Μετά τον ειρηνικόν τερματισμόν της Ελληνοτουρκικής διαφοράς, ο αντιπρόσωπος της Ιταλίας εν τη Συνδιασκέψει. Πρέσβυς Μοντάνια, με προσεκάλεσεν εκ μέρους του Μουσολίνι, όπως επιστρέφων εις Αθήνας, διέλθω εκ Ρώμης, διότι επεθύμει να κάμη την γνωριμίαν μου. Τω απήντησα ότι είχον πρόσκλησιν εκ μέρους της Α. Μ. Βασιλίσσης της Ρουμανίας να υπάγω εις Βουκουρέστιον, αλλ' ότι μετά την επίσκεψιν ταύτην ευχαρίστως εξ Αθηνών θα μετέβαινον εις Ρώμην. Πράγματι κατά τα μέσα Ιουνίου μέ την συγκατάθεσιν της Κυβερνήσεως μου ανεχώρησα δι' Ιταλίαν. Ο Μουσολίνι μ΄εδέχθη ολίγας ώρας μετά την άφιξίν μου εις Ρώμην εις το «Παλάτσο Γκίζι». Το γραφείον του ήτο εις το βάθος τριών σαλονιών και τοποθετημένων εις δύο μέτρα προ του τοίχου όπερ διέκρινα ότι ήτο γεμάτον από ανοιγμένας και πεταμένας εφημερίδας. Ήταν όλαι της ημέρας ιταλικαί και ξέναι — μάλλον γαλλικαί— εις τας οποίας από δημοσιογραφικήν συνήθειαν «ηρέσκετο να τους ρίπτη μίαν ματιάν», ως μου είπεν ολίγον κατόπιν. Ομίλει γαλλιστί ευχερώς με κάποιαν φρασεολογίαν διδασκάλου ,διότι υπήρξε κάποτε τοιούτος, ως υπερηφάνως με εβεβαίωσεν. Με ηυχαρίστησε δια την επίσκεψιν «ην εξεμαίευσα διότι είχα κάτι σπουδαίο να σας ανακοινώσω», και εξηκολούθησεν: «Σκεπτόμεθα λίαν προσεχώς να προσαρτήσωμεν τα Δωδεκάνησα. Επεθύμουν να σας βεβαιώσω ότι δεν πράττομεν τούτο από ουδεμίαν εχθρότητα δια την Ελλάδα, διότι εγώ προσωπικώς αισθάνομαι δια τον Έλληνικόν Λαόν πολλήν συμπάθειαν. Αλλ' είναι ανάγκη όπως αποκαταστήσωμεν την εθνικήν μας θέσιν εις την Ανατολικήν Μεσόγειον». Και τούτο λέγων μ' εκύτταξεν ασκαρδαμυκτί, ως να ήθελε να κάμη κάποιαν ασφαλή ψυχολογίαν δια την εντύπωσιν, ην θα μου έκαμνεν η αναγγελία.
Εγώ. Ομολογώ, κ. Πρόεδρε, ότι δια το «καλώς ώρισες» προς εμέ η είδησις αύτη δεν είναι εξαιρετικά επιτυχώς εκλελεγμένη. Τα Δωδεκάνησα είναι Ελληνική γη και η υπαγωγή αυτών, άνευ δε της αιτήσεως των, υφ' οιανδήποτε ξένην δύναμιν, έστω και τινα φιλικήν όσον η Ιταλία, δεν ημπορεί να είναι ικανοποιητική δια την Ελλάδα. Δεν πρόκειται να αμυνθή αύτη προς τούτο, διότι ούτε στρατιωτικήν δύναμιν έχει ικανήν ν' αντιτάξη εις Μεγάλην Δύναμιν, ως υμείς ούτε άλλο μέσον τι... Αλλά σας βεβαιώ ότι θα δυσαρεστήσητε την Ελληνικήν ψυχήν βαθέως καΙ άνευ σημαντικής τίνος κρατικής ωφελείας. Εάν αφίνατε την σημερινήν κατάστάσιν της κατοχής, θα υπήρχεν ελπίς παρά τω Ελληνικώ λαώ, ότι η στενωτέρα επαφή και γνωριμία των δύο Λαών και πιθανόν και η συνεργασία αυτών, επί το μέλλον, θα έφερε την Ιταλίαν μίαν ημέραν να επανεξετάση το Δωδεκανησιακόν ζήτημα κάπως ωριμότερον.
Μουσολίνι.. Εγώ θα επεθύμουν ευχαρίστως την συνεργασίαν αυτήν εάν μοι υπεδεικνύετο ως δυνατή, αλλ' επί ποίου πεδίου;
Εγώ. Επί του οικονομικού είναι δυνατή και ευχερής. Δεν πρόκειται να κάμωμεν τούτο εις βάρος των δύο άλλων Συμμάχων μας, διότι ούτε και υμείς θα το ηθέλατε, αλλ' ούτε και ημεις θα το απεφασίζαμεν, αλλά σήμερον είναι τεράστιον το βιομηχανικόν και εμπορικόν κενόν εις τας ανατολικομεσημβρινάς αγοράς της Μεσογείου, όπερ αφήκαν η τε Γερμανία και Αυστρία πίπτουσαι. Ημείς δεν έχομεν βιομηχανίαν προς αντικατάστασιν, αλλά σεις έχετε μεγάλην. Σεις δεν έχετε ποσώς εμπόριον άξιον να κάμη την προς τούτο διείσδυσιν εις τε την παραλίαν και το εσωτερικόν εκεί. Αλλ' ημείς έχομεν και ναυτικούς και εμπόρους, κατά χιλιάδας, έως χθες μόλις, κατοικούντας εκεί και ήδη πρόσφυγας παρ' ημίν, γνωρίζοντας εις το τέλειον πράγματα και πρόσωπα εις την Μικρασιατικήν ακτήν. Σκεφθήτε ολίγον τι θα δώση ο συνδυασμός αυτός της κοινής εργασίας δια τα oικονομικά σας συμφέροντα.
Μουσολίνι. Και τι θέλετε να κάμωμεν προς τούτο, και τι παρελείφθη εκ μέρους μας;
Eγώ. Eκτός των άλλων δεν έχετε ούτε μίαν Ιταλικήν Τράπεζαν εν Αθήναις, ενώ υπάρχουν τοιαύται και Γαλλικαί, και Αγγλικαί, και Γέρμανικαί.
Κατόπιν ήρχισε μακρά συζήτησις επί των άλλων μερών της μελλούσης μεταξύ μας οικονομικής συνεργασίας, και κατελήξαμεν να υπογράψωμεν κοινήν δήλωσιν ότι «οι κ. Μουσολίνι και Αλεξανδρής, μετά μακράν συνδιάλεξιν συνέπεσαν εις την αντίληψιν του συμφέροντος κοινής οικονομικής συνεργασίας των δύο κρατών, άτινα αντιπροσωπεύουν. Ως πρώτον βήμα έσεται η προσεχής ίδρυσις Ιταλικής Τραπέζης εν Αθήναις».
Ενώ ο Υφυπουργός κ. Κονταρίνι κατεγίνετο εις την σύνταξιν του ανακοινωθέντος, ο Μουσολίνι εις ένα καναπέ όπου εκαθήσαμεν δια να λάβωμεν τέϊον, μου είπεν αποτόμως: «Είδον με λύπην τας αποφάσεις της Συνδιασκέψεως της Λωζάνης σχετικώς με την Ελληνοτουρκικήν διαφοράν. Ήσαν άδικοι δια την Ελλάδα. Η Αν. Θράκη έπρεπε να σας δοθή. Την Ιταλίαν, εις πάσαν ιδικήν σας δράσιν και στρατιωτικήν, ειδικώς στρατιωτικήν, προς διεκδίκησιν των εθνικών σας αυτών δικαίων, θα την εύρητε εις το πλευρόν σας, είτε τώρα αμέσως είτε εις το μέλλον. Αυτό είναι μία μου επίσημος δήλωσις προς Υμάς».
Εγώ. Ομολογώ, κ. Πρόεδρε, ότι δια το «καλώς ώρισες» προς εμέ η είδησις αύτη δεν είναι εξαιρετικά επιτυχώς εκλελεγμένη. Τα Δωδεκάνησα είναι Ελληνική γη και η υπαγωγή αυτών, άνευ δε της αιτήσεως των, υφ' οιανδήποτε ξένην δύναμιν, έστω και τινα φιλικήν όσον η Ιταλία, δεν ημπορεί να είναι ικανοποιητική δια την Ελλάδα. Δεν πρόκειται να αμυνθή αύτη προς τούτο, διότι ούτε στρατιωτικήν δύναμιν έχει ικανήν ν' αντιτάξη εις Μεγάλην Δύναμιν, ως υμείς ούτε άλλο μέσον τι... Αλλά σας βεβαιώ ότι θα δυσαρεστήσητε την Ελληνικήν ψυχήν βαθέως καΙ άνευ σημαντικής τίνος κρατικής ωφελείας. Εάν αφίνατε την σημερινήν κατάστάσιν της κατοχής, θα υπήρχεν ελπίς παρά τω Ελληνικώ λαώ, ότι η στενωτέρα επαφή και γνωριμία των δύο Λαών και πιθανόν και η συνεργασία αυτών, επί το μέλλον, θα έφερε την Ιταλίαν μίαν ημέραν να επανεξετάση το Δωδεκανησιακόν ζήτημα κάπως ωριμότερον.
Μουσολίνι.. Εγώ θα επεθύμουν ευχαρίστως την συνεργασίαν αυτήν εάν μοι υπεδεικνύετο ως δυνατή, αλλ' επί ποίου πεδίου;
Εγώ. Επί του οικονομικού είναι δυνατή και ευχερής. Δεν πρόκειται να κάμωμεν τούτο εις βάρος των δύο άλλων Συμμάχων μας, διότι ούτε και υμείς θα το ηθέλατε, αλλ' ούτε και ημεις θα το απεφασίζαμεν, αλλά σήμερον είναι τεράστιον το βιομηχανικόν και εμπορικόν κενόν εις τας ανατολικομεσημβρινάς αγοράς της Μεσογείου, όπερ αφήκαν η τε Γερμανία και Αυστρία πίπτουσαι. Ημείς δεν έχομεν βιομηχανίαν προς αντικατάστασιν, αλλά σεις έχετε μεγάλην. Σεις δεν έχετε ποσώς εμπόριον άξιον να κάμη την προς τούτο διείσδυσιν εις τε την παραλίαν και το εσωτερικόν εκεί. Αλλ' ημείς έχομεν και ναυτικούς και εμπόρους, κατά χιλιάδας, έως χθες μόλις, κατοικούντας εκεί και ήδη πρόσφυγας παρ' ημίν, γνωρίζοντας εις το τέλειον πράγματα και πρόσωπα εις την Μικρασιατικήν ακτήν. Σκεφθήτε ολίγον τι θα δώση ο συνδυασμός αυτός της κοινής εργασίας δια τα oικονομικά σας συμφέροντα.
Μουσολίνι. Και τι θέλετε να κάμωμεν προς τούτο, και τι παρελείφθη εκ μέρους μας;
Eγώ. Eκτός των άλλων δεν έχετε ούτε μίαν Ιταλικήν Τράπεζαν εν Αθήναις, ενώ υπάρχουν τοιαύται και Γαλλικαί, και Αγγλικαί, και Γέρμανικαί.
Κατόπιν ήρχισε μακρά συζήτησις επί των άλλων μερών της μελλούσης μεταξύ μας οικονομικής συνεργασίας, και κατελήξαμεν να υπογράψωμεν κοινήν δήλωσιν ότι «οι κ. Μουσολίνι και Αλεξανδρής, μετά μακράν συνδιάλεξιν συνέπεσαν εις την αντίληψιν του συμφέροντος κοινής οικονομικής συνεργασίας των δύο κρατών, άτινα αντιπροσωπεύουν. Ως πρώτον βήμα έσεται η προσεχής ίδρυσις Ιταλικής Τραπέζης εν Αθήναις».
Ενώ ο Υφυπουργός κ. Κονταρίνι κατεγίνετο εις την σύνταξιν του ανακοινωθέντος, ο Μουσολίνι εις ένα καναπέ όπου εκαθήσαμεν δια να λάβωμεν τέϊον, μου είπεν αποτόμως: «Είδον με λύπην τας αποφάσεις της Συνδιασκέψεως της Λωζάνης σχετικώς με την Ελληνοτουρκικήν διαφοράν. Ήσαν άδικοι δια την Ελλάδα. Η Αν. Θράκη έπρεπε να σας δοθή. Την Ιταλίαν, εις πάσαν ιδικήν σας δράσιν και στρατιωτικήν, ειδικώς στρατιωτικήν, προς διεκδίκησιν των εθνικών σας αυτών δικαίων, θα την εύρητε εις το πλευρόν σας, είτε τώρα αμέσως είτε εις το μέλλον. Αυτό είναι μία μου επίσημος δήλωσις προς Υμάς».
Αντελήφθην αμέσως τότε, ποίος ήτο ο αληθής σκοπός της προσκλήσεως μου αυτής. Απήντησα: Είναι αναμφισβήτητον, κ. Πρόεδρε, ότι η Ελλάς ηδικήθη εις την Συνδιάσκεψιν και ηδικήθη από τας Μεγ. Δυνάμεις. Η Τουρκία έκαμε το καθήκον της. Αλλ' η Ελλάς, αφού απεφάσισε να δεχθή τον συμβιβασμόν, εννοεί απολύτως να τον εκτελέση. Εννοεί ακόμη να ζήση εις το μέλλον εν άρμονία και αγαθάς σχέσεις με τους γείτονας της. Τίποτε δεν βγαίνει τελειωτικώς από τυχοδιωκτισμούς.. Έχομεν την απόφασιν να εργασθώμεν ησύχως και εντίμως και με την βοήθειαν των καλών μας Συμμάχων, μεταξύ των οποίων θέτομεν προ παντός υμάς, πιστεύομεν ότι θα ζήσωμεν». Ο Μουσολίνι εσταμάτησε να πίνη τέϊον και αντελήφθην ότι την στιγμήν εκείνην, αν ηδύνατο ν' αναβάλη τα λεχθέντα περί οικονομικής μας συνεργασίας και να ξεσχίση την δήλωσιν, θα το έκαμνεν.
(Απόστ.Αλεξανδρής Πολιτικαί αναμνήσεις.)
(Απόστ.Αλεξανδρής Πολιτικαί αναμνήσεις.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου