Το 1912 δεν ήταν… 2009. Τότε οι δημοσιογράφοι ήταν λίγο απ’ όλα. Πολύ περισσότερο όταν πήγαιναν σε καυτές περιοχές όπως τα Βαλκάνια τον Οκτώβριο του 1912. Στη δίνη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου ο Κρόφορντ Πράις, ο απεσταλμένος των “Times” του Λονδίνου ενημέρωνε τους αναγνώστες της εφημερίδας του, αλλά όπως φαίνεται ενημέρωνε και τους υπεύθυνους του Υπουργείου Εξωτερικών για τις εκελίξιες. Η έκθεσή του για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης δίνει τα γεγονότα από τη δική του σκοπιά. Η ματιά του ταυτίζεται με τη ματιά της αγγλικής πολιτικής εκείνη την εποχή. Από τις Βαλκανικές δυνάμεις στήριζε την Ελλάδα και μισούσε τη Βουλγαρία που ήταν δορυφόρος της Ρωσίας. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Πράις δεν πιάνει τη διαφωνία του Κωνσταντίνου με τον Βενιζέλο αν και έχει την πληροφορία. Έτσι κι αλλιώς η έκθεση είναι ένα σημαντικό ντοκουμέντο κι αξίζει τον κόπο να την διαβάσει κανείς…
Πόρισμα ερεύνης για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης
Υπό Κρόφορντ Πράις, ειδικού απεσταλμένου εφημερίδος «Times»
Το θέμα της Θεσσαλονίκης δημιούργησε ζωηρές αντιγνωμίες. Τα γεγονότα διαστράφηκαν με κακοβουλία και κακεντρέχεια. Θεώρησα καθήκον μου να επεκτείνω τις παρατηρήσεις μου με εξονυχιστική έρευνα. Κατά τη διάρκειά της κατάφερα να συγκεντρώσω πολλά έγγραφα. Πιστεύω ότι η αφήγησή μου είναι από κάθε άποψη αυθεντική.
Οι έξι μεραρχίες του ελληνικού στρατού πέρασαν τον ποταμό Αξιό την 25η Οκτωβρίου. Το αρχηγείο του εγκαταστάθηκε στο Τοψίν. Στις 4.30μμ ο διάδοχος Κωνσταντίνοςν ειδοποιήθηκε ότι ειδικό τρένο είχε φθάσει στο Τεκελί (όπου ήδη δύο τάγματα ευζώνων με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Κωνσταντινόπουλο, είχαν κάνει στάση). Το τρένο μετέφερε τους απεσταλμένους αντιπροσώπους με γράμμα του Ταχσίν Πασά, αρχιστρατήγου των τουρκικών στρατευμάτων τα οποία υπερασπίζονταν τη Θεσσαλονίκη.
Το γράμμα πληροφορούσε τον διάδοχο Κωνσταντίνο ότι οι πρόξενοι των Μεγάλων Δυνάμεων, μαζί με κάποιους Τούρκους αξιωματικούς, παρακαλούσαν τον επικεφαλής των ελληνικών στρατευμάτων να αναβάλλει την επίθεση στη Θεσσαλονίκη μέχρι την πραγματοποίηση αυτής της συνάντησης. Τον διάδοχο πίεσαν να δεχτεί την επιτροπή στο Τοψίν, οι πρόξενοι της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας και της Αυστρίας τους οποίους συνόδευε ο Τούρκος στρατηγός Σεφίκ Πασάς φρούραρχος της Θεσσαλονίκης.
Οι πρόξενοι δήλωσαν στην Α.Β υψηλότητα ότι ο Τούρκος αρχιστράτηγος ήταν διατεθειμένος να δεχθεί την αποφυγή κάθε στρατιωτικής επιχείρησης με τον όρο ότι θα του επιτραπεί να αποσυρθεί με τον στρατό του στο Καραμπουρνού, μέχρι να υπογραφεί η ειρήνη. Η αποδοχή αυτών των όρων θα έδινε στον ελληνικό στρατό το δικαίωμα να καταλάβει τη πόλη την επόμενη της 26ης Οκτωβρίου.
Ο διάδοχος Κωνσταντίνος απάντησε ότι καταλαβαίνει τον κίνδυνο τον οποίο διέτρεχε η πόλη της Θεσσαλονίκης και αυτή ήταν η επιθυμία του, αλλά πρώτος και κύριος στόχος του ήταν να νικήσει τον εχθρό και να επιμείνει στην παράδοση και αφοπλισμό του τουρκικού στρατού σε Θεσσαλονίκη και Καραμπουρνού.
Επιθυμία του ήταν να επιτρέψει στους Τούρκους αξιωματικούς να κρατήσουν τα ξίφη τους με την προϋπόθεση ότι θα του υποσχεθούν με το λόγο της στρατιωτικής τους τιμής ότι δεν θα συμμετάσχουν στο μέλλον σε επιχειρήσεις εναντίον των συμμαχικών στρατευμάτων.
Ο Τούρκος στρατηγός Σεφίκ Πασάς δήλωση ότι έπρεπε να συνεννοηθεί με τον αρχηγό του για την αποδοχή των όρων. Του δόθηκε προθεσμία μέχρι τις 6 το πρωί της επόμενης μέρας, 26 Οκτωβρίου σε περίπτωση που δεν δινόταν ικανοποιητική απάντηση.
Στις 5 το πρωί της 26ης Οκτωβρίου ο Σεφίκ Πασάς επέστρεψε φέρνοντας την απάντηση του Ταχσίν Πασά, ο οποίος δεχόταν όλους τους όρους εκτός από την παράδοση του Καραμπουρνού και της διατήρησης υπό τα όπλα 5.000 ανδρών για τη προστασία των αόπλων αιχμαλώτων του.
Ο Κωνσταντίνος αρνήθηκε κάθε τροποποίηση των όρων. Οι Τούρκοι αντιπρόσωποι ζήτησαν νέα εξάωρη προθεσμία για να συνεννοηθούν και πάλι με τον Ταχσίν Πασά, αλλά δεν τους δόθηκε.
Ο Σεφίκ Πασάσς ειδοποιήθηκε ότι θα εκδοθεί αμέσως διαταγή άμεσης προέλασης για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης.
Τις πρώτες πρωινές ώρες της 26 Οκτωβρίου 1912 ο συγκεντρωμένος έξω από τη Θεσσαλονίκη ελληνικός στρατός εγκατέλειψε τις θέσεις του και προχωρούσε προς τη πόλη. Η ταξιαρχία του ιππικού προχωρούσε προς τη Γιουβέσνα στο δρόμο προς τις Σέρρες με στόχο να ανακόψει τη τουρκική υποχώρηση. Η 2η μεραρχία με το στρατηγό Κολλάρη βάδιζε από το Βατελίκ σε Δρεμίγλάβα και Μπάλτζαν. Οι μεραρχίες 1η,3η και 7η περνούσαν τη γραμμή Αραπλή – Σαρτομιέρ-Μπουναρτζά και προχωρούσαν για να επιτεθούν στους Τούρκους στη γραμμή Λεμπέτ-Νταουτμπαλή-Γκραδμπίορ. Στις 2 το μεσημέρι ολόκληρος ο ελληνικός στρατός είχε αναπτυχθεί σε τάξη μάχης απέναντι στις εχθρικές θέσεις.
Στις 12.30 το μεσημέρι ο διάδοχος Κωνσταντίνος μαζί με το επιτελείο του ξεκίνησαν έφιπποι για να παρακολουθήσουν την προέλαση των ελληνικών στρατευμάτων προς το Σιαμλί.
Στις 3 το μεσημέρι ενώ ο διάδοχος παρακολυθούσε τη προέλαση της 1ης και 7ης μεραρχίας έφθασε έφιππος ανθυπίλαρχος ο οποίος έφερε τη πληροφορία ότι στις 11 το πρωί η ελληνική ταξιαρχία ιππικού συνάντησε μικτό σύνταγμα ιππικού από βουλγάρους και Σέρβους σε απόσταση 32 χλμ ΒΔ της Θεσσαλονίκης. Την ακολουθούσε σε απόσταση τριών ωρών (12-15 χλμ) μικτή ταξιαρχία. Πίσω από αυτή σε απόσταση πάλι τριών ωρών ακολουθούσε μία μεραρχία ως οπισθοφυλακή.
Το μικτό σύνταγμα είπε ότι θα διανυκτερεύσει στο Γκολόμπασι. Αυτή ήταν η πρώτη είδηση που έφθανε στο ελληνικό αρχηγείο για την προσέγγιση βουλγαρικής στρατιωτικής δύναμης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου