IV
ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΡΠΟΡΑΤΙΣΜΟΥ
Το Υπουργείον των Συντεχνιών. Συσταθέν δια του Ν. 2.7.1926, εχαρακτηρίσθη υπό του Μουσολίνι, όστις διετελεσεν και πρώτος υπουργός αυτού, ως «όργανον πρσγματοποιούν και όλοκληρώνον την συντεχνιακήν οργάνωσιν και την ισορρόπισιν των συμφερόντων και των δυνάμεων του κοινωνικού και οικονομικού κόσμου». Εις τούτο μετεβιβάσθησαν αι αρμοδιότητες οργανώσεως, συντονισμού και ελέγχου, όσας αρχικώς είχεν η κυβέρνησις και το υπουργείον Εθνικής Οικονομίας, καταργηθέν τω 1929. Περιλαμβάνει 5 διευθύνσεις : της Γραμματείας του Συμβουλίου Συντεχνιών, των Επαγγελματικών οργανώσεων, της Εργασίας, Προνοίας και Περιθάλψεως, της Βιομηχανίας και του Εμπορίου, και διαθέτει Σώμα Επιθεωρήσεως Συντεχνιακής, εξήσκησε δέ, μέχρις ιδρύσεως των Συντεχνιών, απ' ευθείας τας συνδιαλλακτικάς λειτουργίας με τας οποίας αύται επιφορτίζονται.
Αι δικαιοδοσίαι του είνε πολλαί και μεγάλαι αφού είνε το «όργανον της οικονομικής πολιτικής του καθεστώτος», από της ιδρύσεως του δε μέχρι της «συντεχνιακής μεταρρυθμίσεως» διηυθύνετο αυτοπροσώπως υπό του Μουσολίνι, εκτός μιας περιόδου καθ' ην διετέλεσεν υπουργός ο G. Bottai.
Τo Eθνικόν Συμβούλιον των Συντεχνιών. Τούτο συνεστήθη διά Β. Δ, της 2 Ιουλίου 1926 συγχρόνως με το υπουργείον Συντεχνιών. Κατέστη το βασικόν όργανον του συντεχνιακού συστήματος, εκπληρώσαν (Ν. 20, 3. 1930 αρθρ. 13) μέχρις ολοκληρώσεως αυτού τας αρμοδιότητας και εξουσίας των Συντεχνιών,των οποίων ήδη επικυρώνει τας αποφάσεις διά της Γενικής αυτού Συνελεύσεως.
Εις το Συμβούλιον των Συντεχνιών «ανήκει η γενική οικονομική πολιτική εν ταις σχέσεσι μεταξύ εθνικών αναγκών και Συντεχνιών», Το Συμβούλιον αποτελείται από 125 μέλη, αντιπροσωπεύοντα τας Συνομοσπονδίας, 25 το φασιστικόν κόμμα και 15 πραγματογνώμονας, ονομαζόμενα διά Β, Δ, και οφείλοντα να έχουν προσόντα βουλευτικής εκλογιμότητος (Ν. 1930 αρθ. 9).
Ως όργανα του έχει τα τμήματα και υποτμήματα αυτού (ελευθέρων επαγγελμάτων και τεχνών, βιομηχανίας και βιοτεχνίας, γεωργίας, εμπορίας, μεταφορών ξηράς, θαλάσσης, αέρος, και τραπεζών) ως και τας μονίμους του Επιτροπάς, και την Γενικήν Συνέλευσιν. (αρ.2) Η προεδρία του ανήκει εις τον Αρχηγόν της Κυβερνήσεως, συγκαλούντα αυτό. (αρ. 3) κατ' εξουσιοδότησιν δε και εις τον υπουργόν των Συντεχνιών.
Αι κυριώτεραι αρμοδιότητες του είναι: Να γνωματεύη επί της εφαρμογής και πραγματοποιήσεως των εν τω Χάρτη Εργασίας αρχών, συμφώνως προς την εξέλιξιν του συντεχνιακού συστήματος και επί σχεδίων νόμων και διαταγμάτων εχόντων αντικείμενον την ρύθμισιν της παραγωγής και της εργασίας. Να εφορά και εποπτεύη επί των σωματειακών οργανώσεων, να κανονίζη την δράσιν αυτών εντός του πλαισίου των συμφερόντων της παραγωγής, να δίδη κατευθύνσεις εις αυτάς, να κανονίζη τας εισφοράς, να προβαίνη εις την σύστασιν των Συντεχνιών και εις έπιστημονικήν και εκλαϊκευτικήν προπαγάνδαν των συντεχνιακών αρχών (άρθρ, 10). Επίσης να καθορίζη κανόνας και διατάξεις διά το έργον της περιθάλψεως, την ρύθμισιν των σχέσεων εργασίας την προβλεπομένην διά των συλλογικών συμβολαίων, την διευθέτησιν των οικονομικών σχέσεων μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών της παραγωγής κλπ. (άρθρ. 12).
Παρά τω Εθν. Συμβουλίω των Συντεχνιών λειτουργεί Κεντρική Επιτροπή, συντονίζουσα την δράσιν του Συμβουλίου και αναπληρούσα την Γενικήν Συνέλευσιν (Διάταγμα 18.4,1935) εις την οποίαν μετέχουν οι Υπουργοί των Συντεχνιών, Εσωτερικών, Γεωργίας και Δασών, ο γραμματεύς του Κόμματος, οι υφυπουργοί των Συντεχνιών, οι πρόεδροι.των Συνομοσπονδιών εργοδοτών, εργαζομένων και ελευθέρων επαγγελματιών, ο πρόεδρος του Οργανισμού του Συνεργατισμού, του της Κοινωνικής περιθάλψεως και ο γενικός γραμματεύς του Συμβουλίου Συντεχνιών. (16)
Διά της μεταγενέστερος συστάσεως των Συντεχνιών (1934) εγένετο αναπροσαρμογή των δικαιοδοσιών του, ήδη δε κατά τας δηλώσεις του Αρχηγού της Κυβερνήσεως, το Εθνικόν Συμβούλιον των Συντεχνιών προορίζεται συντόμως ν' αντικαταστήση την Βουλήν, καθιστάμενον Επαγγελματικόν κοινοβούλιον, «Κοινοβούλιον των Παραγωγών», ως λέγει ο καθηγητής G. Bortolotto και «τοιουτοτρόπως όπως με την ίδρυσιν του Υπάτου Φασιστικού Συμβουλίου ετάφη ο πολιτικός λιμπεραλισμός και με την ίδρυσιν των Συντεχνιών ετάφη ο οικονομικός, ούτω με την υποκατάστασιν του Εθνικού Συμβουλίου των Συντεχνιών εις την Βουλήν, θα ταφή και ο κοινοβουλευτικός λιμπεραλισμός.»
Αι Συντεχνίαι. Το Κορπορατικόν σύστημα ολοκληρώνεται διά των Συντεχνιών.
Ο Ν. 563 του 1926 (άρθρ. 3) δεν είχε μεταχειρισθή ακόμη τον όρον «συντεχνίαι», αλλ' ωμίλει «περί ενώσεων των συνδικάτων εργοδοτών και εργαζομένων διά κεντρικών συνδετικών οργάνων, υπό κοινήν ανωτέραν ιεραρχίαν», ωσεί περί «μικτών» ανωτέρων οργανώσεων. Το Β. Δ. του Ιουλίου του ιδίου έτους ομιλεί το πρώτον εις κεφ. Ill «περί κεντρικών οργάνων συνδέσεως ή Συντεχνιών» διά των ακολούθων άρθρων :
42. «Τα όργανα συνδέσεως τα προβλεπόμενα εις άρθρον 3 του Ν. 3.4.1926 έχουσι χαρακτήρα εθνικόν. Ταύτα συνενώνουν τας εθνικάς συνδικαλιστικάς οργανώσεις των διαφόρων συντελεστών της παραγωγής, εργοδοτών και εργαζομένων διανοητικώς ή σωματικώς, τας αφορώσας καθωρισμένον κλάδον παραγωγής ή μίαν ή πλείονας κατηγορίας επιχειρήσεων».
Αι ούτω συνενούμεναι οργανώσεις αποτελούν Συντεχνίαν.»
Αι δικαιοδοσίαι του είνε πολλαί και μεγάλαι αφού είνε το «όργανον της οικονομικής πολιτικής του καθεστώτος», από της ιδρύσεως του δε μέχρι της «συντεχνιακής μεταρρυθμίσεως» διηυθύνετο αυτοπροσώπως υπό του Μουσολίνι, εκτός μιας περιόδου καθ' ην διετέλεσεν υπουργός ο G. Bottai.
Τo Eθνικόν Συμβούλιον των Συντεχνιών. Τούτο συνεστήθη διά Β. Δ, της 2 Ιουλίου 1926 συγχρόνως με το υπουργείον Συντεχνιών. Κατέστη το βασικόν όργανον του συντεχνιακού συστήματος, εκπληρώσαν (Ν. 20, 3. 1930 αρθρ. 13) μέχρις ολοκληρώσεως αυτού τας αρμοδιότητας και εξουσίας των Συντεχνιών,των οποίων ήδη επικυρώνει τας αποφάσεις διά της Γενικής αυτού Συνελεύσεως.
Εις το Συμβούλιον των Συντεχνιών «ανήκει η γενική οικονομική πολιτική εν ταις σχέσεσι μεταξύ εθνικών αναγκών και Συντεχνιών», Το Συμβούλιον αποτελείται από 125 μέλη, αντιπροσωπεύοντα τας Συνομοσπονδίας, 25 το φασιστικόν κόμμα και 15 πραγματογνώμονας, ονομαζόμενα διά Β, Δ, και οφείλοντα να έχουν προσόντα βουλευτικής εκλογιμότητος (Ν. 1930 αρθ. 9).
Ως όργανα του έχει τα τμήματα και υποτμήματα αυτού (ελευθέρων επαγγελμάτων και τεχνών, βιομηχανίας και βιοτεχνίας, γεωργίας, εμπορίας, μεταφορών ξηράς, θαλάσσης, αέρος, και τραπεζών) ως και τας μονίμους του Επιτροπάς, και την Γενικήν Συνέλευσιν. (αρ.2) Η προεδρία του ανήκει εις τον Αρχηγόν της Κυβερνήσεως, συγκαλούντα αυτό. (αρ. 3) κατ' εξουσιοδότησιν δε και εις τον υπουργόν των Συντεχνιών.
Αι κυριώτεραι αρμοδιότητες του είναι: Να γνωματεύη επί της εφαρμογής και πραγματοποιήσεως των εν τω Χάρτη Εργασίας αρχών, συμφώνως προς την εξέλιξιν του συντεχνιακού συστήματος και επί σχεδίων νόμων και διαταγμάτων εχόντων αντικείμενον την ρύθμισιν της παραγωγής και της εργασίας. Να εφορά και εποπτεύη επί των σωματειακών οργανώσεων, να κανονίζη την δράσιν αυτών εντός του πλαισίου των συμφερόντων της παραγωγής, να δίδη κατευθύνσεις εις αυτάς, να κανονίζη τας εισφοράς, να προβαίνη εις την σύστασιν των Συντεχνιών και εις έπιστημονικήν και εκλαϊκευτικήν προπαγάνδαν των συντεχνιακών αρχών (άρθρ, 10). Επίσης να καθορίζη κανόνας και διατάξεις διά το έργον της περιθάλψεως, την ρύθμισιν των σχέσεων εργασίας την προβλεπομένην διά των συλλογικών συμβολαίων, την διευθέτησιν των οικονομικών σχέσεων μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών της παραγωγής κλπ. (άρθρ. 12).
Παρά τω Εθν. Συμβουλίω των Συντεχνιών λειτουργεί Κεντρική Επιτροπή, συντονίζουσα την δράσιν του Συμβουλίου και αναπληρούσα την Γενικήν Συνέλευσιν (Διάταγμα 18.4,1935) εις την οποίαν μετέχουν οι Υπουργοί των Συντεχνιών, Εσωτερικών, Γεωργίας και Δασών, ο γραμματεύς του Κόμματος, οι υφυπουργοί των Συντεχνιών, οι πρόεδροι.των Συνομοσπονδιών εργοδοτών, εργαζομένων και ελευθέρων επαγγελματιών, ο πρόεδρος του Οργανισμού του Συνεργατισμού, του της Κοινωνικής περιθάλψεως και ο γενικός γραμματεύς του Συμβουλίου Συντεχνιών. (16)
Διά της μεταγενέστερος συστάσεως των Συντεχνιών (1934) εγένετο αναπροσαρμογή των δικαιοδοσιών του, ήδη δε κατά τας δηλώσεις του Αρχηγού της Κυβερνήσεως, το Εθνικόν Συμβούλιον των Συντεχνιών προορίζεται συντόμως ν' αντικαταστήση την Βουλήν, καθιστάμενον Επαγγελματικόν κοινοβούλιον, «Κοινοβούλιον των Παραγωγών», ως λέγει ο καθηγητής G. Bortolotto και «τοιουτοτρόπως όπως με την ίδρυσιν του Υπάτου Φασιστικού Συμβουλίου ετάφη ο πολιτικός λιμπεραλισμός και με την ίδρυσιν των Συντεχνιών ετάφη ο οικονομικός, ούτω με την υποκατάστασιν του Εθνικού Συμβουλίου των Συντεχνιών εις την Βουλήν, θα ταφή και ο κοινοβουλευτικός λιμπεραλισμός.»
Αι Συντεχνίαι. Το Κορπορατικόν σύστημα ολοκληρώνεται διά των Συντεχνιών.
Ο Ν. 563 του 1926 (άρθρ. 3) δεν είχε μεταχειρισθή ακόμη τον όρον «συντεχνίαι», αλλ' ωμίλει «περί ενώσεων των συνδικάτων εργοδοτών και εργαζομένων διά κεντρικών συνδετικών οργάνων, υπό κοινήν ανωτέραν ιεραρχίαν», ωσεί περί «μικτών» ανωτέρων οργανώσεων. Το Β. Δ. του Ιουλίου του ιδίου έτους ομιλεί το πρώτον εις κεφ. Ill «περί κεντρικών οργάνων συνδέσεως ή Συντεχνιών» διά των ακολούθων άρθρων :
42. «Τα όργανα συνδέσεως τα προβλεπόμενα εις άρθρον 3 του Ν. 3.4.1926 έχουσι χαρακτήρα εθνικόν. Ταύτα συνενώνουν τας εθνικάς συνδικαλιστικάς οργανώσεις των διαφόρων συντελεστών της παραγωγής, εργοδοτών και εργαζομένων διανοητικώς ή σωματικώς, τας αφορώσας καθωρισμένον κλάδον παραγωγής ή μίαν ή πλείονας κατηγορίας επιχειρήσεων».
Αι ούτω συνενούμεναι οργανώσεις αποτελούν Συντεχνίαν.»
42—43. «Αι Συντεχνίαι συνιστώνται διά διατάγματος του υπουργού, δεν έχουν δε
νομικήν προσωπικότητα, αλλ' αποτελούν όργανα του Κράτους».
44. «Καθήκοντα των Συντεχνιών είναι η συνδιαλλαγή των μεταξύ των εξ αυτών
έξηρτημένων συνδικάτων διαφορών και η έκδοσις των προβλεπομένων υπό του Ν. 1926 γενικών κανόνων επί των όρων της
εργασίας, η προώθησις, ενθάρρυνσις και επιχορήγησις των πρωτοβουλιών των συντελουσών
εις την προαγωγήν της παραγωγής, η ίδρυσις γραφείων εξευρέσεως εργασίας και ο
καθορισμός του χρόνου της μαθητεύσεως, εφαρμοζομένων των διατάξεων περί συλλογικών
συμβολαίων».
46. »Οι πρόεδροι των Συντεχνιών διορίζονται και ανακαλούνται διά
διατάγματος του Υπουργού. Εκάστη Συντεχνία έχει Συμβούλιον, τελούν υπό την
άμεσον εξάρτησιν του Υπουργού, αποτελούμενον εξ ίσου αριθμού αντιπροσώπων των
υπαγομένων εις αυτήν οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων».
Ο δε Χάρτης της Εργασίας (1927) διά της VI διακηρύξεως καθορίζει ότι «αι Συντεχνίαι αποτελούν την ενιαίαν οργάνωσιν των δυνάμεων της παραγωγής».
Μέχρις όμως του 1934 μία και μόνη Συντεχνία είχε συσταθή, των συντεχνιακών
λειτουργιών ενασκουμένων υπό του Εθνικού Συμβουλίου των Συντεχνιών, του
Υπουργείου και των Συνομοσπονδιών.
Ούτω το «Συντεχνιακόν Κράτος» εστερείτο Συντεχνιών,
κατά την πρώτην μορφήν του, το δε επίθετον «συντεχνιακόν» αναφέρεται κατά βούλησιν είτε εις την δράσιν των συνδικάτων είτε εις την ιδέαν
της αλληλεγγύης και τας προγραμματικάς αρχάς του κόμματος (ίδε μέρος Ι σημ. 2),
είτε εις τας διακηρύξεις του Χάρτου, ουχί όμως ακόμη εις την λειτουργίαν των Συντεχνιών—Οργάνων.
Ο μη σαφής καθορισμός των δικαιοδοσιών των διαφόρων Αρχών και Οργανώσεων
προσκαλεί συγχύσεις και παρεξηγήσεις έστιν ότε δε και εχθρότητας, εκάστης
οργανώσεως διεκδικούσης υπέρ αυτής μεγαλειτέρας δικαιοδοσίας, εις ην κατάστασιν
μετά μακράς συζητήσεις έθεσεν τέρμα ο Ν. της 5 Φεβρουαρίου 1934 αριθ. 163, διά
του οποίου εδημιουργήθησαν αι
Συντεχνίαι, ως πραγματική έκφρασις των οικονομικών δυνάμεων και δεσμός όχι
μόνον μεταξύ των ατόμων και των παραγωγικών κατηγοριών αλλά και μεταξύ όλων
αυτών των συμφερόντων και της Εθνικής Κοινωνίας.
Εις το όργανον τούτο, δια του οποίου
το Κράτος διευθύνει και ρυθμίζει την οικονομίαν, εδόθη αυτεξουσιότης» ώστε
μολονότι υπό την αιγίδα του Κράτους διατελούντος να μη δύναται να χαρακτηρισθή
εντελώς κρατικόν όργανον. Το Εθνικόν Συμβούλιον των Συντεχνιών εις την
συνεδρίασίν του της 13ης Νοεμβρίου 1933 διά της εγκριθείσης ημερησίας διατάξεως
την οποίαν παρουσίασεν ο Μουσολίνι, καθορίζει τας Συντεχνίας : «το όργανον το
οποίον υπό την αιγίδα του Κράτους, πραγματοποιεί την ολοκληρωτικήν, οργανικήν
και ενιαίαν πειθαρχίαν των παραγωγικών δυνάμεων επί σκοπώ αναπτύξεως του
πλούτου, της πολιτικής δυνάμεως και της Ευημερίας του Ιταλικού λαοϋ»-
Η Συντεχνιακή οργάνωσις δέον να θεωρηθή ιδιαιτέρα της συνδικαλιστικής
(επαγγελματικής) ήτις εξακολουθεί να παραμένη
η βάσις του
συστήματος.
Αντί πάσης άλλης διασαφηνίσεως της διαφοράς μεταξύ Επαγγελματικών Σωματείων
(συνδικάτων) και Συντεχνιών (διότι και εν Ιταλία με την ίδρυσιν των Συντεχνιών ενομίσθη
ότι εμειώθησαν τα δικαιώματα των συνδικάτων—εξ άλλου δε ο αδόκιμος όρος «συντεχνία» δίδει συχνάς αφορμάς
εις παρανοήσεις αναγκάζων και αυτούς τους Ιταλούς να πλατυλογούν προς εξήγησιν
της ουσίας του), παραθέτομεν απόσπασμα λόγου του Μουσολίνι τής 21.4.30, εγκαινιάζοντος
το Συμβούλιον των Συντεχνιών, όπερ εξεπλήρου, ως εϊπομεν, τας συντεχνιακάς
λειτουργίας μέχρι της εφαρμογής του Νόμου του 1934 : «Εν τη Συντεχνία ο
συνδικαλισμός ευρίσκει τον σκοπόν του. Ο συνδικαλισμός δεν δύναται να είναι
σκοπός αυτός ο ίδιος. Όδηγεί εις τον Σοσιαλισμόν ή την Συντεχνίαν. Μόνον εν τη
Συντεχνία πραγματοποιείται η οικονομική ενότης των διαφόρων
παραγόντων κεφαλαίου,
εργασίας και τεχνικής. Μόνον
μέσω της Συντεχνίας ήτοι διά της συνεργασίας όλων των παραγόντων κατευθυνομένων
προς ενιαίον σκοπόν, εξασφαλίζεται η ζωτικότης των συνδικάτων. Εν άλλοις
λόγοις Συνδικάτον και Συντεχνία είναι ανεξάρτητα, μολονότι αμοιβαίως συμπληρούνται.
Χωρίς το Συνδικάτον, η Συντεχνία είναι αδύνατος, αλλά και χωρίς την Συντεχνίαν
το Συνδικάτον περιορίζεται εις λεπτομερειακήν δράσιν, ξένην προς την εξέλιξιν της
παραγωγής, δράσιν θεατού και όχι πρωταγωνιστού,
στατική κι όχι δυναμικήν».
«Η Συντεχνία, λέγει ο υφυπoυργός των Συντεχνιών Biaggi, προορίζεται όχι μόνον να συμβιβάση τα ενίοτε αντιτιθέμενα συμφέροντα του κεφαλαίου και της εργασίας και να εξασφαλίση υπερτέραν κοινωνικήν δικαιοσύνην, αλλά πρέπει επίσης να θεωρηθή και ως τύπος ολοκληρωτικής εκπροσωπήσεως των οικονομικών συμφερόντων και να δώση εις το Κράτος μίαν συνεργασίαν εν τω πεδίω της οικονομικής πολιτικής».
Πάντως η διάκρισις είναι περισσότερον νοητή όταν σημειωθή ότι τα σωματεία είναι νομίμως ανεγνωρισμέναι οργανώσεις επαγγελματικαί προσώπων εχόντων ομοειδή συμφέροντα προς υποστήριξιν τούτων, ενώ αι Συντεχνίαι είναι κρατικά όργανα, μη αποτελούντα ίδια νομικά πρόσωπα, μη εκπροσωπούντα επαγγελματικάς κατηγορίας προσώπων, αλλά κατηγορίας προϊόντων παραγωγής, όργανα χρησιμοποιούμενα υπό του Κράτους προς πραγματοποίησιν των σκοπών του. (Rocco, Υπ. Δικαιοσύνης. Λόγος εις Βουλήν Ιανουάριος 1934).
«Τα συνδικάτα εργοδοτών, εργαζομένων, τοπικά, περιφερειακά κλπ. έχουν υπεράνω τας ομοσπονδίας και συνομοσπονδίας, ιδιαιτέρας διά τους εργοδότας και ιδιαιτέρας διά τους εργαζομένους. Μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών (εργοδοτών—εργατών) υπάρχουν φυσικά αντιθέσεις και ανταγωνισμοί, αλλά όχι συγκρούσεις, αίτινες άλλως τε αποφεύγονται διά των συλλογικών συμβολαίων και του Δικαστηρίου εργασίας. Αύτη είναι η κάθετος διάταξις. Είναι όμως προφανές ότι η διάταξις αύτη ρυθμίζει την εργασίαν' αλλά η ενιαία οργάνωσις και τα συμφέροντα της Εθνικής παραγωγής ρυθμίζονται διά των Συντεχνιών, αι οποίαι είναι όργανα συνδέσεως των καθέτων, εν οριζοντίω διατάξει. Τα όργανα ταύτα προέβλεψεν ο Νόμος 563 και το Β. Δ. Ιουλίου 1926, ταύτα δέ αντεκαθίστα το Εθνικόν Συμβούλιον των Συντεχνιών και το Υπουργείον, μέχρι συστάσεως των τω 1934. Άνευ αυτών το Φασιστικόν Κράτος ηδύνανο να ονομασθή «συνδικαλιστικόν» αλλ' όχι «συντεχνιακόν.» Η διάκρισις μεταξύ Συνδικαλισμού .και Συντεχνισμού (κορπορατισμού) είναι οργανική» (G. Bottai, τότε Υπουργός Συντεχνιών).
Αι Συντεχνίαι συνιστώνται δια διατάγματος του Αρχηγού της Κυβερνήσεως, προτάσει του Υπουργείου των Συντεχνιών και κατόπιν γνωμοδοτήσεως του Κεντρικού Συντεχνιακού Συμβουλίου (αρθρ. 1) και προεδρεύονται υπό Υπουργού, Υφυπουργού ή του Γραμματέως του Κόμματος, διοριζομένων δια διατάγματος του Αρχηγού της Κυβερνήσεως.
Το συστατικόν διάταγμα καθορίζει τον αριθμόν των μελών του Συμβουλίου και πόσα εκ τούτων θα προέρχονται εξ εκάστης των ομοσπόνδων επαγγελματικών ενώσεων (αρθρ. 3).
Εις τας Συντεχνίας ενθ' αντιπροσωπεύονται κατηγορίαι διαφόρων κλάδων, δύνανται να ιδρυθώσιν ειδικά τμήματα. Δια ζητήματα ευρυτέρου ενδιαφέροντος ο αρχηγός της Κυβερνήσεως δύναται να συγκαλέση τας Συντεχνίας ανά δύο ή περισσοτέρας, εχούσας ως προς τα υπό μελέτην θέματα την αυτήν εξουσίαν των μεμονωμένων Συντεχνιών (αρθρ. 5).
Διά τον καθορισμόν των ενεργειών ως προς ωρισμένα προϊόντα δύνανται να συνιστώνται συντεχνιακά συμβούλια, εις τα οποία μετέχουν αντιπρόσωποι των οικονομικών κατηγοριών, των αρμοδίων υπηρεσιών του Κράτους και του Κόμματος, των οποίων αι αποφάσεις υπόκεινται εις έγκρισιν των οικείων Συντεχνιών και της Γενικής Συνελεύσεως του Εθνικού Συμβουλίου των Συντεχνιών (αρθρ. 6).
Εις το συνδικαλιστικόν πεδίον τα σωματεία καθίστανται αυτόνομα, αλλ' εξακολουθούν να υπάγωνται εις τας ιδίας αυτών συνομοσπονδίας, κατά τα υπό του υπουργείου καθορισθησόμενα (αρθρ. 7).
Αι Συντεχνίαι εκτός των λειτουργιών και εξουσιών, ας αναγνωρίζουν ο Ν. 3.4.26 και το Β.Δ. 1.7.26 κανονίζουν τας οικονομικάς σχέσεις και την ρύθμισιν της παραγωγής, ασκούσαι την λειτουργίαν ταύτην προτάσει των αρμοδίων υπουργών ή αιτήσει των εις αυτάς συνδεδεμένων σωματείων (αρθρ. 8),
Αι Συντεχνίαι γνωμοδοτούν επί των καταρτιζομένων υπό των επαγγελματικών σωματείων συμβάσεων, αίτινες υποβάλλονται προς έγκρισιν εις την γενικήν Συνέλευσιν του Εθν. Συμβουλίου των Συντεχνιών, καθιστάμεναι υποχρεωτικαί διά διατάγματος, (αρ. 9.11).
Επίσης καθορίζουν τας τιμάς των ειδών και των υπηρεσιών των παρεχομένων υπό του Κράτους (αρ. 10). Γνωμοδοτούσιν επί των ζητημάτων των ενδιαφερόντων τον κλάδον παραγωγής, ον αντιπροσωπεύουν και ασκούν δι' ειδικής επιτροπής την απόπειραν συμβιβασμού των συλλογικών διαφορών εργασίας, (αρθρ. 12.13).
Δυνάμει του Νόμου τούτου ιδρύθησαν, διά διαταγμάτων Μαΐου-Ίουνίου 1934, είκοσι δύο Συντεχνίαι προεδρευόμεναι υπό του Υπουργού των Συντεχνιών, όστις κατά το 1934 ήτο αυτός ούτος ο αρχηγός της Κυβερνήσεως και εδρεύουσαι εν τω Υπουργείω Συντεχνιών.
Πάντως η διάκρισις είναι περισσότερον νοητή όταν σημειωθή ότι τα σωματεία είναι νομίμως ανεγνωρισμέναι οργανώσεις επαγγελματικαί προσώπων εχόντων ομοειδή συμφέροντα προς υποστήριξιν τούτων, ενώ αι Συντεχνίαι είναι κρατικά όργανα, μη αποτελούντα ίδια νομικά πρόσωπα, μη εκπροσωπούντα επαγγελματικάς κατηγορίας προσώπων, αλλά κατηγορίας προϊόντων παραγωγής, όργανα χρησιμοποιούμενα υπό του Κράτους προς πραγματοποίησιν των σκοπών του. (Rocco, Υπ. Δικαιοσύνης. Λόγος εις Βουλήν Ιανουάριος 1934).
«Τα συνδικάτα εργοδοτών, εργαζομένων, τοπικά, περιφερειακά κλπ. έχουν υπεράνω τας ομοσπονδίας και συνομοσπονδίας, ιδιαιτέρας διά τους εργοδότας και ιδιαιτέρας διά τους εργαζομένους. Μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών (εργοδοτών—εργατών) υπάρχουν φυσικά αντιθέσεις και ανταγωνισμοί, αλλά όχι συγκρούσεις, αίτινες άλλως τε αποφεύγονται διά των συλλογικών συμβολαίων και του Δικαστηρίου εργασίας. Αύτη είναι η κάθετος διάταξις. Είναι όμως προφανές ότι η διάταξις αύτη ρυθμίζει την εργασίαν' αλλά η ενιαία οργάνωσις και τα συμφέροντα της Εθνικής παραγωγής ρυθμίζονται διά των Συντεχνιών, αι οποίαι είναι όργανα συνδέσεως των καθέτων, εν οριζοντίω διατάξει. Τα όργανα ταύτα προέβλεψεν ο Νόμος 563 και το Β. Δ. Ιουλίου 1926, ταύτα δέ αντεκαθίστα το Εθνικόν Συμβούλιον των Συντεχνιών και το Υπουργείον, μέχρι συστάσεως των τω 1934. Άνευ αυτών το Φασιστικόν Κράτος ηδύνανο να ονομασθή «συνδικαλιστικόν» αλλ' όχι «συντεχνιακόν.» Η διάκρισις μεταξύ Συνδικαλισμού .και Συντεχνισμού (κορπορατισμού) είναι οργανική» (G. Bottai, τότε Υπουργός Συντεχνιών).
Αι Συντεχνίαι συνιστώνται δια διατάγματος του Αρχηγού της Κυβερνήσεως, προτάσει του Υπουργείου των Συντεχνιών και κατόπιν γνωμοδοτήσεως του Κεντρικού Συντεχνιακού Συμβουλίου (αρθρ. 1) και προεδρεύονται υπό Υπουργού, Υφυπουργού ή του Γραμματέως του Κόμματος, διοριζομένων δια διατάγματος του Αρχηγού της Κυβερνήσεως.
Το συστατικόν διάταγμα καθορίζει τον αριθμόν των μελών του Συμβουλίου και πόσα εκ τούτων θα προέρχονται εξ εκάστης των ομοσπόνδων επαγγελματικών ενώσεων (αρθρ. 3).
Εις τας Συντεχνίας ενθ' αντιπροσωπεύονται κατηγορίαι διαφόρων κλάδων, δύνανται να ιδρυθώσιν ειδικά τμήματα. Δια ζητήματα ευρυτέρου ενδιαφέροντος ο αρχηγός της Κυβερνήσεως δύναται να συγκαλέση τας Συντεχνίας ανά δύο ή περισσοτέρας, εχούσας ως προς τα υπό μελέτην θέματα την αυτήν εξουσίαν των μεμονωμένων Συντεχνιών (αρθρ. 5).
Διά τον καθορισμόν των ενεργειών ως προς ωρισμένα προϊόντα δύνανται να συνιστώνται συντεχνιακά συμβούλια, εις τα οποία μετέχουν αντιπρόσωποι των οικονομικών κατηγοριών, των αρμοδίων υπηρεσιών του Κράτους και του Κόμματος, των οποίων αι αποφάσεις υπόκεινται εις έγκρισιν των οικείων Συντεχνιών και της Γενικής Συνελεύσεως του Εθνικού Συμβουλίου των Συντεχνιών (αρθρ. 6).
Εις το συνδικαλιστικόν πεδίον τα σωματεία καθίστανται αυτόνομα, αλλ' εξακολουθούν να υπάγωνται εις τας ιδίας αυτών συνομοσπονδίας, κατά τα υπό του υπουργείου καθορισθησόμενα (αρθρ. 7).
Αι Συντεχνίαι εκτός των λειτουργιών και εξουσιών, ας αναγνωρίζουν ο Ν. 3.4.26 και το Β.Δ. 1.7.26 κανονίζουν τας οικονομικάς σχέσεις και την ρύθμισιν της παραγωγής, ασκούσαι την λειτουργίαν ταύτην προτάσει των αρμοδίων υπουργών ή αιτήσει των εις αυτάς συνδεδεμένων σωματείων (αρθρ. 8),
Αι Συντεχνίαι γνωμοδοτούν επί των καταρτιζομένων υπό των επαγγελματικών σωματείων συμβάσεων, αίτινες υποβάλλονται προς έγκρισιν εις την γενικήν Συνέλευσιν του Εθν. Συμβουλίου των Συντεχνιών, καθιστάμεναι υποχρεωτικαί διά διατάγματος, (αρ. 9.11).
Επίσης καθορίζουν τας τιμάς των ειδών και των υπηρεσιών των παρεχομένων υπό του Κράτους (αρ. 10). Γνωμοδοτούσιν επί των ζητημάτων των ενδιαφερόντων τον κλάδον παραγωγής, ον αντιπροσωπεύουν και ασκούν δι' ειδικής επιτροπής την απόπειραν συμβιβασμού των συλλογικών διαφορών εργασίας, (αρθρ. 12.13).
Δυνάμει του Νόμου τούτου ιδρύθησαν, διά διαταγμάτων Μαΐου-Ίουνίου 1934, είκοσι δύο Συντεχνίαι προεδρευόμεναι υπό του Υπουργού των Συντεχνιών, όστις κατά το 1934 ήτο αυτός ούτος ο αρχηγός της Κυβερνήσεως και εδρεύουσαι εν τω Υπουργείω Συντεχνιών.
1) Συντεχνία των Δημητριακών.
2) Λαχανοκομίας, ανθοκομίας και οπωροκομίας.
3) Αμπελουργίας και οινολογίας.
4) Ελαιουργίας και παραγομένων.
5) Τεύτλων και ζακχάρεως.
6) Ζωοτεχνίας και Αλιείας,
7) Ξυλουργίας,
8) Υφαντικών προϊόντων,
9) Οικοδομικών κατασκευών.
10) Μεταλλουργίας και Μηχανουργίας.
11) Ιματισμού.
12) Υέλου και κεραμικής.
13) Χημικών προϊόντων.
14) Χάρτου και Τύπου.
15) Εξορυκτικών βιομηχανιών.
16) Ύδατος, Αεριόφωτος και ηλεκτρισμού.
17) Ελευθέρων επαγγελμάτων και τεχνών (με τμήματα νομικών επαγγελμάτων,υγειονομικών, τεχνικών και καλλιτεχνίας
18) Συγκοινωνιών εσωτερικού (με τμήματα σιδηροδρόμων, τροχιοδρόμων και εσωτερικών ναυτικών συγκοινωνιών, μεταφορών δι' αυτοκινήτου, βοηθητικών υπηρεσιών εμπορίου, συγκοινωνιών τηλεφωνικών και ραδιοφωνικών).
19) Θαλάσσης και αέρος.
20) Ξενοδοχείων και Τουρισμού,
21) Προνοίας και Πίστεως (με τμήματα Τραπεζών, Ταμιευτηρίων και Οργανισμών δημοσίου δικαίου και Ασφαλειών)
22) Θεάματος.
Συμβούλια και Επιτροπαί
Κατά το σύστημά του ο κορπορατισμός έχει συστήσει διάφορα Συμβούλια και Επιτροπάς τοπικάς, αίτινες παρακολουθούν τα ιδιαίτερα τοπικά συμφέροντα και φροντίζουν διά τον συντονισμόν αυτών με τα καθολικά συμφέροντα της παραγωγής. Τοιαύτα τα«Επαρχιακά Συμβούλια της Συντεχνιακής Οικονομίας», προεδρευόμενα υπό των νομαρχών και απαρτιζόμενα από αντιπροσώπους των εν τη περιφερεία εργοδοτών και εργαζομένων. Τα Συμβούλια ταύτα φροντίζουν και διά την συνδιαλλαγήν των αντιθέτων συμφερόντων και έχουν δικαιοδοσίαν τινά «επαρχιακών τμημάτων Συντεχνιών».
Εξ άλλου εις εκάστην πρωτεύουσαν επαρχίας εδρεύει Επιτροπή «Διασυνδικαλιστική» προεδρευομένη από αντιπρόσωπον του κόμματος, η οποία είναι τοπικόν πολιτικόν όργανον παρακολουθήσεως της εφαρμογής των συντεχνιακών αρχών.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής κατευθύνει τα «Γραφεία εξευρέσεως εργασίας» άτινα εδρεύουν παρα τώ «Επαρχιακώ συμβουλίω» και εφορά επί των σωματείων και της παραγωγής, καθόσον, κατά το φασιστικόν δόγμα, η πολιτική τάξις και η οικονομική τοιαύτη εισίν αλληλένδετοι.
Ο κορπορατισμός αντιτάσσει εις την ατομικιστικήν οικονομίαν ότι «η παραγωγή εμπιστευομένη εις το κριτήριον των ατόμων και ανταποκρινομένη εις σκοπούς ιδιωτικούς αυτών, είναι αναγκαίως εις δυσαρμονίαν και ασυμβίβαστος με τους σκοπούς του Κράτους» εις δε την κρατικήν ή κολλεκτιβιστικήν οικονομίαν αντιτάσσει «ότι οικονομία εμπιστευομένη εις οργανισμούς δημοσίους, των οποίων οι εκπρόσωποι ενδιαφέρονται μόνον εμμέσως, είναι αναγκαίως κατωτέρα εκείνης την οποίαν το ατομικόν συμφέρον περιβάλλει αμέσως» (46).
«Το φασιστικόν καθεστώς δεν προτίθεται να κρατικοποίηση-ή όπερ χειρότερον να «υπαλληλοκρατήση» την εθνικήν οικονομίαν, του αρκεί να την ελέγχη και να την ρυθμίζη δια των Συντεχνιών», είπεν προσφάτως έτι ο Μουσολίνι (47), εις δε την εισηγητικήν του Έκθεσιν προς την Γερουσίαν επί του σχεδίου του περί Συντεχνιών νόμου (8.1.34) έλεγεν: «Εκ της αναλύσεως των διατάξεων του νομοσχεδίου εξάγεται ότι τούτο τείνη να πραγματοποιήση την συλλογικήν διεύθυνσιν της παραγωγής, ήτις είναι η περισσότερον καταστάσα αισθητή ανάγκη του οικονομικού κόσμου. Όπως άλλοτε ελέχθη, ο κορπορατισμός είναι οικονομία πειθαρχημένη και κατά συνέπειαν ελεγχομένη, καθόσον δεν δύναται να νοηθή πειθαρχία άνευ ελέγχου. Ο κορπορατισμός υπερβάλλει τον σοσιαλισμόν και τον ψιλελευθερισμόν, δημιουργών νέαν σύνθεσιν... Η πρωτοτυπία της Ιταλικής λύσεως έγκειται εις το ότι η διεύθυνσις της παράγωγης δεν επιβάλλεται εκ των άνω, ούτε υπό οργάνου ευρισκομένου εκτός της παραγωγικής δραστηριότητος, αλλά δια της Συντεχνίας, ήτις είναι αυταί αύται αι παραγωγικαί κατηγορίαι. Εν μια λέξει ο νόμος ούτος πραγματοποιεί την αντίληψιν καθ' ην η Συντεχνία καθωρίσθη «μέσον οργανικής αυτοπειθαρχήσεως της παραγωγής».
Διά των παρεχομένων δικαιοδοσιών εις τας Συντεχνίας αύται έχουν ν' ασχοληθούν εν τη εννοία τής « ενιαίας ρυθμίσεως της παραγωγής» με τας παραγομένας ποσότητας, τας ανάγκας της καταναλώσεως, την επάρκειαν και κατανομήν των πρώτων υλών, την αναζήτησιν τοιούτων εν τη χώρα διά συσταθέντων ειδικών οργανισμών, την ϊδρυσιν, επέκτασιν, συγχώνευσιν ή συγκέντρωσιν των βιομηχανιών κλπ. διότι εις διευθυνομένην οικονομίαν ενδιαφέρει όχι μόνον η ποσότης και η ποιότης των προϊόντων εν σχέσει με τας ανάγκας της καταναλώσεως, αλλά και ο τρόπος και ο τόπος της παραγωγής (48). Ως εκ τούτου ρυθμίζεται η συγκέντρωσις ή κατανομή των βιομηχανιών και εν γένει επιχειρήσεων εις ωρισμένα σημεία του εθνικού εδάφους αναλόγως των παρουσιαζομένων ευκολιών ως προς τα μεταφορικά μέσα, τας εν γένει συνθήκας, το κόστος παράγωγης κλπ.
Σειρά ολόκληρος μέτρων λαμβάνεται διά την αξιοποίηαιν της γης, ενθαρρυνομένων και ενισχυομένων των προοδευτικών αγροτών εις εκτέλεσιν έργων αποξηράνσεων,αρδεύσεων, και οδοποιίας, ανεξαρτήτως των απ' ευθείας εκτελουμένων υπό του Κράτους, προβλεπομένων και μέτρων αναγκαστικών συνεταιρισμών και απαλλοτριώσεων διά τους δυστροπούντας ή ανικάνους ίδιοκτήτας (49).
Συγχρόνως δι' άλλων μέτρων ρυθμίζεται η εσωτερική μετανάστευσις διά την κατανομήν του πληθυσμού κατά τας ανάγκας πάντοτε της παραγωγής. «Κυβερνάν είναι περισσότερον κατευθύνειν παρά εξουσιάζειν», λέγει ό Rossoni, και τας κατευθύνσεις αυτάς οφείλει να δίδη το Κράτος,
Εις τον λόγον του επί της συστάσεως τών Συντεχνιών της 14-11-1933 ο Μουσολίνι αναλύων τας «οικονομικάς κατηγορίας» δίδει τους ακολούθους αριθμούς της συνθέσεως του πληθυσμού: (50)
« Επί 8 εκατομμυρίων προσώπων ασχολουμένων εις την Γεωργίαν 3 εκατομ,εκμεταλλεύονται ιδιόκτητον έδαφος, 858 χιλ. είναι μισθωταί κτημάτων, 1600 επίμορτοι και έποικοι και 2500 χιλ. μισθωτοί και εν γένει εργάται γεωργίας. Οι Βιομήχανοι ανέρχονται εις 523 χιλ., οι έμποροι εις 841 χιλ., οι χειροτέχναι εις 724 χιλ., οι ημερομίσθιοι εργάται εις4.283 χιλ.. οι λοιποί παρέχοντες σωματικήν εργασίαν εις 849 χιλ., αι ένοπλοι δυνάμεις εις 541 χιλ., οι ελεύθεροι έπαγγελματίαι και οι καλλιτέχναι εις 553χιλ., οι υπάλληλοι ιδιωτικοί και κρατικοί 905 χιλ.. Σύνολον 17 εκατομμύρια. Οι ιδιοκτήται και είσοδηματίαι 201 χιλ., φοιτηταί και σπουδασταί 1.945 χιλ., αι οικοκυραί11.244 χιλ. και οι μη ανήκοντες εις επαγγελματικήν κατηγορίαν εις 1.295 χιλ.
« Η εθνική λοιπόν οικονομική συγκρότησις είναι ποικίλη αφού και οι 523 χιλ. βιομήχανοι είναι όλοι σχεδόν μικροβιομήχανοι ή μέσοι τοιούτοι....
« Πόσον άδικον είχεν ο Καρλ Μαρξ, ο οποίος με τας αποκαλυπτικάς κατατάξεις του, διετείνετο ότι η κοινωνία ηδύνατο να διαιρεθή εις δύο τάξεις εντελώς διακρινομένας μεταξύ των και αιωνίως ασυνδιαλλάκτους.»
Αφού τοιαύτη η σύνθεσις των επιχειρήσεων, μένουν ολίγαι εκτάσεως τοιαύτης ώστε να «παύουν να είναι οικονομικόν φαινόμενον, καθιστάμενοι κοινωνικόν ζήτημα».«Η μεν μικρά και μέση βιομηχανία, λέγει, (λόγος 25.3.1936) θα παραμείνουν εντός του πλαισίου της ατομικής πρωτοβουλίας και ευθύνης, εναρμονιζόμεναι υπό πνεύμα εθνικόν και κοινωνικόν διά της συντεχνιακής αυτοπειθαρχίας. Η μεγάλη όμως βιομηχανία, η εργαζομένη αμέσως ή εμμέσως διά την άμυναν της χώρας και η οποία εσχημάτισε τα κεφάλαια της δι' εγγραφής μετοχών, και η άλλη εκείνη βιομηχανία,ήτις εξελίχθη εις καταπιταλιστικήν και υπερκαπιταλιστικήν — τουθ' όπερ θέτει προβλήματα όχι πλέον οικονομικής τάξεως αλλά κοινωνικής—θα συγκροτηθούν εις μεγάλας μονάδας και θα προσλάβουν ειδικόν χαρακτήρα εντός του πλαισίου του Κράτους,πράγμα διευκολυνόμενον, διότι το Κράτος διά του «Οργανισμούτης Βιομηχανικής Ανασυγκροτήσεως» (51) έχει ικανήνσυμμετοχήν και ενίοτε τηνπλειοψηφίαν του μετοχικού κεφαλαίου...
Το θλιβερόν φαινόμενον του νεοπλούτου δεν θα αναφανή πλέον και με το σύστημα μας αι αποστάσεις οφείλουν να σμικρύνουν—και θα σμικρύνουν—μεταξύ των κατηγοριών της παραγωγής».
Υπενθυμίζομεν ότι «κατηγορίαι παραγωγής» εις την φασιστικήνορολογίαν σημαίνει «τάξεις».
Υποσημειώσεις
46. Ugo Spirito. Capitalismo e corporativismo σελ. 5.
47. Λόγος Καπιτωλίου (εις συνελ. Συντεχνιών) 23.3·1936.
4b. Εν Ελλάδι από χρόνων νομοθεσία ρυθμιστική ποσοτήτων παραγιυγής (εκρίζωσις αμπέλων, παρακράτημα σταφίδος κλπ.) και ποιοτήτων (φυτείαι καπνού, ποιότης ελαίου κλπ,). .
49. Οι Κορπορατισταί υπερηφανεύονται διότι δια του νόμου «Μουσολίνι 1928», διά των σωματείων των «πιστών της γης», διά των απαλλοτρίωσεων και της παραχωρήσεως εις τον Οργανισμόν των Πολεμιστών μη επαρκώς καλλιεργουμένων, γαιών, αξιοποιήθησαν υπέρ τα 2 εκατομ, εκτάρια,εγένοντο έργα 5 δισεκατομ. λιρεττών, εδόθη εργασία εις 100 χιλιάδας εργάτας,εδημιουργήθησαν νέα κέντρα και προέκυψαν επαρχίαι ολόκληροι — η Littoria τω1934.—Εάν και η Ελλάς ομιλήση ποτέ διά την έργασίαν της (διότι οί νεοέλληνες δεν υπερηφανεύονται αλλά κατά συνήθειαν μεμψιμοιρούν και αλληλοκατακρίνονται)θα αναοφέρη τας αποξηρανθείσας εκτάσεις της, τα παραγωγικά της έργα, την αγροτικήν της πολιτικήν, την ρυθμιστικήν της πρόβλεψιν διά την καλλιέργειαν,τας νέας πόλεις και επαρχίας αίτινες ανέκυψαν και την «δυναμικότητα» της, η οποία της επέτρεψεν ν' απορροφήση ,εγκαταστήση και καταστήση «παράγοντας παραγωγής» εν και ήμισυ εκατομμύριον πληθυσμού ομαδικώς εισρεύσαντος.
50. Επεκτεινόμενα ολίγον διότι εξ αυτού δυνατόν να.εξαχθούν και δι' ημάς αναλογίαι
51· Δι' αυτονόμων πιστωτικών οργανισμών προβλέπεται η παροχή δανείων εις τας επιχειρήσεις. Τω 1932 ιδρύΰη ο Οργανισμός Βιομηχανικής Ανασυγκροτήσεως διά κεφαλαίων χορηγηθέντων υπό του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, όστις χρηματοδοτεί τας βιωσίμους βιομηχανίας δι'εκδόσεως ομολογιών 15—20 ετών και προβλέπει διά την εκκαθάρισιν των μη βιωσίμων.........
(Επιστροφή)
(Επιστροφή)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου