Αθήναι τη 11η Ιανουαρίου 1915.
Μεγαλειότατε,
Ήδη έλαβα την τιμήν να να υποβάλω τη Υμ.Μεγαλειότητι το περιεχόμενον ανακοινώσεως, ήν κατ' εντολήν του σερ Έδουαρδ Γκρέΰ μοι έκαμε ο ενταύθα πρεσβευτής.
Δια της ανακοινώσεως ταύτης η Ελλάς τίθεται και πάλιν ενώπιον μιας των κρισιμωτάτων περιστάσεων της Εθνικής αυτής Ιστορίας. Μέχρι σήμερον η πολιτική ημών συνίστατο εις διατήρησιν της ουδετερότητας, εφ' όσον τουλάχιστον την εξ αυτής έξοδον δεν επέβαλλεν ημίν η συμμαχική υποχρέωσις προς την Σερβίαν. Λλλ' ήδη καλούμεθα να μετάσχωμεν του πολέμου όχι πλέον προς εκτέλεσιν ηθικών απλώς υποχρεώσεων αλλ' επί ανταλλάγμασι, ,τα οποία, πραγματοποιούμενα θα δημιουργήσουν μίαν Ελλάδα μεγάλην και ισχυράν, τοιαύτην οποίαν ουδ' οι μάλλον αισιόδοξοι ηδύναντο να φαντασθώσι καν προ ολίγων ακόμη ετών. Προς επιτυχίαν των μεγάλων τούτων ανταλλαγμάτων πρόκειται βεβαίως ν' αντιμετωπισθώσι και μεγάλοι κίνδυνοι. Αλλά μετά μακράν και, βαθείαν μελέτην του ζητήματος καταλήγω εις την γνώμην, ότι τους κινδύνους τούτους οφείλομεν ν' αντιμετωπίσωμεν.
Αλλά και αν αδιαφορούντες δια την τοιαύτην ηθικήν ημών έκπτωσιν εμένομεν απαθείς θα ηνειχόμεθα ούτω την διάρρηξιν της βαλκανικής ισορροπίας, επ' ωφελεία της Βουλγαρίας, ήτις, ούτως ενισχυομένη. θα ηδύνατο είτε αμέσως είτε μετά τινα χρόνον, να επιτεθή καθ' ημών, στερουμένων παντός πλέον συμμάχου και φίλου.
Οφείλομεν, κυρίως, ν΄ αντιμετωπίσωμεν αυτούς διότι και μη λαμβάνοντες ήδη μέρος εις τον πόλεμον και προσπαθούντες μέχρι τέλους αυτού να τηρήσωμεν την ουδετερότητα ημών θα ευρεθώμεν εκτεθειμένοι εις κινδύνους επίσης μεγάλους.
Εάν επιτρέψωμεν να συντριβή σήμερον η Σερβία, υπό της νέας Αυστρογερμανικής εισβολής, καμμία δεν υπάρχει ασφάλεια, ότι τα Αυστρογερμανικά στρατεύματα θα σταματήσουν προ των Μακεδονικών συνόρων μας και δεν θα ελκυσθούν φυσικώς όπως κατέλθουν μέχρι Θεσσαλονίκης.
Αλλά και αν ο κίνδυνος ούτος αποτραπή, δεχθώμεν δε ότι η Αυστρία, αρκουμένη εις στρατιωτικήν κατασύντριψιν της Σερβίας, δεν θά θελήση να εγκατασταθή εν Μακεδονία, δύναται να υπάρξη αμφιβολία, ότι η Βουλγαρία προσκαλουμένη υπό της Αυστρίας, δεν θα προελάση όπως καταλάβη την Σερβικήν Μακεδονίαν; Εάν δε το τοιούτο συμβή ποία θα είναι η θέσις ημών; θα ωφείλαμεν και τότε, επί τη βάσει της συμμαχικής συνθήκης, να προστρέξωμεν εις βοήθειαν της Σερβίας, εάν δεν θέλωμεν να ατιμασθώμεν, αθετούντες τας προς αυτήν συμμαχικάς ημών υποχρεώσεις.
Εαν αντιθέτως προσετρέχομεν τότε προς εκπλήρωσιν επιτακτικού ημών καθήκοντος εις βοήθειαν .της Σερβίας, θα Ιπράττομεν τούτο υπό περιστάσεις πολύ δυσμενεστέρας, παρά εάν από τούδε προστρέξωμεν εις βοήθειαν αυτής. Διότι η Σερβία θα ήτο ήδη συντετριμμένη και συνεπώς η προς αυτήν αρωγή ημών ήκιστα ή τουλάχιστον ολίγον τελεσφόρος, ενώ εξ άλλου ημείς αποκρούοντες την σημερινήν εισήγησιν των Δυνάμεων της Τριπλής Συνεννοήσεως ουδέν θα είχομεν και εν περιπτώσει έτι νίκης ησφαλισμένον θετικόν αντάλλαγμα της προς τον αγώνα αυτόν επικουρίας ημών.
Προ παντός πρέπει να επιζητηθή η σύμπραξις όχι μόνον της Ρουμανίας, αλλ' εί δυνατόν και αυτής της Βουλγαρίας. Εάν τοιαύτη σύμπραξις επετυγχάνετο και πάντα ,τα χριστιανικά κράτη του Αίμου συνεμάχουν, όχι μόνον θα απετρέπετο πας σοβαρός κίνδυνος τοπικής αυτών ήττης, αλλά και η μετοχή αυτών θα απετέλει ούσιωδεστάτην ευκαιρίαν του αγώνος των Δυνάμεων της Τριπλής Συνεννοήσεως και δεν θα ήτο υπερβολή να είπη τις ότι η μετοχή αυτών θα ήσκει ουσιώδη ροπήν υπέρ τής επικρατήσεως τούτων. Ώπως επιτευχθή τούτο, νομίζω, ότι πρέπει να γίνωσιν εις την Βουλγαρίαν άξιαι λόγου παραχωρήσεις. Μέχρι σήμερον ηρνήθημεν να συζητήσωμεν οιανδήποτε παραχώρησιν εκ μέρους ημών προς την Βουλγαρίαν, ου μόνον δε τούτο αλλά και εδηλώσαμεν, ότι θα αντετασσόμεθα κατα μεγάλων προς αυτήν εκ μέρους της Σερβίας παραχωρήσεων, αίτινες θα ηδύναντο να διαταράξουν την δια της συνθήκης του Βουκουρεστίου κατασταθείσαν ισορροπίαν εν τω Αίμω.
Και η εν τούτω πολιτική ημών μέχρι σήμερον ήτο απολύτως ενδεδειγμένη.
Αλλ' ήδη τα πράγματα προφανώς μεταβάλλονται. Καθ' ην στιγμήν ανοίγονται προ ημών αι απόψεις πραγματοποιήσεως των εν Μικρά Ασία εθνικών βλέψεων θυσίαι τινές εν τω Αίμω δύνανται να γίνωσιν όπως ασφαλισθή η επιτυχία τοιαύτης μεγαλοπράγμονος εθνικής πολιτικής.
Προ παντός! οφείλομεν να αποσύρωμεν τας αντιρρήσεις ημών περί παραχωρήσεων εκ μέρους της Σερβίας προς τήν Βουλγαρίαν, έστω και αν αύται εκταθώσιν επί της δεξιάς όχθης του Αξιού.
Αλλ' αν αι παραχωρήσεις αύται δεν ήρκουν όπως προσελκυσθή η Βουλγαρία προς σύμπραξιν μετά των παλαιών αυτής συμμάχων ή τουλάχιστον προς τήρησιν ευμενούς απέναντι αυτών ουδετερότητος, δεν θα εδίσταζα, όσον οδυνηρά και αν είναι η εγχείρησις, να συμβουλεύσω την θυσίαν της Καβάλας , όπως διασωθεί ο εν Τουρκία Ελληνισμός και ασφαλισθή η δημιουργία αληθούς Μεγάλης Ελλάδος, περιλαμβανούσης πάσας σχεδόν τάς χώρας, εις τας οποίας ο Ελληνισμός έδρασε κατά την μακραίωνα αυτού ιστορίαν.
Η θυσία όμως αύτη θα εγίνετο ουχί απλώς ως τίμημα της εξασφαλίσεως της ουδετερότητος της Βουλγαρίας, αλλ' ως αντάλλαγμα της ενεργού μετοχής αυτής εις τον πόλεμον μετά των λοιπών συμμάχων.
Εάν η γνώμη μου αύτη εγίνετο δεκτή, θα έπρεπε δια της παρεμβάσεως των Δυνάμεων της Τριπλής Συνεννοήσεως να ασφαλισθή ότι η Βουλγαρία θα ανελάμβανε να εξαγόραση τας περιουσίας πάντων εκείνων των κατοίκων του παραχωρηθησομένου αυτή τμήματος όσοι θα ήθελον να μεταναστεύσωσιν Ιντός: τών δρίων της Ελλάδος, Συγχρόνως θα συνεφωνείτο, ότι θα αντηλλάσσοντο οι Ελληνικοί πληθυσμοί, οι κατοικούντες εντός των ορίων της Βουλγαρίας, προς τους Βουλγαρικούς πληθυσμούς εντός των ορίων της Ελλάδος, εξαγοραζομένων των περιουσιών των δύο κρατών αμοιβαίως.
Εννοείται, ότι ήτε ανταλλαγή αυτή των πληθυσμών και η εξαγορά των κτημάτων θα εγίνετο υπό επιτροπών πενταμελών, ων μέλη ανά ένα θα διώριζον, η Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Ελλάς και Βουλγαρία, η εκτέλεσις δε πάντων τούτων θα προηγείτο της εκ μέρους ημών πραγματικής παραχωρήσεως της Καβάλας. Ούτω θα επετυγχάνετο οριστικώς εθνολογική διαρρύθμισις εν τω Αίμω και θα ηδύνατο να πραγματοποιηθή η ιδέα της Ομοσπονδίας, πάντως δε να συνομολογηθή συμμαχία αμοιβαίας εγγυήσεως των κρατών τούτων, ήτις θα επέτρεπεν εις αυτά να αφοσιωθώσιν εις το έργον της οικονομικής και παντοδαπής αυτών αναπτύξεως, χωρίς να απορροφηθώσιν ευθύς εν αρχή, αποκλειστικώς σχεδόν από το έργον της στρατιωτικής αυτών ενισχύσεως.
Συγχρόνως, ως μερικόν αντάλλαγμα δια την παραχώρησιν ταύτην, θα εζητείτο όπως, αν η Βουλγαρία επεκταθή πέραν του Αξιού, παραχωρηθή εις ημάς παρά της Σερβίας, το τμήμα της Δοϊράνης - Γευγελής ν' αποκτήσωμεν άξιον λόγου σύνορον προς βορράν, αφού στερούμεθα του αρίστου νυν τοιούτου προς ανατολάς.
Ατυχώς ένεκα της βουλγαρικής απληστίας δεν είναι καθόλου βέβαιον, ότι οιαιδήποτε παραχωρήσεις δύνανται να ικανοποιήσουν την Βουλγαρίαν και αγάγουν αυτήν εις σύμπραξιν μετά των παλαιών της συμμάχων. Εάν δε δεν επιτευχθή η σύμπραξις της Βουλγαρίας, τότε απαραίτητον είναι να ασφαλισθή τουλάχιστον, η σύμπραξις της Ρουμανίας, διότι άνευ της συμπράξεως ταύτης η κάθοδος ημών εις τον αγώνα θα ήτο παρακεκινδυνευμένη.
Είναι περιττόν να προσθέσω, ότι παρά των Δυνάμεων της Τριπλής Συνεννοήσεως πρέπει να ζητηθή η υπόσχεσις της παροχής του αναγκαίου δια την διεξαγωγής του πολέμου δανείου και της διευκολύνσεως δια την εκ των αγορών των προμήθειαν των αναγκαιούντων πολεμικών εφοδίων Η γνώμη μου όπως ανταποκριθώμεν εις την γενομένων προς ημάς εισήγησιν περί μετοχής μας εις τον πόλεμον, ενισχύεται και εξ άλλων σκέψεων. Τω όντι παραμένοντες απαθείς θεαταί της διεξαγομένης μεγάλης πάλης, δεν τρέχομεν μόνον τους ανωτέρω κινδύνους ους θα δημιουργήση καθ' ημών ενδεχομένη κατασύντριψις της Σερβίας.
Και αν η απόφασις περί νέας κατά της Σερβίας επιδρομής εγκατελείπετο, η Αυστρία δε μετά, της Γερμανίας έστρεφον πάσας τας προσπαθείας των όπως εξέλθουν νικηταί εις τα δύο ταύτα κύρια θέατρα του πολέμου, το εν Πολωνία και το εν Φλάνδρα, πάλιν οι καθ' ημών κίνδυνοι θα ήσαν μεγάλοι.Πρώτον μεν, διότι, νικώσαι αύται θα ήδύναντο να επιβάλουν τας αυτάς εν Αίμω μεταβολάς, άς ανωτέρω εξέθηκα, ως ενδεχομένας συνεπείας της κατασυντρίψεως της Σερβίας, πλην του ότι δια της νίκης αυτών ο ανεξάρτητος βίος πάντων των μικρών κρατών θα υποστή πλήγμα ανεπανόρθωτον και, πλην της αμέσου ζημίας, ήν θα υφιστάμεθα ημείς διά της απωλείας των νήσων. Έπειτα δε διότι και αν ακόμη ο πόλεμος δεν έληγε δια οριστικής επικρατήσεως των μεν ή των δε, αλλά δια της επανόδου εις το προ του πολέμου καθεστώς, πάλιν μετά τοιαύτην λήξιν του πολέμου, θα επήρχετο ασφαλής και ταχύς ο όλεθρος ολοκλήρου του εν Τουρκία Ελληνισμού.
Η Τουρκία, εξερχομένη άτρωτος εκ του πολέμου, ον απετόλμησε κατά τριών Μεγάλων Δυνάμεων, και αποθρασυνομένη εκ του αισθήματος της ασφαλείας, όπερ θα τη παρέχη η μετά της Γερμανίας συμμαχία, ήτις προφανώς θα διατηρηθή και εν τω μέλλοντι ως εξυπηρετούσα τας γερμανικάς βλέψεις, θα συμπλήρωση άνευ αναβολής και συστηματικώς το έργον της καταστροφής του εν Τουρκία Ελληνισμού, αποδιώκουσα άνευ προσχημάτων πλέον και αγεληδόν τους πληθυσμούς τούτους και δημεύουσα τας περιουσίας των.Εις το έργον τούτο όχι μόνον δεν θα εύρη αντίστασιν τινά εκ μέρους της Γερμανίας, αλλά και θα ενισχυθή υπό ταύτης, όπως απαλλαχθή από ένα ανταπαιτητήν η εποφθαλμιωμένη ύπ' αυτής διά το μέλλον Μικρά Ασία. Η αθρόα δε δίωξις των εν Τουρκία βιούντων εκατομμυρίων Ελλήνων, δεν θα καταστρέψη μόνον τούτους, αλλά κινδυνεύει να παρασύρη εις οικονομικόν ναυάγιον και όλην την Ελλάδα.Ένεκα των λόγων τούτων, συμπεραίνων, κρίνω απολύτως επιβεβλημένην την υπό τους ανωτέρω όρους μετοχή εις τον αγώνα. Αύτη, ως και αρχικώς είπον, εγκλείει βεβαίως και σοβαρούς κινδύνους.
Απέναντι δε των κινδύνων, εις ους θα εκτεθώμεν μετέχοντες του πολέμου υπάρχει η προσδοκία, προσδοκία βάσιμος, ως ελπίζω, του να σώσωμεν το μέγα μέρος του εν Τουρκία Ελληνισμού, και να δημιουργήσωμεν μίαν μεγάλην και ισχυράν Ελλάδα. Και αν ακόμη απετυγχάνομεν, θα είχαμεν ήσυχον την συνείδησιν, ότι ηγωνίσθημεν και υπέρ της διασώσεως των εν δουλεία εισέτι ομογενών μας, οίτινες τον έσχατον διατρέχουσι κίνδυνον, και όπερ των γενικωτέρων συμφερόντων της άνθρωπότητος και της ανεξαρτησίας των μικρών λαών, ήν θα διακινδύνευση ανεπανορθώτως η Γερμανοτουρκική επικράτησις.
Επί τέλους δε και εν τη αποτυχία, θα διετηρούμεν την εκτίμησιν και την φιλίαν, των ισχυρών Εθνών, αυτών εκείνων, τα οποία εδημιούργησαν την Ελλάδα, και τοσάκις έκτοτε εβοήθησαν και υπεστήριξαν αυτήν. Ενώ η άρνησις ημών όπως εκπληρώσωμεν τας συμμαχικάς ημών υποχρεώσεις προς την Σερβίαν δεν θα κατέστρεφε μόνον την ηθικήν ημών υπόστασιν ως Κράτους και δεν θα εξέθετεν απλώς εις τους ανωτέρω ενδειχθέντας κινδύνους, αλλά και θα άφηνεν ημάς άνευ φίλων και άνευ πίστεως εν τω μέλλοντι, υπο τοιούτους δε όρους η εθνική ημών σταδιοδρομία θα απέβαινε κατ' εξοχήν παρακινδυνευμένη.
Και αν η απόφασις περί νέας κατά της Σερβίας επιδρομής εγκατελείπετο, η Αυστρία δε μετά, της Γερμανίας έστρεφον πάσας τας προσπαθείας των όπως εξέλθουν νικηταί εις τα δύο ταύτα κύρια θέατρα του πολέμου, το εν Πολωνία και το εν Φλάνδρα, πάλιν οι καθ' ημών κίνδυνοι θα ήσαν μεγάλοι.Πρώτον μεν, διότι, νικώσαι αύται θα ήδύναντο να επιβάλουν τας αυτάς εν Αίμω μεταβολάς, άς ανωτέρω εξέθηκα, ως ενδεχομένας συνεπείας της κατασυντρίψεως της Σερβίας, πλην του ότι δια της νίκης αυτών ο ανεξάρτητος βίος πάντων των μικρών κρατών θα υποστή πλήγμα ανεπανόρθωτον και, πλην της αμέσου ζημίας, ήν θα υφιστάμεθα ημείς διά της απωλείας των νήσων. Έπειτα δε διότι και αν ακόμη ο πόλεμος δεν έληγε δια οριστικής επικρατήσεως των μεν ή των δε, αλλά δια της επανόδου εις το προ του πολέμου καθεστώς, πάλιν μετά τοιαύτην λήξιν του πολέμου, θα επήρχετο ασφαλής και ταχύς ο όλεθρος ολοκλήρου του εν Τουρκία Ελληνισμού.
Η Τουρκία, εξερχομένη άτρωτος εκ του πολέμου, ον απετόλμησε κατά τριών Μεγάλων Δυνάμεων, και αποθρασυνομένη εκ του αισθήματος της ασφαλείας, όπερ θα τη παρέχη η μετά της Γερμανίας συμμαχία, ήτις προφανώς θα διατηρηθή και εν τω μέλλοντι ως εξυπηρετούσα τας γερμανικάς βλέψεις, θα συμπλήρωση άνευ αναβολής και συστηματικώς το έργον της καταστροφής του εν Τουρκία Ελληνισμού, αποδιώκουσα άνευ προσχημάτων πλέον και αγεληδόν τους πληθυσμούς τούτους και δημεύουσα τας περιουσίας των.Εις το έργον τούτο όχι μόνον δεν θα εύρη αντίστασιν τινά εκ μέρους της Γερμανίας, αλλά και θα ενισχυθή υπό ταύτης, όπως απαλλαχθή από ένα ανταπαιτητήν η εποφθαλμιωμένη ύπ' αυτής διά το μέλλον Μικρά Ασία. Η αθρόα δε δίωξις των εν Τουρκία βιούντων εκατομμυρίων Ελλήνων, δεν θα καταστρέψη μόνον τούτους, αλλά κινδυνεύει να παρασύρη εις οικονομικόν ναυάγιον και όλην την Ελλάδα.Ένεκα των λόγων τούτων, συμπεραίνων, κρίνω απολύτως επιβεβλημένην την υπό τους ανωτέρω όρους μετοχή εις τον αγώνα. Αύτη, ως και αρχικώς είπον, εγκλείει βεβαίως και σοβαρούς κινδύνους.
Απέναντι δε των κινδύνων, εις ους θα εκτεθώμεν μετέχοντες του πολέμου υπάρχει η προσδοκία, προσδοκία βάσιμος, ως ελπίζω, του να σώσωμεν το μέγα μέρος του εν Τουρκία Ελληνισμού, και να δημιουργήσωμεν μίαν μεγάλην και ισχυράν Ελλάδα. Και αν ακόμη απετυγχάνομεν, θα είχαμεν ήσυχον την συνείδησιν, ότι ηγωνίσθημεν και υπέρ της διασώσεως των εν δουλεία εισέτι ομογενών μας, οίτινες τον έσχατον διατρέχουσι κίνδυνον, και όπερ των γενικωτέρων συμφερόντων της άνθρωπότητος και της ανεξαρτησίας των μικρών λαών, ήν θα διακινδύνευση ανεπανορθώτως η Γερμανοτουρκική επικράτησις.
Επί τέλους δε και εν τη αποτυχία, θα διετηρούμεν την εκτίμησιν και την φιλίαν, των ισχυρών Εθνών, αυτών εκείνων, τα οποία εδημιούργησαν την Ελλάδα, και τοσάκις έκτοτε εβοήθησαν και υπεστήριξαν αυτήν. Ενώ η άρνησις ημών όπως εκπληρώσωμεν τας συμμαχικάς ημών υποχρεώσεις προς την Σερβίαν δεν θα κατέστρεφε μόνον την ηθικήν ημών υπόστασιν ως Κράτους και δεν θα εξέθετεν απλώς εις τους ανωτέρω ενδειχθέντας κινδύνους, αλλά και θα άφηνεν ημάς άνευ φίλων και άνευ πίστεως εν τω μέλλοντι, υπο τοιούτους δε όρους η εθνική ημών σταδιοδρομία θα απέβαινε κατ' εξοχήν παρακινδυνευμένη.
Της Υμετέρας Μεγαλειότητος ευπειθέντατος θεράπων
ΕΛΕΥΘ. Κ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου