Πέμπτη 14 Μαρτίου 2013

ΠΟΛΥΒΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ:Η ΣΙΔΗΡΑ ΚΑΙ ΧΡΥΣΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

61. Η ΛΟΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΥΓΜΗΣ
Hρώτησα :
— Aλλά τί ζητούν οι περίεργοι αυτοί Θηριάνθρωποι με τας Σάλπιγγας, και
δια ποίον σκοπόν σαλπίζουν και καταπί­νουν τους ανθρώπους, αφού προτήτερα τους μεταβάλλουν εις άνευ θελήσεως σκιάς του ιδίου εαυτού των;
— Ζητούν πως να δειχθή ο ένας ισχυρότερος από τον άλλον.
— Και αν συμβή
τούτο, θα ησυχάσουν τουλάχιστον δια ν' αποκτήση και πάλιν η φύσις την γαλήνην της;
— Ούτε τότε. Η πλεονεξία είνε το κύριον χαρακτηριστικόν όλου του ζωϊκού κόσμου, και προπάντων του Ανθρώπου. Διότι ο Άνθρωπος έχει συγκεντρώση εις τον οργανισμόν του τας ιδιότητας όλων των ζώων, αι οποίαι είνε ελαττώματα δια την «αυστηράν ηθικήν», που την εφαντάσθη και την εδημιούργησεν αυτός ο ίδιος, ακριβώς δια να περιορίση τα ελατ­τώματα του. Λοιπόν εκείνο που συμβαίνει εις ένα άνθρωπον, συμβαίνει και εις το σύνολον των ανθρώπων και αυτό είνε μάλιστα χειρότερον : διότι ένα άτομον, όσον διεφθαρμένον και αν είνε, έχει πάντοτε εις ένα βαθμόν την συνείδησιν της. διαφθοράς του· απόδειξις είνε, ότι την εξασκεί συνήθως με κάποιαν προφύλαξιν. Αλλ' ένα σύνολον ανθρώπων είνε απο­λύτως ασυνείδητον. Δια τούτο, μέσα εις την συνολικήν ορμήν των ζωωδών ενστίκτων του, κάθε μερική ηθική αντίδρασις των ολίγων, όχι μόνον δεν ενεργεί ευεργετικώς, αλλά το ε­ναντίον : ερεθίζει και επαυξάνει την ορμήν της ανηθικότητος.
»Λοιπόν, όπως συμβαίνει εις δύο ανθρώπους, που ο ένας προσπαθεί να ωφεληθή από την περιουσίαν του άλλου, το ίδιον και χειρότερον συμβαίνει και εις τους λαούς, που αποτελούν τα Έθνη- το ένα Έθνος προσπαθεί ν' αρπάση από το άλλο, διότι φαντάζεται ότι με την αρπαγήν θα γίνη μεγα­λύτερον και δυνατώτερον, και θα παραμένη έτσι αιωνίως.
— Μολαταύτα βλέπω έθνη, τα οποία με τον τρόπον αυτόν μεγαλώνουν.
— Φαινομενικώς. Δεν υπάρχει ακροσφαλέστερον οικοδό­μημα απ’ εκείνο, που δεν στηρίζεται εις ηθικά θεμέλια· όσον του προσθέτεις απ’ επάνω και το κάμνεις βαρύτερον, τόσον και αυξάνει ο κίνδυνος της πτώσεως του.
«Και ναι μεν, δεν ημπορώ να αρνηθώ, ότι κάθε «ζωϊκή οργάνωσις» αναπτύσσει απορροφητικότητα απέναντι του περι­βάλλοντος’ όμως η απορροφητικότης αυτής είνε τόσον επι­κίνδυνος, ώστε ημπορεί να συντηρηθή περισσότερον καιρόν νηστική, παρά κακώς και δυσαναλόγως τροφοδοτουμένη.
Δεν υπάρχουν ισχυρότερα δυναμωτικά από τα δηλητήρια, όταν λαμβάνωνται με μέτρον’ αλλ' η υπέρβασις του μέτρου φονεύει γρηγορώτερα και από αυτήν την εξασθένησιν.
«Αυτό συμβαίνει και με την απληστίαν των λαών, η οποία εις κάθε εποχήν αλλάζει προσωπείον και λέγεται «εκπολιτι­σμός», «ιδεαλισμός» κλπ., αναλόγως της ανειλικρινείας και της αναιδείας, που έχουν οι ιδεολόγοι απέναντι του ιδίου εαυτού των και των ομοίων των.
Ηρώτησα έκπληκτος: 
— Λοιπόν τούτο θα συμβαίνη πάντοτε;
— Ναι. Όταν θα κατασταλούν αι ορμαί των διαφόρων ζωικών οργανώσεων, ο κόσμος θα μεταβληθή βαθμηδόν εις Νεκροταφείον. Η «απόλυτος Ηθική» θα γίνη Νεκροθάπτης της Ζωής. θα το εννοήσης όταν θα προχωρήσωμεν ολίγα ακόμη βήματα εις τον Δρόμον μου.
»Προς το παρόν κύτταξε αυτούς τους δύο ανθρώπους μο­νομερώς, και θα καταλάβης τι συμβαίνει και με τα σύνολα. Αυτοί είνε ένας Νικητής και ένας Νικημένος : δύο αντίπαλοι αιώνιοι, που προσπαθεί ο ένας να γυμνώση και να εξαντλήση τον άλλον, μέχρις εξοντώσεως. Παρατήρησε τους καλά.
Μου έδειξε δύο ανθρώπους, από τους οποίους ο ένας εί­χε ρίψη τον άλλον κάτω, και τον απεγύμνωνεν από ό,τι και αν είχε.
Ο Νικημένος εφαίνετο αδύνατος· είχε το ύφος πολύ ευγενικόν και έλεγεν εις τον Νικητήν, που είχε τοποθετήσει 
το πόδι του εις το στήθος του :
— Διατί, αδελφέ, δεν με αφίνεις ν' αναπνεύσω ολίγον; Υπάρχει αρκετός αέρας εις την φύσιν, δια να τον απολαύσω και εγώ, χωρίς να τον στερηθής και συ. Η θερμότης του ηλί­ου είνε διανεμημένη με τόσην αφθονίαν καί δικαιοσύνην, που υπερβαίνει και την ποσότητα, η οποία αναγκαιοί δια την ύπαρξίν σου. Άφισέ μου λοιπόν μίαν ζωήν, που δεν αφαιρεί τί­ποτε από την ιδικήν σου...».
Και εξακολουθούσε, με ατελείωτον σειράν γοητευτικών θεωριών, να υποστηρίζη τα δίκαια του επί της ζωής και επί των ελευθεριών αυτής...
Ευρήκα τόσον ισχυράν την λογικήν του Νικημένου, και επερίμενα την απάντησιν του Νικητού με πολλήν περιέργειαν. Αλλ’ εκείνος, εις την φλύαρον αυτήν λογικήν της Γλώσ­σης, απαντούσε μόνον με την σιωπηλήν λογικήν της Πυγμής.
Μου εφάνη τόσον α
ξιοθρήνητον το φαινόμενον, ώστε εί­πα εις τον Δαίμονα :

— Με όλα αυτά που μου εξήγησες, εγώ δεν ημπορώ να την υποφέρω αυτήν την αδικίαν. Ο Νικημένος έχει δίκαιον. Οι άνθρωποι πρέπει να είνε αδελφοί και εξ ίσου κληρονόμοι των αγαθών της ζωής, αποτελεί δε βδελυράν απόπειραν κατά του ανθρωπίνου πνεύματος ο φόνος των αποστόλων μιας τέ­τοιας ιδέας. Εάν ημπορής, κατόρθωσε ώστε ο Νικημένος να γίνη Νικητής. Ποίος ηξεύρεί; ίσως κατορθώση να πραγματο­ποιήση το ωραίον Ευαγγέλιον των θεωριών του.
Ο Δαίμων μου απήντησε με ειρωνικόν μειδίαμα :
Θα κάμω αυτό που ζητείς, όχι δια να σώσω τον Νικημένον από την καταστροφήν, αλλά δια να σώσω σε από μίαν ουτοπίαν.
Με μίαν κίνησιν του παντοδυνάμου χεριού του, αντήλλαξε τας θέσεις των δύο αυτών ανθρώπων, ώστε ο Νικητής να ευρεθή κάτω και ο Νικημένος απ' επάνω.
Τότε — ω ανέλπιστον θαύμα! — ο Νικημένος που έκλαιε μέχρι της στιγμής εκείνης, ήρχισε να καγχάζη σατανικώς, έ­σπευσε δε να τοποθετήση την πτέρναν εις τον λαιμόν του Νι­κητού και, αφοϋ του επήρε όλα όσα εκείνος του είχε προτήτερα αφαιρέση, ήθελεν εις το τέλος ν' αφαιρέση και αυτήν την ζωήν του.

Τότε ήλθεν η σειρά του τέως Νικητού να κλαίη, να θρηνή και να αναπτύσση νεοτέρας και γοητευτικοτέρας θεωρίας περί Ισότητος, Αδελφότητος και Δικαιοσύνης.
Τότε υπέλαβε το Φάσμα :
— Ανόητε! βλέπεις λοιπόν πως ουσιαστικώς τίποτε δεν ήλλαξε. Θα υπάρχη πάντοτε ένας Νικητής απ' επάνω και ένας Νικημένος από κάτω. Ο Νικητής θα επιβάλλη πάντοτε με την λογικήν της πυγμής, ο δε Νικημένος θ' αμύνεται με την λογικήν της Γλώσσης. Μόλις ο Αδύνατος δυναμώνει, μεταθέ­τει την λογικήν της γλώσσης εις την πυγμήν, και μόλις εξα­σθενεί ο Δυνατός, μεταθέτει την λογικήν της πυγμής εις την γλώσσαν.
»Λοιπόν, μάθε πως η Ελευθερία και η Δουλεία έχουν τα ίδια δικαιώματα επί του βίου της ανθρωπότητος, όπως έχει η ημέρα και η νύξ επί του βίου της γης. Πολλάκις μάλιστα η νυξ — δεν ηξεύρω με ποίον δικαίωμα — καθίσταται και ο δεσμοφύλαξ της ημέρας.
— Μολαταύτα, εδώ που ταξιδεύω, δεν ακούω τίποτε άλ­λο, παρά να ομιλή ο κόσμος περί Ισότητος.
— Πτωχόν πτηνόν! Συνήθως ο άνθρωπος ομιλεί πολύ δι' εκείνο που δεν έχει. Η Ισότης δεν υφίσταται, ούτε θα υπάρξη ποτέ εις τον κόσμον υπάρχει και πρέπει να υπάρχη μία σχετική ισορροπία, η οποία, με κάποιαν μυστικήν συνθήκην μεταξύ θεού και Διαβόλου, — που δεν υπεγράφη εις καμμίαν πρωτεύουσαν της Ευρώπης δια ν' ακυρωθή, — επιτυγχάνεται μόνον δια των ανισοτήτων.
Και επρόσθεσε :
— Λοιπόν, ιδού ότι προ μιας στιγμής ησθάνθης οίκτον δια τον Νικημένον τώρα αισθάνεσαι οίκτον δια τον έχθρόν του. Αληθινά, έχασες τον κόπον σου, διότι εκηρύχθης διαδοχικώς υπέρ δύο θανασίμων αντιπάλων, που δεν κάμνουν άλλο, παρά -να ληστεύωνται αλληλοδιαδόχως, αποβλέποντες και οι δύο εις κάποιαν παράνομον ευτυχίαν. Και εξηκολούθησεν :
— Αλλά μη νομίσης ότι τούτο συμβαίνει μόνον εις τον Άνθρωπον. Συμβαίνει εις όλον τον ζωϊκόν κόσμον. Το αλληλοφάγωμα μεταξύ των ζώων είνε νόμος συντηρήσεως. Ο άν­θρωπος τρώγει τα ζώα και τα ζώα τρώγουν τον άνθρωπον άν­θρωποι δε και ζώα τρώγονται και αναμεταξύ των. Και ιδού!
Ακαριαίως με έφερεν εις μίαν πολυτελή αίθουσαν, όπου άνδρες και γυναίκες, εξαιρετικώς ωραία ενδεδυμένοι, εκάθηντο γύρω από ένα τραπέζι και έτρωγον με πολλήν όρεξιν και φαιδρότητα.
-— Εδώ, είπεν, είνε ένα μέρος που οι άνθρωποι το ονομάζουν «εστιατόριον», τα δε ζώα, εάν είχον ομιλίαν, θα το ωνόμαζον «κρεουργείον»· εις το μέρος τούτο οι άνθρωποι κα­ταλύουν τας σάρκας των άλλων ζώων με την μεγαλυτέραν απάθειαν, μάλιστα δε και με ωρισμένην «εθιμοτυπίαν του τρώγειν;»
— Και τί είναι εθιμοτυπία του τρώγειν;
— Να καταβροχθίζης λ.χ. την σάρκα του ψαριού μόνον με το πηρούνι· την σάρκα των χερσαίων ζώων και με το μα­χαίρι - τα δε θαλασσινά οστρακόδερμα ζωντανά, διότι δεν έ­χουν φωνήν να κραυγάσουν από τον πόνον του σπαραγμού και να εξυπνήσουν την Συνείδησιν του Ανθρώπου, —η οποία όταν δεν ακούη κραυγήν, κοιμάται με οποιονδήποτε κακούργημα και αν διαπράττεται. »Κύτταξε : βλέπεις εκείνην την ωραίαν και τρυφεράν κόρην; ξεκοκκαλίζει κατά την στιγμήν αυτήν και καταβρο­χθίζει την σάρκαν ενός αγριόχοιρου με τόσην αβρότητα, που όλοι γύρω την θαυμάζουν. Αλλά μήπως νομίζεις πως ο αγριόχοιρος, αν εσυναντούσεν εις το δάσος του την αβράν κόρην, δεν θα εγευμάτιζε με την σάρκα της; Η μόνη διαφορά είνε ότι ο αγριόχοιρος θα την κατεξέσχιζε με τους χαυλιόδοντας μόνον, ενώ αυτή τον καταβροχθίζει με ασημένια μαχαιροπήρουνα.

»Λοιπόν όλα αυτά είνε απλούστατα «πλαίσια»· η «εικών» είνε μία και η αυτή : Κάθε ζώον που τρώγει το άλλο, ακολουθεί τον κοινόν και αιώνιον νόμον : «όποιος προφθάση πρώτος». Μόνον που ο Άνθρωπος τον χρυσοδένει κομψότατα τον «Κώδικα του Αλληλοφαγώματος»· ενώ τα λοιπά ζώα τον συμβουλεύονται φύλλα φύλλα!
Έτσι ωμίλησεν ο τρομερός Δαίμων, ότε μία κραυγή ηκούσθη όπισθεν μας.
— Α, δεν είνε τίποτε, είπεν. Είναι ο πρώην Νικημένος, που εχώνευσεν όσα είχε φάγη, και ήρχισε πάλιν να πεινά και να ζητή και άλλα. Η ορμητικότης των κραυγών και εις τους ανθρώπους και εις τα ζώα είνε το ασφαλέστερον μέτρον της πείνης των. Όσον περισσότερον αδειανόν είνε ένα στόμα, τό­σον και ευκολώτερα φωνάζει. Ο πολύς θόρυβος είνε πάντοτε αποτέλεσμα κάποιας κενότητος, που αρχίζει από τα κεφάλια, κατεβαίνει εις τα στομάχια και επεκτείνεται έως εις τα πιθά­ρια των υπογείων.
— Αλλά, διατι τάχα ο θεός επιτρέπει ένα τέτοιον θρίαμβον εις τον Διάβολον;
Το Φάσμα απήντησε με μειδίαμα σαρκαστικόν :
— Όλαι αι παραχωρήσεις, που κάμνει ο θεός εις τον Διάβολον, έχουν κάποιαν μυστικήν αιτίαν, που δεν ημπορείς να την εννοήσης εύκολα εις την ζωήν θα την μάθης όταν θ' αποθάνης. Την ημέραν, που θ' αποφασίση ο θεός ν' αφίση τον Διάβολον χωρίς τροφήν, θα χάση και την ιδικήν του. Χω­ρίς την Αντίδρασιν, πώς θα λειτουργήση η Δράσις;
»Εις αυτό δε βοηθεί πολύ και η φύσις του Ανθρώπου, όπως σου είπα, εις τον οποίον κατά προτίμησιν και θεός και Διάβολος ευρίσκουν την αφθονωτέραν και νοστιμωτέραν τροφήν. Παρατήρησε όλα τα αγριώτερα θηρία: εάν κόψης τα νύχια των, δεν ξαναγίνονται πλέον όπως ήσαν, μεγάλα και οξέα και δυνατά. Όμως τα νύχια του ανθρώπου έχουν την τρομακτικήν ιδιότητα ν' αυξάνουν ταχύτατα και επ' άπειρον!...
(Επιστροφή)
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου