(Aπό την Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου Εκδόσεως ΡURNELL,).
Μετάφραση Αντγου ε.α. ΝΙΚ. Κ. ΠΑΠΑΡΡΟΔΟΥ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΕΚΔΟΤΟΥ
Μπάρι Πιττ ·
Το πρωί της 24ης Αυγούστου 1939 ο κόσμος έμαθε με κατάπληξη ότι ύστερ' από έξη χρόνια σχεδόν συνεχούς υστερικής κατακραυγής εναντίον της Σοβιετικής Ρωσίας και της πιο λυσσαλέας καταδιώξεως των κομμουνιστών οπουδήποτε μπορούσε να τους βρη, ο Χίτλερ είχε συνάψει σύμφωνο μη επιθέσεως με τον Στάλιν. Οι προπαγανδιστικές μηχανές και στις δύο χώρες ανήγγειλαν ότι μόνο σε τέτοιες καλά οργανωμένες κοινότητες, όπως ήσαν οι δικές τους, ήταν δυνατό ν' ασκηθή τέτοια ρεαλιστική πολιτική!
Ρεαλιστική ή όχι για την Γερμανία ή την Ρωσία (μεταγενέστερα γεγονότα επρόκειτο να εμφανίσουν κάποια βασική ανωμαλία στην κατάσταση), για την Πολωνία τουλάχιστο, η υπογραφή συμφώνου μεταξύ των δύο γιγάντων προοιώνιζε έσχατο κίνδυνο. Σε όλη της την ιστορία, η Πολωνία μπόρεσε να υπάρξη ως κράτος μόνο όταν οι δύο γείτονες της βρίσκονταν σε εχθρικές σχέσεις. Από την στιγμή που συμμάχησαν, η τύχη της είχε κριθή, γιατί μυστικοί όροι στο σύμφωνο είχαν ήδη τεμαχίσει το έδαφός της στο χαρτί πριν αρχίση η επίθεση.
Τα πολιτικά γεγονότα που οδήγησαν στην μοιραία αυτή συμμαχία περιγράφονται από τον Ντόναλντ Ουάττ, που εξακολουθεί την αφήγηση του για το τελευταίο έτος της ειρήνης. Στο παρόν τεύχος τελειώνει την ιστορία του με την κήρυξη του πολέμου από την Βρεττανία και την Γαλλία στις 3 Σεπτεμβρίου. Κατά την ημερομηνία αύτη οι εχθροπραξίες είχαν ήδη αρχίσει. Πραγματικά, ο πόλεμος άρχισε στις 04.45' το πρωί της 1ης Σεπτεμβρίου 1939, όταν γερμανικές μεραρχίες πέρασαν τα πολωνικά σύνορα, Στούκας της Λουφτβάφφε έπεσαν απάνω στον μη συγχρονισμένο πολωνικό στρατό και γερμανικές φάλαγγες αρμάτων προχώρησαν βαθειά στο έδαφος πίσω απ' αυτόν, αποκόπτοντας τις γραμμές συγκοινωνιών του και σκορπίζοντας χάος και σύγχυση στο δρόμο τους.
Μέσα σε πέντε βδομάδες —όπως περιγράφουν τόσο γραφικά ο Πολωνός ιστορικός συνταγματάρχης Σαβκζίνσκι (Sawczynski) και ο επιτελάρχης του στρατηγού Γκουντέριαν, Βάλτερ Νέριγκ (Νehring)—η εκστρατατεία ειχε τελειώσει και η Πολωνία είχε πέσει σε δουλεία που θα διαρκούσε πέντε χρόνια και που όταν πέρασαν κι' αυτά απλώς άλλαξε τον ένα κυρίαρχο για ένα άλλον.
«Η Ευρώπη στις παραμονές του πολέμου. Η Βρεττανία είναι σύμμαχος με τη Γαλλία, την Πολωνία και την Τουρκία και έχει μια συνεννόησι με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Η Γερμανία είναι σύμμαχος με την Ιταλία και έχει μια συνεννόησι και ένα σύμφωνο μη επιθέσεως με τη Σοβιετική Ένωση».
Αυτή η δεύτερη δουλεία είχε στην πραγματικότητα προαναγγελθή πριν ακόμα ολοκληρωθή η πρώτη, όπως δείχνει η αφήγηση του συνταγματάρχου Αντώνωφ (Antonov), για την ρωσική επέμβαση από την ανατολή—αλλά τουλάχιστο η Ρωσία δεν είχε ποτέ κρύψει την αντιπάθεια της προς την Πολωνία, ούτε υπήρξε σ' αυτό το στάδιο σύμμαχος εκείνων που είχαν εγγυηθή την ανεξαρτησία της Πολωνίας. Η Βρεττανία και η Γαλλία είχαν διαβεβαιώσει την Πολωνία ότι θα την βοηθούσαν- είναι αλήθεια ότι αυτή η εγγύηση μπορεί να επροκάλεσε την δράση του Χίτλερ αυτόν τον καιρό- και όταν ήρθε η στιγμή της αποφάσεως, δεν έκαμαν τίποτα το πρακτικό για να πραγματοποιήσουν τις υποσχέσεις τους. Η ιστορία θα κρίνη ότι η διαγωγή τους δεν υπήρξε ούτε έντιμη ούτε καν έξυπνη, γιατί μια πίεση κατά των δυτικών οχυρώσεων της Γερμανίας θα είχε τουλάχιστο ανακουφίσει κάπως το μαρτύριο της Πολωνίας και πιθανόν να την είχε σώσει από την ολοκληρωτική και συντριπτική υποδούλωση.
Ευρώπη : Μάρτιος / Σεπτέμβριος 1939
ΠΡΟ ΤΟΥ ΚΕΡΑΥΝΟΒΟΛΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Υ π ό Ν τ ό ν α λ τ Ο υ ά τ τ
Οι πέντε μήνες που χωρίζουν την εγγύηση της Βρεττανίας προς την Πολωνία από την επίθεση της Γερμανίας εναντίον αυτής της χώρας, υπήρξαν πυρετώδεις. Καθ' όλο αυτό το μακρύ καλοκαίρι οι διπλωμάτες μπλόφαραν, κολάκευαν, απειλούσαν, συζητούσαν, παζάρευαν τα στοιχήματα ήσαν μεγάλα, η ένταση τεράστια. Στην αρχή φάνηκε ότι ο Χίτλερ μπορούσε να συγκρατηθή · κατόπιν ήρθε το διπλωματικό πλήγμα που παρέλυσε την Δύση, η μεταβολή που έκανε η Σοβιετική Ρωσία. Τελικά, όταν ήταν πια πολύ αργά για διαπραγματεύσεις, τα μικρότερα κράτη βρέθηκαν να είναι πιόνια στα χέρια των μεγαλυτέρων δυνάμεων — και οι μεγαλύτερες δυνάμεις φάνηκαν να είναι κι' αυτές πιόνια στα χέρια της μοίρας.
Στις 15 Μαρτίου 1939 γερμανικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Τσεχοσλοβακία και κατέλαβαν την Πράγα. Δύο ημέρες αργότερα, ο Τσάμπερλαιν, σ' ενα δημόσιο λόγο του στο Μπίρμιγχαμ, κατηγόρησε τον Χίτλερ ότι παρέβη τον λόγο του. Στις 22 Μαρτίου, γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν την παληά γερμανική πόλη Μέμελ στη Λιθουανία, αναγκάζοντας αυτό το κράτος να υπογράψη μια συνθήκη με την οποία δεχόταν την επιστροφή του Μέμελ στην Γερμανία. Αναγνωρίζοντας μια αντιστοιχία μεταξύ του Μέμελ και του παλαιού γερμανικού λιμένα του Δάντσιχ στην Πολωνία, οι Πολωνοί ανήγγειλαν, στις 28 Μαρτίου, ότι κάθε απόπειρα των Γερμανών για αλλαγή του καθεστώτος του Δάντσιχ χωρίς την συγκατάθεση των Πολωνών θα οδηγούσε σε πόλεμο. Στις 31 Μαρτίου, η Βρεττανία παραχώρησε στην Πολωνία μία μονόπλευρη εγγύηση εναντίον γερμανικής επιθέσεως. Διπλωματικές συνομιλίες άρχισαν μεταξύ της Δύσεως και της Σοβιετικής Ενώσεως.
ΑΠΡΙΛΙΟΣ : ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΕΜΛΙΝΟ
Η Βρεττανική ενέργεια να δώση εγγύηση στην Πολωνία, μετέτρεψε εντελώς τη σκηνή· στενοχώρησε τις σοβιετικές αρχές, που είδαν σ' αυτή ,μια ακόμα ένδειξη, την απροθυμία των Βρεττανών να τους μεταχειρισθούς σαν σοβαρό συνεταίρο. Ο Λιτβίνωφ διεκήρυξε ότι η Σοβιετική κυβέρνησιν είχε εξαντλήσει την υπομονή της και θα έμενε αμέτοχος από κάθε ανάληψη υποχρεώσεων. 'Έκαμε μια άλλη απόπειρα νά διαπραγματευθή από δική του πρωτοβουλία με τα βαλτικά κράτη και προέβη σε κρούσεις στην νοτιοανατολική Ευρώπη. Η αντίδραση όμως αυτή δεν διήρκεσε πολύ. Η διαπίστωση του Κρεμλίνου ότι η Βρεττανική εγγύηση δεν είχε καμμία έννοια χωρίς την ρωσική υποστήριξη, ενθάρρυνε τα Σοβιέτ να προβάλουν τις απαιτήσεις των στην Βρεττανία, και στις 6 Απριλίου ο υπουργός των των εξωτερικών έθεσε το ζήτημα των Αγγλο - ρωσικών επιτελικών συμφωνιών. Στίς 18 Απριλίου, ο Λιτβίνωφ πρότεινε μία δεκαετή συμμαχία μεταξύ της Βρεττανίας, της Γαλλίας και της Σοβιετικής Ενώσεως.
H ενέργεια της Ιταλίας (που οι Βρεττανοί πίστευαν σταθερά ότι είχε συντονισθή με τον Χίτλερ), φαινόταν τώρα ν' απαιτή την επέκταση του συστήματος των εγγυήσεων των στην Ελλάδα, ακόμα και στην Τουρκία. Από μιά άποψη αυτό θα έκανε τις εγγυήσεις των να φαίνονται λιγώτερο πιστευτές' από το άλλο μέρος όμως παρείχε την ευκαιρία να συγκροτηθή μια ισχυρή Βαλκανική ένωση εναντίον των δυνάμεων του Άξονος. Τούτο θα μπορούσε να γίνη ειδικώτερα αν θα ήταν δυνατό να πεισθή η Βουλγαρία να παραμερίση την παληά της εχθρότητα κατά της Ρουμανίας και της Ελλάδος και να μπη στο Βαλκανικό Σύμφωνο. Στις 13 Απριλίου δόθηκαν άγγλο - γαλλικές εγγυήσεις στην Ρουμανία, η δε Ελλάς και η Τουρκία απήντησαν σε βολιδοσκοπήσεις ότι κατ' αρχήν θα ήσαν διατεθειμένες ν' ανταλλάξουν παρόμοιες εγγυήσεις, με την Βρεττανία. Οι Τούρκοι ανέλαβαν επί πλέον να προσεγγίσουν την Βουλγαρική κυβέρνηση με την άποψη της δυνατής συμμετοχής της Βουλγαρίας στην προτεινόμενη ένωση.
Στο μεταξύ η γαλλική κυβέρνηση δοκίμασε να παίξη το δικό της παιγνίδι στις διαπραγματεύσεις για μια συμμαχία με την Σοβιετική Ένωση. Ο Γάλλος υπουργός των εξωτερικών Ζωρζ Μποννέ, επρότεινε στις 15 Απριλίου να υπογραφή μια προσθήκη στο Γάλλο - Σοβιετικό Σύμφωνο του 1935, που θα υποχρέωνε τη Ρωσία να σπεύση σε βοήθεια της Γαλλίας εάν αυτή θα δεχόταν επίθεση εκ μέρους της Γερμανίας εξ αιτίας της βοήθειας που θα έδινε στην Πολωνία και στη Ρουμανία. Ωστόσο αυτό ερχόταν σε σύγκρουση αφ' ενός μεν προς την επιθυμία της Βρεττανίας για το επείγον και αφ' ετέρου προς κάποια ανησυχία που είχε αρχίσει να αισθάνεται το Βρεττανικό Φόρεϊν Όφφις από την έλλειψη οιουδήποτε αντιστοίχου προς τις Βρεττανικές εγγυήσεις της Πολωνίας, της Ρουμανίας και της Ελλάδος και της σχεδιαζόμενης εγγυήσεως για την Τουρκία. Όπως έβλεπαν το πράγμα από το Λονδίνο, η σοβιετική κυβέρνηση φαινόταν να παρέχη χαρακτηριστικώς πολύ λίγα ως αντάλλαγμα των εμμέσων εγγυήσεων της δικής της ασφαλείας που περιείχαν οι βρεταννικές εγγυήσεις προς την Πολωνία και τη Ρουμανία. Γι' αυτόν τον λόγο, ο Βρεττανός πρέσβυς στην Μόσχα, σερ Ουίλλιαμ Σηντς, εκάλεσε στις 15 Απριλίου τον Λιτβίνωφ να διακηρύξη αντίστοιχη εγγύηση υπέρ της Πολωνίας και της Ρουμανίας, που να ταιριάζη με εκείνη που είχε δώσει η Βρεττανία.
Η πρόταση ήταν η ϊδια ατυχής, καθόσον ήταν πολύ λιγώτερο από την προσφορά βοηθείας που οι Ρώσοι είχαν την πεποίθηση ότι είχαν κάμει ήδη.
Όταν όμως συσχετίσθηκε με την απόδειξη της βρεττανικής αναμίξεως στην Τουρκία, επροκάλεσε τους πατροπαράδοτους ρωσικούς φόβους περί βρεττανικής εισόδου στον Εύξεινο Πόντο και βρεττανικής ηγεμονίας στα Βαλκάνια. Στις 22 Απριλίου, ο σοβιετικός υφυπουργός των εξωτερικών Βλαδιμίρ Ποτέμκιν εστάλη να περιοδεύση στις βαλκανικές πρωτεύουσες για να διερεύνηση πόσο είχαν προχωρήσει τα σχέδια για την συγκρότηση μιας βαλκανικής ενώσεως υπό βρεττανική ηγεσία. Στο μεταξύ, ο Λιτβίνωφ προέβη σε κείνο που θα ήταν η τελευταία του πρόταση για συλλογικό σύμφωνο εναντίον της Γερμανίας. Στις 18 Απριλίου πρότεινε μια δεκαετή άγγλο - γάλλο - σοβιετική συμμαχία εναντίον γερμανικής επιθέσεως είτε κατά των ιδίων που θα την υπέγραφαν είτε κατά των κρατών της Ανατολικής Ευρώπης.
Η πρόταση του Λιτβίνωφ απερρίφθη. Οι Βρεττανοί προσπαθούσαν να δημιουργήσουν μια κατάσταση πραγμάτων που θα οδηγούσε τον Χίτλερ σε μια τράπεζα συσκέψεως, και όχι μια στρατιωτική συμμαχία για να τον καταστρέψουν. Κατά την άποψη των, μια άγγλο - γάλλο - σοβιετική συμμαχία δεν θα γινόταν αποδεκτή από την Πολωνία και την Ρουμανία" θα έπαιρνε πολύν καιρό για διαπραγματεύσεις και άλλωστε δεν θα ήταν αναγκαία, εφ' όσον η Βρεττανία είχε αναλάβει ήδη ρητές υποχρεώσεις προς την Πολωνία, την Ρουμανία και την Τουρκία. Η πολιτική του Χίτλερ, όπως την έβλεπαν, ήταν να δημιουργήση τον μεγαλύτερο βαθμό φόβου στους γείτονες της Γερμανίας με την μικρότερη προσπάθεια, αλλά να μην κινηθή εναντίον τους, εκτός αν νόμιζε ότι μπορούσε ν' αποφύγη την πρόκληση γενικού πολέμου. Μια ενίσχυση της Βαλκανικής Συνεννοήσεως και η πολωνό - ρουμανική συμμαχία με βρεττανική υποστήριξη και η υπόσχεση σοβιετικής βοηθείας — εάν χρειαζόταν και ήταν επιθυμητή — θα ήσαν αρκετά, κατά την βρεταννική άποψη, για να τον συγκρατήσουν.
ΜΑΪΟΣ: ΔΙΚΤΥΑ ΤΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑΣ
η απόρριψη της προτάσεως του Λιτβίνωφ —όταν συσχετισθή με την απόδειξη της βρεττανικής διπλωματικής επιτυχίας στα Βαλκάνια και με την βαλκανική αντίσταση εναντίον Σοβιετικής βοηθείας κατά της Γερμανίας— πρέπει να φάνηκε ύποπτος στην Μόσχα, παρ' όλο ότι ο Ποτέμκιν είπε ότι ήταν ικανοποιημένος. Παντού το Σοβιέτ γίνονταν δεκτά μόνο ως συμπλήρωμα της βρεττανικής πολιτικής, ως εξασφάλιση κατά της αποτυχίας της να κάνη τον Χίτλερ να λογικευθή" παντού η βρεττανική πρωτοβουλία και ηγεσία κυριαρχούσαν— στην Βαλτική, στα Βαλκάνια και στην Πολωνία και την Ρουμανία. Η Σοβιετική Ένωση εξακολουθούσε να είναι έξω από τον κύκλο. Όταν ο Ποτέμκιν έφθασε στην Άγκυρα στις 29 Απριλίου, παρέμεινε κατ' ουσίαν άπρακος επί τέσσερες ημέρες. Στις 4 Μαΐου, η είδηση της αποπομπής του Λιτβίνωφ και της αντικαταστάσεως του από το δεξί χέρι του Στάλιν, τον Βυατσεσλάβ Μολότωφ, επροκάλεσε παγκόσμια κατάπληξη.
Η είδηση αυτή επροξένησε την ίδια κατάπληξη στους Γερμανούς όπως και στους Δυτικούς. Κατά την διάρκεια του Απριλίου, ο Χίτλερ πρέπει να είχε αρχίσει να αισθάνεται ότι τον περιέσφιγγε λίγο εκείνο που η γερμανική προπαγάνδα επέμενε ν' αποκαλεί βρεττανική κυκλωτική πολιτική. Είναι αλήθεια ότι οι διπλωμάτες του σημείωσαν μια δευτερεύουσα επιτυχία στον βορρά όταν κατόρθωσαν ν' ανακοπή η ρωσική προσπάθεια για διαπραγματεύσεις συμφώνων μη επιθέσεως με την Λεττονία, την Εσθονία και την Λιθουανία και αντιθέτως έπεισαν αυτές τις χώρες, να δεχθούν την σύναψη συμφώνων μη επιθέσεως με την Γερμανία. Άλλα παρόμοια πίεση επί των Τούρκων στην Άγκυρα και επί του Ρουμάνου υπουργού των εξωτερικών δεν κατόρθωσε ν' απόσπαση αυτές τις χώρες από το «μέτωπο» που εμπνεόταν από τήν Βρεττανία. Και για να κάμουν τα πράγματα χειρότερα, οι Βρεττανοί ξεκαθάρισαν τήν υποχρέωση τους να μετάσχουν σε πόλεμο στην ηπειρωτική Ευρώπη στις 26 Απριλίου, όταν ο υπουργός των στρατιωτικών Λέσλι Χόαρ - Μπελίσσα ανήγγειλε τήν εισαγωγή της υποχρεωτικής στρατεύσεως στην Βρεττανία. Και, επί πλέον, οι Γερμανοί διπλωμάτες δεν προχώρησαν πιο πολύ στις διαπραγματεύσεις των για συμμαχία με την Ιαπωνία.
Ο Χίτλερ αντέδρασε όπως θα περίμενε κανείς στήν βρεττανική αναγγελία της υποχρεωτικής στρατεύσεως. Στις 28 Απριλίου, το Βίλχελμσχάβεν κατήγγειλε το γερμανό - πολωνικό σύμφωνο μη επιθέσεως και τη ναυτική συμφωνία του 1935 με τη Βρεττανία — τις δύο συνθήκες που ανέφερε πάντοτε, όταν αντέκρουσε τις κατηγορίες ότι δεν κρατούσε τον λόγο του σε ό,τι αφορούσε τις υποχρεώσεις των συνθηκών. Στην πραγματικότητα, υπήρχαν σοβαροί τεχνικοί λόγοι, από την γερμανική άποψη, για τους οποίους η ναυτική συμφωνία έπρεπε να καταγγελθή : η Γερμανία επρόκειτο ακριβώς τότε να καθέλκυση δύο νέα θωρηκτά που οι όροι της συμφωνίας απαγόρευαν σαφώς. Η χειρονομία υπήρξε αναμφιβόλως ικανοποιητική για τον Χίτλερ, αλλά δεν θα μπορούσε κανείς να πη ότι βελτίωσε την διπλωματική του θέση. Είναι αλήθεια ότι έχανε γρήγορα τήν υπομονή του με την διπλωματία.
Στις 6 Μαΐου ο Ρίμπεντροπ επρόκειτο να συνάντηση τον Ιταλό συνάδελφο του, κόμητα Τσιάνο, στο Μιλάνο, για να προτείνη μια διμερή Γερμανό - ιταλική συμμαχία στην οποία θα μπορούσε να προσχωρήση η Ιαπωνία όταν θα είχαν τελικώς έξομαλυνθή οι εσωτερικές της διαφωνίες. Αλλά ο Χίτλερ είδε ότι μια γερμανό - ιταλική συμμαχία δεν θα μπορούσε μόνη της να συγκρατήση την Βρεττανία και την Γαλλία και να τον αφήσουν ελεύθερο να επιτεθή κατά της Πολωνίας, εφ' όσον η Βρεττανία και η Γαλλία θα στηρίζονταν στην προοπτική σοβιετικής υποστηρίξεως. Αν θα μπορούσε ν' απόσπαση την Σοβιετική Ένωση από την Δύση, το πράγμα θα ήταν διαφορετικό.
ΔΟΚΙΜΑΣΤΙΚΕΣ ΚΡΟΥΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΡΩΣΙΑ
Η ιδέα για ένα γερμανο-σοβιετικό σύμφωνο δεν είχε ποτέ εγκαταλειφθή εντελώς σε διάφορους γερμανικούς στρατιωτικούς και διπλωματικούς κύκλους. Υπήρχε πάντοτε μια μικρή ομάδα που δεν λησμονούσε ότι η Γερμανία—όταν της ήταν απαγορευμένο να έχη άρματα και άλλα βαρεία όπλα στο έδαφος της —είχε κάνει ασκήσεις αρμάτων κατά τα χρόνια μετά το 1920, μαζί με τον ερυθρό στρατό, και είχε κατασκευάσει δηλητηριώδη αέρια, με σοβιετική συνεργασία, σε ρωσικό έδαφος. Εκείνον τον καιρό, η εχθρότητα κατά της Πολωνίας ήταν ο ισχυρότερος δεσμός μεταξύ της Γερμανίας και της Σοβιετικής Ρωσίας, και υπήρχον πάντοτε εκείνοι που αισθάνονταν λύπη και στενοχώρια για τον τερματισμό της γερμανο-σοβιετικής συνεργασίας και για τη σύναψη του συμφώνου μη επιθέσεως με την Πολωνία κατά τον πρώτο χρόνο μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία το 1933.
Δεν είναι, λοιπόν, εκπληκτικό το ότι η επιδείνωση των γερμανο-πολωνικών σχέσεων κατά τα τέλη Μαρτίου του 1939, έστρεψε την σκέψη πολλών προς τήν ιδέα της αναβιώσεως της παληάς φιλίας με την Σοβιετική Ένωση, Στην πραγματικότητα, φαίνεται ότι η ιδέα ανακινήθηκε για πρώτη φορά στο περιβάλλον του Χίτλερ κατά τα τέλη Μαρτίου. Βρήκε συμπληρωματική υποστήριξη στις 15 Απριλίου, όταν ο Μουσσολίνι συνέστησε ρητώς στον Γκαίριγκ ότι η Γερμανία θα έπρεπε να συνάψη καλές σχέσεις με τη Σοβιετική Ένωση.
Ωστόσο, δύο ημέρες πριν, ο Ρίμπεντροπ και ο Τσιάνο είχαν τελικώς υπογράψει την συνθήκη συμμαχίας που είναι γνωστή ως «Χαλύβδινο Σύμφωνο». Συγχρόνως, είχε σταλή ένα επείγον τηλεγράφημα στο Τόκιο που ζητούσε από τους Ιάπωνες συμμετοχή στη συνθήκη. Στις 23 Μαΐου, ο Χίτλερ ένοιωσε αρκετά σίγουρος για τον εαυτό του ώστε ν' αποκάλυψη τα σχέδια του στους στρατηγούς του " ο λόγος του διευκρίνησε ότι είχε αποφασίσει να επιτεθή κατά της Πολωνίας, «στην πρώτη ευκαιρία που θα παρουσιαζόταν». Η κατάκτηση της Πολωνίας θα άνοιγε τον δρόμο προς τα Βαλτικά Κράτη, θα έδινε στη Γερμανία εκτεταμένα γεωργικά εδάφη και δουλικά εργατικά χέρια και θ' απομάκρυνε τον κίνδυνο μιας πολωνικής επιθέσεως στην περίπτωση μιας αναμετρήσεως με την Δύση.
Ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτος' αλλά πρώτα έπρεπε η Πολωνία ν' απομονωθή. Εάν παρενέβαιναν η Γαλλία και η Βρεττανία τότε ο αγών θα πρέπει κατά πρώτο λόγο να διεξαχθή εναντίον τους' εάν η Ρωσία μετείχε στη σύρραξη παρα το πλευρό τους, τότε η Γαλλία και η Βρεττανία θα έπρεπε να χτυπηθούν με «λίγα συντριπτικά πλήγματα», συγχρονιζόμενα με την κατάληψη των βελγικών και των ολλανδικών αεροπορικών βάσεων. («Η Βρεττανία είναι ο εχθρός μας και η αναμέτρηση με την Βρεττανία είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου»). Εάν η Ρωσία θα έμπαινε στη μέση, θα ήταν επίσης δυνατόν να συγκρατηθή με την ελώθηση της Ιαπωνίας εναντίον της. Από το άλλο μέρος , πρόσθεσε ο Χίτλερ, δεν ήταν απίθανο η Ρωσία να μη δείξη ενδιαφέρον για την Πολωνία.
ΤΑ ΠΟΛΕΜΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΧΙΤΛΕΡ
Ο Χίτλερ διέταξε τότε την συγκρότηση ενός μικρού επιτελείου σχεδιάσεως , με αξιωματικούς από τους τρεις κλάδους των ενόπλων δυνάμεων για να εξετάση τα προβλήματα του Πολέμου με την Βρετανία. Όπως το είδε , η πρώτη αποστολή ήταν να νικήση την Γαλλία, να καταλάβη το Βέλγιο και την Ολλανδία' μετά απ΄αυτό , όλη η πολεμική παραγωγή της Γερμανίας θα μπορούσε να στραφή στην Λουφτβάφφε και στο ναυτικό προς τον σκοπό ν΄αποκλείση την Βρεττανία και να την εξαναγκάση να παραδοθή. Στο μεταξύ , το 1943-44 ορίσθηκε ως η χρονολογία της ολοκληρώσεως του γερμανικού προγράμματος εξοπλισμών.
Στο λόγο του ο Χίτλερ διευκρίνησε ότι είχε την πρόθεση να επιτεθή κατά της Πολωνίας αυτόν τον χρόνον και ότι ήλπιζε ότι θα μπορούσε να το κάνει χωρίς να παρασύρει στον πόλεμο την Βρερτανία και την Γαλλία.
Η Πολωνία έπρεπε να απομονωθή και προε αυτό το έργο είχε τώρα στραφή η γερμανική διπλωματία.
Η απομόνωση της Πολωνίας περιλάμβανε κατ΄ουσίαν τρεις ενέργειες:την απόσπαση της Ρουμανίας από την συμμαχία της με την Πολωνία ...............................................
..........................................................................................
ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ ΤΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕΩΣ
Τί επεδίωκε η σοβιετική κυβέρνηση ; Μια ένδειξη παρέχεται άπό ένα άρθρο της Ισβέστια της 11ης Μαΐου. Η γερμανο-ιταλική συμμαχία, έλεγε, δεν κατευθύνεται εναντίον της Σοβιετικής Ενώσεως άλλ' εναντίον της Βρεττανίας και της Γαλλίας. Εν τούτοις, η Βρεττανική πολιτική βασιζόταν σε μια προσπάθεια να πείση την Σοβιετική Ένωση να κάνη στην Βρεττανία την χάρη να συμπληρώση το φράγμα που αυτή προσπαθεί να υψώση εναντίον της Γερμανίας. Με τί ανταπόδοση ; Τίποτα. Η όλη πολιτική που επιδιώχθηκε από τον Μολότωφ από τις 7 Μαΐου και πέρα ήταν μια προσπάθεια να ιδή τι θα μπορούσε να βγη και από τις δύο πλευρές—οι οποίες ήσαν και οι δύο καπιταλιστικές, ιμπεριαλιστικές και προφανώς τραβούσαν ασφαλώς προς σύγκρουση.
Η βρεττανική κυβέρνηση χρειάστηκε κάποιο χρόνο για να εκτιμήση αυτή την σοβιετική στάση. Και μόνο η ιδέα να διαπραγματευθούν με την Σοβιετική Ένωση ήταν αντιπαθής σε μερικά μέλη της βρεττανικής κυβερνήσεως και εξαιρετικά δύσκολο να συνδιαλλαγή με τις επιθυμίες των χωρών για τις οποίες η Βρεττανία είχε εγγυηθή—της Πολωνίας και της Ρουμανίας. Άλλοι—μεταξύ των οποίων ήσαν ο Τσώρτσιλλ, ο Ήντεν, ο Βάνσιτταρτ και οι οπαδοί τους στο κοινοβούλιο—είχαν πάθει τέτοια ψύχωση με την ανάγκη να συγκρατήσουν την Γερμανία, ώστε οι φυσιολογικές τους δυνάμεις να κρίνουν είχαν αμβλυνθή. Αυτοί δεν έβλεπαν παρά μόνο την ανάγκη για ταχύτητα και είχαν τον φόβο μήπως τα Σοβιέτ θ' απέφευγαν την πρόσκληση της Βρεττανίας.
Δεν φαίνεται να είδε κανείς ότι το τίμημα της σοβιετικής υποστηρίξεως στην ανατολική Ευρώπη θ' αποδειχνόταν τέτοιο που οι Δυτικοί Σύμμαχοι δεν θα μπορούσαν να το καταβάλουν, ενώ αντιθέτως η Γερμανία θα μπορούσε να το καταβάλη με ευκολία : ήη κυριαρχία των Σοβιέτ στα βαλτικά κράτη και σε τμήματα της Πολωνίας. Ο Μολότωφ χρειάστηκε δέκα εβδομάδες για ν' αντιληφθή ότι δεν μπορούσε να αποσπάση από την Βρεττανία την ηγεμονία σ ολόκληρη την Πολωνία και την Ρουμανία—και ότι θα μπορούσε να λογα-ριαστή με την Γερμανία με εκείνα που προσέφερε.
Μέσα σ' αυτές τις δέκα εβδομάδες επρόκειτο νά καταβάλη κάθε προσπάθεια για ν' ανεβάση τις βρεττανικές και τις γαλλικές προσφορές όσο μπορούσε. Το πρώτο βήμα έγινε στις 27 Μαΐου. Η απόρριψη του βρεττανικού τύπου της εγγυήσεως από τον Μολότωφ. είχε φέρει τους Βρεττανούς σε στενόχωρο δίλημμα φάνηκε οτι τώρα έγινε αναπόφευκτο ένα κατ' ευθείαν σύμφωνο με την Ρωσία, γιατί έγινε φανερό οτι μιά συμφωνία μέ τήν Ρωσία θά ήταν τώρα ό μόνος τρόπος νά βοηθηθούν ή Πολωνία και ή Ρουμανία και νά συγκρατηθή ό Χίτλερ. Έάν αί διαπραγματεύσεις θά διακόπτονταν τώρα, τό λιγώτερο θά ήταν νά νοιώση ό Χίτλερ οτι είχε πάλι τά χέρια ελεύθερα και οτι θα μπορούσε να γίνη μια απ' ευθείας γερμανο-σοβιετική συμφωνία. Εάν η Γερμανία θα επρόκειτο να επιτεθή στην Δύση φαινόταν ουσιώδες για τις δυτικές δυνάμεις να μετάσχη η Σοβιετική Ένωση στον πόλεμο παρά το πλευρό τους.
Από το άλλο μέρος, όπως υποστήριζαν μερικοί, ένα άμεσο σύμφωνο με την Ρωσία θα έδινε την εντύπωση ότι η Βρεττανία θεωρούσε τον πόλεμο ως αναπόφευκτο και ότι συγκρατούσε ένα ιδεολογικό συνασπισμό εναντίον της Γερμανίας. Σ' αυτή την περίπτωση η Ιταλία, η Ισπανία του Φράνκο, η Πορτογαλία, η Φινλανδία και η Γιουγκοσλαβία θα ήταν πιθανό να πάνε με την Γερμανία. Η επιρροή του Βατικανού θα μπορούσε εύκολα να ριχτή στο μέρος των αντι-σοβιετικών—δηλαδή υπέρ της πλευράς των Γερμανών. Η Ιαπωνία θα ήταν τελείως εχθρική. Το βρεττανικό κοινό θα παρακινούσε την Βρεττανία να σπεύση να βοηθήση την Ρωσία εάν η Γερμανία της έκανε επίθεση ; Οι Βρεττανοί αρχηγοί των επιτελείων δεν είχαν μεγάλη εκτίμηση στην ρωσική βοήθεια στην περίπτωση πολέμου με την Γερμανία. Και υπήρχε η συνεχιζόμενη άρνηση της Πολωνίας, της Ρουμανίας και των βαλτικών κρατών να συνεταιρισθούν κατά οποιονδήποτε τρόπο με την Σοβιετική Ένωση. Εάν μιά βρεττανική συμμαχία με τα Σοβιέτ επρόκειτο να ωθήση όλες αυτές τις χώρες στο γερμανικό στρατόπεδο, ο ίδιος ο σκοπός γιαά τον οποίο θα γινόταν μια τέτοια συμμαχία χανόταν. Η βρεττανική λύση ήταν να καταρτισθή το σχέδιο ενός συμφώνου που θα συνέδεε με την συμφωνία της Κοινωνίας των Εθνών κάθε βοήθεια που θα έδιναν στη Ρωσία η Βρεττανία και η Γαλλία (ή αντιστρόφως) και να προστεθή αυτό το σύμφωνο στα προηγούμενα σχέδια τους που προέβλεπαν σοβιετική βοήθεια προς την Βρεττανία και την Γαλλία εάν θα εμπλέκονταν σε πόλεμο με οποιαδήποτε δύναμη, εξ αιτίας της επιθέσεως αυτής της δυνάμεως εναντίον παντός κράτους για το οποίο είχαν εγγυηθή ή το οποίο θα ζητούσε την βοήθεια τους. Είχε προβλεφθή να γίνουν επιτελικές συνομιλίες—αλλά καμμιά πρόβλεψη δεν είχε γίνει για προκαταβολική σοβιετική σύσκεψη με τα κράτη για τα οποία η Βρεττανία και η Γαλλία είχαν εγγυηθή. Αυτά, από διάκριση προς την ευθιξία τους, δεν αναφέρονταν ονομαστικά, και τα δικαιώματα και η θέση άλλων δυνάμεων είχαν ρητώς διατηρηθή. Ο σοβιετικός πρέσβυς στο Λονδίνο βρήκε το σχέδιο της αρεσκείας του και παρατήρησε οτι........
...................................................................................................................................................................
ΑΠΡΙΛΙΟΣ : ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΕΜΛΙΝΟ
Η Βρεττανική ενέργεια να δώση εγγύηση στην Πολωνία, μετέτρεψε εντελώς τη σκηνή· στενοχώρησε τις σοβιετικές αρχές, που είδαν σ' αυτή ,μια ακόμα ένδειξη, την απροθυμία των Βρεττανών να τους μεταχειρισθούς σαν σοβαρό συνεταίρο. Ο Λιτβίνωφ διεκήρυξε ότι η Σοβιετική κυβέρνησιν είχε εξαντλήσει την υπομονή της και θα έμενε αμέτοχος από κάθε ανάληψη υποχρεώσεων. 'Έκαμε μια άλλη απόπειρα νά διαπραγματευθή από δική του πρωτοβουλία με τα βαλτικά κράτη και προέβη σε κρούσεις στην νοτιοανατολική Ευρώπη. Η αντίδραση όμως αυτή δεν διήρκεσε πολύ. Η διαπίστωση του Κρεμλίνου ότι η Βρεττανική εγγύηση δεν είχε καμμία έννοια χωρίς την ρωσική υποστήριξη, ενθάρρυνε τα Σοβιέτ να προβάλουν τις απαιτήσεις των στην Βρεττανία, και στις 6 Απριλίου ο υπουργός των των εξωτερικών έθεσε το ζήτημα των Αγγλο - ρωσικών επιτελικών συμφωνιών. Στίς 18 Απριλίου, ο Λιτβίνωφ πρότεινε μία δεκαετή συμμαχία μεταξύ της Βρεττανίας, της Γαλλίας και της Σοβιετικής Ενώσεως.
Εάν η Βρεττανία ήταν πραγματικά αποφασισμένη να υπερασπίση την Πολωνία εναντίον της Γερμανίας τότε, όπως θα σκέφθηκαν οι Σοβιετικές αρχές, έπρεπε να έχει συμμαχία με την Ρωσία. Χωρίς αυτήν, υπεράσπιση της Πολωνίας δεν μπορούσε να γίνη. Εάν η Βρεττανία εξακολουθούσε να ελπίζη κάποιον συμβιβασμό με τον Χίτλερ, τότε δεν θα δεχόταν την προσφορά της συμμαχίας. Ωστόσο, φαίνεται ότι οι Σοβιετικές αρχές αποφάσισαν συγχρόνως να ελέγξουν την υπόθεση που είχαν σχηματίση από την γνώση των γερμανικών διαπραγματεύσεων με την Ιαπωνία, ότι ο πραγματικός στόχος του Χίτλερ ήσαν οι Δυτικές Δημοκρατίες. Στις αρχές Απριλίου, Ρώσοι διπλωματικοί αντιπρόσωποι άρχισαν ν' αφίνουν να νοηθή στο Βερολίνο ότι η Σοβιετική Ένωση ενδιαφερόταν να βελτίωση τις σχέσεις της με την Γερμανία, οι οποίες εξακολουθούσαν να είναι τεταμένες από την απόπειρα του Ρίμπεντροπ να έρθη σε συμφωνία με τους Πολωνούς.
Η ΙΤΑΛΙΑ ΕΙΣΒΑΛΛΕΙ ΣΤΗΝ ΑΛΒΑΝΙΑ
Αυτό δεν ήταν το τέλος των αντίκτυπων από την κατάληψη της Πράγας και την Βρεττανική εγγύηση προς την Πολωνία. Η ενέργεια του Χίτλερ στην Πράγα είχε θίξει τον Μουσσολίνι — ο οποίος είχε πάρει στα σοβαρά τον ρόλο του ειρηνοποιού που είχε παίξει στο Μόναχο. Κατά την άποψη του το ιταλικό γόητρο απαιτούσε να μη υστερήση η Ιταλία απέναντι του Χίτλερ στην χρησιμοποίηση τής δυνάμεως γιά τήν προαγωγή των εθνικών της συμφερόντων. Επί πλέον, αισθανόταν ότι είχε προσβληθή σκληρά από την παράλειψη του Χίτλερ να του κάνη κάποια λογική προειδοποίηση πριν προβή στην ενέργεια του κατά της Πράγας. Αποφάσισε συνεπώς, χωρίς να προειδοποίηση την Γερμανία, να δώση τέλος στο μισο - προτεκτοράτο που ασκούσε επί πολύν καιρό η Ιταλία στην Αλβανία, το μικρό ορεινό κράτος που βρισκόταν μεταξύ της Ελλάδος και της Γιουγκοσλαβίας ακριβώς απέναντι από το τακούνι της ιταλικής μπόττας στην Αδριατική. Στις 5 Απριλίου, ο στρατηγός Κάϊτελ και ο στρατηγός Παριάνι, οι αρχηγοί των γερμανικών και των ιταλικών ενόπλων δυνάμεων, συναντήθηκαν στον Ίννσμπρουκ για να συζητήσουν την κατανομή των επιχειρήσεων σε περίπτωση πολέμου με τις Δυτικές Δημοκρατίες- δεν έγινε κανένας λόγος στους Γερμανούς για τα σχέδια της Ιταλίας για την Αλβανία — ωστόσο μόλις η αμαξοστοιχία του στρατηγού Παριάνι ξεκίνησε από το Ίννσμπρουκ για την Ιταλία, οι ιταλικές δυνάμεις κινήθηκαν για την επίθεση.
Η εισβολή της Ιταλίας στην Αλβανία έκαμε τους Βρεττανούς να ευρύνουν αμέσως την έκταση των εγγυήσεων τους, γιατί είχαν την πεποίθηση ότι ο Μουσσολίνι θα είχε ασφαλώς συνεννοηθή με τον Χίτλερ . Μελετούσαν ήδη την δυνατότητα να συνδέσουν μια εγγύηση προς τη Ρουμανία με την ισχυροποίηση της παλαιάς ρουμανο - πολωνικής συμμαχίας. Τώρα άρχισαν να προσπαθούν να πείσουν τους συνεταίρους της Ρουμανίας στην λεγόμενη «Βαλκανική Συνεννόηση» —την Γιουγκοσλαβία, την Ελλάδα και την Τουρκία— να μετάσχουν σε μια συλλογική εγγύηση υπέρ της Ρουμανίας. Σε ό,τι αφορά τις διαπραγματεύσεις των με την Σοβιετική Ένωση, η ρητή άρνηση του Πολωνού υπουργού των εξωτερικών, συνταγματάρχου Μπέκ, κατά την επίσκεψη του στο Λονδίνο στις αρχές Απριλίου, να μετάσχη σε οποιαδήποτε συμφωνία με την Σοβιετική Ένωση, δεν τους άφηνε άλλη εναλλακτική ενέργεια παρά να σταματήσουν τις διαπραγματεύσεις με τα Σοβιέτ και να προσπαθήσουν να βρουν κάποιον τρόπο να τις κρατήσουν σε εφεδρεία χωρίς να σπρώξουν την Πολωνία, κι' ακόμα πιο πολύ, την Ρουμανία, στην αγκαλιά της Γερμανίας. Η αντίδραση των τριών βαλκανικών κρατών που απέρριψαν τις προτάσεις του Λιτβίνωφ και τάχθηκαν υπέρ της συμφωνίας με την Γερμανία, τους στερέωσε πιο πολύ στις απόψεις των.
H ενέργεια της Ιταλίας (που οι Βρεττανοί πίστευαν σταθερά ότι είχε συντονισθή με τον Χίτλερ), φαινόταν τώρα ν' απαιτή την επέκταση του συστήματος των εγγυήσεων των στην Ελλάδα, ακόμα και στην Τουρκία. Από μιά άποψη αυτό θα έκανε τις εγγυήσεις των να φαίνονται λιγώτερο πιστευτές' από το άλλο μέρος όμως παρείχε την ευκαιρία να συγκροτηθή μια ισχυρή Βαλκανική ένωση εναντίον των δυνάμεων του Άξονος. Τούτο θα μπορούσε να γίνη ειδικώτερα αν θα ήταν δυνατό να πεισθή η Βουλγαρία να παραμερίση την παληά της εχθρότητα κατά της Ρουμανίας και της Ελλάδος και να μπη στο Βαλκανικό Σύμφωνο. Στις 13 Απριλίου δόθηκαν άγγλο - γαλλικές εγγυήσεις στην Ρουμανία, η δε Ελλάς και η Τουρκία απήντησαν σε βολιδοσκοπήσεις ότι κατ' αρχήν θα ήσαν διατεθειμένες ν' ανταλλάξουν παρόμοιες εγγυήσεις, με την Βρεττανία. Οι Τούρκοι ανέλαβαν επί πλέον να προσεγγίσουν την Βουλγαρική κυβέρνηση με την άποψη της δυνατής συμμετοχής της Βουλγαρίας στην προτεινόμενη ένωση.
Στο μεταξύ η γαλλική κυβέρνηση δοκίμασε να παίξη το δικό της παιγνίδι στις διαπραγματεύσεις για μια συμμαχία με την Σοβιετική Ένωση. Ο Γάλλος υπουργός των εξωτερικών Ζωρζ Μποννέ, επρότεινε στις 15 Απριλίου να υπογραφή μια προσθήκη στο Γάλλο - Σοβιετικό Σύμφωνο του 1935, που θα υποχρέωνε τη Ρωσία να σπεύση σε βοήθεια της Γαλλίας εάν αυτή θα δεχόταν επίθεση εκ μέρους της Γερμανίας εξ αιτίας της βοήθειας που θα έδινε στην Πολωνία και στη Ρουμανία. Ωστόσο αυτό ερχόταν σε σύγκρουση αφ' ενός μεν προς την επιθυμία της Βρεττανίας για το επείγον και αφ' ετέρου προς κάποια ανησυχία που είχε αρχίσει να αισθάνεται το Βρεττανικό Φόρεϊν Όφφις από την έλλειψη οιουδήποτε αντιστοίχου προς τις Βρεττανικές εγγυήσεις της Πολωνίας, της Ρουμανίας και της Ελλάδος και της σχεδιαζόμενης εγγυήσεως για την Τουρκία. Όπως έβλεπαν το πράγμα από το Λονδίνο, η σοβιετική κυβέρνηση φαινόταν να παρέχη χαρακτηριστικώς πολύ λίγα ως αντάλλαγμα των εμμέσων εγγυήσεων της δικής της ασφαλείας που περιείχαν οι βρεταννικές εγγυήσεις προς την Πολωνία και τη Ρουμανία. Γι' αυτόν τον λόγο, ο Βρεττανός πρέσβυς στην Μόσχα, σερ Ουίλλιαμ Σηντς, εκάλεσε στις 15 Απριλίου τον Λιτβίνωφ να διακηρύξη αντίστοιχη εγγύηση υπέρ της Πολωνίας και της Ρουμανίας, που να ταιριάζη με εκείνη που είχε δώσει η Βρεττανία.
Η πρόταση ήταν η ϊδια ατυχής, καθόσον ήταν πολύ λιγώτερο από την προσφορά βοηθείας που οι Ρώσοι είχαν την πεποίθηση ότι είχαν κάμει ήδη.
Όταν όμως συσχετίσθηκε με την απόδειξη της βρεττανικής αναμίξεως στην Τουρκία, επροκάλεσε τους πατροπαράδοτους ρωσικούς φόβους περί βρεττανικής εισόδου στον Εύξεινο Πόντο και βρεττανικής ηγεμονίας στα Βαλκάνια. Στις 22 Απριλίου, ο σοβιετικός υφυπουργός των εξωτερικών Βλαδιμίρ Ποτέμκιν εστάλη να περιοδεύση στις βαλκανικές πρωτεύουσες για να διερεύνηση πόσο είχαν προχωρήσει τα σχέδια για την συγκρότηση μιας βαλκανικής ενώσεως υπό βρεττανική ηγεσία. Στο μεταξύ, ο Λιτβίνωφ προέβη σε κείνο που θα ήταν η τελευταία του πρόταση για συλλογικό σύμφωνο εναντίον της Γερμανίας. Στις 18 Απριλίου πρότεινε μια δεκαετή άγγλο - γάλλο - σοβιετική συμμαχία εναντίον γερμανικής επιθέσεως είτε κατά των ιδίων που θα την υπέγραφαν είτε κατά των κρατών της Ανατολικής Ευρώπης.
Η πρόταση του Λιτβίνωφ απερρίφθη. Οι Βρεττανοί προσπαθούσαν να δημιουργήσουν μια κατάσταση πραγμάτων που θα οδηγούσε τον Χίτλερ σε μια τράπεζα συσκέψεως, και όχι μια στρατιωτική συμμαχία για να τον καταστρέψουν. Κατά την άποψη των, μια άγγλο - γάλλο - σοβιετική συμμαχία δεν θα γινόταν αποδεκτή από την Πολωνία και την Ρουμανία" θα έπαιρνε πολύν καιρό για διαπραγματεύσεις και άλλωστε δεν θα ήταν αναγκαία, εφ' όσον η Βρεττανία είχε αναλάβει ήδη ρητές υποχρεώσεις προς την Πολωνία, την Ρουμανία και την Τουρκία. Η πολιτική του Χίτλερ, όπως την έβλεπαν, ήταν να δημιουργήση τον μεγαλύτερο βαθμό φόβου στους γείτονες της Γερμανίας με την μικρότερη προσπάθεια, αλλά να μην κινηθή εναντίον τους, εκτός αν νόμιζε ότι μπορούσε ν' αποφύγη την πρόκληση γενικού πολέμου. Μια ενίσχυση της Βαλκανικής Συνεννοήσεως και η πολωνό - ρουμανική συμμαχία με βρεττανική υποστήριξη και η υπόσχεση σοβιετικής βοηθείας — εάν χρειαζόταν και ήταν επιθυμητή — θα ήσαν αρκετά, κατά την βρεταννική άποψη, για να τον συγκρατήσουν.
ΜΑΪΟΣ: ΔΙΚΤΥΑ ΤΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑΣ
η απόρριψη της προτάσεως του Λιτβίνωφ —όταν συσχετισθή με την απόδειξη της βρεττανικής διπλωματικής επιτυχίας στα Βαλκάνια και με την βαλκανική αντίσταση εναντίον Σοβιετικής βοηθείας κατά της Γερμανίας— πρέπει να φάνηκε ύποπτος στην Μόσχα, παρ' όλο ότι ο Ποτέμκιν είπε ότι ήταν ικανοποιημένος. Παντού το Σοβιέτ γίνονταν δεκτά μόνο ως συμπλήρωμα της βρεττανικής πολιτικής, ως εξασφάλιση κατά της αποτυχίας της να κάνη τον Χίτλερ να λογικευθή" παντού η βρεττανική πρωτοβουλία και ηγεσία κυριαρχούσαν— στην Βαλτική, στα Βαλκάνια και στην Πολωνία και την Ρουμανία. Η Σοβιετική Ένωση εξακολουθούσε να είναι έξω από τον κύκλο. Όταν ο Ποτέμκιν έφθασε στην Άγκυρα στις 29 Απριλίου, παρέμεινε κατ' ουσίαν άπρακος επί τέσσερες ημέρες. Στις 4 Μαΐου, η είδηση της αποπομπής του Λιτβίνωφ και της αντικαταστάσεως του από το δεξί χέρι του Στάλιν, τον Βυατσεσλάβ Μολότωφ, επροκάλεσε παγκόσμια κατάπληξη.
Η είδηση αυτή επροξένησε την ίδια κατάπληξη στους Γερμανούς όπως και στους Δυτικούς. Κατά την διάρκεια του Απριλίου, ο Χίτλερ πρέπει να είχε αρχίσει να αισθάνεται ότι τον περιέσφιγγε λίγο εκείνο που η γερμανική προπαγάνδα επέμενε ν' αποκαλεί βρεττανική κυκλωτική πολιτική. Είναι αλήθεια ότι οι διπλωμάτες του σημείωσαν μια δευτερεύουσα επιτυχία στον βορρά όταν κατόρθωσαν ν' ανακοπή η ρωσική προσπάθεια για διαπραγματεύσεις συμφώνων μη επιθέσεως με την Λεττονία, την Εσθονία και την Λιθουανία και αντιθέτως έπεισαν αυτές τις χώρες, να δεχθούν την σύναψη συμφώνων μη επιθέσεως με την Γερμανία. Άλλα παρόμοια πίεση επί των Τούρκων στην Άγκυρα και επί του Ρουμάνου υπουργού των εξωτερικών δεν κατόρθωσε ν' απόσπαση αυτές τις χώρες από το «μέτωπο» που εμπνεόταν από τήν Βρεττανία. Και για να κάμουν τα πράγματα χειρότερα, οι Βρεττανοί ξεκαθάρισαν τήν υποχρέωση τους να μετάσχουν σε πόλεμο στην ηπειρωτική Ευρώπη στις 26 Απριλίου, όταν ο υπουργός των στρατιωτικών Λέσλι Χόαρ - Μπελίσσα ανήγγειλε τήν εισαγωγή της υποχρεωτικής στρατεύσεως στην Βρεττανία. Και, επί πλέον, οι Γερμανοί διπλωμάτες δεν προχώρησαν πιο πολύ στις διαπραγματεύσεις των για συμμαχία με την Ιαπωνία.
Ο Χίτλερ αντέδρασε όπως θα περίμενε κανείς στήν βρεττανική αναγγελία της υποχρεωτικής στρατεύσεως. Στις 28 Απριλίου, το Βίλχελμσχάβεν κατήγγειλε το γερμανό - πολωνικό σύμφωνο μη επιθέσεως και τη ναυτική συμφωνία του 1935 με τη Βρεττανία — τις δύο συνθήκες που ανέφερε πάντοτε, όταν αντέκρουσε τις κατηγορίες ότι δεν κρατούσε τον λόγο του σε ό,τι αφορούσε τις υποχρεώσεις των συνθηκών. Στην πραγματικότητα, υπήρχαν σοβαροί τεχνικοί λόγοι, από την γερμανική άποψη, για τους οποίους η ναυτική συμφωνία έπρεπε να καταγγελθή : η Γερμανία επρόκειτο ακριβώς τότε να καθέλκυση δύο νέα θωρηκτά που οι όροι της συμφωνίας απαγόρευαν σαφώς. Η χειρονομία υπήρξε αναμφιβόλως ικανοποιητική για τον Χίτλερ, αλλά δεν θα μπορούσε κανείς να πη ότι βελτίωσε την διπλωματική του θέση. Είναι αλήθεια ότι έχανε γρήγορα τήν υπομονή του με την διπλωματία.
Στις 6 Μαΐου ο Ρίμπεντροπ επρόκειτο να συνάντηση τον Ιταλό συνάδελφο του, κόμητα Τσιάνο, στο Μιλάνο, για να προτείνη μια διμερή Γερμανό - ιταλική συμμαχία στην οποία θα μπορούσε να προσχωρήση η Ιαπωνία όταν θα είχαν τελικώς έξομαλυνθή οι εσωτερικές της διαφωνίες. Αλλά ο Χίτλερ είδε ότι μια γερμανό - ιταλική συμμαχία δεν θα μπορούσε μόνη της να συγκρατήση την Βρεττανία και την Γαλλία και να τον αφήσουν ελεύθερο να επιτεθή κατά της Πολωνίας, εφ' όσον η Βρεττανία και η Γαλλία θα στηρίζονταν στην προοπτική σοβιετικής υποστηρίξεως. Αν θα μπορούσε ν' απόσπαση την Σοβιετική Ένωση από την Δύση, το πράγμα θα ήταν διαφορετικό.
ΔΟΚΙΜΑΣΤΙΚΕΣ ΚΡΟΥΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΡΩΣΙΑ
Η ιδέα για ένα γερμανο-σοβιετικό σύμφωνο δεν είχε ποτέ εγκαταλειφθή εντελώς σε διάφορους γερμανικούς στρατιωτικούς και διπλωματικούς κύκλους. Υπήρχε πάντοτε μια μικρή ομάδα που δεν λησμονούσε ότι η Γερμανία—όταν της ήταν απαγορευμένο να έχη άρματα και άλλα βαρεία όπλα στο έδαφος της —είχε κάνει ασκήσεις αρμάτων κατά τα χρόνια μετά το 1920, μαζί με τον ερυθρό στρατό, και είχε κατασκευάσει δηλητηριώδη αέρια, με σοβιετική συνεργασία, σε ρωσικό έδαφος. Εκείνον τον καιρό, η εχθρότητα κατά της Πολωνίας ήταν ο ισχυρότερος δεσμός μεταξύ της Γερμανίας και της Σοβιετικής Ρωσίας, και υπήρχον πάντοτε εκείνοι που αισθάνονταν λύπη και στενοχώρια για τον τερματισμό της γερμανο-σοβιετικής συνεργασίας και για τη σύναψη του συμφώνου μη επιθέσεως με την Πολωνία κατά τον πρώτο χρόνο μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία το 1933.
Δεν είναι, λοιπόν, εκπληκτικό το ότι η επιδείνωση των γερμανο-πολωνικών σχέσεων κατά τα τέλη Μαρτίου του 1939, έστρεψε την σκέψη πολλών προς τήν ιδέα της αναβιώσεως της παληάς φιλίας με την Σοβιετική Ένωση, Στην πραγματικότητα, φαίνεται ότι η ιδέα ανακινήθηκε για πρώτη φορά στο περιβάλλον του Χίτλερ κατά τα τέλη Μαρτίου. Βρήκε συμπληρωματική υποστήριξη στις 15 Απριλίου, όταν ο Μουσσολίνι συνέστησε ρητώς στον Γκαίριγκ ότι η Γερμανία θα έπρεπε να συνάψη καλές σχέσεις με τη Σοβιετική Ένωση.
Εν τούτοις, ο Χιτλερ και ο Ρίμπεντροπ πρέπει νά θεώρησαν τήν ιδέαν ως κάθε άλλο παρά ρεαλιστική, όπως και η ξαφνική απόλυση τοϋ Λιτβίνωφ φαίνεται ότι τους αιφνιδίασε εντελώς.
Τους φάνηκε, ωστόσο, ότι θα έπρεπε να εκμεταλλευθούν την απομάκρυνση του Λιτβίνωφ—-τον οποίον αντιπαθούσαν και για τήν εβραϊκή του καταγωγή και γιατί είχε γυναίκα Βρεττανή καθώς και επειδή υποστήριζε την Κοινωνία των Εθνών και την συλλογική ενέργεια εναντίον κάθε επιθέσεως. Ο Γερμανός πρέσβυς στην Μόσχα, φον Σούλενμπουργ, ανεκλήθη επειγόντως από την Τεχεράνη, όπου αντιπροσώπευε την Γερμανία σε μια επίσημη περσική τελετή, και ακολούθησαν δέκα ημέρες αγωνιώδους συζητήσεως στο Βερολίνο, πριν αποφασισθή να γίνη ανίχνευση του εδάφους. Ο Σούλενμπουργκ επέστρεψε στη Μόσχα για να επιζητήση μια συνάντηση με τον Μολότωφ. Κατά την συνάντηση αυτή, στις 20 Μαΐου, έρριξε πολύ διπλωματικά την ιδέα να ξαναρχίσουν οι συνομιλίες για την σύναψη μιας γερμανο-σοβιετικής εμπορικής συμφωνίας που είχαν διακοπή τον Μάρτιο. Η απάντηση του Μολότωφ, δτι εμπορικές συνομιλίες χωρίς πολιτική συμφωνία δεν είχαν καμμιά έννοια, είχε διατυπωθή τόσο απότομα ώστε να προκαλέση νέο κύμα αναποφασιστικότητας στο Βερολίνο. Έτσι είχαν τα πράγματα ως τις 20 Μαΐου οπότε ο Σούλενμπουργκ πλησίασε πάλι τον Μολότωφ—τήν φορά αυτή με ένα πνεύμα άπογνώσεως μάλλον παρά αναμονής. Γιατί, στο μεταξύ, στις 24 Μαΐου, ο Τσάμπερλαιν είχε ανακοινώσει ότι επέκειτο μια συμφωνία μεταξύ της Βρεττανίας και της Σοβιετικής Ενώσεως.Ωστόσο, δύο ημέρες πριν, ο Ρίμπεντροπ και ο Τσιάνο είχαν τελικώς υπογράψει την συνθήκη συμμαχίας που είναι γνωστή ως «Χαλύβδινο Σύμφωνο». Συγχρόνως, είχε σταλή ένα επείγον τηλεγράφημα στο Τόκιο που ζητούσε από τους Ιάπωνες συμμετοχή στη συνθήκη. Στις 23 Μαΐου, ο Χίτλερ ένοιωσε αρκετά σίγουρος για τον εαυτό του ώστε ν' αποκάλυψη τα σχέδια του στους στρατηγούς του " ο λόγος του διευκρίνησε ότι είχε αποφασίσει να επιτεθή κατά της Πολωνίας, «στην πρώτη ευκαιρία που θα παρουσιαζόταν». Η κατάκτηση της Πολωνίας θα άνοιγε τον δρόμο προς τα Βαλτικά Κράτη, θα έδινε στη Γερμανία εκτεταμένα γεωργικά εδάφη και δουλικά εργατικά χέρια και θ' απομάκρυνε τον κίνδυνο μιας πολωνικής επιθέσεως στην περίπτωση μιας αναμετρήσεως με την Δύση.
Ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτος' αλλά πρώτα έπρεπε η Πολωνία ν' απομονωθή. Εάν παρενέβαιναν η Γαλλία και η Βρεττανία τότε ο αγών θα πρέπει κατά πρώτο λόγο να διεξαχθή εναντίον τους' εάν η Ρωσία μετείχε στη σύρραξη παρα το πλευρό τους, τότε η Γαλλία και η Βρεττανία θα έπρεπε να χτυπηθούν με «λίγα συντριπτικά πλήγματα», συγχρονιζόμενα με την κατάληψη των βελγικών και των ολλανδικών αεροπορικών βάσεων. («Η Βρεττανία είναι ο εχθρός μας και η αναμέτρηση με την Βρεττανία είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου»). Εάν η Ρωσία θα έμπαινε στη μέση, θα ήταν επίσης δυνατόν να συγκρατηθή με την ελώθηση της Ιαπωνίας εναντίον της. Από το άλλο μέρος , πρόσθεσε ο Χίτλερ, δεν ήταν απίθανο η Ρωσία να μη δείξη ενδιαφέρον για την Πολωνία.
ΤΑ ΠΟΛΕΜΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ ΧΙΤΛΕΡ
Ο Χίτλερ διέταξε τότε την συγκρότηση ενός μικρού επιτελείου σχεδιάσεως , με αξιωματικούς από τους τρεις κλάδους των ενόπλων δυνάμεων για να εξετάση τα προβλήματα του Πολέμου με την Βρετανία. Όπως το είδε , η πρώτη αποστολή ήταν να νικήση την Γαλλία, να καταλάβη το Βέλγιο και την Ολλανδία' μετά απ΄αυτό , όλη η πολεμική παραγωγή της Γερμανίας θα μπορούσε να στραφή στην Λουφτβάφφε και στο ναυτικό προς τον σκοπό ν΄αποκλείση την Βρεττανία και να την εξαναγκάση να παραδοθή. Στο μεταξύ , το 1943-44 ορίσθηκε ως η χρονολογία της ολοκληρώσεως του γερμανικού προγράμματος εξοπλισμών.
Στο λόγο του ο Χίτλερ διευκρίνησε ότι είχε την πρόθεση να επιτεθή κατά της Πολωνίας αυτόν τον χρόνον και ότι ήλπιζε ότι θα μπορούσε να το κάνει χωρίς να παρασύρει στον πόλεμο την Βρερτανία και την Γαλλία.
Η Πολωνία έπρεπε να απομονωθή και προε αυτό το έργο είχε τώρα στραφή η γερμανική διπλωματία.
Η απομόνωση της Πολωνίας περιλάμβανε κατ΄ουσίαν τρεις ενέργειες:την απόσπαση της Ρουμανίας από την συμμαχία της με την Πολωνία ...............................................
..........................................................................................
ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ ΤΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕΩΣ
Τί επεδίωκε η σοβιετική κυβέρνηση ; Μια ένδειξη παρέχεται άπό ένα άρθρο της Ισβέστια της 11ης Μαΐου. Η γερμανο-ιταλική συμμαχία, έλεγε, δεν κατευθύνεται εναντίον της Σοβιετικής Ενώσεως άλλ' εναντίον της Βρεττανίας και της Γαλλίας. Εν τούτοις, η Βρεττανική πολιτική βασιζόταν σε μια προσπάθεια να πείση την Σοβιετική Ένωση να κάνη στην Βρεττανία την χάρη να συμπληρώση το φράγμα που αυτή προσπαθεί να υψώση εναντίον της Γερμανίας. Με τί ανταπόδοση ; Τίποτα. Η όλη πολιτική που επιδιώχθηκε από τον Μολότωφ από τις 7 Μαΐου και πέρα ήταν μια προσπάθεια να ιδή τι θα μπορούσε να βγη και από τις δύο πλευρές—οι οποίες ήσαν και οι δύο καπιταλιστικές, ιμπεριαλιστικές και προφανώς τραβούσαν ασφαλώς προς σύγκρουση.
Η βρεττανική κυβέρνηση χρειάστηκε κάποιο χρόνο για να εκτιμήση αυτή την σοβιετική στάση. Και μόνο η ιδέα να διαπραγματευθούν με την Σοβιετική Ένωση ήταν αντιπαθής σε μερικά μέλη της βρεττανικής κυβερνήσεως και εξαιρετικά δύσκολο να συνδιαλλαγή με τις επιθυμίες των χωρών για τις οποίες η Βρεττανία είχε εγγυηθή—της Πολωνίας και της Ρουμανίας. Άλλοι—μεταξύ των οποίων ήσαν ο Τσώρτσιλλ, ο Ήντεν, ο Βάνσιτταρτ και οι οπαδοί τους στο κοινοβούλιο—είχαν πάθει τέτοια ψύχωση με την ανάγκη να συγκρατήσουν την Γερμανία, ώστε οι φυσιολογικές τους δυνάμεις να κρίνουν είχαν αμβλυνθή. Αυτοί δεν έβλεπαν παρά μόνο την ανάγκη για ταχύτητα και είχαν τον φόβο μήπως τα Σοβιέτ θ' απέφευγαν την πρόσκληση της Βρεττανίας.
Δεν φαίνεται να είδε κανείς ότι το τίμημα της σοβιετικής υποστηρίξεως στην ανατολική Ευρώπη θ' αποδειχνόταν τέτοιο που οι Δυτικοί Σύμμαχοι δεν θα μπορούσαν να το καταβάλουν, ενώ αντιθέτως η Γερμανία θα μπορούσε να το καταβάλη με ευκολία : ήη κυριαρχία των Σοβιέτ στα βαλτικά κράτη και σε τμήματα της Πολωνίας. Ο Μολότωφ χρειάστηκε δέκα εβδομάδες για ν' αντιληφθή ότι δεν μπορούσε να αποσπάση από την Βρεττανία την ηγεμονία σ ολόκληρη την Πολωνία και την Ρουμανία—και ότι θα μπορούσε να λογα-ριαστή με την Γερμανία με εκείνα που προσέφερε.
Μέσα σ' αυτές τις δέκα εβδομάδες επρόκειτο νά καταβάλη κάθε προσπάθεια για ν' ανεβάση τις βρεττανικές και τις γαλλικές προσφορές όσο μπορούσε. Το πρώτο βήμα έγινε στις 27 Μαΐου. Η απόρριψη του βρεττανικού τύπου της εγγυήσεως από τον Μολότωφ. είχε φέρει τους Βρεττανούς σε στενόχωρο δίλημμα φάνηκε οτι τώρα έγινε αναπόφευκτο ένα κατ' ευθείαν σύμφωνο με την Ρωσία, γιατί έγινε φανερό οτι μιά συμφωνία μέ τήν Ρωσία θά ήταν τώρα ό μόνος τρόπος νά βοηθηθούν ή Πολωνία και ή Ρουμανία και νά συγκρατηθή ό Χίτλερ. Έάν αί διαπραγματεύσεις θά διακόπτονταν τώρα, τό λιγώτερο θά ήταν νά νοιώση ό Χίτλερ οτι είχε πάλι τά χέρια ελεύθερα και οτι θα μπορούσε να γίνη μια απ' ευθείας γερμανο-σοβιετική συμφωνία. Εάν η Γερμανία θα επρόκειτο να επιτεθή στην Δύση φαινόταν ουσιώδες για τις δυτικές δυνάμεις να μετάσχη η Σοβιετική Ένωση στον πόλεμο παρά το πλευρό τους.
Από το άλλο μέρος, όπως υποστήριζαν μερικοί, ένα άμεσο σύμφωνο με την Ρωσία θα έδινε την εντύπωση ότι η Βρεττανία θεωρούσε τον πόλεμο ως αναπόφευκτο και ότι συγκρατούσε ένα ιδεολογικό συνασπισμό εναντίον της Γερμανίας. Σ' αυτή την περίπτωση η Ιταλία, η Ισπανία του Φράνκο, η Πορτογαλία, η Φινλανδία και η Γιουγκοσλαβία θα ήταν πιθανό να πάνε με την Γερμανία. Η επιρροή του Βατικανού θα μπορούσε εύκολα να ριχτή στο μέρος των αντι-σοβιετικών—δηλαδή υπέρ της πλευράς των Γερμανών. Η Ιαπωνία θα ήταν τελείως εχθρική. Το βρεττανικό κοινό θα παρακινούσε την Βρεττανία να σπεύση να βοηθήση την Ρωσία εάν η Γερμανία της έκανε επίθεση ; Οι Βρεττανοί αρχηγοί των επιτελείων δεν είχαν μεγάλη εκτίμηση στην ρωσική βοήθεια στην περίπτωση πολέμου με την Γερμανία. Και υπήρχε η συνεχιζόμενη άρνηση της Πολωνίας, της Ρουμανίας και των βαλτικών κρατών να συνεταιρισθούν κατά οποιονδήποτε τρόπο με την Σοβιετική Ένωση. Εάν μιά βρεττανική συμμαχία με τα Σοβιέτ επρόκειτο να ωθήση όλες αυτές τις χώρες στο γερμανικό στρατόπεδο, ο ίδιος ο σκοπός γιαά τον οποίο θα γινόταν μια τέτοια συμμαχία χανόταν. Η βρεττανική λύση ήταν να καταρτισθή το σχέδιο ενός συμφώνου που θα συνέδεε με την συμφωνία της Κοινωνίας των Εθνών κάθε βοήθεια που θα έδιναν στη Ρωσία η Βρεττανία και η Γαλλία (ή αντιστρόφως) και να προστεθή αυτό το σύμφωνο στα προηγούμενα σχέδια τους που προέβλεπαν σοβιετική βοήθεια προς την Βρεττανία και την Γαλλία εάν θα εμπλέκονταν σε πόλεμο με οποιαδήποτε δύναμη, εξ αιτίας της επιθέσεως αυτής της δυνάμεως εναντίον παντός κράτους για το οποίο είχαν εγγυηθή ή το οποίο θα ζητούσε την βοήθεια τους. Είχε προβλεφθή να γίνουν επιτελικές συνομιλίες—αλλά καμμιά πρόβλεψη δεν είχε γίνει για προκαταβολική σοβιετική σύσκεψη με τα κράτη για τα οποία η Βρεττανία και η Γαλλία είχαν εγγυηθή. Αυτά, από διάκριση προς την ευθιξία τους, δεν αναφέρονταν ονομαστικά, και τα δικαιώματα και η θέση άλλων δυνάμεων είχαν ρητώς διατηρηθή. Ο σοβιετικός πρέσβυς στο Λονδίνο βρήκε το σχέδιο της αρεσκείας του και παρατήρησε οτι........
...................................................................................................................................................................
Η ΒΟΜΒΑ
O Χίτλερ είχε ήδη, στην πραγματικότητα, στραφή προς την Ρωσία. Με μια σειρά μηνυμάτων είχε σπάσει την ρωσική παρέλκυση και εξασφάλισε την άδεια του Στάλιν για να επισκεφθή ο Ρίμπεντροπ την Μόσχα. Η είδηση της επισκέψεως του έσκασε σαν βόμβα σ' ένα κατάπληκτο κόσμο αργά το απόγευμα της 21 Αυγούστου. Το Ναζιστικό—σοβιετικό Σύμφωνο μη επιθέσεως υπογράφτηκε στις 23 Αυγούστου μαζί με ένα μυστικό πρωτόκολλο που τοποθετούσε όλα τα βαλτικά κράτη (εκτός της Λιθουανίας), το ανατολικό ήμισυ της Πολωνίας και την ρουμανική επαρχία της Βεσσαραβίας στην σοβιετική σφαίρα επιρροής. Το υπόλοιπο της ανατολικής Ευρώπης πήγαινε στην Γερμανία.
Στο μεταξύ ο Χίτλερ είχε δώσει την διαταγή για το Δάντσιχ να προκαλέση ρήξη με την Πολωνία με βάση την φιλονικία σχετικά με το ζήτημα των επιθεωρητών των τελωνείων, και όρισε ως ώρα μηδέν για την γερμανική επίθεση κατά της Πολωνίας την 4.30' πρωΐνήν της 26 Αυγούστου. Στις 22 Αυγούστου μίλησε στους στρατηγούς του. Η Βρεττανία, είπε, ήταν τόσο δεσμευμένη στην Μεσόγειο, στην Μέση Ανατολή και στην Άπω Ανατολή,
ώστε ήταν πολύ απίθανο ότι θα επενέβαινε. Το σύμφωνο με την Ρωσία είχε αφαιρέσει τα τελευταία όπλα από τα χέρια της. Οι άνθρωποι που είχε συναντήσει στο Μόναχο δεν θα έκαναν ποτέ πόλεμο για την Πολωνία, και η μόνη του ανησυχία ήταν ότι πιθανόν κάποιο κράτος θα επιχειρούσε πάλι να μεσολαβήση. Η Πολωνία πρέπει να συντριβή βάναυσα και αμείλικτα. Οι λίγες επόμενες μέρες επρόκειτο ν' αποδείξουν τις κρίσεις του για την Βρεττανία και την Γαλλία τελείως εσφαλμένες.
Η κρίσιμη μέρα υπήρξε η 25η Αυγούστου, η ημέρα κατά την οποία ο Χίτλερ έπρεπε να επιβεβαίωση την διαταγή για την επίθεση και στις 3 το απόγευμα αυτής της ημέρας η διαταγή του δόθηκε. Κατόπιν ήρθαν δύο συμφορές , η μιά μετά την άλλη : στις 4.30' μ.μ. ο Χίτλερ πληροφορήθηκε ότι η συμμαχία μεταξύ Βρεττανίας και Πολωνίας που ενσωμάτωνε επισήμως την εγγύηπη της 31ης Μαρτίου, είχε υπογραφή στο Λονδίνο. (Έτσι λοιπόν η Βρεττανία τελικά δεν επρόκειτο να μείνη αμέτοχη). Και στις 6 μ.μ. ο ΜουσσολΙνι, παλαίβοντας μεταξύ του δικού του αισθήματος νομιμοφροσύνης προς τον Χίτλερ και της οργής τοϋ Τσιάνο κατά της διπροσωπίας του Ρίμπεντροπ, είπε στον Χίτλερ ότι η Ιταλία δεν μπορούσε να υποστηρίξη την Γερμανία ,χωρίς γερμανικά εφόδια σε μια κλίμακα που ο Τσιάνο ήταν βέβαιος ότι ξεπερνούσαν κάθε δυνατότητα τής Γερμανίας να τα διαθέση.
Ένας στρατιωτικός παρατηρητής είπε ότι ο Χίτλερ «κλονίσθηκε σημαντικά " από την υπαναχώρηση του Μουσσολίνι και στις 7.30' μ.μ. η διαταγή της επιθέσεως ανεστάλη: οι γερμανικές δυνάμεις εισβολής αναγκάστηκαν να γυρίσουν ήσυχα στους στρατώνες τους. Φυσικά η Ιαπωνία διέκοψε τις διαπραγματεύσεις για συμμαχία με την Γερμανία, την ίδια μέρα, και μετά τρεις μέρες άλλαξε η κυβέρνηση σ' αυτή την χώρα. Οι ελπίδες του Χίτλερ ότι η Βρεττανία θα ήταν απησχολημένη από ανησυχίες στην Άπω Ανατολή μα-ταιώθηκαν . Τό Ναζιστικό-σοβιετικό σύμφωνο είχε πάθει αφλογιστία.
Η ακύρωση της διαταγής επιθέσεως κατά της Πολωνίας ενίσχυσε για μια στιγμή την θέση της Βρεττανίας και της Γαλλίας πάρα πολύ. Ωστόσο, αποδείχτηκε ότι ήταν αδύνατο να την εκμεταλλευθούν, επειδή ο Χίτλερ ανέκτησε σε λίγο την πρωτοβουλία, η δε βρεττανική κυβέρνηση μπορούσε να προχωρήση μόνο με την προϋπόθεση ότι η γερμανο-πολωνική φιλονικία ήταν γνήσια και θα υποχωρούσε σε μεσολάβηση, και όχι μια προμελετημένη και σκηνοθετημένη δικαιολογία για πόλεμο.
Η προφανής διάθεση των Βρεττανών να μεσολαβήσουν και οι αυξανόμενες ενδείξεις ότι υπήρχε διαφορά γνωμών στην Γαλλία, έδωσε θάρρος στον Χίτλερ , να εφαρμόσει ένα νέο σχέδιο—να παρασύρη τους Πολωνούς σε διαπραγματεύσεις οι οποίες έπειτα θα διακόπτονταν κατά τέτοιον τρόπο ώστε να πέση όλο το άδικο στους Πολωνούς, και να δώση κατόπιν στην βρεττανική Κυβέρνηση κάθε εύλογη δικαιολογία για να υπαναχωρήση. Αυτές οι προτάσεις παρουσιάσθηκαν στους Βρεττανούς δια μέσου ενός ουδετέρου μεσάζοντος,που ελέγετο Μπέργκερ Νταχλέρους, ενός Σουηδού επιχειρηματία που έμενε στην Αγγλία και είχε σχέσεις με τον Γκαίριγκ.
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ : Ο ΚΕΡΑΥΝΟΒΟΛΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΞΕΣΠΑ :
Στο μεταξύ οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις διατάχθηκαν να είναι έτοιμες για επίθεση την 1η Σεπτεμβρίου. Η τελική διαταγή δόθηκε στις 31 Αυγούστου. Η επίθεση κατά της Πολωνίας άρχισε στις 4 και 45' το πρωΐ της επομένης.
Η γερμανική επίθεση κατά της Πολωνίας έθεσε τέρμα σε κάθε ελπίδα για ειρήνη με την Βρεττανία' αλλά οι Γάλλοι εξακολουθούσαν να είναι προσκολλημένοι στην ελπίδα ότι θα μπορούσαν ν' αποφύγουν τον πόλεμο, και έπεισαν τον Μουσσολίνι να προτείνη μια νέα τετραμερή σύσκεψη. Όλη την 1η Σεπτεμβρίου και την επομένη, ενώ οι γερμανικές βόμβες έπεφταν στην Πολωνία και τα άρματα κυλούσαν για να δράσουν κατά του πολωνικού Ιππικού, οι Βρεττανοί κατέβαλλαν κάθε προσπάθεια για να επαναφέρουν τους Γάλλους στην γραμμή. Μη ξέροντας αυτόν τον παρασκηνιακό ελιγμό, η κοινή γνώμη στο βρεττανικό κοινοβούλιο και στην χώρα είχε φθάσει σε υπερένταση. Το απόγευμα της 2 Σεπτεμβρίου, η βουλή των κοινοτήτων, υποψιαζόμενη ότι προπαρασκευαζόταν ενα δεύτερο Μόναχο, ξέσπασε σε απροκάλυπτη επανάσταση, και η κυβέρνηση την ακολούθησε.
Στις 10.30 το ίδιο βράδυ, τα μέλη της ρίχτηκαν «μαζικά» του Νέβιλ Τσάμπερλαιν ενώ δειπνούσε με τον Χάλιφαξ, τον σερ Χόρας Ουίλσων και τον γενικό διευθυντή του υπουργείου των εξωτερικών, σερ Αλεξάντερ Κάντογκαν. Η συνάντηση ήταν σύντομη και την συνόδευαν κεραυνοί. Δεν του άφησαν άλλη εκλογή παρά να εγκαταλείψη την προσπάθεια να φέρη την Γαλλία στην γραμμή και να την αφήση μόνο ν' ακολουθήση. Μόλις τελείωσε η συνάντηση, εστάλη τηλεγράφημα στον σερ Νέβιλ Χέντερσον στο Βερολίνο, με την εντολή να επιδώση τελεσίγραφο στον Χίτλερ, την άλλη μέρα στις 9 το πρωί. Εάν τα γερμανικά στρατεύματα δεν σταματούσαν κάθε επιθετική ενέργεια εναντίον της Πολωνίας και ν' αρχίσουν ν' αποσύρωνται από το πολωνικό έδαφος ως τις 1 το πρωί της ίδιας ημέρας, 3ης Σεπτεμβρίου, τότε η Βρεττανία και η Γερμανία θα ήσαν σε πόλεμο μεταξύ τους.
Στις 9 το πρωί της 3ης Σεπτεμβρίου, ο Χέντερσον έφθασε στο γερμανικό υπουργείο των εξωτερικών, αλλά ο Ρίμπεντροπ αρνήθηκε να τον ιδή και αντ' αυτού τον δέχτηκε ο διερμηνεύς του υπουργείου των εξωτερικών, δόκτωρ Σμιτ. Όταν έφυγε ο Χέντερσον, ο Σμιτ έτρεξε στο γραφείο του Χίτλερ ' την ώρα που μετέφραζε το βρεττανικο τελεσίγραφο, ο Φύρερ καθόταν «σαν απολιθωμένος». Στο τέλος γύρισε προς τον Ρίμπεντροπ με ένα θυμωμένο «και τώρα ;» Καθώς ο Σμιτ έβγαινε από το γραφείο για να μεταδώση την είδηση στους υπουργούς και τους μεγάλους Ναζιστές αξιωματούχους που περίμεναν στον αντιθάλαμο, ο Γκαίριγκ γύρισε προς το μέρος του. «Εάν χάσωμε αυτόν τον πόλεμο», είπε, «ο Θεός να μας λυπηθή».
Δύο ώρες αργότερα, ενώ οι καμπάνες των εκκλησιών σήμαιναν για την πρωινή λειτουργία, το τελεσίγραφο εξέπνευσε. Η Βρεττανία και η Γερμανία ήσαν σε πόλεμο.
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε αρχίσει.
................................................................................................................................................................
ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ
Η Γερμανία στάθμευε στην ανατολή 27 μεραρχίες πεζικού, εξ μεραρχίες αρμάτων, τέσσερες μηχανοκίνητες μεραρχίες πεζικού και μια ταξιαρχία ιππικού.Κατά την επιστράτευση δημιουργούνταν άλλες 16 μεραρχίες , αλλ΄αυτές ήσαν ελαττωμένης δυνάμεως ή μόνο μερικώς εξοπλισμένες.
Στο σύνολο του, ένεκα της βιαστικής αναπτύξεως του από το 1934, ο στρατός δεν ήταν πλήρως αξιόμαχος' ακόμα και οι ευνοημένες μεραρχίες αρμάτων είχαν κατά το πλείστον άρματα με πολυβόλα και λίγα μέ πυροβόλα. Η υπεροχή του όμως συνίστατο στο μεγάλο αριθμό τεθωρακισμένων και
ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΙΘΕΣΕΩΣ
Παρά τους δυσμενείς όρους της Συνθήκης των Βερσαλλιών, ο γερμανικός στρατός είχε άριστα εξοπλισθή από τον στρατηγό φον Ζέεκτ ' και κατά τα έτη 1932-35, παρά τις τεράστιες δυσκολίες που προέρχονταν από το γενικό επιτελείο, ο στρατηγός Γκουντέριαν (τον οποίο είχα την τιμή να βοηθώ) είχε υποστηρίξει την επαναστατική ιδέα μιας επιχειρησιακής ανεξάρτητης δυνάμεως αρμάτων που θα περιλάμβανε τεθωρακισμένα και μηχανοκίνητα οχήματα παντός είδους—μια ιδέα που είχε αναπτυχθή από τις διδασκαλίες ανδρών όπως ο λοχαγός Λίντελλ—Χάρτ και ο στρατηγός Φούλλερ. Τώρα, τον Σεπτέμβριο του 1939, είχε έρθει η ώρα να τεθούν σε δοκιμή οι προοδευτικές αυτές θεωρίες, και ο Γκουντέριαν και οι φίλοι του την περίμεναν με πλήρη εμπιστοσύνη στις νέες ευέλικτες μεγάλες μονάδες των, αν και χωρίς ενθουσιασμό για τον πόλεμο.
Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε παντού πολύς ενθουσιασμός για πόλεμο- οι πλείστοι αξιωματικοί καταλάβαιναν καλά τις πιθανές πολιτικές και στρατιωτικές δυσκολίες που μπορούσε να συναντήσει η Γερμανία και οι ένοπλες δυνάμεις της. Αλλά ο Χίτλερ απέρριψε αυτές τις αντιρρήσεις που τις θεωρούσε ηττοπαθείς. Πίστευε στην διαίσθηση του και υποτιμούσε κατά τρόπο αγροίκο και τους αντιπάλους του και τη δική του επίδραση στην παγκόσμια γνώμη.
Κατόπιν της Πολωνικής επιστρατεύσεως της 25ης Μαρτίου 1939, ο Χίτλερ αποφάσισε να λύσει το γερμανό-πολωνικό ζήτημα δια της βίας, ακόμα και με τον κίνδυνο μιας πιθανής εκρήξεως Πολέμου, εφ' όσον πίστευε ότι μπορούσε να εντοπίσει μια τέτοια σύρραξη. Η σύναψη του συμφώνου με τη Σοβιετική Ένωση στις 23 Αυγούστου ενίσχυσε αυτή τη στάση του. Για την Πολωνία, παρά τις βρεττανικές εγγυήσεις, η κατάσταση είχε γίνει αφόρητη : ήταν περιτριγυρισμένη από τις δύο πλευρές από ισχυρούς εχθρούς, που μόλις είχαν συνδιαλεχθή μεταξύ των, η δε γρήγορη βοήθεια από τη Δύση, παρ' όλες τις πολλές διαβεβαιώσεις, ήταν πολύ απίθανη. Ο Χίτλερ, από δική του πλευρά, υπολόγιζε στην εγκατάλειψη από την Δύση της ιδέας στρατιωτικής επεμβάσεως όπως είχε γίνει το 1936 και το 1938 και πάλι την άνοιξη του 1939.
Το γερμανικό σχέδιο (γνωστό ως «Fall Weiss» ή «Περίπτωση Λευκή») είχε γίνει υπό την επίδραση τεσσάρων κυρίως παραγόντων. Αυτοί ήσαν :
—Η δυσμενής στρατιωτική και γεωγραφική θέση της Πολωνίας, που την άφηνε ανοιχτή σε περικύκλωση με ταχυκίνητες δυνάμεις από το βορρά και το νότο.
—Η απόφαση της γερμανικής διοικήσεως να δεχθή να διακινδύνευση σοβαρά στη δύση για να εξασφαλίσει ευρεία υπεροχή στην ανατολή και να κερδίσει μια γρήγορη νίκη, πριν οι Σύμμαχοι μπορέσουν να βοηθήσουν την Πολωνία.
-Η εμπιστοσύνη της γερμανικής διοικήσεως στα νέα της τεθωρακισμένα στρατεύματα και στις άλλες ταχυκίνητες μονάδες, χωρίς τη δράση των οποίων ούτε τοπική υπεροχή ουτε γρήγορος τερματισμός του πολέμου μπορούσε να νοηθή.
-Η απειλή μιας ρωσικής επιθέσεως από την ανατολή κατά της Πολωνίας.
Έως τις αρχές Ιουλίου δεν είχε καταρτισθεί σχέδιο για επίθεση κατά της Πολωνίας. Το σχέδιο δεν είχε προκάτοχο, γιατί ως τότε μόνο αμυντικά μέτρα είχαν προβλεφθεί για την αντιμετώπιση των περιστάσεων που είχαν προκύψει από το 1918.Ο στρατηγός φον Μπράουχιτς, ο αρχιστράτηγος του στρατού, εξέθεσε συνοπτικά το σχέδιο στην πρώτη του διαταγή επιχειρήσεων για την εκστρατεία:
Σκοπός της επιχειρήσεως είναι η καταστροφή των πολωνικών ενόπλων δυνάμεων . Η ιδέα ενεργείας είναι: μια αιφνιδιαστική εισβολή στο πολωνικό έδαφος να εμποδίσουμε την κανονική επιστράτευση και συγκέντρωση του πολωνικού στρατού και να καταστρέψουμε τον όγκο του πολωνικού στρατού που περιμένομε να συναντήσουμε δυτικώς της γραμμής Βιστούλα-Νάρεβ, με μια συγκεντρωτική επίθεση από τη Σιλεσία αφ'ενός και από την Πομερανία-Ανατολική Πρωσσία αφ' ετέρου.Οι αναμενόμενες επεμβάσεις εναντίον αυτής της επιχειρήσεως από την Γαλικία πρέπει να εξουδετερωθούν .
Η πολιτική κατάσταση , όπως την έβλεπαν οι Ναζισταί ηγέται, απαιτούσε , την έναρξη του πολέμου με ισχυρές αιφνιδιαστικές επιθέσεις , που θα οδηγούσαν σε γρήγορα αποτελέσματα και αυτό ήτο δυνατό μόνο αν θα χρησιμοποιούσαν τεθωρακισμένες μονάδες. Η Ομάς στρατιών του Νότου , που την αποτελούσαν η VIIIη, η Xη και η XIVη Στρατιές υπό το στρατηγό Ρούντστετ, και η Ομάς Στρατιών του Βορρά , υπό τον στρατηγό φον Μποκ με την ΙΙΙη και IVη Στρατιές ,συγκροτήθηκαν για να εκτελέσουν την επιχείρηση.
................................................................................................................................................................
ΟΙ ΔΥΟ ΠΛΕΥΡΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΚΗΣ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑΣ
Υπό Στρατηγού Βάλτερ Νέρινγκ και Συνταγματάρχου Αδάμ Σαβκζύνσκι.
ΠΟΛΩΝΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ
Τον καιρό της ειρήνης ο πολωνικός στρατός είχε 30 μεραρχίες πεζικού,11 ταξιαρχίες ιππικού , δύομηχανοκίνητες ταξιαρχίες και έναν αριθμό μονάδων βαρέως πυροβολικού , αρμάτων μηχανικού και διαβιβάσεων. Η αεροπορία , η οποία ήταν προσκολλημένη στο στρατό, είχε 15 σμήνη διώξεων και 12 αναγνωρίσεως-βομβαρδισμού από 10 αεροσκάφη το καθένα, 4 σμήνη μέσου βομβαρδισμού από 9 αεροσκάφη το καθένα και 12 σμήνη συνεργασίας με το στρατό από 7 αεροσκάφη το καθένα.Το μικρό πολωνικό ναυτικό είχε τέσσερα αντιτορπιλλικά, πέντε υποβρύχια, δύο κανονιοφόρους, μια ναρκοθέτιδα και εξ ναρκαλιευτικά.
Υπήρχε επίσης ένα σώμα αμύνης συνόρων , οργανωμένο για την προστασία των ανατολικών συνόρων, και μια εθνική άμυνα αποτελουμένη κυρίως από εφέδρους και νέους κάτω της ηλικίας στρατεύσεως.Η συνολική ένοπλη δύναμη της Πολωνίας ήταν 370.000 άνδρες με 2.800.000 γυμνασμένους εφέδρους.......................
Η επικοινωνία μεταξύ στρατιών και ανωτάτης διοικήσεως γινόταν με το πολιτικό τηλεγραφικό και τηλεφωνικό δίκτυο (που ήταν κυρίως εναέριο) και ενώ η επικοινωνία με τον ασύρματο μέσα στην στρατιά ήταν εκσυγχρονισμένη, εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται απηρχαιωμένο υλικό διαβιβάσεων.
Η Γερμανία στάθμευε στην ανατολή 27 μεραρχίες πεζικού, εξ μεραρχίες αρμάτων, τέσσερες μηχανοκίνητες μεραρχίες πεζικού και μια ταξιαρχία ιππικού.Κατά την επιστράτευση δημιουργούνταν άλλες 16 μεραρχίες , αλλ΄αυτές ήσαν ελαττωμένης δυνάμεως ή μόνο μερικώς εξοπλισμένες.
Στο σύνολο του, ένεκα της βιαστικής αναπτύξεως του από το 1934, ο στρατός δεν ήταν πλήρως αξιόμαχος' ακόμα και οι ευνοημένες μεραρχίες αρμάτων είχαν κατά το πλείστον άρματα με πολυβόλα και λίγα μέ πυροβόλα. Η υπεροχή του όμως συνίστατο στο μεγάλο αριθμό τεθωρακισμένων και
ΠΙΝΑΞ
Σύγκριση δυνάμεων
Γερμανικές Πολωνικές
ΣΤΡΑΤΟΣ Μεραρχίες αρμάτων 11 Μεραρχίες πεζικού 40 Μηχανοκίνητες μεραρχίες 4 Ταξιαρχίες ίππικοΰ 1 | ΣΤΡΑΤΟΣ Ταξιαρχίες αρμάτων 1 Μεραρχίες πεζικού 30 Μηχανοκίνητες Μεραρχίες 0 Ταξιαρχίες ίππικοΰ 11 |
ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ Βομβαρδιστικά και βομβαρδιστικά διά βυθίσεως 850 Καταδιωκτικά 400 | ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ Βομβαρδιστικά και βομβαρδιστικά διά βυθίσεως 210 Καταδιωκτικά 150 |
μηχανοκινήτων μονάδων που επιχειρούσαν ανεξάρτητα, αν και σ' αυτές ακόμα δεν υπήρχε πρακτική πείρα που να δείχνει τις δυνατές εφαρμογές της δράσεως των. Πολλοίαπό τους παλαιότερους αξιωματικούς απέρριπταν κατά βάση τα «τεθωρακισμένα στρατεύματα» από προκατάληψη εναντίον της τεχνικής προόδου.
ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΙΘΕΣΕΩΣ
Παρά τους δυσμενείς όρους της Συνθήκης των Βερσαλλιών, ο γερμανικός στρατός είχε άριστα εξοπλισθή από τον στρατηγό φον Ζέεκτ ' και κατά τα έτη 1932-35, παρά τις τεράστιες δυσκολίες που προέρχονταν από το γενικό επιτελείο, ο στρατηγός Γκουντέριαν (τον οποίο είχα την τιμή να βοηθώ) είχε υποστηρίξει την επαναστατική ιδέα μιας επιχειρησιακής ανεξάρτητης δυνάμεως αρμάτων που θα περιλάμβανε τεθωρακισμένα και μηχανοκίνητα οχήματα παντός είδους—μια ιδέα που είχε αναπτυχθή από τις διδασκαλίες ανδρών όπως ο λοχαγός Λίντελλ—Χάρτ και ο στρατηγός Φούλλερ. Τώρα, τον Σεπτέμβριο του 1939, είχε έρθει η ώρα να τεθούν σε δοκιμή οι προοδευτικές αυτές θεωρίες, και ο Γκουντέριαν και οι φίλοι του την περίμεναν με πλήρη εμπιστοσύνη στις νέες ευέλικτες μεγάλες μονάδες των, αν και χωρίς ενθουσιασμό για τον πόλεμο.
Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε παντού πολύς ενθουσιασμός για πόλεμο- οι πλείστοι αξιωματικοί καταλάβαιναν καλά τις πιθανές πολιτικές και στρατιωτικές δυσκολίες που μπορούσε να συναντήσει η Γερμανία και οι ένοπλες δυνάμεις της. Αλλά ο Χίτλερ απέρριψε αυτές τις αντιρρήσεις που τις θεωρούσε ηττοπαθείς. Πίστευε στην διαίσθηση του και υποτιμούσε κατά τρόπο αγροίκο και τους αντιπάλους του και τη δική του επίδραση στην παγκόσμια γνώμη.
Κατόπιν της Πολωνικής επιστρατεύσεως της 25ης Μαρτίου 1939, ο Χίτλερ αποφάσισε να λύσει το γερμανό-πολωνικό ζήτημα δια της βίας, ακόμα και με τον κίνδυνο μιας πιθανής εκρήξεως Πολέμου, εφ' όσον πίστευε ότι μπορούσε να εντοπίσει μια τέτοια σύρραξη. Η σύναψη του συμφώνου με τη Σοβιετική Ένωση στις 23 Αυγούστου ενίσχυσε αυτή τη στάση του. Για την Πολωνία, παρά τις βρεττανικές εγγυήσεις, η κατάσταση είχε γίνει αφόρητη : ήταν περιτριγυρισμένη από τις δύο πλευρές από ισχυρούς εχθρούς, που μόλις είχαν συνδιαλεχθή μεταξύ των, η δε γρήγορη βοήθεια από τη Δύση, παρ' όλες τις πολλές διαβεβαιώσεις, ήταν πολύ απίθανη. Ο Χίτλερ, από δική του πλευρά, υπολόγιζε στην εγκατάλειψη από την Δύση της ιδέας στρατιωτικής επεμβάσεως όπως είχε γίνει το 1936 και το 1938 και πάλι την άνοιξη του 1939.
Το γερμανικό σχέδιο (γνωστό ως «Fall Weiss» ή «Περίπτωση Λευκή») είχε γίνει υπό την επίδραση τεσσάρων κυρίως παραγόντων. Αυτοί ήσαν :
—Η δυσμενής στρατιωτική και γεωγραφική θέση της Πολωνίας, που την άφηνε ανοιχτή σε περικύκλωση με ταχυκίνητες δυνάμεις από το βορρά και το νότο.
—Η απόφαση της γερμανικής διοικήσεως να δεχθή να διακινδύνευση σοβαρά στη δύση για να εξασφαλίσει ευρεία υπεροχή στην ανατολή και να κερδίσει μια γρήγορη νίκη, πριν οι Σύμμαχοι μπορέσουν να βοηθήσουν την Πολωνία.
-Η εμπιστοσύνη της γερμανικής διοικήσεως στα νέα της τεθωρακισμένα στρατεύματα και στις άλλες ταχυκίνητες μονάδες, χωρίς τη δράση των οποίων ούτε τοπική υπεροχή ουτε γρήγορος τερματισμός του πολέμου μπορούσε να νοηθή.
-Η απειλή μιας ρωσικής επιθέσεως από την ανατολή κατά της Πολωνίας.
Έως τις αρχές Ιουλίου δεν είχε καταρτισθεί σχέδιο για επίθεση κατά της Πολωνίας. Το σχέδιο δεν είχε προκάτοχο, γιατί ως τότε μόνο αμυντικά μέτρα είχαν προβλεφθεί για την αντιμετώπιση των περιστάσεων που είχαν προκύψει από το 1918.Ο στρατηγός φον Μπράουχιτς, ο αρχιστράτηγος του στρατού, εξέθεσε συνοπτικά το σχέδιο στην πρώτη του διαταγή επιχειρήσεων για την εκστρατεία:
Σκοπός της επιχειρήσεως είναι η καταστροφή των πολωνικών ενόπλων δυνάμεων . Η ιδέα ενεργείας είναι: μια αιφνιδιαστική εισβολή στο πολωνικό έδαφος να εμποδίσουμε την κανονική επιστράτευση και συγκέντρωση του πολωνικού στρατού και να καταστρέψουμε τον όγκο του πολωνικού στρατού που περιμένομε να συναντήσουμε δυτικώς της γραμμής Βιστούλα-Νάρεβ, με μια συγκεντρωτική επίθεση από τη Σιλεσία αφ'ενός και από την Πομερανία-Ανατολική Πρωσσία αφ' ετέρου.Οι αναμενόμενες επεμβάσεις εναντίον αυτής της επιχειρήσεως από την Γαλικία πρέπει να εξουδετερωθούν .
Η πολιτική κατάσταση , όπως την έβλεπαν οι Ναζισταί ηγέται, απαιτούσε , την έναρξη του πολέμου με ισχυρές αιφνιδιαστικές επιθέσεις , που θα οδηγούσαν σε γρήγορα αποτελέσματα και αυτό ήτο δυνατό μόνο αν θα χρησιμοποιούσαν τεθωρακισμένες μονάδες. Η Ομάς στρατιών του Νότου , που την αποτελούσαν η VIIIη, η Xη και η XIVη Στρατιές υπό το στρατηγό Ρούντστετ, και η Ομάς Στρατιών του Βορρά , υπό τον στρατηγό φον Μποκ με την ΙΙΙη και IVη Στρατιές ,συγκροτήθηκαν για να εκτελέσουν την επιχείρηση.
Από την Ομάδα Στρατιών του Νότου που θα έκανε την επίθεση από την Σιλεσία , η κυρία τεθωρακισμένη δύναμις της Χης Στρατιάς θα επιτίθετο μεταξύ Ζαβίρσι και Βιελούν προς την κατεύθυνση της Βαρσοβίας , έπρεπε να εξασφαλίση τις διαβάσεις του Βιστούλα και σε συνεργασία με την Ομάδα Στρατιών του Βορρά , να καταστρέψει εχθρικούς θύλακες αντιστάσεως στη δυτική Πολωνία. Η XIVη Στρατιά έπρεπε να καλύψει το δεξιό πλευρό αυτής της επιθέσεως με υποστήριξη αρμάτων ενώ η VIIIη Στρατιά θα προστάτευε το αριστερό πλευρό μεταξύ Πόζναν και Κούτνο. Η Ομάς Στρατιών του Βορρά έπρεπε να αποκαταστήσει τις επικοινωνίες μεταξύ της Γερμανίας και της Ανατολικής Πρωσσίας και να προελάσει προς την Βαρσοβίαν από την Ανατολική Πρωσσία για ν΄ανακόψει τον εχθρό βορείως του Βιστούλα. Η αεροπορία έπρεπε να καταστρέψει την πολωνική αεροπορία, να αποδιοργανώσει τις σιδηροδρομικές και οδικές συγκοινωνίες και να υποστηρίξει τον στρατό. το ναυτικό έπρεπε να διατηρίσει ανοιχτούς τους θαλάσσιους δρόμους προς την Ανατολική Πρωσσία και ν΄αποκλείσει τον κόλπο του Δάντσιχ.
Παρουσιάστηκαν δυσκολίες από την πολιτική απαίτηση του Χίτλερ να μη γίνει φανερή επιστράτευση ή προχώρησησ, αλλ' αυτό το πρόβλημα λύθηκε με το να βάλουν οκτώ μεραρχίες πεζικού , από τα τέλη Ιουνίου και έπειτα, να δουλεύουν για την κατασκευή οχυρώσεων εκστρατείας ως ένα είδος "Ανατολικό Τείχος" πίσω από το οποίο όλες οι ταχυκίνητες μεραρχίες μπορουσαν να συγκεντρωθούν για τα πρώτα μεγάλα γυμνάσια σε ευρεία κλίμακα του δικού των είδους. Για να ενισχυθούν οι δυνάμεις στην Ανατολική Πρωσσία, έστειλαν μερικές μονάδες (μεταξύ αυτών και την ΙV Ταξιαρχία Αρμάτων) φανερά διά θαλάσσης από την Γερμανία υπό το πρόσχημα να λάβουν μέρος πρώτα σε μιά μαζική παρέλαση στο μνημείο του Τάννενμπεργκ και έπειτα στα μεγάλα γυμνάσια.