16.ΤΟ ΕΥΡΥΤΕΡΟ ΣΚΗΝΙΚΟ: 22 ΜΑΪΟΥ
Ι.ΜcD.G. STEWART
Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΑΙ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ-
ΓΙΑΝΝΗΣ ΘΩΜΟΠΟΥΛΟΣ
ΤΟΜΟΣ Α
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΟΛΕΜΙΚΩΝ
ΕΚΔΟΣΕΩΝ
ΑΘΗΝΑΙ
|
Παρ' όλα αυτά η αναλογία δυνάμεων εναντίον τους ήταν ακόμα βαρειά. Στην Κοιλάδα των Φυλακών περισφίγγονταν ισχυρά, ανίκανοι να προσεγγίσουν προς τα Χανιά ή προς τον Κόλπο της Σούδας. Στο Ηράκλειο και στο Ρέθυμνο είχαν αποτύχει. Ακόμα και στο Μάλεμε μόλις 2.000 έμειναν ζωντανοί και ικανοί προς δράση. Μέσα σε δέκα μίλλια από αυτούς ο Φρέυμπεργκ διατηρούσε κάπου 7.000 εκπαιδευμένους μαχητάς του πεζικού, πέρα από τις αυτοσχέδιες μονάδες της 10ης Ταξιαρχίας του Κίππενμπεργκερ και τουλάχιστον άλλους 6000 άντρες βοηθητικών βρετανικών τμημάτων που ήσαν εξοπλισμένα. Εάν κάποιο από τα τμήματα αυτά μπορούσε τώρα να κινητοποιηθεί ραγδαία και να χρησιμοποιηθεί για την ανακατάληψη του αεροδρομίου, η τελευταία ελπίδα του Στούντεντ να στείλει ενισχύσεις θα εκμηδενιζόταν αμέσως τελεσιδίκως.
Ι.ΜcD.G. STEWART
Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΑΙ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ-
ΓΙΑΝΝΗΣ ΘΩΜΟΠΟΥΛΟΣ
ΤΟΜΟΣ B
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΟΛΕΜΙΚΩΝ
ΕΚΔΟΣΕΩΝ
ΑΘΗΝΑΙ
|
Οι Νεοζηλανδοί στο Γαλατά βρήκαν γρήγορα οτι δέχονταν απροσδόκητη βοήθεια. Ο Λοχαγός Φόρρεστερ είχε παραμείνει με τους επιζώντες του 6ου Συντάγματος των Ελλήνων αφού στο μεταξύ τους οδήγησε στην επιτυχή αντεπίθεση ανάμεσα στις εληές κατά το πρώτο απόγευμα. Καθ' όλη την επόμενη ημέρα, παρατείνοντας ακόμα την «κοινωνική» του επίσκεψη, είχε εξακολουθήσει να τους οργανώνει και να τους εξοπλίζει.
Τώρα αυτός και οι συνοδοί του έκαναν μια δραματική επανεμφάνιση. Κατά τις εφτά η ώρα το πρωί στις 22 του μηνός ένα γερμανικό τμήμα, καλυπτόμενο από πυρά όλμων και υποστηριζόμενο από αεροπορία, άρχισε να σημειώνει κάποια προέλαση στις πλαγιές των λόφων νοτιοδυτικά του Γαλατά στις γραμμές του μεραρχιακού Πέτρολ Κόμπανυ, Αυτή ήταν η στιγμή για την οποία περίμενε ο Φόρρεστερ
Πάνω από ένα ξέφωτο ανάμεσα στα δέντρα κοντά στο Γαλατά έλεγε ο Κίππενμπεργκερ, ο οποίος βρισκόταν στο Λόφο των Σιταριών, λίγες εκατόντάδες γυάρδες προς τα βλορειο-δυτικά) έφτασαν τρέχοντας ,πηδώντας και ορυόμενοι κάπου 100 Έλληνες και Κρήτες χωρικοί , μαζί μ΄αυτούς και γυναίκες και παιδιά, οδηγούμενοι από τον Μίκαελ Φόρρεστερ προπορευόμενο είκοσι γυάρδες εμπρός των.Οι Γερμανοί δεν μπόρεσαν να κρατήσουν.Γύρισαν και ετράπησαν δρομαίοι εις φυγή και τότε εμείς γυρίσαμε στις αρχικές μα θέσεις.[3]
Ένας Νεοζηλανδός οδηγός εντυπωσιάστηκε κι αυτός το ίδιο από το συγκλονιστικό θέαμα και από τη φυσιογνωμία του ανθρώπου που ορμούσε επικεφαλής της ομάδος εκείνης.
[1]. Άΐνζαντς Κρέτα, Αναφορά επί της μάχης του XI Αεροπορικού Σώματος.
..........ντυμένος με σορτς, με ένα μακτύ κίτρινο στρατιωτικό πλεχτό να φτάνει κάτω σχεδόν έως τη βάση του σόρτς , με τα μπρούτζινα εξαρτήματα της στολής του να γυαλίζουν και να αστράφτουν με τον υφαντό ζωστήρα του στη θέση του και κραδαίνοντας το πιστόλι του στο δεξί του χέρι.
Η έλλειψη που είχαν οι αχηταί μας σε όπλα, σε αυτόματα και σε πυρομαχικά (λέει ο συγγραφέας ενός ελληνικού βιβλίου) κάνει τον καθένα να αναρωτηθεί πως κατορθώσαμε να αντιπαραταχθούμε τόσο αποτελεσματικά εναντίον εχθρού ο οποίος ήταν ταυτόχρονα και πλήρως εξοπλισμένος και πολυπληθέστερος από μας. Η απάντηση σ΄αυτούς που δεν ήσαν παρόντες στη μάχη είναι ότι αυτό έγινε δυνατο κυρίως χάρη στο πνεύμα της αυταπαρνήσεως και της περιφρονήσεως προς το θάνατο που μας εμπνέουν τα ιδανικά της χώρας μας. Επίσης όμως και χάρη στην αφθονία του εχθρικού πολεμικού υλικού σε πολυβόλα, σε ταχυβόλα μυδράλλια, σε όπλα, σε πυρομαχικά και σε άλλα εφόδια τα οποία κυριεύσαμε από τον εχθρό από την πρώτη ημέρα [7]
Τό βιβλίο περιγράφει «ένα χαρακτηριστικό . . . επεισόδιο που δείχνει το πνεύμα του ηρωικού λαού της Κρήτης». Συνοδευόμενος από το νεαρό γιό του ένας ηλικιωμένος άντρας άφησε το χωριό του και τράβηξε προς «τον αχό της μάχης». Κανένας από τους δυό τους δεν είχε όπλο. Στην αρχή «κυλούσαν βράχους» κατά του εχθρού, σύντομα όμως κατόρθωσαν να οπλιστούν πλήρως. Ένας άλλος νέος Έλληνας, που επρόκειτο από στιγμή σε στιγμή να λάβει μέρος σε μιαν αντεπίθεση, βρέθηκε να διαθέτει μόνο δυό σφαίρες. Τον ρώτησε ο διοικητής της αντεπιθέσεως αξιωματικός πως υπολόγιζε οτι θα τα κατάφερνε να αντιμετωπίσει τους Γερμανούς με ολόκληρο το σύγχρονο εξοπλισμό τους και ο νέος αποκρίθηκε: «Είναι αλήθεια ότι εχω μόνο δυό σφαίρες στην τσέπη μου αλλά έχω και ψυχή επίσης». [8]
Οι άντρες αυτοί και οι γυναίκες ήξεραν καλά ότι αγωνιζόμενοι παράτολμα για την υπεράσπιση των σπιτιών τους διέτρεχαν τον κίνδυνο να έχουν τύχη πολύ σκληρότερη από το θάνατο στη φωτιά της μάχης. Για τους στρατιώτες με στολή εξακολουθούσαν να ισχύουν κάποιοι νόμοι. Τους πολίτες όμως που μάχονταν, εάν δεν έφεραν φανερά διακριτικά σήματα, καμμιά διεθνής σύμβαση δεν τους εκάλυπτε εάν έπεφταν ζωντανοί στα χέρια των εχθρών τους. Παρ όλα αυτά ήσαν ακράτητοι και θυελλώδεις. Ήμερα προς ήμερα συνέχιζαν να χρησιμοποιούν τα κάθε είδους όπλα τους, όχι με τον κρυφό τρόπο των ανθρώπων που παραμόνευαν γύρω στους στρατωνισμούς όπως ισχυρίζονταν οι Γερμανοί αλλά στη γραμμή του μετώπου, Το πράγμα αυτό ήταν ένας συντελεστής της μάχης που κανείς από συμμαχικής πλευράς δεν τον είχε προβλέψει.
Αντίθετα τα εχθρικά στρατεύματα, από την πρώτη στιγμή που πάτησαν το πόδι τους στο νησί, δεν είχαν αυταπάτες. Από κάθε πλευρά συναντούσαν φανατικό μίσος. Πουθενά δε μπορούσαν να αισθανθούν ασφαλείς. Ο κίνδυνος ενέδρευε εναντίον τους πίσω από κάθε βράχο και από κάθε δέντρο, πάνω από τις σκεπές των σπιτιών και μέσα από κάθε παράθυρο. Και σε κάθε σπίτι που έμπαιναν εύρισκαν τους τοίχους γεμάτους με εικόνες Κρητών προγόνων με άγρια γένηα και με πιστόλια και κάμες περασμένα στους ζωστήρες τους, πράγμα που αποτελούσε εύγλωττη υπόμνηση της παραδόσεως που επί τόσο μακρό χρονικό διάστημα απαιτούσε από κάθε άντρα του νησιού αυτού να οπλοφορεί.
Εδώ, στην Κρήτη, οι Γερμανοί συναντούσαν τα πρώτα συγκλονιστικά δείγματα του καινούριου αυτού Λαϊκού Πολέμου ο οποίος θα εκρηγνυόταν στο τέλος εναντίον τους από κάθε πλευρά στην κατεχόμενη Ευρώπη σε συνδυασμό με την επίθεση των συμμαχικών στρατιών εκδικήσεως από ανατολή και δύση. Το φαινόμενο τους ήταν ανεξήγητο. Κατά τη διάρκεια αδιάκοπων θριάμβων επί ένα έτος δεν είχαν συναντήσει στο δρόμο τους άλλο από την έντρομη υποταγή των θυμάτων τους. Τούτη τώρα η απροσδόκητη εναντίον τους περιφρόνηση ενός αμάχου πληθυσμού τους άφηνε κατάπληκτους και τους έκανε έξω φρενών. Τo 1941 η εξέγερση έμοιαζε αδιανόητη. Η αντίδραση τους υπήρξε τυπική και αναπόφευκτη. Άρχισαν θορυβωδώς να διακηρύσσουν την οργή τους. Και πολύ γρήγορα άρχισαν να μιλούν για ωμότητες σε βάρος τους και να αναγγέλλουν αντίποινα. Στις 10 π.μ. στις 23 Μαϊου η 5η Ορεινή Μεραρχία εξέδωσε μιά διαταγή προς όλα τα στρατεύματα:
Η δολοφονία ενός Γερμανού αεροπόρου στις 22 Μαΐου απέδειξε ότι ο ελληνικός πληθυσμός, με πολιτική περιβολή ή με γερμανικές στρατιωτικές στολές, παίρνει μέρος στη μάχη. Πυροβολούν ή μαχαιρώνουν τραυματίες θανατώνοντας τους καί τους παίρνουν τα δαχτυλίδια και επίσης ακρωτηριάζουν και απογυμνώνουν πτώματα νεκρών.
Κάθε έλληνας πολίτης αυλλαμβανόμενος με πυροβόλο όπλο στα χέρια του θα εκτελείται αμέσως όπως θα εκτελείται επίσης και οποιοσδήποτε συλλαμβάνεται να επιτίθεται εναντίον τραυματιών.
Και κατόπιν, πιο κακοσήμαδα ακόμα, με φράσεις που επρόκειτο σύντομα να γίνουν τόσο συνηθισμένες σε ολόκληρη την Ευρώπη, η διαταγή συνεχίζει:
Όμηροι (άντρες μεταξύ 18 και 55 ετών) πρέπει να συλληφθούν αμέσως από τα χωριά και οι άμαχοι πρέπει να πληροφορηθούν αμέσως ότι εάν λάβουν χώραν εχθρικές πράξεις εναντίον του Γερμανικού Στρατού οι όμηροι θα εκτελεσθούν αμέσως.
Οι χωρικοί της περιοχής πρέπει να πληροφορηθούν ότι 10 Έλληνες θα θανατώνονται για κάθε Γερμανό.
Αφού έγινε φανερό ότι η μάχη εξακολουθούσε στο Μάλεμε οι Κρητικοί πρέπει να έμαθαν καλά - καλά ποιός κίνδυνος τους απειλούσε έπειτα από μια τέτοια διαταγή, θα περίμενε τότε κανείς ότι αθόρυβα θα εξαφανίζονταν από το προσκήνιο. Δεν έκαμαν όμως τίποτα τέτοιο. Αντιθέτως, επιζήτησαν να απαντήσουν στην απειλή με απειλή. Ο Έλληνας Διοικητής που αγωνιζόταν στα προάστια του Ηρακλείου ανέφερε στον Τσάππελ ότι τα Γερμανικά στρατεύματα στα δυτικά της πόλεως χρησιμοποιούσαν γυναίκες και παιδιά της Κρήτης σαν προπέτασμα ασφαλείας. Η μέθοδος αύτη εγκαταλείφθηκε από τους Γερμανούς έπειτα απο το μήνυμα που τους έστειλε ο Έλληνας Διοικητής απειλώντας ότι θα θανάτωνε όλους τους Γερμανούς αιχμαλώτους εάν την εξακολουθούσαν.
Τη δεύτερη ήμερα η κατάσταση των Γερμανών στους δυο ανατολικώτερους τομείς γινόταν όλο και πιο απελπιστική. Βρέθηκαν αποκομμένοι ο ένας από τον άλλον σε διακεκομμένο έδαφος, χωρίς ενισχύσεις και με ελλείψεις σε όπλα, τροφή και πυρομαχικά.
Στο Ηράκλειο, οι άλεξιπτωτισταί έξω από την αμυντική περίμετρο απειλούνταν συνεχώς από τους Κρήτες αντάρτες. Τρία μίλλια ανατολικά από το αεροδρόμιο, κοντά στις Γούρνες, ένας γερμανικός λόχος εξοντώθηκε έπειτα από τρομακτική μάχη. Γρήγορα ένα άλλο τμήμα κάπου 30 ανδρών είχε την ίδια τύχη. Ο Συνταγματάρχης Μπράουερ βρέθηχε έτσι ανίσχυρος να συντονίσει τις επιθέσεις του από ανατολικά και δυτικά. Το ξημέρωμα στις 21 του μηνός δεν είχε διεισδύσει προς το υψίπεδο ανατολικά του αεροδρομίου εχθρική δύναμη μεγαλύτερη από έναν ουλαμό. Εκεί ο ουλαμός αυτός γρήγορα απομονώθηκε. Ο Μπράουερ έκρινε ότι ή μόνη του ελπίδα να ανακουφισθεί ήταν να προωθήσει τα στρατεύματα του ανεξάρτητα το ένα από το άλλο ευθύς μόλις κατόρθωνε να συνδεθεί μαζί τους. Η απόπειρα αυτή δεν απέδωσε τίποτα χάρη στη δράση των Μπλακ Γουώτς που τους υποστήριξαν πυροβολικό, όλμοι και τανκς. Το επόμενο πρωί ο απομονωμένος ουλαμός εκκαθαρίστηκε και ο διοικητής του σκοτώθηκε. Ο διοικητής αυτός έφερε ένα όνομα, Κόμης Μπλύχερ. το οποίο δεν ήταν άγνωστο στο Βρετανικό Στρατό.
Νότια και δυτικά της πόλεως οι μαχηταί της Υόρκης και του Λάνκαστερ φρουρούσαν ένα δύσκολο τομέα που πρόσφερνε στους Γερμανούς πολλά καλυμμένα δρομολόγια προσπελάσεως ανάμεσα σε σπίτια, αμπέλια καί ξηροπόταμους, Ο Λοχαγός Ράμπιτζ βρισκόταν σε κατάσταση κάποιας αγωνίας για τον ανεφοδιασμό του. Του είχε συστηθεί ότι ο λόχος του έπρεπε να κάμει οικονομία σε πυρομαχικά μικρών όπλων. Είχε ήδη υποχρεωθεί να χρησιμοποιεί τροχιοδεικτικά και εμπρηστικά βλήματα από όπλα «ΡΑΦ 303» [10], Οι άντρες του όμως ήσαν σε εξαίρετη κατάσταση από άποψη ηθικού. Ο Κρητικός Υπουργός της Δικαιοσύνης, ο οποίος παρακολουθούσε τη μάχη από μια ταράτσα, είδε έναν από «τους στρατιώτες αυτούς του Άσπρου και του Κόκκινου Ρόδου» να σταματούν για μια στιγμή για να βάλουν στο στήθος τους ενα τριαντάφυλλο πριν προχωρήσουν ξανά στη μάχη [11].
H αποτελεσματικότητα των Ελληνικών και των Κρητικών τμημάτων αυξήθηκε πολύ από τη χρησιμοποίηση από μέρους των γερμανικών όπλων. Έχοντας την καλή έμπνευση οι Αυστραλοί μιας μονάδος να απλώσουν γερμανικές σημαίες, ανταμείφθηκαν με τη ρίψη στις γραμμές τους πολυβόλων, ασυρμάτων, όλμων, μιας μοτοσυκλέττας και του καλαθιού της, καθισμάτων και τραπεζιών, μιας σκηνής και πολλών πυρομαχικών και τροφίμων» [12] . Τα πιό πολλά από τα όπλα αυτά στάλθηκαν αμέσως στους Έλληνες.
.
Νότια και δυτικά της πόλεως οι μαχηταί της Υόρκης και του Λάνκαστερ φρουρούσαν ένα δύσκολο τομέα που πρόσφερνε στους Γερμανούς πολλά καλυμμένα δρομολόγια προσπελάσεως ανάμεσα σε σπίτια, αμπέλια καί ξηροπόταμους, Ο Λοχαγός Ράμπιτζ βρισκόταν σε κατάσταση κάποιας αγωνίας για τον ανεφοδιασμό του. Του είχε συστηθεί ότι ο λόχος του έπρεπε να κάμει οικονομία σε πυρομαχικά μικρών όπλων. Είχε ήδη υποχρεωθεί να χρησιμοποιεί τροχιοδεικτικά και εμπρηστικά βλήματα από όπλα «ΡΑΦ 303» [10], Οι άντρες του όμως ήσαν σε εξαίρετη κατάσταση από άποψη ηθικού. Ο Κρητικός Υπουργός της Δικαιοσύνης, ο οποίος παρακολουθούσε τη μάχη από μια ταράτσα, είδε έναν από «τους στρατιώτες αυτούς του Άσπρου και του Κόκκινου Ρόδου» να σταματούν για μια στιγμή για να βάλουν στο στήθος τους ενα τριαντάφυλλο πριν προχωρήσουν ξανά στη μάχη [11].
H αποτελεσματικότητα των Ελληνικών και των Κρητικών τμημάτων αυξήθηκε πολύ από τη χρησιμοποίηση από μέρους των γερμανικών όπλων. Έχοντας την καλή έμπνευση οι Αυστραλοί μιας μονάδος να απλώσουν γερμανικές σημαίες, ανταμείφθηκαν με τη ρίψη στις γραμμές τους πολυβόλων, ασυρμάτων, όλμων, μιας μοτοσυκλέττας και του καλαθιού της, καθισμάτων και τραπεζιών, μιας σκηνής και πολλών πυρομαχικών και τροφίμων» [12] . Τα πιό πολλά από τα όπλα αυτά στάλθηκαν αμέσως στους Έλληνες.
.
[2]. Βι βιρ Καίμπφεν.
[3] Κίππενμπεργκερ σελ 59
[7] Μουρέλλος, Τόμος. Ι σελ. 412,
[8] Μουρέλλος, Τόμος. I σελ. 415.
[10]. Ο Λοχ. Ράμπιτζ προς το συγγραφέα, 23 Σεπτ. 1961.
[11]. Σέφφιλντ: «Το Σύνταγμα Υόρκης και Λάνκαστερ»,
[12]. Λόνγκ, σελ. 283
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου