Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2011

Η ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑ(Από τον νόμο Cash and Carry στο Πέρλ Χάρμπορ)

Πώς θα υποχρεώσουμε τους Ιά­πωνες
να κάνουν το πρώτο βήμα
δίχως να εκτεθούμε υπερβολικά;
Να το ερώτημα
.
Henry Stimson
Στις 5 Μαΐου 1940, μπροστά στα επιταχυνόμενα στρατιωτικά γεγονότα πάνω στο Ευρωπαϊκό έδαφος, η Κυβέρνηση Chamberlain ανατρέπεται. Οκτώ μέρες αργότερα ο εντολοδόχος Πρωθυ­πουργός Churchill ζητά και κερ­δίζει την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής των Κοινοτήτων, υποσχό­μενος «αίμα, κούραση, δάκρυα και ιδρώτα».
Στις 15 Μαΐου ο Churchill απευθύνει στον Αμερικανό Πρό­εδρο Roosevelt ένα εμπιστευτικό μήνυμα μέσα στο οποίο επιση­μαίνει τις τρομακτικές ανάγκες που η χώρα του αντιμετωπίζει σε πολεμικό υλικό. Με μακιαβελική ψυχρότητα ο Βρετανός Πρω­θυπουργός ομολογεί απερίφραστα την χρεοκοπία της Εθνικής Οι­κονομίας και κάνει την πρόβλεψη ότι πολύ σύντομα ή χώρα του, θα υποχρεωθεί να αθετήσει όλες τις οικονομικές υποχρεώσεις  της  πού προ­βλέπονται από τον αμερικανικό νόμο Cash and carry.
«Όσο κάτι τέτοιο θα είναι δυ­νατό, θα πληρώνουμε σε δολάρια, παρ' όλα αυτά θα επιθυμού­σα μια διαβεβαίωση ότι ακόμα και στην περίπτωση που δεν θα μπορούσαμε να πληρώσουμε, εσείς θα εξακολουθούσατε να στέλνετε τα εμπορεύματα».
Ο Αμερικανός Πρόεδρος απαν­τά στον Churchill στις 18. Υπό­σχεται ότι δεν πρόκειται να εγκα­ταλείψει ποτέ την αγωνιζόμενη Βρετανία και τους συμμάχους της, προειδοποιεί όμως ότι, προς το παρόν, δεν μπορεί να γίνει καμιά επέκταση της προσφερόμενης βοήθειας. Κάτι τέτοιο θα προκα­λούσε αμέσως την παρέμβαση του Κογκρέσου. «Η στιγμή δεν εί­ναι κατάλληλη για κάτι τέτοιο», ομολογούσε απερίφραστα ο Αμε­ρικανός Πρόεδρος.
Πραγματικά, εκείνη την εποχή, το Κογκρέσο είναι δέσμιο της κοινής γνώμης, που αρνείται κα­τηγορηματικά κάθε ιδέα αναφορι­κά με την επέμβαση των ΗΠΑ σ' έναν καινούργιο πόλεμο. Τόσο αυ­τό όσο και η Γερουσία βομβαρδί­ζονται καθημερινά από εκατοντά­δες χιλιάδες επιστολές που χαρα­κτηρίζουν τον πόλεμο στην Ευρώ­πη έναν «ξένο» πόλεμο.
Από τον Ειρηνικό μέχρι τον Ατλαντικό, η Αμερική επιθυμεί και αγωνίζεται για την ουδετερό­τητα της. Εκατοντάδες σωματεία και οργανώσεις προπαγανδίζουν μαχητικά την πολιτική του απο­μονωτισμού και μαζεύουν υπο­γραφές επωνύμων και ανωνύμων πολιτών.
Σε κάθε πόλη κάνουν την εμφά­νιση τους γιγάντιες αφίσσες με φιλειρηνικά συνθήματα όπως: Let's forget - Let's stay out (Ας ξεχάσουμε - Ας μείνουμε έξω). Στις ογκώ­δεις αντιπολεμικές συγκεντρώσεις πρωτοστατούν ονόματα πρώτου μεγέθους. Από τον Ούήλερ στην Νόρις, από τον Λίντμπεργκ στον Γκούχλιν και στον Χούβερ. Την ίδια εποχή μια σφυγμομέ­τρηση του έγκυρου περιοδικού «Λάιφ» αποκαλύπτει ότι το 97% των Αμερικανών απέρριπταν κα­τηγορηματικά κάθε ιδέα για έξοδο της χώρας στο πόλεμο.Ο στρατηγός Χουγκ Τζόνσον δεν διστάζει να καταγγείλει στον αμερικανικό λαό ότι παρ΄όλα αυτά,  σκο­τεινές δυνάμεις  οδηγούν αργά αλλά σταθερά τη χώρα στον πό­λεμο και προειδοποιεί:
«Είμαστε τραγικά ανέτοιμοι για πόλεμο ή άμυνα σήμερα. Πολλές πρόσφατες μας πράξεις είναι πρά­ξεις πολέμου».
Με τη σειρά τους οι Αμερικα­νοί Κομμουνιστές εκδηλώνουν το ίδιο μαχητικά την άρνηση τους για οποιαδήποτε συμμετοχή των Η.Π.Α. στον Ευρωπαϊκό πόλεμο με θορυβώδεις πορείες, διαδηλώ­σεις και υπομνήματα. Το Γερμανό-σοβιετικό σύμφωνο φιλίας και μη επιθέσεως είναι ακόμα πολύ πρόσφατο και ή δήλωση του Μολότωφ της 31.10.1939 δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας.
«Είναι εγκληματική η συμμετοχή σ' ένα πόλεμο που κάτω από τον μανδύα του αγώνα για την υπεράσπιση της Δημοκρατίας αποβλέπει αποκλειστικά στην καταστροφή της Εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας».
ΤΟ 1940 είναι για την Αμερική έτος προεδρικών εκλογών. Ο Roosevelt παραβιάζοντας για πρώ­τη φορά έναν άγραφο νόμο πού είχε τις ρίζες του στην εποχή του Τζ. Ουάσιγκτων αποφασίζει να διεκδικήσει για τρίτη φορά την Προεδρία και ετοιμάζεται.
Μέσα στο Φθινόπωρο προωθεί βιαστικά μια σειρά από νομοσχέ­δια που αφορούν τις ένοπλες δυνά­μεις. Ανάμεσα σ' αυτά είναι και η Selective Service Act  που προβλέπει την υποχρεωτική στρα­τιωτική θητεία των πολιτών.
Αυτές οι βιαστικές πολεμικές προετοιμασίες ανησυχούν τους Αμερικανούς. Ο Roosevelt δε­σμεύεται δημόσια να σεβαστεί την επιθυμία των πολιτών σε μια προσπάθεια να εκτονώσει την ήδη εκρηκτική κατάσταση και διαβεβαιώνει τους ψηφοφόρους του ότι δεν πρόκειται ποτέ να πολεμήσουν σ' έναν «ξένο» πόλεμο.
Οι Αμερικανοί τον πιστεύουν και οι εκλογές της 4ης Νοεμβρίου δίνουν για μια ακόμα φορά την νίκη στους Δημοκρατικούς. Ο Roosevelt είναι για τρίτη φορά Πρόεδρος των ΗΠΑ.
Πέρα από τον Ατλαντικό, ο Churchill έχει κάθε λόγο να είναι αισιόδοξος. Σε λίγο καιρό η Με­γάλη Βρετανία δεν θα πολεμά πλέ­ον μόνη.
Αν σταθούμε στην εκπληκτική μαρτυρία του Αμερικανού Αντιναυάρχου R. Α. Theobald, ο Πρόεδρος Roosevelt είχε πάρει τις αποφάσεις του από την εποχή ακόμα της γαλλικής κατάρρευ­σης, τον Μάιο του 1940.
«.... Τη στιγμή της Γαλλικής ήττας, ο Πρόεδρος Roosevelt είχε πεισθεί ότι οι ΗΠΑ, στην περί­πτωση που η Μεγάλη Βρετανία θα έμενε μόνη, θα έπρεπε να πο­λεμήσουν στο πλευρό της, γιατί αλλιώς θα ήσαν υποχρεωμένες να πολεμήσουν τελείως μόνες, τελευ­ταίο οχυρό της Δημοκρατίας, μέσα σ' ένα ήδη ναζιστικό κόσμο».
Η επιθυμία του Roosevelt να συμπαραταχθεί στο πλευρό της Μ. Βρετανίας δεν είναι αρκετή από μόνη της. Το μεγάλο πρόβλημα παραμένει και δεν είναι άλλο από την αντιπολεμική διάθεση της Αμερι­κής να πάρει μέρος σ' ένα πόλεμο τόσο μακρυνό και τόσο ξένο με τα συμφέροντα της.
Όπως είχε δηλώσει ο Charles Lindbergh:
These wars in Europe are not wars in which our civilization is defending itself against some Asia­tic intruder. There is no Genghis Khan or Xerxes marching against our western nations this is simply one more of those age-old struggles within our own family of nations. If we have a fight for democracy abroad, we may end losing it at home».
Σύμφωνα πάντα με τον αντιναύαρχο Theobald:
«O λαός των ΗΠΑ ήταν τε­λείως αντίθετος στον πόλεμο, έπρεπε λοιπόν να βρεθεί ένας τρό­πος ώστε να δεχθεί πιέσεις επίσης από μια δύναμη του Άξονα που θα τον έπειθε για την ανάγκη να πολεμήσει. Χρειαζόταν κάτι δρα­ματικό και δίχως καμία αμφιβο­λία ο Πρόεδρος βρισκόταν μπρο­στά σε μια πολύ δύσκολη απόφα­ση».
Αυτό το μεγάλο  εμπόδιο ο Roosevelt επιχειρεί να το ανατρέψει με ψυχρή μεθοδικό­τητα. Για να προετοιμάσει το έδαφος της μεταστροφής της κοι­νής γνώμης εγκαινιάζει μια σειρά ραδιοφωνικών εκπομπών. Ήρεμα και με τόνο πατρικό εκθέτει τις σκέψεις και τους προβληματι­σμούς του στους ακροατές του και εκφράζει τις ανησυχίες του αναφορικά με τους κινδύνους που δημιουργεί ο κλιμακούμενος πό­λεμος στην Ευρώπη.
Εκατομμύρια Αμερικανών τον ακούν με συγκατάβαση. Όμως αυ­τοί που αντιλαμβάνονται τη ση­μασία των λόγων του είναι ελάχι­στοι.
Στις 16 Δεκεμβρίου ο Roosevelt μιλά στους δημοσιογράφους. Δεν κρύβει από κανένα τις τρομερές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η αγωνιζόμενη Βρετανία, επισημαί­νει τις ελλείψεις του Νόμου Cash and Carry (με τον οποίο σε διάστημα 14 μηνών η Βρετανία έχει προμηθευτεί πολεμικό υλικό αξίας 4.000.000 δολαρίων), προ­βλέπει την αντικατάσταση του με κάποιο άλλο περισσότερο αποτελεσματικό και καταγγέλλει τη δεισιδαιμονία του δολαρίου.
Στις 29 Δεκεμβρίου μιλά στον Αμερικανικό λαό, μ' ένα ασυνήθιστο τόνο. Αφού περιγράφει με τα πιο μελανά χρώματα την τύχη που περιμένει τις ΗΠΑ στην περίπτωση της βρετανικής κατάρρευσης κάνει αναφορά στην Εθνικοσοσιαλιστική απειλή «μια απειλή που κανείς δεν μπορεί να αποφύγει χώνοντας το κεφάλι του κάτω από τα σκεπάσματα».
«Και σ' αυτήν ακόμα την Αμερική θα πρέπει να ζούμε υπό την απειλή του ναζιστικού κανονιού, ενός κανονιού πού είναι γε­μάτο με εκρηκτικές ύλες, έτοιμο να σκορπίζει ανάμεσα μας την οικονομική καταστροφή και τη στρατιωτική αναστάτωση. Πρέπει να είμαστε το μεγάλο οπλοστάσιο της Δημοκρατίας (The great  arsenal of Democracy)».
Στις 10 Ιανουαρίου 1941 κατα­τίθεται στη Βουλή των Αντιπροσώπων το νομοσχέδιο H-R-1776.  Η καινούργια προσπάθεια του Roosevelt για μια αποτελεσματικό­τερη βοήθεια της Αμερικής προς τη  Βρετανία και τους συμμάχους της, παίρνει το δρόμο των διαδι­κασιών που προβλέπει το Σύντα­γμα. Οι οπαδοί του απομονωτι­σμού που βλέπουν πλέον ξεκάθα­ρα τις πραγματικές προθέσεις τού Προέδρου ξεσηκώνονται.
Ο Αμερικανικός λαός για μια ακόμα φορά ξεχύνεται δυναμικά στους δρόμους και τις πλατείες, διαδηλώνοντας την αντίθεση του σ' έναν ενδεχόμενο πόλεμο. Η κραυγή America First γίνεται σύνθημα.
Παρ' όλα αυτά στις 8 Φεβρου­αρίου η Βουλή των Αντιπροσώ­πων εγκρίνει το νομοσχέδιο με ψήφους 260 υπέρ και 165 κατά.
Την επόμενη μέρα ο Churchill μεταφέρει θριαμβευτικά στη Βου­λή των Κοινοτήτων το «καλό νέο» έτσι όπως του το έστειλε ο Αμερικανός Πρόεδρος, μέσα από τους συμβολικούς στίχους του Λονγκφέλλοου:
"Sail on Oh ship of State,
sail on, Oh unions strong and great;
humanity with all its fears,
with all the hopes of future years,
is han­ging breathless on thy fate".
Ο  Άγγλος Πρωθυπουργός δεν κρύβει  τον  ενθουσιασμό  του. Γνωρίζει ότι η ώρα που οι ΗΠΑ θα πολεμήσουν ανοικτά ενάντια στον Άξονα πλησιάζει:
«Να η απάντηση που θα μπο­ρούσα να δώσω στον Πρόεδρο Ρούσβελτ: Δώστε μας την εμπιστοσύνη σας, δώστε μας την πί­στη σας και τις ευλογίες σας και με τη βοήθεια της Πρόνοιας, όλα θα πάνε καλά. Δεν θα διστάσουμε, δεν θα υποχωρήσουμε, δεν θα κουραστούμε. Δεν θα μας ρίξουν κάτω ούτε το αιφνιδιαστικό χτύ­πημα της μάχης, ούτε οι μεγάλες προσπάθειες και οι παρατεινόμε­νες δοκιμασίες της επιτήρησης. Δώστε μας τα μέσα και εμείς θα φέρουμε σε πέρας το έργο».
Για να «θολώσει τα νερά» και να καθησυχάσει τις ανησυχίες των Αμερικανών πολιτών που βλέπουν τη χώρα τους να συνδέει τις τύχες της μ' εκείνες των Βρετανών ο Churchill καταφεύγει σε μια υποκριτική δημόσια δήλωση: 
«Δεν έχουμε ανάγκη από κάτι άξιους άντρες που αυτή τη στιγμή εκπαιδεύονται σ' ολόκληρη την Αμερικανική Ένωση. Δεν τους έχουμε ανάγκη ούτε αυτή τη χρο­νιά, ούτε την επόμενη και απ' ότι τουλάχιστον μπορώ να προβλέψω ούτε και αργότερα».
Στις 8 Μαρτίου οι οπαδοί του απομονωτισμού χάνουν και τη μά­χη της Γερουσίας. Με ψήφους 60 υπέρ και 31 κατά, το Νομοσχέδιο HR-1776 έχει τώρα ισχύ νόμου. Και ο νόμος αυτός προβλέπει:
«Σε κάθε έθνος που την άμυνα του θα κρίνει ζωτική για την άμυ­να των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Πρόεδρος θα μπορεί να πωλεί, να μεταβιβάζει ν'  ανταλλάσσει, να εκμισθώνει, να δανείζει ή να πα­ραχωρεί, με οποιοδήποτε τρόπο κάθε μέσο άμυνας που θα θεωρή­σει ενδεδειγμένο...».
Την ίδια μέρα ο Χάρυ Χόπκινς ενημερώνει τον Churchill, για την καινούργια νίκη. Όπως γρά­φει ο Ρ. Καρτιέ:
 Η αίσθηση που προκαλείται σ' ολόκληρο τον κόσμο είναι τε­ράστια. Όλες οι μεγάλες πόλεις της Βρετανικής Αυτοκρατορίας σημαιοστολίζονται με τα αμερι­κανικά χρώματα. Ο Ντε Γκωλ που περνούσε το Σαββατοκύριακο του στο Τσέκερς, στην εξοχική έπαυλη του Άγγλου Πρωθυπουργού, αγουροξυπνημένος την αυγή αντικρύζει ένα είδος χρυσοπόρφυρου δράκοντα, τον Τσώρτσιλ, με την κινέζικη ρόμπα του, που είχε ορμήσει στο δωμάτιο του, χορεύοντας από χαρά.
Την επόμενη 9 Μαρτίου ο Churchill απευθύνει στο Roosevelt ένα πολύ θερμό και κάπως αινιγματικό — για τους μη γνωρί­ζοντες μήνυμα:
«Ολόκληρη η Βρετανική αυ­τοκρατορία ευλογεί εσάς προσω­πικά και το Αμερικανικό Έθνος για την βοήθεια που μας προ­σφέρθηκε  σε μια  ώρα  μεγάλης  δοκιμασίας όπως μας το είχε υποσχεθεί  η Αγία Γραφή."
Η Γερμανία όλο αυτό το διά­στημα παρακολουθεί την προκλη­τική συμπεριφορά της Αμερικής με πολύ σκεπτικισμό. Ο Χίτλερ που διαισθάνεται τα απόκρυφα σχέδια του Αμερικανού Προέ­δρου αποφεύγει να παίξει το παι­χνίδι του και απορρίπτει κατηγο­ρηματικά τα σχέδια του Νταίνιτς και του Ραίντερ πού θέλουν να δώσουν ένα γερό μάθημα στην Αμερική στα νερά του Ατλαν­τικού.
Πραγματικά από τα μέσα Μαρ­τίου και με πρόσχημα την ενίσχυση του στόλου τού Ατλαντι­κού, τα αμερικανικά πολεμικά εμφανίζονται στην ζώνη των πο­λεμικών επιχειρήσεων·. Τα πλοία αυτά όταν δεν συνοδεύουν βρετανικές νηοπομπές, καλυπτόμενα από τη σημαία της ουδέτερης χώ­ρας τους, επισημαίνουν· τις θέσεις των γερμανικών υποβρυχίων και μεταβιβάζουν τις πληροφορίες τους στην αγγλική RAF.
Στις 10 Απριλίου 1941 το αμερικανικό αντιτορπιλικό Niblack επιτίθεται απροκάλυπτα με βόμ­βες βυθού σ' ένα γερμανικό υπο­βρύχιο. Σύμφωνα με τον Σάμουελ Έλιοτ Μόρισον, επίσημο ιστορικό του αμερικανικού ναυτικού το επεισόδιο αυτό απετέλεσε την πρώτη καθαρά πολεμική πράξη της Αμερικής ενάντια στη Γερ­μανία.
Για μια ακόμη φορά ο Χίτλερ αγνοεί την πρόκληση αποφεύγον­τας να δώσει έκταση στο γεγονός.  Η προσοχή του είναι στραμμένη στα Βαλκάνια όπου η γερμανική επίθεση είναι σε πλήρη εξέλιξη.
Στις 22 Μαΐου ο Ναύαρχος Βίντερ επισκέπτεται για μια ακόμα φορά τον Φύρερ για να καταγγεί­λει καινούργια κρούσματα της αμερικανικής προκλητικότητας. Η στάση του Φύρερ συνοψίζεται στις παρακάτω σημειώσεις του Γερμανού Ναύαρχου:
«Ο Φύρερ θεωρεί ότι η συμπε­ριφορά του Προέδρου των ΗΠΑ είναι ακόμα διφορούμενη. Για κανένα λόγο δεν επιθυμεί να δη­μιουργήσει επεισόδια που θα προκαλούσαν την είσοδο  των ΗΠΑ στον πόλεμο».
Στις 13 Απριλίου 1941 η αμε­ρικανική προκλητικότητα δέχεται ένα θανάσιμο πλήγμα αντιπερι­σπασμού. Η Ιαπωνία, μέλος του Άξονα υπογράφει αιφνιδιαστικά με τη Σοβιετική Ένωση ένα σύμφωνο μη επιθέσεως. Η πρό­θεση των Ιαπώνων να επεκτεί­νουν την κυριαρχία τους στην νο­τιοανατολική Ασία είναι πλέον ξεκάθαρη. Το ενδιαφέρον του Roosevelt μετατοπίζεται από τον Ατλαντικό στον Ειρηνικό.
Στις 22 Ιουνίου 1941 ο κόσμος κρατά την ανάσα του. Η Γερμα­νία εισβάλει στην Σοβιετική Ένωση. Την ίδια μέρα ο Φύρερ απευθύνει στους διοικητές των γερμανικών υποβρυχίων την πα­ρακάτω οδηγία:
«Ο Φύρερ διατάζει την αποφυγή οποιουδήποτε επεισοδίου με τις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια των προσεχών εβδομάδων... Το γεγο­νός ότι πολεμικά πλοία κινούνται με τα φώτα κλειστά δεν αποδεικνύ­ει τις εχθρικές τους προθέσεις».
Η γερμανική επίθεση ενάντια στη Σοβιετική Ένωση είναι για τον Churchill μια κρυφή ικανοποίηση. Για μια ακόμα φορά αναβιώνουν τα όνειρα αναφορικά με το δεύτερο μέτωπο που θα απασχολήσει τον κύριο όγκο της γερμανικής πολεμικής μηχανής. Την πρώτη ημέρα της εισβολής ο  Churchill βιάζεται να πλέξει για μια ακόμη φορά το εγκώμιο του καινούργιου λαού που αγωνίζεται για την ελευθερία του και οραμα­τίζεται:
«Βλέπω τη φρικτή ναζιστική πολεμική μηχανή να ορμά (πάνω στα 10.000 χωριά της Ρωσίας) υπό την καθοδήγηση κομψών Πρώσσων αξιωματικών, με λαμπερά σπαθιά και ηχηρό βηματισμό, που σέρνουν πίσω τους πράκτορες έμπειρους στο δόλο και που έφτασαν ως εκεί καταστρέφοντας και υποδουλώνοντας δώδεκα χώ­ρες. Βλέπω ακόμα στις σκοτεινές πειθαρχημένες και κτηνώδεις μά­ζες των Ούννων στρατιωτών πού προχωρούν σαν ακρίδες για να καλύψουν τα πάντα».
Ενώ τα γερμανικά στρατεύμα­τα προωθούνται βαθιά μέσα στα εδάφη της Ρωσίας, ο Γερμανός Υπουργός των Εξωτερικών Φον Ρίμπεντροπ, ζητά δια μέσου του Γερμανού πρεσβευτή στο Τόκιο Eugen Ott την επέμβαση της Ια­πωνίας στον Γερμανοσοβιετικό πόλεμο.
Η Ιαπωνική κυβέρνηση αντι­μετωπίζει την πρόσκληση δίχως ενθουσιασμό. Στις 2 Ιουλίου το Αυτοκρατορικό Συμβούλιο πού συνέρχεται στο Τόκιο, με πρόφα­ση το σύμφωνο μη επιθέσεως της 13 Απριλίου και  το άρθρο 3 του Τριμερούς συμφώνου, απορρίπτει την ιδέα μιας στρατιωτικής επέμ­βασης στον Τομέα της Μαντζου­ρίας.
Ο ίδιος ο υπουργός των Εξω­τερικών Ματσουόκα θα δηλώσει στο Γερμανό πρεσβευτή  Ott.
«Η Ιαπωνική προσπάθεια συγκράτησης των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας στον Ειρηνι­κό είναι μια εξίσου ζωτική προ­σφορά για την κοινή υπόθεση με εκείνη της ιαπωνικής επέμβασης στο γερμανοσοβιετικό πόλεμο».
Ο Ναύαρχος Kishisaburo Nomura, Ιάπωνας Πρεσβευτής 
στην Ουάσιγκτων (αριστερά) συνοδευόμενος από το
Saburo Kurusu βγαίνουν από τον Λευκό Οίκο.
 Το πρόβλημα του αμερικανικού  εμπάγκο  σε πρώτες
 ύλες απαραίτητες  για την 
Ιαπωνική βιομηχανία παραμένει.
Τα προβλήματα ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία χρονο­λογούνται από την εποχή του λεγόμενου Μαντζουριανού επεισο­δίου. Η Ιαπωνία που απέβλεπε σ' ένα δικό της «δόγμα Μονρόε» προσπαθούσε με κάθε τρόπο να σταθεροποιήσει τη στρατιωτική της παρουσία τόσο στην εσωτε­ρική Μογγολία όσο και στη βό­ρεια Κίνα. Με τη συνθήκη του Ανόι, η ιαπωνική παρουσία επε­κτείνεται αναίμακτα στη γαλλική Ινδοκίνα. Οι βρετανικές και ολ­λανδικές αποικίες βρίσκονται σε κίνδυνο.
Η αμερικανική απάντηση εί­ναι άμεση. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ επιβάλει εμπάργκο στο πε­τρέλαιο που εξάγεται στην Ια­πωνία και μεταφέρει βιαστικά το στόλο της στη Χαβάη.
Πρωθυπουργός της Ιαπωνίας είναι ο πρίγκηπας Konoye. Μετριοπαθής, πιστεύει ότι ο διπλω­ματικός διάλογος είναι η πλέον ενδεδειγμένη λύση για την άρση οποιωνδήποτε διαφορών. Ο  Ιάπωνας πρεσβευτής στην Ουάσιγκτων Ναύαρχος Nomura αγωνίζε­ται με ζήλο προς την ίδια κατεύ­θυνση και προτείνει μια διάσκεψη Κορυφής ανάμεσα στον Αμερι­κανό πρόεδρο και τον Ιάπωνα Πρωθυπουργό. Οι Αμερικανοί δέ­χονται την πρόταση αυτή ευνοϊ­κά. Ο Ρούσβελτ σε μια προσπά­θεια να δώσει χρόνο στους Βρε­τανούς να οχυρώσουν τη Σιγκα­πούρη, παροτρύνει τον υπουργό Εξωτερικών Hull να αρχίσει προκαταρκτικές συνομιλίες με τον Nomura.
Στις 9 Αυγούστου 1941 ο Churchill και ο Ρούσβελτ συναντούν­ται στον όρμο της Πλακεντίας. Σύμφωνα με τον Αντιναύαρχο Theobald, σ' εκείνη ακριβώς τη συνάντηση καταστρώνονται  τα τελικά σχέδια για την «παγίδα που θα προσελκύσει το ιαπωνικό ποντίκι».
Fumimaro Konoye
(1891-1945)
Ιάπωνας πολιτικός .
Ο Ρούσβελτ, απογοητευμένος από τη στάση της Γερμανίας, στρέ­φει όλες τις ελπίδες του στην Ιαπωνία. Όμως η Κυβέρνηση του Koyone που έχει αντιδράσει ψύχραιμα στις μέχρι τώρα προ­κλήσεις, δεν φαίνεται ένας εύκο­λος αντίπαλος. Παρ' όλες τις πιέ­σεις που δέχεται από τους υπερεθνικιστές στρατιωτικούς ό Konoye έχει συνδέσει τις τύχες της κυβέρνησης του με τις ελπίδες μιας διπλωματικής διευθέτησης. Αυτές τις ελπίδες, ο Ρούσβελτ τις γκρεμίζει ωμά και απροκάλυπτα στις 6 Σεπτεμβρίου.
Αρνούμενος να συναντηθεί με τον Konoye, οδηγεί με μαθηματι­κή ακρίβεια τη μετριοπαθή Ια­πωνική εξωτερική πολιτική σε χρεωκοπία.
Οι στρατιωτικοί με τις ακραίες λύσεις τους εμφανίζονται στο  προσκήνιο.
Στις 12 Οκτωβρίου πραγματο­ποιείται στο Τόκιο μια δραματική σύσκεψη στην οποία παίρνουν μέ­ρος ο Πρίγκιπας Konoye, ο υπουργός Εξωτερικών Toyada, ο υπουργός πολέμου Tojo, ο αρχη­γός Ναυτικού Ναύαρχος Okawa και ο στρατηγός Suzuki.Στις 16 Οκτωβρίου η κυβέρ­νηση Konoye 
ανατρέπεται. Την διαδέχεται η στρατιωτική κυβέρ­νηση του στρατηγού Tojo.
Tojo: Oι διαπραγματεύσεις δεν μπορούν να φτάσουν σε αίσιο τέ­λος. Για να υπάρχει ένα καλό αποτέλεσμα πρέπει να υποχωρή­σουν και οι δύο πλευρές. Μέχρι αυτή τη στιγμή υποχωρούσε μόνο η Ιαπωνία: οι Αμερικανοί δεν κούνησαν ούτε το δακτυλάκι τους.
Okawa: Βρισκόμαστε ανάμεσα στη διπλωματία και στον πόλεμο. Ο Πρωθυπουργός πρέπει να πάρει μια θέση...
Tojo: Δεν είναι τόσο απλό, δεν μετρά μόνο ο Πρωθυπουργός. Υπάρχει ο Στρατός και το Ναυ­τικό.
Konoye: Μπορούμε να δεχτούμε έναν πόλεμο διαρκείας ενός ή δύο χρόνων, δεν έχουμε καμιά εμπι­στοσύνη σ' έναν πόλεμο που θα διαρκούσε περισσότερο από δύο χρόνια.
Tojo: Αυτό είναι η προσωπική άποψη του Πρωθυπουργού.
Konoye: Προτιμώ τη διπλωμα­τία από τον πόλεμο.

Η  Ιαπωνία δίχως πρώτες ύλες, παραλυμένη από την έλλειψη πε­τρελαίου, θα χρειαστεί πολύ σύν­τομα να κάνει το απεγνωσμένο βή­μα.
Για τον Ρούσβελτ όλα είναι υπόθεση λίγων εβδομάδων.
Την 12 Νοεμβρίου ο καινούρ­γιος Πρωθυπουργός Tojo συγκα­λεί το υπουργικό του συμβούλιο για τη λήψη μιας σειράς βαρυσή­μαντων αποφάσεων. Σ' αυτή τη συνάντηση καλούνται να παρα­βρεθούν οι αρχηγοί τού Στρατού και του Ναυτικού.

Togo (Υπ. Έξωτερ.): Οι πιθανότητες που έχουν οι Γερμανοί να αποβιβαστούν στην Αγγλία... ακόμα και με τη βοήθεια των Ιαπώνων, είναι ελάχιστες. Από την άλλη πλευρά δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες αναφορικά με τα πλεονεκτήματα της Ιταλογερμανικής συνεργασίας.
Sugiyama: Για να φέρουμε σε πέρας την εκστρατεία μας στο Νό­το, δεν έχουμε καμιά ανάγκη από τους άλλους. Ύστερα από αυτό, η Κίνα απομονωμένη, θα συνθη­κολογήσει. Με τους Ρώσους θ' ασχοληθούμε την ερχόμενη άνοιξη.
Kaya: Έχουμε εμπιστοσύνη μόνο για τα δύο πρώτα χρόνια του πολέμου. Τί γίνεται όμως με­τά;
Tojo: Τουλάχιστον θα έχουμε μπροστά μας δυο χρόνια.
Togo: Γιατί διακινδυνεύουμε την περιπέτεια; Δεν έχουμε κανένα κίνδυνο να δεχτούμε επίθεση από τους Δυτικούς πού είναι ήδη αρκετά απασχολημένοι με τον πό­λεμο τους στην Ευρώπη. Έχουμε κάθε συμφέρον να διατηρήσουμε την ειρήνη.
Nagano: Ύστερα από πόλεμο δύο χρόνων θα έχουμε εξασφαλί­σει την άμυνα όλων των κατεχό­μενων περιοχών στο Νότο. Τότε δεν θα φοβόμαστε την αμερικανική δύναμη όσο ισχυρή και αν εί­ναι.
Kaya: Η κατοχή δεν σημαίνει αναγκαστικά νίκη. Πότε θα έλθει η αποφασιστική νίκη;
Nogano: Μα αμέσως. Δεν πρό­κειται να βρούμε παρόμοια ευκαι­ρία.
Sugiyama: Ο καλύτερος χρό­νος για την ένδειξη των επιχειρή­σεως είναι το πρώτο δεκαπενθή­μερο του Δεκεμβρίου. Ας διακό­ψουμε αμέσως τις διπλωματικές διαπραγματεύσεις και ας προετοι­μάσουμε σοβαρά τον πόλεμο.
Tsukada: Η απόφαση για πό­λεμο πρέπει να ληφθεί αμέσως.
Togo: Δεν διακυβεύονται τόσο εύκολα 2.600 χρόνια Ιαπωνικής Ιστορίας. 
Tsukada: Ο Στρατός χρειάζε­ται μια άμεση απόφαση.
Ito: Το Ναυτικό θα είναι έτοιμο στις 20 Νοεμβρίου. Μέχρι τότε θα μπορούν να συνεχιστούν οι δι­πλωματικές διαπραγματεύσεις.
Tsukada: Ο Στρατός δεν μπο­ρεί να περιμένει πέρα τις 13 Νο­εμβρίου. Ύστερα από την ημε­ρομηνία αυτή η κυβέρνηση διακινδυνεύει μια δυναμική ενέργεια.Προτείνω στις 13 Νοεμβρίου η διπλωματία να περάσει σε δεύτε­ρο επίπεδο και η στρατηγική στο πρώτο.
Simada: Γιατί να μην συνεχί­σουμε τις διπλωματικές διαπρα­γματεύσεις μέχρι την παραμονή της επίθεσης;
Στις 17 Νοεμβρίου η Ιαπωνική διπλωματία επιχειρεί μια ακόμα προσπάθεια να αποτρέψει τον επερχόμενο πόλεμο. Ο πρεσβευ­τής Saburo Kurusu και ο ναύαρχος Nomura σπεύδουν στην Ουάσιγκτων με καινούργιες προτά­σεις.
Η Ιαπωνία ήταν πρόθυμη να συγκεντρώσει τα στρατεύματα της Νότιας Ινδοκίνας στο Τονκίνο με την προϋπόθεση ότι η Αμερι­κή θα σταματούσε το Εμπάργκο της 26 Ιουλίου και θα έπαυε να προσφέρει πολεμικό υλικό στον Chang Kai-Shek.
Στις 20 Νοεμβρίου είναι πια φανερό ότι οι διαπραγματεύσεις έχουν χρεοκοπήσει από τη στι­γμή που οι Αμερικανοί έκριναν τις ιαπωνικές προτάσεις «απαράδεκτες».
Στις 23 Νοεμβρίου, ο Γερμανός πρεσβευτής στο Τόκιο Ott τηλε­γραφεί στο Βερολίνο ότι οι Ιά­πωνες προτίθενται να στραφούν προς Νότο για την κατάκτηση της Ταϋλάνδης και του Βόρνεο.
Δύο μέρες αργότερα ο ιαπωνικός στόλος ξεκινά για το Περλ Χάρμπορ. 
Στις 26 ο Υπουργός των Εξωτερικών Cordell Hull παρα­δίδει στους Ιάπωνες πρεσβευτές Kurusu και Nomura τις αμερικανικές αντιπροτάσεις.
Αυτές οι αμερικανικές αντιπρο­τάσεις εκφράζουν το πνεύμα της επιτροπής άμυνας που έχει συνε­δριάσει την προηγούμενη υπό την προεδρία του Roosevelt . Το πρόβλημα δεν είναι πλέον με ποιο τρόπο θα αποφευχθεί ο πόλεμος αλλά με ποιο τρόπο θα υποχρεώ­νονταν οι Ιάπωνες να κάνουν το πρώτο βήμα. Η Αμερική διακό­πτει πρώτη κάθε διάλογο.
Στις 27 Νοεμβρίου ο Knox με επιστολή του προς τους Ναυάρ­χους προειδοποιεί «οι διαπραγμα­τεύσεις με την Ιαπωνία που εί­χαν σαν στόχο την σταθεροποίη­ση της κατάστασης στον Ειρηνι­κό, έχουν διακοπεί και γι' αυτό επίκειται μια επίθεση από πλευ­ράς Ιαπώνων».
Στις 28 Νοεμβρίου το Ιαπωνι­κό Υπουργείο Εξωτερικών ανακοινώνει με τη σειρά του το ορι­στικό ναυάγιο των διαπραγματεύ­σεων. Την επομένη στο Τόκιο πραγματοποιείται μια σημαντικό­τατη συνεδρίαση στην οποία παίρνουν μέρος εν ενεργεία υπουρ­γοί της χώρας. Το κύριο θέμα εί­ναι ο πόλεμος.
Η ψηφοφορία είναι ονομαστι­κή και η πλειοψηφία τάσσεται ανε­πιφύλακτα υπέρ τού πολέμου.
Στις 2 Δεκεμβρίου 1941 ο Ναύ­αρχος Ναγκούμο του 1ου Αερο­ναυτικού Στόλου που πλησιάζει στη Χαβάη παίρνει το πράσινο φως για τον βομβαρδισμό του Αμερικανικού στόλου στο Περλ Χάρμπορ.


To κείμενο είναι του Πενθέα. Δημοσιεύτηκε σε δύο συνέχειες  στο περιοδικό Νέα Τάση.(Τεύχη 6&;7)



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου