Κυριακή 6 Αυγούστου 2017

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ ΦΩΣΤΙΝΗ: Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΣΤΗ ΡΩΣΣΙΑ.5

ΜΙΑ ΟΜΟΡΦΗ ΑΝΑΤΟΛΗ
Να κλείσω μάτι ωστόσο δεν μπόρεσα όλη τη νύκτα, Ένα σμήνος από σκέψεις βομβούσε γύρω στη ψυχή μου και με κρατούσε άγρυπνον ως την ώρα, που oι πετεινοί άρχισαν να χαιρετίζουν το ξημέρωμα με τις διάτορες φωνές των. Εσηκώθηκα και άρχισα να ντύνωμαι βιαστικά, για να έβγω έξω στο μαγευτικό χαγιατάκι του σπιτιού μας. Είναι ακόμα σκοτάδι αρκετό. Οι χωρικοί με τη βοήθεια των λυχναριών των ετοιμά­ζουν τα ζώά τους. Οι βραχνές κουβέντες των μόλις ακούον­ται συγκεχυμένες με τα κουδουνίσματα των ζώων, ενώ τα φώτα των λυχναριών των λάμπουν από τα παραθυράκια των σπιτιών και φαίνονται σαν νάπεσαν τα άστρα από τον ουρα­νό στη γη. Ο κάμπος ακόμη κοιμάται ήρεμα* τα δένδρα μό­λις διακρίνονται σαν μαύρες σκιές και μόνον μερικά λιμνα­σμένα νερά γυαλίζουν σαν υπερφυσικά διαμάντια στην αν­ταύγεια των πρώτων ακτίνων της Ανατολής. Μπροστά μου και λίγο δεξιά το απόκρημνο ακρωτήριο του Σταυρού καθι­σμένο απάνω στη θάλασσα φαίνεται στο σκοτάδι, που επικρα­τεί ακόμα, σαν ένα υπερφυσικό Θηρίο, που κοιμάται. Η θάλασ­σα του Αιγαίου απλώνεται σκοτεινή σαν νύκτα και μόνον τα αγριεμένα κύματα της ακούονται, που ξεσπούν με βόγγο στην ακρογυαλιά, σαν να ζητούνε να ξυπνήσουν τον κάμπο από ιον ύπνο. Βαθειά στον ορίζοντα κατά την Ανατολή, εκεί, που η γη σμίγει με το άπειρο, σε ύψος μικρό είναι στιβαγμένα πυκνό—πυκνά και σκοτεινά σύννεφα, ξανοίγονται σε διάφορα σχήματα και αφήνουν ανάμεσα τους ένα κομμάτι ουρανού με αραιά σύννεφα, τα οποία η αυγή έχει βάψει ροδαλά και φαίνονται σαν μια θάλασσα από τριαντάφυλλα, άλλα ποιό ζωηρά και άλλα ξεθωριασμένα. Υψηλότερα άλλο στρώμα από πυκνά μαύρα σύννεφα, και ανάμεσά τους ένα κενό κομμάτι ουρανού ανοικτό θαλασσί γλυκό όσο δεν μπορεί κανείς εύκολα να φαντασθή. Οι στιγμές περνούν η αυγή ολοένα προβάλλει και η τριανταφυλλένια θάλασσα του ουρανού γί­νεσαι τώρα κόκκινη σαν φωτιά και ανάμεσα της σκορπισμένα μικρά κομματάκια από μαύρα σύννεφα φαίνονται σαν μικρά νησάκια μέσα σε πύρινη θάλασσα. Άλλα και αυτά δεν στέ­κουν πολύ όπως είναι. Ο ουρανός αλλάζει από στιγμή σε στιγ­μή χρωματισμούς, σκορπάει τριαντάφυλλα, άλλοτε πλέκει στεφάνια από φλογισμένα ρόδα, άλλοτε πύρινες απλώνει θά­λασσες άλλοτε ποιό ξεθωριασμένες και άλλοτε χαλάει άσπλαχ­να τις θάλασσες αυτές σκορπίζοντας παντού σύννεφα μαύρα. Όλα αυτά παρουσιάζουν την εικόνα μιας πάλης απεγνωσμέ­νης, που κάνουν μεταξύ τους το σκοτάδι και το φώς και φαί­νονται σαν ν' αγωνίζεται το φως να διώξη το σκοτάδι. Την ώραν αυτή τραβάει την προσοχή μου η «διάνα» το εγερτή­ριο σάλπισμα, που άρχισε να κτυπάη γλυκά—γλυκά και να το ακολουθή ο αντίλαλός του από τα γύρω βουνά. Ξυπνούσε τα παλληκάρια μας για να τραβήξουν το μακρυνό το δρόμο. Αυτή τη στιγμή ήλθαν στο νου μου οι γλυκοί στίχοι του αγαπη­μένου ποιητού και άρχισα σιγανά-σιγανά να τους απαγγείλλω μόνος μου.
Κοιμήσου, λεβεντόκορμο ! 
τα ονείρατα τα πλάνα,
που μάγευαν τη νειότη σου
στον ταπεινό καιρό,
σαν τον καπνό στον άνεμο
τα σκόρπισεν η διάνα,
όταν σε πρωτοξύπνησε
με τ' όπλο στο πλευρό.

Κι αν σ' εύρη βόλι αλύπητο
στη μάχη και σου φέρη
τον ύπνο τον αξύπνητο, 

μη παραπονεθής !
Η δόξα η δαφνοστέφανη
με σάλπιγγα στο χέρι
τη διάνα την ασίγητη
θε να σημάνη ευθύς. "

Τη στιγμή αυτή από την πύρινη θάλασσα ξεπετάχτηκε μια στήλη αφρισμένη φωτιάς, σαν τη στήλη του νερού, πού σηκώνει στη θάλασσα η έκρηξις μιας τορπίλλας. Ήταν ο θρίαμβος της νίκης της Ανατολής. Ενίκησε το φως ! Τα μαύρα σύννεφα κοκκινίζουν και αυτά από τη .... ντροπή τους. Η θάλασσα λάμπει, ο κάμπος ξυπνά και μας παρουσιάζει τα πράσινα χωράφια του, τα θαλερά του δένδρα και τα ξεφυλλισμένα από το φθινόπωρο πλατάνια. Στη θάλασσα ένα μόνο σημείο μαυρίζει. Είναι το βαπόρι, που έρχεται να μας πάρη για το μακρυνό μας ταξίδι.
Οι χωρικοί περνούν στους δρόμους με τα ζώα τους και πάνε στη δουλειά. Ό βασιληάς της ημέρας κόκκινος-κόκκινος σαν το αίμα ξεπετιέται τώρα από τα κύματα της θαλάσσης και αμέσως ξαπλώνει ένα τάπητα από χρυσές ακτίνες από τη βάσι του ως την παραλία του Σταυρού «Νάναι τάχα αυτός ο δρόμος, που θακολουθήση ο στρατός μας, με ολόχρυσες ακτίνες στρωμένος; » Τις οίδε ! Ο Θεός βοηθός.

Ο Ήλιος ανεβαίνει ολοένα ψηλά στο στερέωμα. Σε λίγο ανεβαίνει ψηλότερα, κρύβεται μέσα σε μαύρα σύννεφα και φωτίζει τη θάλασσα με δέσμες από αναρίθμητες ακτίνες φωτεινές. 
Είναι πλειά ημέρα. Οι πετεινοί διακηρύττουν με φωνές διάτορες τη μεγάλη νίκη του φωτός. Ταυτοχρόνως σχεδόν ακούεται το σάλπισμα «Συσσίτιον»!
Τι εντύπωσιν που μου έκαμε το σάλπισμα αυτό! Μου φάνηκε σαν να μου έλεγε « "Άφησε πλειά τις αιθεροβασίες σου και έλα στην πραγματικότητα!
Εβυθίσθηκα μέσα σ' ένα πέλαγος απογοητεύσεως. Τι φρίκη! Χωρίς να το θέλω εσηκώθηκα από τη θέσι μου και άρχισα να μαζεύω τα ρούχα μου. Έπειτα από λίγο πρέπει να εγκαταλείψουμε το χωριό και να κατεβούμε στη παραλία . Το μεσημέρι θαρχίση η επιβίβασις στα βαπόρια, που θα μας φέρουν στην μακρυνή χώρα, αφού πρώτα μας δροσίσουν και μας ζωογονήσουν με τη γλυκεία την αύρα του Bοσπόρου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου