι πρώτοι νόμοι περί Συλλογικών σχέσεων εργασίας (Συνδικαλιστικής οργανώσεως) εψηφίσθησαν 4 έτη μετά την κατάληψιν της Αρχής (Νόμος τής 3 Απριλίου, 1926 και Β. Δ, 1 Ιουλίου 1926) μόλις δε την 5 Φεβρουαρίου του 1934 εψηφίσθη ο Νόμος περί Συντεχνιών όστις προχωρεί το όλον σύστημα.
Εις την μέχρι σήμερον εφαρμογήν των μεταρρυθμίσεων του δυνάμεθα να διακρίνωμεν τρεις φάσεις :
Την Συνδικαλιστικήν οργάνωσιν, ως πρώτην φάσιν, την Συντεχνιακήν λειτουργίαν, ως δευτέραν φάσιν και την επαγγελματικήν εκπροσώπησιν, της οποίας η συμπλήρωσις εξαγγέλλεται ως λίαν προσεχής, ως την τρίτην φάσιν, προς ολοκλήρωσιν του συστήματος.
Αν την οικονομικήν του οργάνωσιν το φασιστικόν καθεστώς εφήρμοσεν κατά κλιμάκια, εις την περί Κράτους θεωρίαν υπήρξεν εξ αρχής δογματικόν, ίσως και διότι εύρεν και υιοθέτησε πλήρως την θεωρίαν των Εθνικιστών, το κόμμα των οποίων ως ελέχθη συνεχώνευσεν, υφιστάμενος έκτοτε την επίδρασίν των εις τας πολιτικάς του κατευθύνσεις.
Η περί Κράτους αντίληψις λαμβάνει την πλήρη της μορφήν, εν συνδυασμώ με την οικονομικήν τοιαύτην, εις τον «Χάρτην Εργασίας», όστις είναι το καταστατικόν ούτως ειπείν έγγραφον, το περιλαμβάνον τας κεντρικάς γραμμάς ολοκλήρου της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής σκέψεως του Φασισμού, τόσον ως επιστημονικής θεωρίας όσον και ως συστήματος εφαρμογής.
Ο Χάρτης ούτος, συνταχθείς εν ετος μετά τον περί Συνδικαλιστικής οργανώσεως Νόμον του 1926, προεκηρύχθη τη 21 Απριλίου 1927 υπό του Υπάτου Φασιστικού Συμβουλίου και εδημοσιεύθη εις την εφημερίδα του Κράτους την 30 Απριλίου 1927.
Αποτελεί το σπουδαιότερον και βασικόν έγραφον και είναι η διακήρυξις ούτως ειπείν των αρχών της φασιστικής επαναστάσεως, καθόσον καθορίζει τας υποχρεώσεις και δικαιώματα όλων των δυνάμεων της παραγωγής (ψήφισμα Υπάτου Συμβουλίου σχετικόν). Εκ τούτου εκπορεύονται όλοι οι νόμοι, εις τούτον δε, λέγει ο Μουσολίνι, πρέπει να προσβλέπουν οι κορπορατισταί «όπως οι ναυτιλόμενοι εις την πυξίδα».
Επί του Χάρτου το άνω ψήφισμα επισύρει την προσοχήν του Ιταλικού λαού και όσων εν τω κόσμω ασχολούνται με τα σύγχρονα οικονομικά προβλήματα, τούτον δε και ημείς λαμβάνομεν ως οδηγόν δια την κατάταξιν της ύλης μας, συνδυάζοντες τους λοιπούς νόμους, οίτινες επηκολούθησαν δια την εφαρμογήν του.
Ο Χάρτης περιλαμβάνει 30 άρθρα, «διακηρύξεις» ως τας ονομάζει, και διαιρείται εις 4 κεφάλαια :
α) περί του Συντεχνιακού Κράτους και της οργανώσεως αυτού (αρ. 1 — 10).
β) περί του Συλλογικού Συμβολαίου και των εγγυήσεων της εργασίας (11—21).
γ) περί των γραφείων τοποθετήσεως ανέργων (22—25).
δ) περί προνοίας, περιθάλψεως, αγωγής και εκπαιδεύσεως (26—30).
Υποσημειώσεις:
13. Μουσολίνι.Λόγοι περί Συντεχνιών 14.11.33 και 13.1.34.
14.
Μουσολίνι.Λόγος 14.11.1933
« επί του Συντεχνιακού Κράτους
»
19. Η ελευθερία ήτις είναι αρχή διά τον Φιλελευθερισμόν , εις τον Φασισμόν καθίσταται μέθοδος
»
22. Ο Φασισμός δεν ομιλεί περί του «πολίτου». Ομιλεί πάντοτε περί του «εργαζομένου ανθρώπου» , όστις έχει δικαιώματα ακριβώς διότι και εφ' όσον, ως εκ της εργασίας του παρουσιάζει κάποιαν χρησιμότητα εις την ζωήν του Έθνους (Χάρτης, άρθρο ΙΙ). Παρομοία η άποψις του Sismondi διαιρούντος την καινωνίαν εις «αντεθνικήν» τάξιν. και εις «εθνικήν» τοιαύτην, περιλαμβάνουσαν τους δίδοντας εις την «δραστηριότητα» των κατεύθυνσιν χρήσι-μον εις το Έθνος»
24.«Δια την θεωρίαν του Φασισμού, λέγει ο Μουσολίνι, κεφάλαιον και εργασία δεν αποτελούν όρους αντιτιθεμένους. Είναι δυο όροι οί οποίοι άλληλοσυμπληροΰνται. Ο εις δεν δύναται να κάμη τίποτε χωρίς τον άλλον κατά συνέπειαν δε οφείλουν και δύνανται να συνεννοηθούν»
27. Η υποταγή του συμφέροντος του ατόμου εις το γενικώτερον της κοινωνίας εδιδάχθη από τον Αριστοτέλην (Πολιτικά) λέγοντα ότι « η Πολιτεία είναι φύσει προτέρα των καθ' έκαστον ανθρώπων» και ότι «ο άνθρωπος έχει ανάγκην της κοινωνίας προς διατήρησιν, ασφάλειαν και τελείωσίν του». Αλλαχού δε (Ηθικά Α. I) λέγει : «Τα αγαθά υπάγονται εις την πολιτικήν επιστήμην, την πλέον κυρίαρχον και αρχιεργατικήν... Διότι και όταν είναι το ίδιον δι' εν άτομον και δι' ολόκληρον την πόλιν, πάλιν όμως το αγαθόν της πόλεως φαίνεται ότι είναι μεγαλείτερον και προς απόκτησιν και προς διατήρησιν. Διότι καλόν είναι και όταν το αγαθόν υπάρχη εις εν άτομον μόνον, αλλά πολύ καλλίτερον και θεαρεστότερον είναι να υπάρχη εις τα Έθνη και τας πόλεις»
(Επιστροφή)
24.«Δια την θεωρίαν του Φασισμού, λέγει ο Μουσολίνι, κεφάλαιον και εργασία δεν αποτελούν όρους αντιτιθεμένους. Είναι δυο όροι οί οποίοι άλληλοσυμπληροΰνται. Ο εις δεν δύναται να κάμη τίποτε χωρίς τον άλλον κατά συνέπειαν δε οφείλουν και δύνανται να συνεννοηθούν»
27. Η υποταγή του συμφέροντος του ατόμου εις το γενικώτερον της κοινωνίας εδιδάχθη από τον Αριστοτέλην (Πολιτικά) λέγοντα ότι « η Πολιτεία είναι φύσει προτέρα των καθ' έκαστον ανθρώπων» και ότι «ο άνθρωπος έχει ανάγκην της κοινωνίας προς διατήρησιν, ασφάλειαν και τελείωσίν του». Αλλαχού δε (Ηθικά Α. I) λέγει : «Τα αγαθά υπάγονται εις την πολιτικήν επιστήμην, την πλέον κυρίαρχον και αρχιεργατικήν... Διότι και όταν είναι το ίδιον δι' εν άτομον και δι' ολόκληρον την πόλιν, πάλιν όμως το αγαθόν της πόλεως φαίνεται ότι είναι μεγαλείτερον και προς απόκτησιν και προς διατήρησιν. Διότι καλόν είναι και όταν το αγαθόν υπάρχη εις εν άτομον μόνον, αλλά πολύ καλλίτερον και θεαρεστότερον είναι να υπάρχη εις τα Έθνη και τας πόλεις»
(Επιστροφή)
|
που μπορω να βρω αυτο το βιβλιο;;; επισης βιβλιο με τον ιδιο τιτλο ειχε γραψει και ο Γ. Μερκουρης, αρχηγος του Εθνικοσοσιαλιστικου κομματος, επισης δυσευρετο
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ εύκολος δρόμος είναι να απευθυνθείς σε κάποιο από τα βιβλιοπωλεία που εμπορεύονται σχετικούς τίτλους. Το ιδανικό θα ήταν βέβαια, να ανέβαινε στο διαδίκτυο με ελεύθερη πρόσβαση σε κάθε ενδιαφερόμενο. Όσο για το ομότιτλο βιβλίο του Μερκούρη δεν έτυχε να "πέσει" ποτέ στα χέρια μου και συνεπώς αδυνατώ να πω κάτι περισσότερο σχετικά με αυτό..
ΑπάντησηΔιαγραφήπαιδια ειναι ολοκληρο το βιβλιο?
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε εξαίρεση κάποιες υποσημειώσεις του συγγραφέα που λείπουν,
Διαγραφήτο κυρίως κείμενο έχει μεταφερθεί αυτούσιο, δίχως περικοπές.