Σάββατο 31 Αυγούστου 2013

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ :ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ -ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΑΡΧΗΓΩΝ

Ο στρατηγός κ. Πάγκαλος εξέθηκεν εις όλους τους πολιτικούς αρχηγούς την σοβαρότητα του ζητήματος, καθ' ο ηγωνιζόμην να πεισθούν αι αρχαί κατοχής να μετριάσουν τας απαιτήσεις των περί καταβολής εκ μέρους μας μεγάλων ποσών προς αυτάς. Εξήγησεν ωσαύτως ότι η άρνησίς μας δεν προήρχετο από  ιδιοτροπίαν, αλλ' ανακύπτει εκ των πραγμάτων, καθ' α επαπειλείται πλήρης χρεοκοπία. Ωσαύτως ετόνισεν ότι την επιστολήν την ήθελον δια να έχω την έγκρισίν των δια την παραίτησίν μου, ως ήθελον να συγκατανεύσωσι όταν ανέλαβον την αρχήν.
Άπαντες οι πολιτικοί αρχηγοί της Χώρας επέδειξαν πλήρη κατανόησιν  της δεινής θέσεως, εις ην ευρισκόμην και ενόμισαν καθήκον των vα απευθύνουν προς εμέ την κάτωθι επιστολήν των υπαγεγραμμένην παρ'  απάντων των αναφερομένων κατωτέρω,

Εν  Αθήναις τη 18 Αυγούστου 19
42
Προς
Τον Κύριον Πρόεδρον της Κυβερνήσεως
Κύριε Πρόεδρε,
Μετ' αγωνίας, της οποίας δεν αμφιβάλλομεν και υμείς συμμετέχετε παρακολουθούμε την ραγδαίαν πτώσιν της δραχμής, της οποίας συνέπεια είνε η αλματική ύψωσις των τιμών των τροφίμων και των λοιπών απαραιτήτων  δια την ζωήν ειδών, ήτις φέρει εις αληθή απόγνωσιν ολόκληρον τον αστικόν κύσμον και τας  λαϊκάς μάζας, αίτινες εξηντλήθησαν ήδη οικονομικώς και έφθασαν εις την εσχάτην απαθλίωσιν, μη έχουσαι πλέον τι να πωλήσωσι προς συντήρησίν των.
Η Κυβέρνησις επέτυχε, βεβαίως, την μείωσιν των εξόδων κατοχής και θα  ήτο ευτύχημα αν εις ταύτα και μόνον περιωρίζοντο αι υποχρεώσεις μας.
Δυστυχώς όμως, η Κυβέρνησις απεδέχθη επί πλέον και την  χορήγησιν προκαταβολών απεριορίστως προς τας αρχάς κατοχής εις ελληνικάς δραχμάς και δια πάσας τας λοιπάς ανάγκας των. Τα υπό τοιαύτην δε μορφήν χορηγούμενα ποσά πληροφορούμεθα οτι ανέρχονται εις πολλά
δισεκατομμύρια δραχμών μηνιαίως και δεν φαίνεται πιθανότης, ότι προκειται να  μειωθούν.
Και υπάρχει μεν, καθ' α επίσης πληροφορούμεθα, η βεβαίωσις ότι αι τοιαύται καθ' υπέρβασιν των δαπανών των αρχών κατοχής προκαταβολαί, θέλουσι  διακανονισθή μετά την λήξιν του  πολέμου ,εν τω μεταξύ όμως, αυξάνει ο πληθωρισμός και  επέρχεται η πτώσις της αξίας της δραχμής εις βαθμόν πολλαπλασίως ανώτερον του εκ των κυκλοφοριακών στοιχείων δικαιολογουμένου, με όλας τας δυσαρέστους συνεπείας, τας οποίας ανωτέρω αναφέρομεν.
Εκρίναμεν, όθεν , επιβεβλημένον ημίν καθήκον, όπως επιστήσωμεν αμέριστον, την προσοχήν υμών επί της δημιουργηθείσης και καθημερινώς επιδεινουμένης τραγικής οικονομικής καταστάσεως της χώρας και  να συστήσωμεν υμίν, οτι επιβάλλεται να θέσητε τέρμα έστω και από τούδε»,  εις την  κατάστασεν αυτήν αιτούντες από τας αρχάς κατοχής την διακοπήν ή έστω την επί χρονικόν τι διάστημα αναστολήν των προκαταβολών, καθ' 'οσον  ο τόπος αδυνατεί να εξακολουθήση καταβάλλων τα άνω ποσά επιπλέον των καθορισθεισών  δαπανών κατοχής ,άνευ οικονομικής συντριβής του . Και είμεθα βέβαιοι  ότι εάν διαφωτισθώσι δεόντως παρά της Κυβερνήσεως αι αρχαί κατοχής  θα αποδεχθούν ευμενώς  την δικαίαν ταύτην αίτησιν  υμών , καθ' όσον  αύται δεν φαίνονται  επιθυμούσαι  την οικονομικήν εξαθλίωσιν  της χώρας , η οποία  και τα ίδια αυτών συμφέροντα παραβλάπτει  σημαντικως.
Αλλ' εάν παρά πάσαν πιθανότητα  δεν ήθελε γίνει  αποδεκτή παρά των  αρχών κατοχής η ανωτέρω αίτησις, εις ημάς απόκειται να κρίνητε εάν πρέπει vα εξακολουθήσητε υπέχοντες τας  περαιτέρω ευθύνας, εν γνώσει πλέον, οτι η Ελλάς άγεται ούτως εις πλήρη οικονομικήν καταστροφήν.

Μετά πάσης τιμής
1) ΘΕΜ. ΣΟΦΟΥΛΗΣ
2) Γ.ΚΑΦΑΝΤΑΡΗΣ
3) ΣΤ.ΓΟΝΑΤΑΣ
4) Δ. ΜΑΞΙΜΟΣ
5) Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
6) Γ.ΡΑΛΛΗΣ
7) Θ. ΠΑΓΚΑΛΟΣ [1]
 
Εις την επίδοσιν της ανωτέρω επιστολής, επηκολούθησεν η δήλωσις του οτρατηγού Παγκάλου εκ μέρους όλων των υπογραψάντων την επιστολήν, οτι «φυσικά κανείς εκ των υπογραψάντων ταύτην δεν είνε δυνατόν να αναλάβη ποτέ την διακυβέρνησιν της χώρας υπό  τους αυτούς ή   δυσμενεστέρους όρους εν περιπτώσει παραιτήσεως της Κυβερνήσεως  Τσολάκογλου».
Η επιστολή ενέχει την σημασίαν ότι οι πολιτικοί, οίτινες συνεφώνουν με την ύπαρξιν Κυβερνήσεως κατά την κατοχήν, ησθάνοντο την ανάγκην να με βοηθήσουν ήδη και να με συμβουλεύσουν περί του ττρακτέου.

Συνίστων όθεν να αιτήσω από τας αρχάς κατοχής την διακοπήν ή αναστολήν των προκαταβολών . Αλλ ημείς ουδέποτε ητήσαμεν. Ηξιώσαμεν και επεμείναμε εις την αξίωσιν, αφού προηγουμένως τους διεφωτίζαμεν καταλλήλως.
Η ανάγνωσις των προεκτεθέντων επισήμων εγγράφων θα πιστοποιήση τούτο.
  Ωσαύτως άξιον παρατηρήσεως είvε το γεγονός, ότι oι αρχηγοί των πολιτικών κομμάτων της χώρας θέτουσιν εις ενέργειαν κολακευτικά λόγια δια τους κατακτητάς, ους χαρακτηρίζουσι ως αντιλήπτορας του δικαίου και ότι «δεν φαίνονται επιδιώκοντες την εξαθλίωσιν της χώρας», ενώ ετέλουν εν πλήρη γνώσει ότι ηδιαφόρουν αναλγήτως προ του συμφέροντος των oι ξένοι γενικώς, Τα κολακευτικά λόγια ετέθησαν δια την απίθανον περίπτωσιν , καθ' ην η επιστολή θα έπιπτεν εις χείρας των εισβολέων, ίνα μη κατηγορηθούν ως υπονομεύοντες το έργον των.
Ιδού ο λόγος, δι ον ενίοτε και ημείς εθέτομεν γραμμάς τινάς φιλοφροσύνης δια τους ξένους (καλόπιασμα).
Εις την επιστολήν διατυπούται ο όρος «ότι η Κυβέρνησις απεδέχθη την χορήγησιν προκαταβολών». Δεν πρόκειται περί αποδοχής, διότι δεν είχε δικαίωμα να εκλέξη την αποδοχήν ή μη. Απλώς ανεκοινώθη ότι ταύτα απεφασίσθησαν εις την Ρώμην ερήμην της Ελλάδος.
Το περιεχόμενον της ανωτέρω επιστολής με ενεθάρρυνε εις το να επιμείνω εις την διακοπήν της καταβολής των προκαταβολών και επειδή έβλεπον ότι επέμενον οι Γερμανοί δια την απρόσκοπτον συνέχισιν της καταβολής, απεφασίσαμεν ομοφώνως, μεθ όλων των μελών του Yπουργικού Συμβουλίου να παραιτηθώμεν.


Υποσημειώσεις:

[1] Η επιστολή των Πολιτικων Αρχηγών μεταφράστηκε στα Γερμανικά και στάλθηκε στο Πληρεξούσιο του Ράιχ στην Αθήνα                                                                                                                                                                                      
Athen, den 18. August 1942.
An den
Herrn Ministerpräsidenten

Herr Ministerpräsident !
Mit Verzweiflung, an der wir nicht zweifeln, dass auch Sie teilnehmen, verfolgen wir, den täglichen jähen Sturz der Drachme, dessen Folge die sprunghafte Erhöhung der Lebensmittelpreise und der Preise der sonstigen lebensnotwendigen Artikel ist,welche die bürgerliche Bevölkerung und die breiteren Volksmassen in wahre Verzweiflung stürzt, die bereits finanziell erschöpft ins äusserste Elend gerieten, da sie nichts mehr zu verkaufen haben um sich zu erhalten.
Die Regierung erreichte zwar die Verminderung der Besatzungskosten und es wäre ein Glück, wenn sich unsere Verpflichtungen darauf beschränken wurden. Leider aber übernahm die Regierung auch die unbeschränkte Vorauszahlung in griechischen Drachmen und zwar für jede Notwendigkeit der Besatzungsbehörden. Die in dieser Form gewährten Summen betragen wie wir erfahren viele Millionen monatlich und es ist unwahrscheinlich, dass sie sich verringern werden. Wie wir gleichfalls erfahren, besteht die Gewissheit, dass diese über die Besatzungskosten hinausgehenden Vorauszahlungen nach dem Kriege geregelt werden, inzwischen aber wächst die Inflation und geht der Sturz der Drachme in einem Masse weiter, das über die aus dem Umlauf gerechtfertigten Daten um ein vielfaches hinausgeht, mit all den unangenehmen Folgen, die wir oben anführten.
Wir hielten es daher für unsere Pflicht ihre Aufmerksamkeit auf die geschaffene und sich täglich verschlechternde tragische finanzielle Lage des Landes zu lenken und Ihnen zu empfehlen, dass es notwendig ist, sei es auch erst von heute an, dieser Situation ein Ende zu setzen, indem Sie von den Besatzungsbehörden die Unterbrechung oder wenigstens die zeitweilige Einstellung der Vorauszahlungen fordern, da das Land unmöglich obige Beträge, die über die festgesetzten Besatzungskosten hinausgehen, ohne seine finanzielle Vernichtung ertragen kann. Und wir sind sicher, wenn die Besatzungsbehörden gebührend von der Regierung aufgeklärt werden, werden sie dieses Ihr Ansuchen günstig erledigen, da sie nicht die finanzielle Verelendung des Landes wünschen, die
auch ihre eigenen Interessen bedeutsam schädigt. Aber wenn trotz aller Wahrscheinlickeit von den Besatzungsbehörden vorliegendes Ansuchen nicht berücksichtigt wird, liegt es an Ihnen zu beurteilen, ob Sie weiterhin die Verantwortung tragen können, um so mehr in Kenntnis darüber, dass Griechenland auf diese Weise in die vollständige finanzielle Katastrophe geführt wird.




Hochachtungsvoll

gez. TΗ. SOPHULIS
»     G .CAPHANDARIS
»     S. GONATAS
»     D. MAXIMOS
»     G. PAPANDREOU  
»     J. RALLIS
»    TH. PANGALOS


 




Τρίτη 20 Αυγούστου 2013

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ :ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ - ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΙV

Εκ των προσκληθέντων προσήλθον και συνεφώνησαν κατά τα ανωτέρω οι κ.κ Πάγκαλος , Γονατάς, Μάξιμος ,Ρούφος, Παπανδρέου , Κανελλόπουλος , Mόδης ,Τσαλδάρης , Σβώλος , Τζερμιάς , Καρτάλης , Κούνδουρος , Χατζηγιάννης , Βάρδας , Οθωναίος , Καθενιώτης,  Αλεξάνδρου , Μερκούρης , Στεφανόπουλος , Πρωτοσύγγελος , Μοσχονάς, Λαπαθιώτης ,Τουρκοβασίλης, Ράλλης Πέτρος και οι Καθηγηταί Πανεπιστημίου Εξαρχόπουλος, Σακελλαρίου,Λούβαρις,Πίντος ,Δένδιας κ.α
Εκ τούτων διήλθον ως μάρτυρες κατά την δίκην μας:
α) Ο Καθηγητής και τέως αντιπρόεδρος Κανελλόπουλος , όστις κατέθεσεν ότι:
«Συνωμίλησα επί ημίσειαν ώραν με τον κ. Τσολάκογλου χωρίς να μοι είπη λέξιν δυναμένην να εκληφθή ως Γερμανοφιλία ή ηττοπάθεια. Διαρκώς μοι έλεγε ότι θα εφρόντιζε να μειωθή η επί του λαού πίεσις του Κατακτητού και επίσης τα δεινά της Κατοχής και ότι νικώσης της Αγγλίας πολύ γρήγορα θα έλθουν οι Βρεταννοί να μας ελευθερώσουν. Και προσέθηκε χαρακτηριστικώς (ο κ.Τσολάκογλου) « ότι οι Άγγλοι λόγω πολυτίμων υπηρεσιών που προσεφέραμεν εις τον αγώνα ούτε παρεξήγησαν , ούτε εθίγησαν εκ της ανακωχής και του σχηματισμού της Κυβερνήσεως , ήτις θα τους εξυπηρετήση.»
Επί του προκειμένου έχω να υπομνήσω την κατάθεσιν του κ.Περικλ. Παπαδοπουλου , μάρτυρος υπερασπίσεως ενός των συγκατηγορουμένων μου , όστις είπε:
«Από των πρώτων ημερών του Μαίου 1941 ο Πρωθυπουργός Τσολάκογλου συνεκάλεσε πολλά έγκριτα πρόσωπα , άτινα συν τω χρόνω απετέλεσαν Φιλικήν Εταιρίαν , ης ετύγχανον Γραμματεύς και ήτις είχεν ως σκοπόν - και τον εξεπλήρωσε - να παράσχη τον τόνον της Εθνικής Αντιστάσεως κατά των Κατακτητών».



Και ο! μάρτυρες Ρέντης και Γράψας ωμίλησαν σχετικώς ως και οι συγκατηγορούμενοι Πολύζος και Ρουσόπουλος.
β) Ο τέως Πρωθυπουργός Παπανδρέου ωμολόγησεν, ότι τον κατέστησα κοινωνόν των προθέσεων μου και ότι συνεφώ νησε περί της αγνότητος τούτων. Ισχυρίσθη δέ ότι δεν μοι ανεκοίνωσε την προτιμησίν του, όπως η εκκλησία έχη την έξουσίαν και όχι στρατιωτική Κυβέρνησις, διότι δήθεν ευρίσκετο ττρο τετελεσμένου γεγονότος.
Κατά την γνώμην μου ελησμόνησεν ότι με ενεθάρρυνε και ότι μοι συνέστησε να «υποκρίνωμαι» εις τους εισβολείς δια να δυνηθώ να εξυπηρετήσω τον λαόν.
Ελησμόνησεν, επίσης , ότι ήθελε να με βοηθήση με όλην την ψυχήν του, ως ηύχετο να επιτύχω εις το αναληφθέν έργον, Εφ' ω την 31 Μαΐου 1941, καθ' ην η Κυβέρνησις ευρίσκετο προ αδιεξόδου λόγω της κλοπής της Γερμανικής σημαίας εκ της Ακροπόλεως έσπευσε την 14.30' ώραν υπό κανονικότατον ήλιον να με συμβουλεύση πως έπρεπε να λυθή το ζήτημα δια να μη εξαναγκασθώ εις παραίτησιν, ήτις θ' απέβαινεν «επί ζημία του Τόπου» ως μοι είπεν.
Διατί άραγε τότε να μη με συμβουλεύση νά φύγω, εφ' όσον ήτο της γνώμης ότι δεν έπρεπε να σχηματίσω Κυβέρνησιν; Μήπως ήθελε το κακόν μου; Άπαγε τής βλασφημίας. Ήθελε να επιτύχω διά να ανακουφισθή ο λαός, Δια τούτο έσπευσε να με συνδράμη. Σήμερον λέγει τ' αντίθετα ! Ο λόγος της τοιαύτης καταθέσεως του κ. Παπανδρέου οφείλεται εις τωρινήν επινόησιν δια να δικαιολογήση την ποινικήν δίωξίν μας, την εγκάθειρξιν και την παραπομπήν μας εις δίκην.
γ) Ο διακεκριμένος εκπρόσωπος του ορθοδόξου Λαϊκού Κόμματος, μοναδικός Οικονομολόγος και τέως Πρωθυπουργός και Υπουργός κ. Μάξιμος συμπαρίστατο μετά του κ. Παπανδρέου εις το γραφείον και ήκουσε τα πλείστα των διαμειφθέντων μετ' εκείνου. Ούτος διεβεβαίωσεν ότι με ενεθάρρυναν δια το αναληφθέν Κυβερνητικόν έργον. Και προσέθηκε: «Μόνον εγώ, που εγνώριζον την νοοτροπίαν και τον χαρακτήρα των Γερμανών, είχον αμφιβολίας περί του έργου σας, στρατηγέ Τσολάκογλου, και σας ετόνισα ότι θα εύρητε πολλάς δυσκολίας και κινδύνους, όταν θα καταδολιεύησθε τους Γερμανούς».
δ) Ο στρατηγός Πάγκαλος κατέθεσεν ότι πάντες εφρόνουν
κατά Μάιον του 1941, ότι η ύπαρξις Κυβερνήσεως, αποτελούμενης από επίλεκτα μέλη, δεν ήτο επιβλαβής εις την Χώραν.
ε) Ο τέως βουλευτής Θεσσαλονίκης και δικηγόρος Τζερμιάς κατέθεσεν ότι απρόσκλητοι μετέβησαν περι τους 15 πολιτευόμενοι εις το γραφείον του Πρωθυπουργού και συγχαρέντες αυτόν, εδήλωσαν ότι είνε πρόθυμοι να τον συνδράμουν εις το δυσχερές, αλλά πατριωτικώτατον έργον του.
Αλλά και δια των εφημερίδων αποδεικνύεται, ότι εκρίνετο ως αναγκαιοτάτη η ύπαρξις Κυβερνήσεως.
Η «Καθημερινή» εις το υπό ημερομηνίαν 30 Απριλίου φύλλον αφιερώνει κύριον άρθρον, ούτινος κατωτέρω τταρέχομεν αποσπασματα.
Ειρήσθω εν παρόδω, ότι η Κυβέρνησες ωρκίσθη 4 ώρας μετά την έκδοσιν της εφημερίδος ταύτης.


«Από  σήμερον ο τόπος θα έχη Κυβέρνησιν νόμιμον. προεδρευομένην από  γενναίον αξιωματικόν του Ελληνικού Στρατού, τον στρατηγόν Γεώργιον Τσολάκογλου, διοικητήν μιας Στρατιάς, η οποία διεκρίθη εις ηρωικούς αγώνας.


Συνεργάται του νέου Πρωθυπουργού εις το τραχύ έργον της ανορθώσεως και περισυλλογής, είνε καθώς θα ίδη ο αναγνώστης εις τον εν άλλη στήλη δημοσιευόμενον κατάλογον των νέων υπουργών, διακριθέντες αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού και πολίται διακεκριμένοι, οι οποίοι προθύμως επωμίζονται το Έργον, πράγματι δυσχερές και επίπονον, της οικοδομήσεως. Ο Ελληνικός Λαός δεν ημπορεί παρά να βοηθήση ολοψύχως την προσπάθειαν, διότι γνωρίζει ότι από την επιτυχίαν της εξαρτάται η ευημερία και η ευτυχία της Χώρας εν μέσω της συμφοράς την οποίαν κατέλιπεν η πολεμική περιπέτεια... Εις τας προγραμματικάς δε δηλώσεις του ο νέος Πρωθυπουργός συνώψισε εις ολίγα περιεκτικά κεφάλαια τα προβλήματα, τα οποία, η νέα Κυβέρνησις θεωρεί ως πρωταρχικά εις την μέριμναν και το ενδιαφέρον της. Εις τας παραπλεύρως στήλας ο αναγνώστης θα ίδη τα επτά κεφάλαια του επείγοντος ενδιαφέροντος του νέου υπουργείου και θα συμφωνήση ότι όντως αυτά αποτελούν τας κεφαλαιώδεις προϋποθέσεις διά την επάνοδον της Χώρας εις ένα ρυθμόν τάξεως και παραγωγικής δραστηριότητος»(πρόκειται περί το κάτωθι επτά κεφαλαίων:
1) Η επίλυσις του ζητήματος της θέσεως των αξιωματικών και οπλιτών, οίτινες παρέμενον εις στρατόπεδα και έπρεπε να απελευθερωθούν.
2) Η βοήθεια των σναπήρων και παθόντων εν πολέμω και γενικώς η παροχή κοινωνικής προνοίας.
3) Η επίλυσις του ζητήματος του επισιτισμού της Χώρας.
4) Η αποκατάστασις της εθνικής και ιδιωτικής οικονομίας της Χώρας.
5) Η παροχή εργασίας εις πάντας και η ενίσχυσις της γεωργίας και βιομηχανίας.
6) Αποκατάστασις του συγκοινωνιακού ζητήματος,
7) Η απόλυτος τήρησις της τάξεως και Ασφαλείας)....
Θα ηθέλαμεν, τερματίζοντες τας ολίγας αυτάς λέξεις, να τονίσωμεν πόσην ικανοποίησιν εμπνέει εις ολόκληρον τον Λαόν η φράσις αυτή, δια της οποίας καταλήγει η προκήρυξις του νέου Πρωθυπουργού: Εφεξής, μακράν παντός ξένου συμφέροντος, και οδηγούμενοι απλώς και μόνον από το ακραιφνές ελληνικόν συμφέρον ας προσπαθήσωμεν να ζήση η Ελλάς και να εξασφαλισθή εκ νέου εις τον Λαόν της η ειρήνη και εργασία....Ιδού πράγματι εν σύνθημα άξιον των στιγμών».

Και αι λοιπαί εφημερίδες εχαιρέτησαν τον σχηματισμόν της Κυβερνήσεως και εδήλωσαν ότι με ικανοποίησιν διεπίστωνον ότι θα εξυπηρετηθή ο Λαός από φιλοπάτριδα πρόσωπα.
Ο ακαδημαϊκός κ. Σπύρος Μελάς έγραψε χρονογράφημα την 30 Απριλίου υπό τον τίτλον «Ο στρατηγός» με τα επόμενα:



«Η φυσιογνωμία του στρατηγού Τσολάκογλου, που ανεδέχθη χθες το πρωθυπουργικό αξίωμα εμπνέει την πιο δικαιολογημένη εμπιστοσύνη στην κοινή γνώμη της Ελλάδος. Η φήμη πήρε το όνομα του στα φτερά της από την αρχή του πολέμου. Μαχηταί, μετόπισθεν, λαός, τον εγνώρισαν κατά τα ευτυχέστερα γεγονότα του αγώνος, στα χιονισμένα Αλβανικά βουνά! Τον είδα, διοικητή Σώματος επάνω στην ακμή της μάχης στη Χότιστε, στ' αντερείσματα της Μόροβας με τα προκεχωρημένα κλιμάκια των Μονάδων του και δύο από τους μεράρχους του να διευθύνη την επίθεσι. Ψηλός, μελαχροινός, λεβεντάνθρωπος, γενναίος, νηφάλιος, καρτερικός ήθος απόλυτα στρατιωτικό, λακωνικότης στην έκφρασι. Ενεργητι­κός, ταχύς και ακούραστος, Η επταήμερη μάχη της Μόροβας τον έφερε στην πρώτη γραμμή των στρατιωτικών αρχηγών μας, Ο αδιάκοπος πό­λεμος ολοκλήρων μηνών, στις χιονισμένες κορυφογραμμές της αφιλόξε­νης οροσειράς της Κάμιας, εστερέωσε την εκτίμησι του Στρατού και Λαού στο πρόσωπο του. Η άψογη και ανώδυνη σύμπτυξις του δεξιού μας στο Αλβανικό μέτωπο, όταν αι περιστάσεις επέβαλαν την κίνησι αυτή αποτελεί ιδικό του τίτλο. Η ατυχής εξέλιξις των επιχειρήσεων, τις τε­λευταίες εβδομάδες, τον βρήκαν στας επάλξεις άγρυπνο φρουρό της τι­μής του Ελληνικού στρατεύματος και των εθνικών συμφερόντων. Έθεσε τέρμα στον αγώνα με αξιοπρεπή συνθηκολόγησι. Απ' τα βουνά της Αλ­βανίας έρχεται τώρα στην Κυβέρνησι του τόπου, για ν' αναλάβη ένα άλλο αγώνα, πολύ σπουδαιότερο, που θα απαιτήση εξαιρετική δραστηριό­τητα. Τον αγώνα της ανασυγκροτήσεως της Ελλάδος και της προσαρ­μογής της στα δεδομένα της νέας καταστάσεως. Αυτό το έργο δεν είνε τυχαίο. Η χώρα μας αποτελεί σήμερα μέρος μιας πανευρωπαϊκής οργανώσεως που την διέπουν αρχαί σαφείς και αποκρυσταλλωμέναι, προς τας οποίας oι Έλληνες καλούμεθα να προσανατολίσωμεν τον ρυθμόν της ζωής μας, Και θα χρειασθή προσπάθεια σύντονος, ειλικρινής, γοργή και αποτελέσματική για να λυθούν όλα τα προβλήματα που θέτουν oι ανάγ­κες αυτού του νέου προσανατολισμού. Στους πλατείς ώμους του πρόκει­ται να σηκώση ο στρατηγός το βάρος του σοβαρού τούτου έργου,. Οι Έλ­ληνες όλοι ανεξαιρέτως, έχομεν καθήκον να τον συντρέξωμεν ο καθένας από της πλευράς του, να εκπληρώση την αποστολήν του. Ενωμένοι γύ­ρω του, πειθαρχημένοι , ας εργασθούμε , στην κατεύθυνσιν , που επιβάλλουν οι πραγματικές καταστάσεις, για να διευκολύνουμε , όσο μπορούμε, την προσπάθειάν του. Η καλή μας θέλησις , η αφοσίωσις μας στο καθήκον και η εργατικότης μας, είνε απαραίτητα στοιχεία για την επιτυχία του , που θα είνε επιτυχία του συνόλου».

Δεν έτυχε να συναντήσω έκτοτε από την Χότιστε και από την Κορυτσάν τον κ.Μελάν δια να τον ευχαριστήσω  δι' όσα καλά γράφει δι' εμέ  και διά να τον ερωτήσω περί της βαθυτέρας εννοίας  των συστάσεών του , διότι εφρόνουν και το διεκήρυξα  εις δημοσίας μου εμφανίσεις , παραβλέπων τον κίνδυνον να προδοθώ  εις τους κατακτητάς , ότι συμβολικώς είμεθα μέλη της Κυβερνήσεως και ότι  προσεποιούμεθα τον ειλικρινή δια να παρέχηται ημίν  ευχέρεια προς καταδολίευσιν  των εισβολέων.
Ως εγνώσθη εσχάτως , μετά  την βεβαίαν πτώσιν της Γερμανίας , οι Σύμμαχοι  απεφάσισαν  να μη εκχωρήσουν  το προνόμιον  εις τους Γερμανούς  προς σχηματισμόν  Κυβερνήσεως εκ προσώπων Γερμανικών , διότι είνε φυσικόν να εργάζηται δολίως  η τοιαύτη Κυβέρνησις κατά των Συμμάχων . Διατί άραγε  ο κ.Τσουδερός έθεσεν εν αμφιβόλω  τον πατριωτισμόν μας , από της πρώτης στιγμής; Ήτο δυνατόν από της μιάς ώρας εις την άλλην να μεταβληθώμεν  από πατριώται εις προδότας; Ίσως να έκρινε  εξ ιδίων τα αλλότρια, περιπεσών εις το σφάλμα εξ έξεως , κτηθείσης από τα πρώτα βήματα της σταδιοδρομίας του, καθ' ην καθύβριζε  τον Μέγαν  Πολιτικόν Ελευθ.Βενιζέλον δια να τω λείχη βραδύτερον  τα υποδήματα του επί τω σκοπώ  να τύχη της προστασίας Εκείνου.
Δεν είναι άγνωστον εις τον Ελληνικόν  λαόν , ότι ανήλθεν  εις το αξίωμα του Πρωθυπουργού με μοναδικόν σκοπόν να πλήξη τον Θρόνον δολοφονικώς! (Τέλος Κεφαλαίου)






 

Τετάρτη 14 Αυγούστου 2013

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ :ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ - ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΙΙΙ

(Προηγούμενο)
Δια να κατανοηθή η τοιαύτη νοοτροπία μας δέον να μεταφερθή τις εις την εποχήν εκείνην και εις την ατμόσφαιραν των Ιωαννίνων, όπου είχομεν απομονωθή άνευ συνδέσμου τινός με τας Αθήνας, αλλά ούτε και με τας Πάτρας, με την Άρταν, με το Μεσολόγγιον.
Ένεκα των λόγων τούτων απάντων εκρίναμεν ότι ήμεθα υποχρεωμένοι να επωμισθώμεν τας μεγάλας ττροσπαθείας της διακυβερνήσεως της υπό ξενικόν ζυγόν τελούσης Πατρίδος μας, συνεχίζοντες υπό άλλην μορφήν τον εις Αλβανίαν Αγώνα και να αυταθυσιασθώμεν επί των επάλξεών της, εις ην περίπτωσιν συνελαμβανομεθα δολιευόμενοι τους Κατακτητάς.
Το ξεκίνημα μας ήτο αγνώς πατριωτικόν.
Άνευ ταπεινής σκέψεως.
Άνευ ετέρου ελατηρίου.
Με την πίστιν επί την ανάστασιν του Έθνους και επί την διάσωσιν της φυλής. Επί την επιβίωσιν. Την σκέψιν και τας ψυχάς μας απησχόλει η Πατρίς, δεδεμένου ότι είχομεν ενστερνισθή όσα διεκηρύττομεν.
Δεν εφοβήθημεν την παρεξήγησιν, διότι ήμεθα οι δημιουργοί της Νίκης και οι συντελεσται της παρατάσεως του αγώνος και με δεδηλωμένην γνώμην της πίστεως μας επί την τελικήν Νίκην της  Αγγλίας.
Με σύμβολα τον Σταυρόν και την Κυαναλευκον, με πατριωτικούς παλμούς και με την πεποίθησιν ότι θα επετυγχάνετο η δέουσα κατανόησις επί την ιερότητα του έργου μας από τον Ελληνικόν Λαόν και από την εν Αιγύπτω Κυβέρνησιν, υττελογίσαμεν ότι συνεταυτίζοντο αι επιδιώξεις ς μας, αίτινες συνωψίζοντο εις τα επόμενα άρθρα της πίστεώς μας μέ τους σκοπούς του Έθνους:
Α) Διατήρησις της Εθνικής  Ενότητος.
Β)Εξυπηρετησις του Λαού ίνα δυνηθή να ανταπεξέλθη τας κρισίμους ττεριστάσεις του χειμαζομένου Έθνους.
Γ) Διατήρησις παρά πάντων ακλόνητου της πίστεως επί την Τε­λικήν Νίκην της Αγγλίας και επί το ευοίωνον μέλλον της Ελλάδος.
Δ) Αντίταξις αντιστάσεως κατά της βίας των εισβολέων.
Ε) Πρόληψις της εξαχρειώσεως και εξαθλιώσεως των πάντων δι'  αυστηράς επαγρυπνήσεως και δια τονώσεως του φρονήματος.
ΣΤ) Παγίωσις της τάξεως και ασφαλείας προς περιφρούρησιν της ζωής, της τιμής και περιουσία του Λαού.
Ζ) Να συντηρηθούν οι υπάλληλοι και να διατηρηθούν εις τηv προσήκουσαν περιωπήν ως όργανα του Κράτους.
Η) Προστασία της φυλής από τους κινδύνους των παντοίων ξε­νικών προπαγανδών και ιδίως της Ιταλικής, βουλγαρικής και κουτσοβλαχικής.
Θ) Διατήρησις της Εθνικής αξιοπρεπείας εις το προσήκον ύφος.
Ι) Δυνατότης της εις Αίγυπτον Ελληνικής Κυβερνήσεως να παρέχη ημίν τας κατευθύνσεις της, που αφορούν γενικότερα εθνικά συμ­φέροντα και τους επιδιωκτέους σκοπούς της προς τους αδιαβλήτους πάσης υποψίας εθνικούς ήρωας της χθες.
Εν ω απεφασίζομεν τ' ανωτέρω, ετελούμεν εν αγνοία ότι η ανα
χωρήσασα εις Κρήτην Κυβέρνησις διέταξε την απρόσκοπτον λειτουργίαν της Κρατικής μηχανής με επί κεφαλής τους Γενικούς Γραμμα­τείς ή Γενικούς Διευθυντάς.
Οσαύτως ο πολιτικός κ.Παπανδρέου είχε σκεφθή  και είχεν συστήσει εις τον τότε  Αρχιεπίσκοπον Αθηνών Χρύσανθον την αναβίωσιν  των  παραδόσεων του Γένους, Toυτ'  έτσι ν' αναλάβη την διαχείρισιν των ζητημάτων της εξουσίας η Εκκλησία. Αλλ' ατυχώς δεν επραγματοποιήθη τούτο.
Δια τούτο ένιοι πατριώται, όλως αυτοβούλως κατέβαλον αξιόλογον προσπαθειαν, όπως προλάβουν την εξάρθρωσιν της Κρατικής  μηχανής και όπωςπεριφρουρούντες τα όσια και Ιερά εξυπηρετήσουν τον λαόν που επεδίδετο εις τα ειρηνικά του έργα.

Τοιούτοι ήσαν οι Δήμαρχος Αθηναίων Πλυτάς, Νομάρχης Αττικοβοιωτίας Πεζόπουλος, Υφυπουργός Επισιτισμού Ζαφειράπαυλος, Στρατιωτικός Διοικητής Καβράκος και άπαντες οι Γενικοί Διευθυνται ή γενικοί Γραμματείς των Υπουργείων, οίτινες είτε εξυπηρετούν το κοινόν, είτε ήλθον εις επαφήν με τας Γερμανικάς Αρχάς Κατο­χής, εις ας προσεφέρθησσν να δέχωνται απ' ευθείας τας αιτήσεις τούτων δια να μη ενοχλήται ο πληθυσμός.
Η κοινή Γνώμη επεθύμει τότε να μη νεκρωθή η Κρατική μηχα­νή ουδέ η Εθνική Οικονομία, ίνα ούτω παλαίση ο λαός προς εξοι­κονόμησην τον επιουσίου.
Απόδειξιν τρανωτάτην αποτελεί το γεγονός, ότι πλήθος επιτροπών εκπροσωπουσών σωματεία, συλλόγους, επιμελητήρια, συνομοσπονδίας, ανώτερα πνευματικά Ιδρύματα, ανωτέρας πολιτικάς και δικαστικάς Αρχάς, προσήλθεν εις το Πρωθυπουργικόν μου γραφείον διά να υποβάλη τα συγχαρητήρια του, δια το αναληφθέν βαρύτατον πατριωτικόν έργον και να δηλώση ότι τασσόμενον παρά το πλευρόν της Κυβερνήσεως θα την βοηθήση με όλας τας δυνάμεις του προς επιτυχίαν του σκοπού ταύτης.
Σωρείαι αναφορών ωσαύτως υπεβλήθησαν υπό το ανωτέρω πνεύμα.
Μία εκ τούτων είνε και η της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου Αθηνών, υπογραφείσα παρά του Πρυτάνεως Φωτεινού, αντιπρυτάνεως Μπαλή και όλων των μελών της Συγκλήτου. Υπογραμμίζω ταύτην διότι ο Καθηγητής κ, Μπαλής, λησμονήσας την υπογραφήν του και τας διαβεβαιώσεις του προς την Κυβέρνησιν, κατέθεσεν ότι η κοινή Γνώμη τότε δεν ησθάνετο την ανάγκην υπάρξεως Κυβερνήσεως.
Αντιπρασωπίαι των Βιοτεχνικών οργανώσεων της Ελλάδος παρουσιασθείσαι ενώπιόν μου την 6ην Ιουνίου 1941, επέδιδον ψήφισμα αναφέρον μεταξύ άλλων:
Αποδοκιμάζομεν μετ' αποτροπιασμού και αγανακτήσεως τας υπό ευαρίθμων ταραξιών εκδηλωθείσας ασχημίας εναντίον των στρα­τευμάτων της Κατοχής. Συγχαίρομεν την Υμετέραν εξοχότητα και τους εκλεκτούς σας συνεργάτας δια την πατριωτικήν προσπάθειαν της ανασυγκροτήσεως της φιλτάτης Πατρίδος. Υπογραφαί : Γεωργάτος Αγγ., Δ. Μιχαηλίδης, Κ, Χιωτάκης, Ι Παπαγιάννης, Θ. Bασινάκος , Δ. Χαλούλος, Θ. Παπάζογλου, Κ. Ιγγλέσης, Γ. Πούλος, Ι. Σιστοβάρης , Ι. Ευαγγελίδης, Κ. Παπαδόγιαννης κλπ [1]

(Σημ.: Παρεμπιπτόντως θα είπω ενταύθα ότι η τοιαύτη αναφορά των Ετταγγελματιών—Βιοτεχνών δεν ήρεσεν εις τον Υποφαινόμενον διό­τι απεδείκνυεν ότι οι Βιοτέχναι ελάμβανον θέσιν υπέρ των Αρχών Κατοχής και συνεπώς εθεώρουν την Κυβέρνησίν μου ως φιλογερμανικήν! Ηναγκάσθην, όθεν, απαντών, να ανατπτύξω ότι εδεχόμην το ψήφισμα των υπό την έννοιαν ότι απεδοκιμάζοντο αι άσκοποι ασχημίαι κατά των Γερμανών, ττου μπορούν να προκαλέσουν λυττηρά αντίποινα εναντίον αθώων αντί των υπευθύνων, και ότι δεν θα παύση πας τίμιος και φιλόπατρις πολίτης τον συνεχιζόμενον αγώνα μέχρις απελευθερώσεως της Πατρίδος μας).
Ωσαύτως παραθέτω αντίγραφον επιστολής του Προέδρου της Μονίμου Εκτελεστικής Επιτροπής Παμπροσφυγικού Συνεδρίου (έδρα Αθήναι — Θεμιστοκλέους 7), ζητούντος να μετάσχη της Καβερνήσεως :

Εν Αθήναις, 30 Απριλίου 1941
Προς τον εξοχώτατον κ. Γεώργ, Τσολάκογλου Πρόεδρον Κυβερνήσεως
Ενταύθα
Εξοχώτατε Κύριε Πρόεδρε,
Η Μόνιμος Εκτελεστική Επιτροπή του Παμπροσφυγικού Συνεδρίου,εκπρόσωπος των εν Ελλάδι Προσφύγων, δράττεται της ευκαιρίας της υφ' Υμών ως Προέδρου της Εθνικής Κυβερνήσεως αναλήψεως της διακυβερνήσεως της Χώρας, όπως ευχαριστήση Υμάς διότι δια της πρά­γματι σθεναράς χειρονομίας Σας η χώρα απέκτησε Κυβέρνηοιν νόμιμον καί Εθνικήν, πράγμα που η Χώρα εστερείτο από της 4ης Αύγουστου 1936.
Εξοχώτοτε,
Ο προσφυγικός κόσμος αποτελεί και αυτός αναπόσπαστον μέρος του Εθνικού Συνόλου.
Θα ήτο ευτυχής όπως και αυτός δια των νομίμων εκπροσώπων του, συντελέση κατά το δυνατόν εις το βαρύ έργον της ανορθώσεως της Χώρας,
Εξοχώτατε,
Σας παρακαλούμεν όπως δεχθήτε εις ιδιαιτέραν ακρόασιν το πενταμελές Προεδρείον μας, ίνα σας εκθέσωμεν εν πάση λεπτομερεία τας επί του προκειμένου απόψεις μας.
Μετά πάσης τιμής και σεβασμού
Διά την εκτελεστικήν Επιτροπην ο Πρόεδρος
Ν. Π. ΘΕΟΛΟΓΟΣ, Δικηγόρος
Ωσαύτως, παρουσιάσθη επιτροπή εκ προσφύγων, αποτελουμένη εκ των κ.κ. 1) Αντων. Αθηνογένους τέως Υπουργού και Αντιπροέδρου Βουλής, 2) Μιχ. Αργυροπούλου πρώην Βουλευτού, 3) Εμμ. Εμμανουηλίδου πρώην Υπουργού, 4) Ανασ. Μπακάλμπαση , πρώην Υπουργού 5) Αχιλλέως Παπαδάτου, πρώην Υπουργού, 6) Aποστ.  Ορφανίδου ,πρώην Υπουργού, 7) Δημοσθ. Ελευθεριάδου ,πρώην Υπουργού, 8) Μιχ. Τσιγδέμογλου ,πρώην Βουλευτού και Δημάρχου, 9)Κων. Γιαβάσογλου, πρώην Γερουσιαστού , 10) Σταυρ. Χούρσογλου , πρώην Βουλευτού, 11) Νικ. Μανούση , πρώην Βουλευτού , 12) Λαμπρ. Λαμπριανίδη , πρώην Βουλευτού, 13) Σταμ. Χατζήμπεη, πρώην Βουλευτού , 14) Κων/νο Λαμέρα , Πρόεδρον Μικρασιατικού Συλλόγου "Ανατολή", 15) Σωκρ. Σινανίδου ,Δημοσιογράφου  και 16) Δημ.Παρθένη-Μιλάνου.

Ωσαύτως , τρανωτάτην απόδειξιν του ότι πάντες ήθελον  την ύπαρξιν Κυβερνήσεως αποτελεί η γνώμη των αρχηγών πολιτικών κομμάτων της Χώρας και άλλων προσωπικοτήτων .Ούτοι κληθέντες  παρ' εμού εις το Πρωθυπουργικόν γραφείον ίνα λάβωσι γνώσιν περί του τρόπου , καθ' ον εσχηματίσθη η Κυβέρνησις και περί των επιδιώξεων ταύτης απεφάνθησαν πάντες ότι :
Eθεώρουν προτιμοτέραν την Κυβέρνησιν από το Προτεκτοράτον. 
Επέδειξαν κατανόησιν  της σοβαρότητος της πατριωτικής χειρονομίας, που έκαμα και με ενεθάρρυναν εις το πατριωτικόν έργον , που ανέλαβα  και εξέφρασαν  την πεποίθεσίν των , ότι η Πατρίς θα ωφεληθή  εκ της υπάρξεως Κυβερνήσεως.  

Υποσημειώσεις:
[1] Ιδέ "Ασύρματον" 6 Ιουνίου 1945




Δευτέρα 12 Αυγούστου 2013

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ :ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ - ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΙΙ


'Aλλως τε ουδέν δικαίωμα είχον σχετικώς, παρά μόνον την στρατιωτικήν ενέργειαν της Ανακωχής, εν είδει ελιγμού, και μόνον ταύτην ως στρατιωτικήν πράξιν.
Μετά την μικράν ταύτην παρένθεσιν επανέρχομαι επί του θέμα­τος της προτάσεως του Γερμανού στρατηγού, ην εμελέτησα από κοινού μετά του στρατηγού Δεμέστιχα και επιτελών αξιωματικών. Πριν καταλήξωμεν εις οιονδήποτε συμπέρασμα, προσεκαλέσαμεν τον Αρχιεπίσκοπον Ιωαννίνων ίνα τον συμβουλευθώμεν.
Ο υπερπατριώτης ούτος και σοφός Ιεράρχης μας ετόνισεν, ότι εθεώρει επιβεβλημένον τον σχηματισμόν της Κυβερνήσεως και ένεκα τούτου μας παρώτρυνε να τεθώμεν εις την εξυπηρέτησιν των Εθνικών συμφερόντων, συνεχίζοντες ιδιότυπον αγώνα, ως τον απεκάλεσε, προς διάσωσιν του κινδυνεύοντος ν' αφανισθή Ελληνισμού, από τους όνυχας των επικινδύνων προπαγανδών, από την βάρβαρον βίαν των κατακτη­τών, από την πείναν και από την εξαπλουμένην αναρχίαν. Με απερίγραπτον πικρίαν επρόσθεσεν ότι ενόμιζεν ηπιωτέραν και σχεδόν ανεκτήν την εν Ηπείρω κατάστασιν, εάν αι Διοικητικά ι εν Ιωαννίνοις αρχαί δεν είχον εγκαταλείψει τας θέσεις των.
Μετά την αποχώρησιν του Μητροπολίτου Ιωαννίνων διηρευνήσα μεν το ζήτημα και απεφάνθημεν:
α) ότι εις χείρας μας ήσαν μέχρι προχθές πάντα τα Όσια και Ιερά εμπεπιστευμένα. Συνεπώς ούτε παρεξήγησις χωρεί ουδέ δύναται να τεθή εν αμφιβόλω η εθνική μας συνείδησις. Αφορμάς προς παρεξη­γήσεις δεν είνε δυνατόν να δώσωμεν, διότι είχομεν πλήρη αυτοπεποίθησιν ότι ουδέν το αντιπατριωτικόν θα πράξωμεν

β) ότι δεν είχομεν δικαίωμα να αρνηθώμεν παρεχομένας παρά του εχθρού εκχωρήσεις, αίτινες δύνανται να θεωρηθούν ως εξαιρετικόν προνόμιον του Ελληνισμού, Τίνα δικαιολογίαν θα είχομεν έναντι του Πα­νελληνίου, αποποιούμενοι το προνάμιον τούτο;
Δεδομένου ότι δια της εις ημάς μεταβιβάσεως δικαιωμάτων του εστερείτο ο εχθρός του συνόλου τούτων, δεν ήτο μία επιτυχία μας;
Ελέχθη πολλάκις ότι έπρεπε ν' αφήσωμεν να μεταβληθή η Ελλάς εις απέραντον νεκροταφείον δια να επιβαρυνθούν οι Γερμανοί με όλας τας ευθύνας!
Δεν είμαι σύμφωνος με την νοοτροπίαν ταύτην, Την Ελλάδα δεν αποτελεί μόνον το αιματοβαμμένον χώμα Της, αλλά τα οκτώ εκατομ­μύρια Ελλήνων και Ελληνίδων, άτινα δεν έπρεπε να καταστραφούν και να εξοντωθούν, Ούτε έχει τις το δικαίωμα να αποφασίση τον εξαφανισμόν των.

Μόνον εις νεώτερος Δευκαλίων θα ηδύνατο να προβάλη παρομοίαν αξίωσιν να εξαφανισθή ο Ελληνισμός δια να γεννηθή άλλος.[1]
Αν υποθέσωμεν ότι επραγματαποιούμεν τας κακής ποιότητος παραδοξολογίας, από ποίον θα εζητούσαμεν ευθύνας; Με τίνας ευθύνας θα επεβαρύνετο η Γερμανία σήμερον εις την δεινήν κατάστασιν που ευρί­σκεται; Με ποία ανταλλάγματα θα εξηγοράζοντο αι θυσίαι μας; Και παρά τίνος θα εξηγοράζοντο; Εις τι θα εχρησίμευεν εις ημάς η εκ μέ­ρους μας απόδοσις ευθυνών εις την Γερμανίαν που κείται σήμερον ως αυτόχρημα πτώμα;


Έτεροι εξέφερον την γνώμην ότι δια του σχηματισμού Κυβερνήσεως διεμορφούτο η γνώμη παρά τη Συμμάχω μας «Μεγάλη Βρεταννία » ότι εγκατελείπετο η περαιτέρω αντίστασις της Ελλάδος. Αλλά διατί να μορφωθή τοιαύτη εντύπωσις;
Τίνα πρόσωπα απετέλεσαν την Κυβέρνησιν; Οι έως χθες αποκαλούμενοι Εθνικοί ήρωες, οίτινες ήσαν ανεπίδεκτοι μομφής ή υποψίας και εγνωσμένου πατριωτισμού. Εάν όθεν η εν Αιγύπτω Κυβέρνησις διεφώτιζε προσηκόντως την Σύμμαχον μας δέν θα υπήρχε κίνδυνος μορφώσεως κακής δι ημάς γνώμης. Ατυχώς ησχολήθη να μας κατασυκοφαντήση έξ ιδιοτελών υπολογισμών και μικροχαρούς αντιλήψεως, Εάν δεν ήθελε να αναλάβει ευθύνας δι ημάς διατί να μη κάμη μίαν δοκιμαστικήν απόπειραν να στείλη να συμμορφωθώμεν προς παραγγελίαν της; Εις ην περίπτωσιν δεν ανταποκρινόμεθα εις την διαταγήν της τότε θα εδικαιούτο να μας κατηγορήση. Aλλά τι λέγω; Πώς θα συνίστα εαυτήν η εν Αιγύπτω Κυβέρνησις εάν δεν εκατηγόρει ημάς; Και τι είδους αξίωσις είνε αύτη να αφήση τους συγκροτήσαντας Κυβέρνησιν εις Αθήνας να εκτιμήσουν παρά του Λαού, ως εργασθέντες προς εξυττηρέτησίν του;
γ) Ότι έπρεπε να ερωτηθούν οι λοιποί Στρατηγοί και Μέραρχοι. Πάντες ούτοι απήντησαν ότι η ύπαρξις Κυβερνήσεως με μέλη αδιαβλήτων και αναμφισβήτητων ελληνοπρεπών φρονημάτων απετέλει εθνικήν ανάγκην. Δια το εθνωφελές ταύτης δεν υπήρχε δευτέρα γνώμη. Εθεωρήθη μάλιστα παρ όλων η πρότασις των Γερμανών ως περιέχουσα την έννοιαν μεγίστην παραχωρήσεως προνομίου. Επειδή δε η πρότασις σχηματισμού Κυβερνήσεως συνωδεύετο με την υπόσχεσιν, ότι ταχέως θα ρυθμισθή το ζήτημα της απελευθερώσεως των αξιωματικών και οπλιτών εκ των Στρατοπέδων, εθεωρήθη έτι πλεονεκτική.
Επικουρικώς έφθασε και η εξ ακριτομυθίας Γερμανού πληροφορία ότι η Ελλάς εκινδύνευε να γίνη προτεκτοράτον των Ιταλών αν δεν ευρίσκετο Κυβέρνησις, ήτις να θέση τάξιν εις την ανάστατον Ελλάδα. Ωσαύτως εκινδύνευε να κυβερνηθή από πρόσωπα φιλοδοξούντα την εξπθσίαν και αθεράπευτα από απόψεως εθνικής συνειδήσεως, τύπου Διαμάντη ή άλλων που προέκυψαν κατά την διαδικασίαν.
Η τελευταία πληροφορία διαρκώς επεβεβαιούτο. Ο κ. Λούβαρις εξέθεσεν απολογούμενος διότι δεν ωρκίσθη ως υπουργός μαζί μου και πόσην αντίδρασιν εκ μέρους των Ιταλών συνήντησαν οι Γερμανοί κατά τον σχηματισμόν της Κυβερνήσεως μου.
Ο Ναύαρχος Οικονόμου και ο τέως υπουργός Ρέντης κατέθεσαν σχετικώς τι επεδίωκαν οι Ιταλοί και πως εξεφράζοντο οι Γερμανοί δια τούτο.
Ωσαύτως είχομεν λόγους να πιστεύωμεν, ως προερρήθη, ότι οι Γερμανοί είτε εξ εχθροπαθείας έναντι, των Ιταλών, είτε δι' άλλους λόγους θα παρίσταντο υποστηρικταί μας,[2] πράγμα που θα μας ηυκόλυνε να δολιευώμεθα τους εισβολείς. Λέγω τούτο διότι θα ηδυνάμεθα να παραστέκωμεν συνήγοροι των εθνικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων· του σκλάβου — φευ — Ελληνικού Λαου και θα επωφελούμεθα εκ της επιδεικνυομένης υπό των Γερμανών αδυναμίας δια την Κυβέρνησίν μας. Ζημίαν δεν θα υφίστατο η Ελλάς εκ της αποδοχής της προτάσεως.

Yποσημειώσεις:
[1] ...  o στρατηγός Τσολάκογλου δέχτηκε τη θέση του πρωθυπουργού στην υπηρεσία των Γερμανών επειδή η πείρα του σαν διοικητή σώματος στρατού στην Αλβανία τον είχε πείσει ότι ο Άξονας  είχε κερδίσει τον πόλεμο και η Ελλάδα έπρεπε να βγει όσο μπορούσε λιγότερο ζημιωμένη από μία άσχημη υπόθεση. (C.M Woodhouse :Το μήλο της Έριδος.)
H συνθηκολόγηση του Τσολάκογλου έχει συχνά χαρακτηρισθεί καιΙ εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται ως η «προδοσία μιας πέμπτης φάλαγγας» με επικεφαλής τον στρατηγό. Όμως,η μελέτη των γεγονότων αναιρεί αυτές τις κατηγορίες. Με τον τρόπο που είχαν εξελιχθεί τα πράγματα, εκτός από την παράδοση, δεν απέμενε άλλη λύση παρά η άτακτη φυγή. Το δίλημμα αυτό δεν το παραδέχονται μόνο οι αντικειμενικοί παρατηρητές των Συμμάχων, αλλά και Έλληνες αντίπαλοι του στρατηγού. Εξίσου άστοχο θα ήταν να θεωρηθεί η απόφαση του Τσολάκογλου υπαίτια για τη συρρίκνωση της αμυντικής γραμμής στις Θερμοπύλες, όπου είχαν υποχωρήσει οι Άγγλοι, οι Αυστραλοί και οι Νεοζηλανδοί. Στην πραγματικότητα, ήδη από τις 13/15-4, η ηγεσία του Εκστρατευτικού Σώματος αντιμετώπιζε το ενδεχόμενο μιας ταχείας οπισΟοχώρησης. Έτσι, όταν ο αρχιστράτηγος Παπάγος συνιστά στους Αγγλους, στις 16-4, να αποχωρήσουν ώστε να αποφύγει η χώρα περαιτέρω καταστροφές, παραβιάζει ήδη ανοιχτές πόρτες.(Χάγκεν Φλάισερ: Στέμμα και Σβάστικα Τόμος Α σελ.89)
[2]

(Επόμενο)



Κυριακή 11 Αυγούστου 2013

RUDYARD KIPLING'S VERSE

THE WHITE MAN'S BURDEN (1899)
TAKE up the White Man's burden-
Send forth the best ye breed
Go bind your sons to exile
To serve your captives' need;
To wait in heavy harness,
On fluttered folk and wild
Your new-caught, sullen peoples,
Half-devil and half-child.

Take up the White Man's Burden—
In patience to abide,
To veil the threat of terror
And check the show of pride;
By open speech and simple,
An hundred times made plain,
To seek another's profit,
And work another's gain.
Take up the White Man's burden
The savage wars of peace
Fill full the mouth of Famine
And bid the sickness cease;
And when your goal is nearest
The end for others sought,
Watch Sloth and heathen Folly
Bring all your hope to nought


Take up the White Man's burden
No tawdry rule of kings,
But toil of serf and sweeper
The tale of common things.
The ports ye shall not enter,
The roads ye shall not tread,
Go make them with your living,
And mark them with your dead.

Take up the White Man's burden
And reap his old reward:
The blame of those ye better,
The hate of those ye guard
The cry of hosts ye humour
(Ah, slowly!) toward the light:
"Why brought ye us from bondage,
"Our loved Egyptian night?"

Take up the White Man's burden
Ye dare not stoop to less
Nor call too loud on Freedom
To cloak your weariness;
By all ye cry or whisper,
By all ye leave or do,
The silent, sullen peoples
Shall weigh your Gods and you.

Take up the White Man's burden
Have done with childish days
The lightly proffered laurel,
The easy, ungrudged praise.
Comes now, to search your manhood
Through all the thankless years,
Cold, edged with dear-bought wisdom,
The judgment of your peers!


Σχετικό:
Τα απαγορευμένα του Rudyard Kipling

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013

Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΤΟΥ ΑΛ. ΠΑΠΑΓΟΥ








Ο ΝΙΚΗΤΗΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΠΟΛΕΜΩΝ
 
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑΙ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ.
Ο Στρατάρχης Αλέξανδρος Παπάγος, καταγόμενος από πατριαρχικήν οικογένειαν των Κυδωνιών της Μ. Ασίας, εγεννήθη εις τας Αθήνας την 9ην Δεκεμβρίου 1883, εις μίαν απέριττον κατοικίαν επί της οδού Σταδίου, όπου σήμερον είναι το μέγαρον της Τραπέζης Εμπορικής Πίστεως. Ο πάππος του ήτο Πρόεδρος του δικαστηρίου εις την Σύρον και ο πατέρας του υποστράτηγος, ο οποίος διεκρίθη εις το στράτευμα δια το εξαίρετον ήθος του. Η μητέρα του Στρατάρχου κατήγετο από την μεγάλην ηπειρωτικήν οικογένειαν των Αβέρωφ και το γεγονός αυτό συνετέλεσεν ώστε ο Αλέξανδρος Παπάγος να λάβη μίαν καθαρώς ελληνοπρεπή μόρφωσιν, η οποία προπαρεσκεύασε το έδαφος δι ένα λαμπρόν στρατιωτικόν στάδιον.
Εις ηλικίαν 19 ετών ο Στρατάρχης, ότε απεφοίτησεν εκ του λυκείου Βούλγαρη Αθηνών, μετέβη εις τας Βρυξέλλας, όπου εφοίτησε μέχρι του 1904 εις την εκεί Στρατιωτικήν Σχολήν. Ευθύς μετά την έξοδόν του εκ της Σχολής παρέμεινεν επί διετίαν μετεκπαιδευόμενος εις την περίφημον Σχολήν Ιππικού του Υπρ, διοικητής της οποίας ήτο ο κατόπιν καταστάς διάσημος, ως υπερασπιστής του φρουρίου της Λιέγης, υποστράτηγος Λέμαν.

Εις την Σχολήν αυτήν ο Παπάγος διεκρίθη μεταξύ όλων των συμμαθητών του και μετά το πέρας των σπουδών του επανήλθεν εις την Ελλάδα την 15ην Ιουλίου 1906. Ένα μήνα αργότερον εισήρχετο εις τον Ελληνικόν Στρατόν ως ανθυπίλαρχος και από της πρώτης στιγμής κατέκτησε την εμπιστοσύνην της διοικήσεως του και την βαθείαν εκτίμησιν των συναδέλφων του. Άριστος εκπαιδευτής, συνδυάζων παραλλήλως και τήν πλήρη έπιτελικήν κατάρτισιν,- υπήρξεν εν αληθές κόσμημα διά τό Ίππικόν. Όταν, κατά τό 1910 ώς υπίλαρχος, ήτο υπασπιστής του τότε υπουργού τών Στρατιωτικών, εΐχεν ήδη αποκτήσει τό κύρος μιας στρατιωτικής φυσιογνωμίας. Ο Παπάγος, όπως είχεν είπει εις τό Υπρ ο Βέλγος στρατηγός Λέμαν, ήτο εξωπλισμένος εις την τελειότητα με την «Βίρτους Μιλιτάρε», την σύνθεσιν δηλαδή όλων των αρετών που αναδεικνύουν εις μεγάλους ήγέτας τους αληθείς στρατιώτας.


ΤΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣ
Με αυτήν λοιπόν την «Βίρτους Μιλιτάρε» έλαβε το βάπτισμα του πυρός κατά τας θρυλικάς εξορμήσεις της Φυλής δια την δημιουργίαν της Μεγάλης Ελλάδος. Ως αγγελιαφόρος του Αρχιστρατήγου—Βασιλέως Κωνσταντίνου κατά τους πολέμους 1912—13 έγραψε τας πρώτας σελίδας δόξης εις την επικήν ιστορίαν της στρατιωτικής σταδιοδρομίας του. Ήτο η ωραία εκείνη εποχή των μεγάλων ανατάσεων της Ελληνικής Ιδέας και ο Παπάγος εφάνη αντάξιος των προσδοκιών εκείνων που διέβλεπαν εις την μορφήν του ένα αυριανόν Στρατηλάτην. Ολίγας ημέρας μετά τους ευτυχείς γάμους του με την Μαρίαν Καλλίνσκη, εγγονήν του θρυλικού στρατηγού Τιμολέοντος Βάσσου, εγκαταλείπει την σφύζουσαν ζωήν της συνεχώς αναγενωμένης πρωτευούσης δια να σπεύση εις το μέτωπον. Υπηρετήσας αρχικώς ως διοικητής Ίλης αναγνωρίσεως με εξαίρετον δράσιν εκλήθη κατόπιν εις το Γενικόν Στρατηγείον δια μίαν άκρως εμπιστευτικήν και επικίνδυνον αποστολήν. Ωνομάσθη προσωπικός διαγγελεύς του Βασιλέως Αρχιστρατήγου. Και εις τον τομέα αυτόν ακτινοβολεί από της πρώτης στιγμής. Νυχθημερόν διασχίζει έφιππος τας εχθρικάς προφυλακάς, διαβιβάζων άδιακόπως τάς διαταγάς που ωδήγησαν εις τας θρυλικός εκείνας νίκας. Ο Αρχιστράτηγος—Βασιλεύς κατ' επανάληψιν τον τιμα με ευφήμους μνείας ενώ παραλλήλως τον συμβουλεύεται επί ζητημάτων τακτικής και η γνώμη του νεαρού Ιλάρχου Παπάγου είναι αξίωμα.

Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους αποστέλλεται τιμητικώς εις την Γαλλικήν Ακαδημίαν Πολέμου. Είσήλθεν και έξήλθεν πρώτος μεταξύ πολλών εκατοντάδων Γάλλων και ξένων αξιωματικών, διακριθείς ιδίως δια την στρατηγικήν αντίληψίν του, την ετοιμότητα εις την λήψιν αποφάσεων και την ηγετικήν του ιδιοφυΐαν. Όταν επανήλθεν εις την Ελλάδα ανέλαβε την διεύθυνσιν της εκπαιδεύσεως εις το Ιον Σύνταγμα Ιππικού Θεσσαλονίκης, ακολούθως υπηρέτησεν εις το Επιτελείον του Γ'. Σώματος Στρατού και εν συνεχεία ως Επιτελάρχης της ιδρυθείσης το πρώτον εις Αθήνας προτύπου Ταξιαρχίας Ιππικού.


ΕΙΣ ΤΗΝ Μ. ΑΣΙΑΝ
Ήδη είναι Ταγματάρχης. Αλλά κατά το 1917, προσχωρήσας εις την παράταξιν του Βασιλέως Κωνσταντίνου, εξορίζεται διαδοχικώς εις την Ίον, Θήραν, Μήλον και Κρήτην και το 1920, ανακληθείς εις την ενεργόν υπηρεσίαν με τον βαθμόν του αντισυνταγματάρχου ανέλαβε καθήκοντα Επιτελάρχου της Μεραρχίας Ιππικού υπό τον υποστράτηγον Καλλίνσκην. Εις το Μικρασιατικόν μέτωπον αποκαλύπτει όλην την εκχειλίζουσαν δύναμιν της ηρωικής ψυχής του. Κατά την περίφημον μάχην του Ουτς Σεράι σώζει, χάρις εις την προσωπικήν του γενναιότητα και ψυχραιμίαν, από μέγαν κίνδυνον τον τομέα του Α'. Σώματος Στρατού, όταν Τουρκική Μεραρχία Ιππικού έξηνάγκασεν εις υποχώρησιν τμήματα πεζικού. Ο Παπάγος αναλαβών πρωτοβουλίαν εις εκείνην την κρίσιμον στιγμήν ανεσυγκρότησε τους διαρρέοντας φυγάδας και ωθήσας αυτούς εις αντεπίθεσιν απεσόβησε την πραγματοποίησιν των προθέσεων του εχθρού.
Τον Σεπτέμβριον του 1922 μετά την επανάστασιν των συνταγματαρχών Πλαστήρα και Γονατά απομακρύνεται εκ νέου του στρατού δια να επανέλθη το 1926 επί οικουμενικής Κυβερνήσεως.
Αρχικώς μέ βαθμόν συνταγματάρχου υπηρέτησεν ως διοικητής της Μεραρχίας Ιππικού Λαρίσης και το 1931 προαχθείς εις υποστράτηγον ετοποθετήθη επι Κυβερνήσεως Ελευθερίου Βενιζέλου Υπαρχηγός του Γ.Ε.Σ.
Τό 1934 διωρίσθη Γενικός Επιθεωρητής Ιππικού και περί τας αρχάς του 1935, φέρων τον βαθμόν του αντιστρατήγου, ανέλαβε διαδοχικώς τας Διοικήσεις του Γ'. και Α'. Σώματος στρατού.
Το 1935 ο Αλέξανδρος Παπάγος διαπιστώσας ότι μετά το αποτυχόν κίνημα Βενιζέλου επεκράτει μεγάλη δυσφορία μεταξύ των αξιωματικών λόγω των συνεχών αναβολών του δημοψηφίσματος δια την επάνοδον του Βασιλέως, ανέλαβε την πρωτοβουλίαν εκκαθαρίσεως της καταστάσεως. Προς τούτο, κατόπιν συνεννοήσεως μετά των αρχηγών Ναυτικού και Αεροπορίας αντιναυάρχου Οικονόμου και υποπτεράρχου Ρέππα, προέβη εις έντονον διάβημα προς τον τότε πρωθυπουργόν Παναγήν Τσαλδάρην προκαλέσας παραίτησιν τής Κυβερνήσεως του Λαϊκού Κόμματος.
Οι τρεις στρατιωτικοί ηγέται εκάλεσαν κατόπιν τούτου τον Γεώργιον Κονδύλην και τον εξουσιοδότησαν να σχηματίση νέαν Κυβέρνησιν με υπουργόν των Στρατιωτικών τον Αλέξανδρον Παπάγον. Ολίγας ημέρας αργότερον η Εθνοσυνέλευσις κατέλυε την Δημοκρατίαν και κατόπιν θριαμβευτικού υπέρ του Βασιλέως Δημοψηφίσματος, ο Αλέξανδρος Παπάγος μετέβη εις Λονδίνον και μετέδωσεν επισήμως εξ ονόματος του Έθνους εις τον Βασιλέα το μήνυμα της επανόδου του εις τον θρόνον.
Μετά την παλινόρθωσιν της Βασιλείας σχηματισθείσης υπηρεσιακής Κυβερνήσεως υπό τον καθηγητήν Κωνσταντίνον Δεμερτζήν, ο Παπάγος ανέλαβεν εκ νέου το υπουργείον Στρατιωτικών, εκ του οποίου απεχώρησε το 1936, δια ν' αναλάβη ολίγους μήνας αργότερον (όταν ήδη από της 4ης Αυγούστου 1936 είχεν ανέλθει εις την εξουσίαν ο Ιωάννης Μεταξάς, την Γενικήν Επιθεώρησιν στρατού.

ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ

Ο νέος Πρωθυπουργός, παλαιός Επιτελής των Βαλκανικών Πολέμων, ο οποίος περισσότερον παντός άλλου εγνώριζεν την στρατιωτικήν ιδιοφυΐαν του Αλεξάνδρου Παπάγου, του ενεπιστεύθη την ηγεσίαν του Γενικού Επιτελείου στρατού, με την ρητήν εντολήν να προπαρασκευάση ταχύτητα τον Στρατόν δια την άμυναν της χώρας, προ της συνεχώς αυξανομένης απειλής ενός νέου παγκοσμίου πολέμου. Δύναται να λεχθή μετά βεβαιότητος ότι, εξ ίσου, με το θαύμα του Έπους της Πίνδου και των αλβανικών ορέων υπήρξε μία μεγίστη επιτυχία του Στρατάρχου Παπάγου η προς πόλεμον προπαρασκευή της Ελλάδος. Ουδέποτε άλλοτε εις την στρατιωτικήν ιστορίαν της Ελλάδος αρχηγός στρατού αντιμετώπισεν τόσον κολοσσιαίας δυσχερείας εν όψει πολέμου. Ο Ελληνικός στρατός δεν είχεν τότε αριθμητικήν δύναμιν μεγαλυτέραν των 9 χιλιάδων ανδρών, εκ των οποίων μόνον 3 χιλιάδες εκάλυπτον τας επάλξεις των βορείων συνόρων. Ο οπλισμός ήτο ακατάλληλος και αι αποθήκαι επιστρατεύσεως χωρίς επαρκή εφόδια—μία επικίνδυνος γυμνότης, την οποίαν εγνώριζον ήδη οι εχθροί της Ελλάδος Τούτο απεκαλύφθη όταν κατά το κίνημα του 1935 όχι μόνον δεν κατέστη δυνατός ο εξοπλισμός και εφοδιασμός των επιστρατευθεισών εις μικράν κλίμακα μονάδων, αλλά και υπέστη η Ελλάς την ταπείνωσιν να δεχθή προτάσεις βοηθείας εκ μέρους των τότε συμμάχων βαλκανικών κρατών, ενώ εξ άλλου η Βουλγαρία ήτο έτοιμη να πλήξη την χώραν μας εκ των νώτων.
Αυτόν τον σκιώδη στρατόν παρέλαβεν ο Αλέξανδρος Παπάγος το 1936 και την αυγήν της 28ης Οκτωβρίου 1940 τον επρόβαλεν ενώπιον της καταπλήκτου ανθρωπότητος ως απαράμιλλον σύμβολον μαχητικότητος ακμαίου ηθικού και αποφασιστικότητος. Εις διάστημα τεσσάρων ετών παρά τας οικονομικάς δυσχερείας του τόπου εποπτεύων τα πάντα αυτοπροσώπως και περιβαλλόμενος από ένα Έπιτελείον αριστέων του Ελληνικού Στρατού εφωδίασεν αυτόν με συγχρονισμένον οπλισμόν, ωργάνωσε τας εφεδρείας προπαρεσκεύασεν την οχύρωσιν της μεθορίου και γενικώς επραγματοποίησεν ένα αληθή άθλον αθορύβως, χωρίς κομπασμούς, με ευσυνειδησίαν και πείσμα—ένα άθλον που διήνοιξε τον δρόμον προς την Νίκην του 1940.

Την 28ην Οκτωβρίου, ολίγας ώρας μετά την κήρυξιν του ελληνοϊταλικού πολέμου ο Βασιλεύς και ο Πρωθυπουργός Μεταξάς εν πλήρει ομοφωνία, ανέθεσαν εις τον Παπάγον την αρχιστρατηγίαν και από της στιγμής εκείνης ο ελληνικός στρατός ήρχιζε μίαν άνευ προηγουμένου εις την ιστορίαν άνισον μεν, νικηφόρον δε πάλην κατά του εχθρού. Εις διάστημα ολίγων ημερών ο αρχηστράτηγος Παπάγος εξέρριψε τους εισβολείς εκ του εθνικού εδάφους, τους απώθησεν εις τας απροσήτους κορυφογραμμάς της Βορείου Ηπείρου και τελικώς τους κατεδίκασεν εις πλήρη εξουθένωσιν υπό το δριμύ ψύχος και τας συνεχείς απωλείας. Υπό την ηγεσίαν του ο ελληνικός στρατός, ενώπιον της εκπλήκτου ανθρωπότητος, απηλευθέρωσε την Βόρειον Ήπειρον και συνέτριψε κυριολεκτικώς πολλαπλάσιας ιταλικάς δυνάμεις που είχαν κατακλύσει την Αλβανίαν. Χάρις εις το άριστον ηθικόν του, την εκχειλίζουσαν μαχητικήν ικανότητα του και το θαυμάσιον φρόνημα της ηγεσίας του ο ελληνικός στρατός ήτο ήδη έτοιμος περί την άνοιξιν του 1941, ότε απέτυχον όλαι αι ιταλικαί αντεπιθέσεις, να επιχειρήση την αποφασιστικήν εξόρμησιν δια να ρίψη τον έχθρόν εις την θάλασσαν.

ΥΠΟ ΤΟΝ ΖΥΓΟΝ ΤΩΝ ΚΑΤΑΚΤΗΤΩΝ
Η δημιουργηθείσα κρίσιμος κατάστασις εις τα βόρεια σύνορα και η επηκολουθήσασα τον Απρίλιον του 1941 γερμανική επίθεσις εις τα νώτα της της μαχομένης Ελλάδος δεν επέτρεψεν εις τον Αλέξανδρον Παπάγον ν' αξιοποιήση τας μεγαλειώδεις αυτάς νίκας τας οποίας είχεν πραγματοποιήσει ο ελληνικός στρατός εις την Αλβανίαν. Το μέτωπον κατέρρευσεν και οι νικηταί της Πίνδου υπεχρεώθησαν υπό την πίεσιν της υλικής δυνάμεως των χιτλερικών ορδών να ανακόψουν τον αγώνα. Κατά την κρίσιμον εκείνην στιγμήν ο Βασιλεύς Γεώργιος Β', αποφασισμένος να καταφύγη εις Κρήτην και εν συνεχεία εις την Αίγυπτον με την σχηματισθείσαν προσωρινήν Κυβέρνησιν επρότεινεν εις τον Παπάγον όπως τον ακολουθήση. Αλλά ο Νικητής της Πίνδου είπεν εις τον Βασιλέα ότι αδιαφορών δια τους κινδύνους προτίμα νά παραμείνη εις τήν πατρώαν γήν δια ν' αποδυθή εις νέους αγώνας. Και ενώ πράγματι ο Βασιλεύς Γεώργιος έφθανεν εις την Κρήτην και ανελάμβανεν αυτοπροσώπως την ηγεσίαν της εθνικής αντιστάσεως εις την εσχατίαν αυτήν της ελληνικής γης, ο Παπάγος έσπευσεν από της πρώτης στιγμής να προπαρασκευάση την αντίστασιν εις το εσωτερικόν της χώρας. Από του 1941 μέχρι του 1943 ήρχετο αθορύβως εις έπαφήν με ομάδας αξιωματικών και αγωνιστών όλων των οργανώσεων και την 20ήν Μαΐου 1943 αποφασίζει ν' αρχίση την εξόρμησιν κατά του κατακτητού. Την νύκτα της ημέρας εκείνης συνεκάλεσεν εις σύσκεψιν τους αντιστρατήγους Ιωάννην Πιτσίκαν, Δ. Παπαδόπουλον, Π. Δέδεν, Γ. Κοσμάν και Κ. Μπακόπουλον τους οποίους εκάλεσε όπως συνεργασθούν μαζί του δια την ένωσιν όλων των Ελλήνων εν όψει εντάσεως του συμμαχικού αγώνος. Υπεγράφη μάλιστα σχετικόν πρακτικόν και έκτοτε ο Παπάγος ήρχισε πολύμοχθον προσπάθειαν δια την δημιουργίαν όλων εκείνων των προϋποθέσεων προς έναρξιν αποφασιστικού και καλώς ωργανωμένου αγώνος.
Κατόπιν προδοσίας όμως, προφανώς των κομμουνιστών οι οποίοι είχον ανησυχήσει από την κίνησιν των στρατηγών, την 26ην Ιουλίου 1943 ο Αλέξανδρος Παπάγος και τέσσαρες εκ των ανωτέρω στρατηγών (διέφυγεν μόνον ο Αντιστράτηγος Παπαδόπουλος) συνελήφθησαν υπό των Γερμανών και κατόπιν δραματικών περιπετειών ήχθησαν όμηροι εις τα χιτλερικά στρατόπεδα του Ορενιεμπουργκ Φλόσεμπουργκ, Νταχάου και Νήντερντοφ, απηλευθερώθησαν δε μόλις τον Μάρτιον του 1945 υπό των αμερικανικών στρατευμάτων.
Ο Παπάγος επανήλθεν αμέσως εις Αθήνας και κατόπιν συντόμων επισκέψεων του εις Αίγυπτον και Αμερικήν παρεκλήθη τιμητικώς υπό του Βασιλέως και ανέλαβε καθήκοντα Μεγάλου Αυλάρχου.

Η ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΝΙΚΗΝ
Αλλά εν τω μεταξύ η ερυθρά ανταρσία εμαίνετο. Ξενοκίνητοι πράκτορες του κομμουνισμού εξαπέλυσαν δολοφονικάς επιθέσεις εις όλην την Ελλάδα και ένα κύμα απιστεύτου εις στυγνότητα βαρβαρότητος κατέπνιγεν εφιαλτικώς όλην την χώραν. Οι ένοπλοι συμμορίται περί τα τέλη του 1948 έκρουον ήδη τας πύλας της πρωτευούσης. Η κατάστασις γενικώς ήτο απελπιστικώς τραγική και η Ελλάς ευρίσκετο ήδη εν μέσω χάους και αγωνίας εις το χείλος τρομεράς αβύσσου ,μιας αβύσσου εις την οποίαν ενεφώλευεν η κομμουνιστική αποκτήνωσις και η δουλεία. Κατά την στιγμήν τούτην ο Αλέξ. Παπάγος εκλήθη να σώση δι άλλην μίαν φοράν την Ελλάδα. Πράγματι την 20ήν Ιανουαρίου κατόπιν εκκλήσεως του τότε Πρωθυπουργού Θεμιστοκλή Σοφούλη ανέλαβε την Αρχιστρατηγίαν των εθνικών ενόπλων δυνάμεων με ευρυτάτας αρμοδιότητας αι οποίαι δια πρώτην φοράν παρεχωρούντο υπό της Βουλής εις Έλληνα στρατιωτικόν ηγέτην. Ήρκεσε και μόνη η αναγγελία του χαρμοσύνου τούτου γεγονότος δια ν' αναπτερώση το φρόνημα του λαού. Από της πρώτης στιγμής ο Παπάγος ήρχισε δια ραγδαίων και σοφών εις οργανωτικήν τελειότητα μέτρων την πλήρη ανασυγκρότησιν των ενόπλων δυνάμεων. Εφωδίασε τον στρατόν με άφθονον οπλισμόν, επέβαλε την κατάλληλον διάρθρωσιν εις την ανωτάτην ηγεσίαν και προ παντός ώθησε τους πάντας εις μίαν άνευ προηγουμένου εξόρμησιν εναντίον των προδοτικών συμμοριών. Εις διάστημα ελαχίστων ημερών από της ανόδου του εις την Αρχιστρατηγίαν εξεκκαθαρίσθη η Πελοπόννησος, την άνοιξιν απελυτρώθη η Ρούμελη και η Θεσσαλία και το θέρος του ιδίου έτους 1949 ο Παπάγος επέτυχεν να συντρίψη ολοκληρωτικώς τον εχθρόν δια σειράς θυελλωδών επιθέσεων κατά τας οποίας ο ελληνικός στρατός απεκάλυψεν ενώπιον συμμάχων και εχθρών δι άλλην μίαν φοράν την ασύγκριτον, την θαυματουργόν μαχητικήν δυναμικότητα του. Οι εξωμόται συμμορίται ή εσωριάσθησαν νεκροί εις τας χαράδρας του Γράμμου και του Βίτσι ή εσύρθησαν αιχμάλωτοι δια να λογοδοτήσουν ενώπιον της Δικαιοσύνης της Πατρίδος ή εξερρίφθησαν εκεί οπόθεν ενεπνεύσθησαν την άτιμον προδοσίαν των, εις τάς γειτονικάς χώρας του Παραπετάσματος.

ΕΙΣ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ ΘΡΥΛΟΥ

ΤΟ Έθνος ητένιζεν από της στιγμής εκείνης προς τον Αλέξανδρον Παπάγον με λατρείαν και ευγνωμοσύνην. Τον ανύψωσεν η λαϊκή ψυχή εις τα όρια του θρύλου. Και η δόξα του επτερύγιζεν μέχρι του Θεού... Κατόπιν ομοφώνου αποφάσεως της Βουλής ο Βασιλεύς εν επιβλητική τελετή του απένεμεν ισοβίως τον τίτλον του Στρατάρχου της Ελλάδος, τίτλου πρώτην φοράν απονεμομένου εις Έλληνα στρατιωτικόν ηγέτην. Απετέλεσεν η τιμή αύτη την δικαιοτέραν επιβράβευσιν ενός γιγαντιαίου έργου αποπνέοντος σοφίαν, ιεράν πίστιν, αισιοδοξίαν, θείαν γαλήνην, αποφασιστικότητα και εκχειλίζουσαν δραστηριότητα. Ο λαός τον απεθέωνεν εις όλην την χώραν. Ουδείς Έλλην περιεβλήθη ποτέ με την αίγλην μιας τόσον ιεράς λατρείας και θαυμασμού.
Την 30ήν Μαίου του 1951, αφού επί 2 έτη από της ιστορικής νίκης του εις τον Γράμμον εργασθείς υπερανθρώπως κατέστησεν τον έλληνικόν στρατόν υπέρλαμπρον υπόδειγμα δι' όλον τον κόσμον, παρητήθη της Αρχιστρατηγίας και την 30ήν Ιουλίου του ιδίου έτους ανήγγειλεν την κάθοδόν του εις την πολιτικήν υπό την σημαίαν της εθνικής κινήσεως του «Ελληνικού Συναγερμού». 




Ατυχώς δια την Ελλάδα από του Φεβρουαρίου του 1955 ενώ ο Στρατάρχης ευρίσκετο εις την ακμήν του δημιουργικού έργου του, προσεβλήθη υπό ακαθορίστου μορφής ασθενείας (αρχικώς υπό γαστρίτιδος και εν συνεχεία γενικής εξασθενήσεως του οργανισμού) συνεπεία της οποίας επί πολύν χρόνον παρέμεινεν οικουρών αλλά χωρίς να παύση ούδ' επί στιγμήν ασκών ενεργώς τα καθήκοντα του.
 Αξίζει να εξαρθή ιδιαιτέρως το γεγονός ότι πρώτος αυτός έθεσεν ενώπιον των Ηνωμένων Εθνών το αίτημα περί αποδόσεως της Κύπρου εις την Ελλάδα και όταν την 5ην Οκτωβρίου 1955 ο Μέγας Στρατιώτης, ο Νικητής Αρχιστράτηγος άφηνε την τελευταίαν πνοήν του εις την απέριττον κατοικίαν της Εκάλης, αι τελευταίαι λέξεις του ήσαν δια την Κύπρον. Με το όνειρον μιας ελευθέρας Μεγαλονήσου και μιας αναγεννημένης Ελλάδος εξεκίνησεν δια την πολιτικήν σταδιοδρομίαν του και με το γλυκύ αυτό όνειρον που προσήγγιζεν τώρα εις την πραγματικότητα, άνήλθεν εις την αιωνιότητα.
Ο θάνατος του εβύθισεν εις το πένθος ολόκληρον το Έθνος. Διότι ο Στρατάρχης ήτο το παν δια την Ελλάδα. Υπήρξεν άξιος της Πατρίδος και ως στρατιώτης και ως χριστιανός και ως πολίτης. Έφυγε με την ψυχήν αγίαν όπως αγία θα είναι πάντοτε εις τους αιώνας η μνήμη του, μνήμη συμβολίζουσα ζωήν αφιερωμένην εις το μεγαλείον και την δόξαν της Ελλάδος.






Τετάρτη 7 Αυγούστου 2013

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ :ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ - ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

(Επιστροφή)
Μετά την σύναψιν της ανακωχής τόσον οι Σωματάρχαι και οι Μέραρχοι (πλην ενίων, οίτινες από της νυκτός του Μεγάλου Σαββάτου είχον λάβει την προς Αθήνας άγουσαν, συναποκομίζοντες τας αποσκευάς των), όσον και τα Επιτελεία τούτων παρεμείναμεν παρά τα Στρατόπεδα συγκεντρώσεως, κοντά εις τους νομιμόφρονας άνδρας μας δια να συμμεριζώμεθα τον πόνον των και δια να μεριμνώμεν δια την ταχυτέραν απελευθέρωσίν των και την μεταγωγήν των εις τας εστίας των.
Εν τη τοιαύτη μερίμνη ασχολούμενοι, αντελήφθημεν ότι ήτο δυνατός ο μετριασμός  του πόνου εκ της «σκλαβιάς» και των ωμοτήτων των Κατακτητών, από περιστατικά, κατά τα οποία συνηντήσαμεν την συναντίληψιν των Αρχών Κατοχής προς κατάπαυσιν  των ωμοτήτων και την ειλικρινή προσπάθειαν τούτων προς επανόρθωσιν των αδικοπραγιών που  συχνάκις παρετηρούντο» Ούτω:
α) Εις την Πρέβεζαν ήσαν αποθηκευμένα τα εφόδια, δι' ων θα διετρέφοντο οι εις τα πρόσκαιρα στρατόπεδα αξιωματικοί και οπλίται μας. Ταύτα εγκστελείφθησσν αφρούρητα παρά των αρμοδίων και διηρπάζοντο. Επειδή ο στρατός εκινδύνευε να μείνη νηστικός, απηυθύνθημεν προς τας Αρχάς Κατοχής, αίτινες εις εισήγησίν μας επέτρεψαν να αποστείλωμεν ένοπλον Τμήμα προς φρούρησιν των αποθηκών και και επιβολήν τής τάξεως.
β) Αξιωματικοί και οπλίται μας εληστεύοντο παρά των Γερμανών  χωρίς δυστυχώς νά ανθίστανται δεόντως οι ληστευόμενοι. Τουτ΄αυτό έλαβε χωράν εντός του εν Φιλιππιάδι ξενοδοχείου, όπου εστεγάζετο το Στρατηγείον Α' Σώματος και εις το Μέτσοβον όπου εστάθμευεν το B' Σώμα Στρατού. Εις έντονον δισμαρτυρίαν μου προς τον Γερμανόν μέραρχον εδόθησαν αμέσως διατσγαί προς επανόρθωσιν των αυθαιρεσιών. Το γεγονός τούτο παρέσχεν ημίν και αφορμήν να διαπιστώσωμεν ότι εχρειάζετο αντίταξις αντιστάσεως.
Εξεδώσαμεν όθεν διαταγήν, δια της οποίας το σφάλμα επερρίπτετο εις την παράλειψιν των ληστευθέντων  να αντιαταθώσιν ανδρικώς κατά των θρασέων αδικοπραγούντων  παρά τα διεθνώς παραδεδεγμένα.
γ) 0ι Ιταλοί προσεπάθουν να επιρρίψουν εις ημάς την ευθύνην της παραβιάσεως των όρων της ανακωχής εκ του γεγονότος, ότι ολόκληρος ο στρατός μας ευρέθη νοτιότερον της γραμμής διαχωρίσεις μεταξύ γερμανικής και ιταλικής κατοχής και συνεπώς ευρέθη εντός (158)
της κατεχομένης ζώνης υπό των Γερμανών.
Ως γνωστόν ημείς δεν είχομεν ευθύνην  τινά καθ' όσον εξεδώσαμεν διαταγήν να σταματήσουν όπου ευρίσκοντο τα στρατεύματα μας κατά το μεσονύκτιον της 23 Απριλίου.  Αν δεν ευρέθη τις εις την Ιταλικήν ζώνην τούτο αποδοτέον εις τον διατεθέντα χρόνον από 20—23 Απριλίου παρά της ιταλικής διπλωματίας, ήτις επροτίμησε την διατήρησιν του γοήτρου του στρατού της εκ της τηρήσεως ενός «τύπου» και επέδειξε την εκδικητικήν της μανίαν κατά των αόπλων στρατευμάτων και του αμάχου πληθυσμού, τους οποίους εβομβάρδιζε και έπολυβόλει με τα αεροπλάνα της επί  διήμερον.
Ωσαύτως οι Ιταλοί ηπείλουν ημας ότι θα εισήρχοντο εις Ιωάννινα εάν δεν εξαναγκάσωμεν τον στρατόν των Ιονίων Νήσων να καταθέση τα όπλα. Εκ του γεγονότος τούτου δύναται να εξαχθή το συμπέρασμα, ότι δεν διεπραγματεύθημεν την Ανακωχήν εκ μέρους ολοκλήρου του Ελληνικού Στρατού, ως κατ' επανάληψιν ισχυρίσθησαν τίνες άλλ' εκ μέρους του στρατού εν Ηπείρω και Δυτική Μακεδονία.
Ούτως ούτε τον εις Ιονίους Νήσους στρατόν διετάξαμεν να παύση τας εχθροπραξίας, ουδέ εις τας ιταλικάς αξιώσεις απεδώσαμεν σημασίαν.
Τουναντίον διεμαρτυρήθημεν εις τας Γερμανικάς Αρχάς δια τας υπερφιάλους και απειλητικάς αξιώσεις των Ιταλών και επεστήσαμεν την προσοχήν τούτων επί  της κακοπιστίας των, καταγγείλαντες, ότι ενήργουν εν Ιωαννίνοις προπαγάνδαν προς προσεταιρισμόν των ασθενών χαρακτήρων ίνα διασπασθή η  Εθνική ενότης.



Εκ των των συζητήσεων μετά των Γερμανών και εκ των αποφάσεων των αντελήφθημεν ότι εσόβει εχθροπάθεια και ότι δεν ήτο δύσκολον να έχωμεν την υποστήριξιν των Γερμανών κατά των αθεμίτων σχεδίων των Ιταλών, Οι Γερμανοί μας ενεθάρρυνον  υποσχόμενοι ότι θα ήσαν συμπαραστάται  μας.[1]
δ) Εις την Ήπειρον και ιδιαίτατα εις Ιωάννινα καθίστατο καταφανής η ανάγκη να προστατευθή ο πληθυσμός από τας τάσεις προς αυθαιρεσίας και ωμότητας των οπλιτών Γερμανών, τοσούτω μάλλον, καθ' όσον οι Διοικητικαί και Δικαστικαί Αρχαί είχον εγκαταλείψει τας θέσεις των, και κατά συνέπειαν οι πολίται δεν είχον που να προσφύγουν. Εις κάθε παράστασίν μας αι γερμανικαί αρχαί επεδείκνυον την συναντίληψίν των και την συνδρομήν των.
Εκ του εσωτερικού (Θεσσαλίας — Γρεβενών — Ηπείρου — Αιτωλοακαρνανίας) της Ελλάδος κατέφθανον πληροφορίαι ότι επεκράτει χάος και ότι τα πάντα έβαιναν προς την αποσύνθεσιν και την αναρχίαν. Αι πληραφορίαι εγίνοντο πιστεαταί διότι εγνωρίζομεν αφ' ενός μεν τας αναρχικάς τάσεις των φυγάδων, αφ' ετέρου δε την ανακλησιν των αξιωματικών και ανδρών της Χωροφυλακής προς τας Αθήνας και συνεπώς ότι η ζωή η τιμή και η περιουσία του φιλονόμου πληθυσμού της υπαίθρου χώρας ευρίσκόντο εις την διάθεσιν του κάθε κακοποιού.
Την σύγχυσιν και την αταξίαν επεδείνωσε το γεγονός, ότι πολλαί οικογένειαι προς αποφυγήν των συνεπειών του πολέμου (159) εκινήθησαν προς νότον. Αύται έπιπτο εις χείρας των φυγάδων ή των κακοποιών της κοινωνίας στοιχείων και εληστεύοντο.
Τα γεγονότα ταύτα και η επίγνωσις του μεγέθους της Εθνικής συμφορας και μαρτυρίων του Λαού εκ της Κατοχής διέγραφον μέσα εις την ψυχήν μας μελανόν το άμεσον μέλλον της Ελλάδος, δεδομένου ότι δια το απώτερον μέλλον είχομεν την πίστιν ότι θα ενίκα η Mεγάλη Βρεταννία και συνεπώς θα αποκαθίστατο ενδόξως η Πατρίς μας. Διά την έκβασιν του πολέμου,πρέπει να τονίσω, εγώ τουλάχιστον εΙχον εκδηλωθή προφορικώς και εγγράφως και ο τέως Πρόεδρος και καθηγητής Κανελλόπουλος εβεβαίωσεν ότι συνομιλών μαζί μου επί ημίσειαν ώραν την 8ην Μαίου 1941 ήκουε διαρκώς αισιοδόξους λόγους περί επαvόδoυ των Άγγλων και περί τής απαλλαγής του Λαού εκ της δουλείας.
Η σκέψις όλων μας εφέρετο προς την προφανώς απειλουμένην Εθνικήν Ενότητα λόγω του ότι ο Ελληνισμός ήτο εγκαταλελειμμένος εις την τύχην του ακαθοδήγητος και ανυπεράσπιστος . Ουδενός την αντίληψιν διέφευγε το γεγονός ότι ο Ελληνισμός θα υπέφερε τα πάνδεινα μέσα εις σκληρούς κατακτητάς και εις την προπαγανδιατικήν κίνησιν δύο προαιωνίων εχθρών που επιβουλεύονται τα Εθνικά μας εδάφη και την ελευθέριαν μας.Τo πνεύμα ανησυχιών, φόβοι μας και ίσως η απαισιοδοξία μας δια το εγγύς μέλλον του Λαού δεν εγεννήθησαν τώρα μέσα μας. Διέπνεον τα στήθη όλων προ της Ανακωχής και εξηκολούθουν ογκούμενοι εις φάσματα και μετά την Ανακωχήν, εις τρόπον, ώστε να βλέπωμεν ότι ανέκυπτεν η ανάγκη κάποιας αορίστως συλλαμβανομένης αντιστάσεως κατόπιν επισταμένης μελέτης και συστηματικής οργανώσεως.
Προχείρως επήλθεν εις την μνήμην μας το παράδειγμα του Σχολαρίου έναντι του Κατακτητού της Βασιλευούσης,
αλλά και τόσων ευγενών ομογενών και των αρματωλών εισέτι, οίτινες πάντες υπό το πρόσχημα τής καθυποταγής ειργάζοντο δια την ανάστασιν του Έθνους επί αιώνας, χωρίς ν' απολείπη τούτους η ελπίς και η υπομονή αλλά και χωρίς να φοβούνται μήπως παρεξηγηθούν από τους άλλους ομοεθνείς.
Υπό τοιαύτας συνθήκας και μέσα εις τοιαύτας, ως ανωτέρω, σκέψεις εύρεν ημάς η από 26 Απριλίου γενομένη πρότασις του αντιστρατήγου Μπίλετς ττερί συγκροτήσεως Κυβερνήσεως.
Η πρότασις αύτη κατ αρχάς μας εξέπληξε διότι ουδαμού, ουδέποτε εγένετο λόγος σχετικώς με τοιούτον ζήτημα μετά των Γερμανών. Ευθύς αμέσως εγνώσθη ότι εξ ακριτομυθίας των γερμανομαθών που συνομίλουν μέ διαφόρους Γερμανούς αξιωματικούς επληροφορήθησαν αι Aρχαί Κατοχής την κίνησιν του στρατηγού Μπάκου μετ' άλλων αξιωματικών ττρος σχηματισμόν κατά την Μεγάλην Παρασκευήν επαναστατικής Κυβερνήσεως, ήτις προυτάθη και εις εμέ την νύκτα προς την 20ήν Απριλίου και απερρίφθη ασυζητητί. Τους λόγους ανέπτυξα εις το Α' μέρος, οίτινες συνοψίζονται εις το ότι δεν επέτρεπα εις εμαυτόν να ττροσχωρήση όλως ατίμως εις το πλευρον των επιβουλευθέντων την ελευθερίαν μας Ιταλών και Γερμανών, γινόμενος εχθρός εκείνων που ηγγυήθησαν την ακεραιότητα της Πατρίδος μου και εθυσίαζον τέκνα των προς υπεράσπισιν του πατρίου μας εδάφους.


Υποσημειώσεις:
[1] Όταν ο  Χίτλερ υπέκυψε στον εκβιασμό του Μουσολίνι και έδωσε εντολή να εξαρτήσει τη συνθηκολόγηση από τη συναίνεση και τη συμμετοχή των Ιταλών δημιουργήθηκαν μέσα στο στράτευμα σοβαρές αντιδράσεις.Γράφει ο Φλάισερ στο Στέμμα και Σβάστικα σελ.87-88  "Η μεταστροφή αυτή λίγο έλειψε να οδηγήσει σε εξέγερση των Γερμανών στρατιωτικών. Ο Φραντς Ρίτερ Χάλντερ, γενικός επιτελάρχης της Ανώτατης Διοίκησης Στρατού (ΟΚ.Η), εκφράζει ως εξής την αγανάκτηση του: «Αυτή η πολιτική διαταγή εξευτελίζει αφόρητα τον Γερμανό στρατάρχη [...] ενώπιον του ελληνικού στρατού. Παρέχει λαβή για σκόπιμη παραποίηση της Ιστορίας που μέλλει να δώσει την εικόνα ότι οι Ιταλοί εξανάγκασαν τους Έλληνες σε συνθηκολόγηση, ενώ, στην πραγματικότητα, τη στιγμή της συνθηκολόγησης ούτε καν αψιμαχίες δεν διεξάγονταν μεταξύ των Ελλήνων και των Ιταλών [...]. Η συνθηκολόγηση οφείλεται αποκλειστικά στην παρουσία γερμανικών στρατευμάτων στη γραμμή οπισθοχώρησης».
Και, εν κατακλείδι, ο διοικητής της 12ης Στρατιάς αρνείται την «παραχάραξη της Ιστορίας» και αξιώνει την «ακριβή περιγραφή της στρατιωτικής κατάστασης στο γερμανικό στρατιωτικό ανακοινωθέν».
Μετά τις νέες δριμύτατες διαμαρτυρίες της ομάδας Λιστ, όσον αφορά το θέμα αυτό, ο Χίτλερ επιχειρεί να κατευνάσει τα πνεύματα διαβεβαιώνοντας ότι στη θέση του στρατάρχη θα «είχε πράξει το ίδιο ακριβώς». Ωστόσο, «αυτές οι παρασκηνιακές διαβεβαιώσεις δεν ωφελούν σε τίποτε», αφού, όπως αναφέρει με πικρία ο Χάλντερ, «ο Λιστ εξευτελίζεται επί σκηνής». 0 Χίτλερ, λόγω αυτών των απρόσμενων αντιδράσεων των στρατηγών του, επανέρχεται σε μια παλαιότερη σκέψη, «να αφήσουν», δηλαδή, «τους Έλληνες και τους Ιταλούς να τακτοποιήσουν μόνοι τους λογαριασμούς τους», δυτικά της γραμμής Πίνδου-Αχελώου και να κλείσουν αυτό το σύνορο με γερμανικά στρατεύματα..  
 (Επόμενο)