ΠΕΡIΣΥΛΛΟΓΗ
H Κυβέρνησις του στρατηγού Τσολάκογλου υπήρξεν ασφαλώς γέννημα του στρατού (στελεχών) του Μετώπου. Τρεις σωματάρχαι του στρατού του Μετώπου έλαβον μέρος εις αυτήν: Ο Γ. Τσολάκογλου, διοικητής Γ' Σώματος Στρατού, ανέλαβε την προεδρείαν της Κυβερνήσεως. Ο Π. Δεμέστιχας, διοικητής του Α' Σώματος Στρατού, το υπουργείον των Εσωτερικών. Και ο υποστράτηγος διοικητής του Β' Σώματος Στρατού Γ. Μπάκος το υπουργείον Εθνικής Αμύνης. Ο στρατηγός Μπάκος δεν ήθελε να μετάσχη της Κυβερνήσεως· μετέσχε τη πιέσει των αξιωματικών, των οποίων εκδήλωσις—τη απαιτήσει του—υπήρξε σχετικόν πρωτόκολλον, το οποίον υπεγράφη από τας εις Μέτσοβον ευρισκομένας διοικήσεις. Σκέψις όλων ήτο, πως υπό τον καταλληλότερον και συναδελφικώτερον διοικητήν Σώματος, τον υποστράτηγον Μπάκον, θα εξασφαλισθή, υπό την Κατοχήν, η ενότης των αξιωματικών.
Και είνε αναμφισβήτητον, ότι πολλά έπραξε προς την κατεύθυνσιν ταύτην ο αείμνηστος Μπάκος. Αλλά και προπαρασκευαστική εργασία έγινε υπονομεύσεως του εχθρού και εξασφαλίσεως της τάξεως άμα τη αναχωρήσει του, την οποίαν ανέτρεψαν τα διάφορα γεγονότα. Όμως, η μέριμνα υπέρ των αναπήρων, η μέριμνα υπέρ των αξιωματικών μονίμων και εφέδρων με καταφανές δημιούργημα το Νοσηλευτικόν Ίδρυμα, είνε αι προσπάθειαι, δια τας οποίας και μόνον κατέστη ευλογημένη η μνήμη του αειμνήστου και ατυχούς στρατηγού Γ. Μπάκου.
Πολλοί μέραρχοι ανέλαβον προς τον αναφερθέντα σκοπόν διαφόρους θέσεις: Ο Χ. Κατσιμήτρος, διοικητής της VIII Μεραρχίας, το υπουργείον Γεωργίας, ο Α. Ρουσσόπουλος, διοικητής της XVII Μεραρχίας, το υπουργείον Εργασίας, ο Ν. Μάρκου, διοικητής της VI Μεραρχίας, το υπουργείον Δημ. Ασφαλείας, ο Σ. Μουτούσης, διοικητής της XIII Μεραρχίας, το υπουργείον Συγκοινωνιών, ο Σ. Δημάρατος, διοικητής της XI Μεραρχίας, ως αρχηγός Αστυνομίας Πόλεων. Ιδιαίτατα, ο διοικητής της πλέον επιτυχούσης Μεραρχίας Π. Σπηλιωτόπουλος, ανέλαβε αρχηγός της Χωροφυλακής, ίνα εξασφαλισθή ο επιδιωκόμενος σκοπός της προπαρασκευής κατά του κατακτητού. Ούτος υπήρξεν ο αρχηγός της Οργανώσεως, ήτις ετέλει υπό τάς διαταγάς της εν Μ. Ανατολή κυβερνήσεως.
Τότε, συμμετέχων εις τον σκοπόν και εις την μετέπειτα οργάνωσιν ανέλαβον, τη απαιτήσει του διοικητού του Σώματος, ούτινος ετύγχανον επιτελάρχης και των συμπολεμιστών μου, την γενικήν διεύθυνσιν του υπουργείου Αμύνης, από του οποίου απεχώρησα όταν είδον τον σωματάρχην μου, πολύ πιστεύοντα εις την νίκην των Γερμανών, αντικατασταθείς υπό του ομοιοβάθμου μου τότε Α. Τσιγγούνη. Είμαι πράγματι υπερήφανος δια το επιτελεσθέν εις το υπουργείον τότε έργον υπέρ των συναδέλφων, μονίμων και εφέδρων: έργον περισυλλογής και οικονομιών και προ παντός προστασίας των αναπήρων, δια τους οποίους δεν έπαυσε ποτέ να εκδηλούται η ευαίσθητος προσοχή μου, οπουδήποτε και αν ευρέθην. Ως παραδείγματα αναφέρω τινά επιτευχθέντα:
Ταμείον Αλληλεγγύης Αξιωματικών, Αφορμήν μου έδωκε το γεγονός, ότι ένας αξιωματικός δεν είχε να θάψη την μητέρα του.
Περί υποχρεωτικής διατροφής των εκ του εξωτερικού εθελοντών. .
Περί τιμητικής διακρίσεως των αναπήρων αξιωματικών και οπλιτών, συνεπεία τραυμάτων πολέμου.
Περί Ταμείου Αλληλοβοηθείας Οπλιτών Αναπήρων.
Περί ληπτέων μέτρων προς καθορισμόν συντάξεων με πνεύμα δικαιοσύνης. Περί καταβολής χρηματικού ποσού εις οικογενείας των αιχμαλωτιζομένων.
H Κυβέρνησις του στρατηγού Τσολάκογλου υπήρξεν ασφαλώς γέννημα του στρατού (στελεχών) του Μετώπου. Τρεις σωματάρχαι του στρατού του Μετώπου έλαβον μέρος εις αυτήν: Ο Γ. Τσολάκογλου, διοικητής Γ' Σώματος Στρατού, ανέλαβε την προεδρείαν της Κυβερνήσεως. Ο Π. Δεμέστιχας, διοικητής του Α' Σώματος Στρατού, το υπουργείον των Εσωτερικών. Και ο υποστράτηγος διοικητής του Β' Σώματος Στρατού Γ. Μπάκος το υπουργείον Εθνικής Αμύνης. Ο στρατηγός Μπάκος δεν ήθελε να μετάσχη της Κυβερνήσεως· μετέσχε τη πιέσει των αξιωματικών, των οποίων εκδήλωσις—τη απαιτήσει του—υπήρξε σχετικόν πρωτόκολλον, το οποίον υπεγράφη από τας εις Μέτσοβον ευρισκομένας διοικήσεις. Σκέψις όλων ήτο, πως υπό τον καταλληλότερον και συναδελφικώτερον διοικητήν Σώματος, τον υποστράτηγον Μπάκον, θα εξασφαλισθή, υπό την Κατοχήν, η ενότης των αξιωματικών.
Και είνε αναμφισβήτητον, ότι πολλά έπραξε προς την κατεύθυνσιν ταύτην ο αείμνηστος Μπάκος. Αλλά και προπαρασκευαστική εργασία έγινε υπονομεύσεως του εχθρού και εξασφαλίσεως της τάξεως άμα τη αναχωρήσει του, την οποίαν ανέτρεψαν τα διάφορα γεγονότα. Όμως, η μέριμνα υπέρ των αναπήρων, η μέριμνα υπέρ των αξιωματικών μονίμων και εφέδρων με καταφανές δημιούργημα το Νοσηλευτικόν Ίδρυμα, είνε αι προσπάθειαι, δια τας οποίας και μόνον κατέστη ευλογημένη η μνήμη του αειμνήστου και ατυχούς στρατηγού Γ. Μπάκου.
Πολλοί μέραρχοι ανέλαβον προς τον αναφερθέντα σκοπόν διαφόρους θέσεις: Ο Χ. Κατσιμήτρος, διοικητής της VIII Μεραρχίας, το υπουργείον Γεωργίας, ο Α. Ρουσσόπουλος, διοικητής της XVII Μεραρχίας, το υπουργείον Εργασίας, ο Ν. Μάρκου, διοικητής της VI Μεραρχίας, το υπουργείον Δημ. Ασφαλείας, ο Σ. Μουτούσης, διοικητής της XIII Μεραρχίας, το υπουργείον Συγκοινωνιών, ο Σ. Δημάρατος, διοικητής της XI Μεραρχίας, ως αρχηγός Αστυνομίας Πόλεων. Ιδιαίτατα, ο διοικητής της πλέον επιτυχούσης Μεραρχίας Π. Σπηλιωτόπουλος, ανέλαβε αρχηγός της Χωροφυλακής, ίνα εξασφαλισθή ο επιδιωκόμενος σκοπός της προπαρασκευής κατά του κατακτητού. Ούτος υπήρξεν ο αρχηγός της Οργανώσεως, ήτις ετέλει υπό τάς διαταγάς της εν Μ. Ανατολή κυβερνήσεως.
Τότε, συμμετέχων εις τον σκοπόν και εις την μετέπειτα οργάνωσιν ανέλαβον, τη απαιτήσει του διοικητού του Σώματος, ούτινος ετύγχανον επιτελάρχης και των συμπολεμιστών μου, την γενικήν διεύθυνσιν του υπουργείου Αμύνης, από του οποίου απεχώρησα όταν είδον τον σωματάρχην μου, πολύ πιστεύοντα εις την νίκην των Γερμανών, αντικατασταθείς υπό του ομοιοβάθμου μου τότε Α. Τσιγγούνη. Είμαι πράγματι υπερήφανος δια το επιτελεσθέν εις το υπουργείον τότε έργον υπέρ των συναδέλφων, μονίμων και εφέδρων: έργον περισυλλογής και οικονομιών και προ παντός προστασίας των αναπήρων, δια τους οποίους δεν έπαυσε ποτέ να εκδηλούται η ευαίσθητος προσοχή μου, οπουδήποτε και αν ευρέθην. Ως παραδείγματα αναφέρω τινά επιτευχθέντα:
Ταμείον Αλληλεγγύης Αξιωματικών, Αφορμήν μου έδωκε το γεγονός, ότι ένας αξιωματικός δεν είχε να θάψη την μητέρα του.
Περί υποχρεωτικής διατροφής των εκ του εξωτερικού εθελοντών. .
Περί τιμητικής διακρίσεως των αναπήρων αξιωματικών και οπλιτών, συνεπεία τραυμάτων πολέμου.
Περί Ταμείου Αλληλοβοηθείας Οπλιτών Αναπήρων.
Περί ληπτέων μέτρων προς καθορισμόν συντάξεων με πνεύμα δικαιοσύνης. Περί καταβολής χρηματικού ποσού εις οικογενείας των αιχμαλωτιζομένων.
Περί ιδρύσεως «Οίκου Παλαιών Πολεμιστών».
Περί τακτοποιήσεως των, εν ενεργεία, αξιωματικών (αποτελεί τούτο την μεγαλυτέραν τορπίλλην κατά του κατακτητού, διότι διατίθενται οι αξιωματικοί παντού) .
Περί συστάσεως «Τμήματος Στρατιωτικού» παρ' εκάστω Δήμω, Νομαρχία και Γεν. Διοικήσει.
Περί διαθέσιμος θεραπαινίδος εις αναπήρους αξιωματικούς και οπλίτας ωρισμένων κατηγοριών, συνεπεία τραυμάτων πολέμου.
Περί συγκροτήσεως ανεξαρτήτου τάγματος υπό τον τίτλον «Τιμητική Φρουρά Αγνώστου Στρατιώτου».
Εκ της εξετάσεως και μόνον των ανωτέρω Ν. Διαταγμάτων, άτινα ετέθησαν εις εφαρμογήν και δεν κατηργήθησαν κατά την αποκατάστασιν του Κράτους, αποδεικνύεται πόσον χρήσιμος υπήρξεν η δημιουργία από της Κατοχής του υπουργείου Εθνικής Αμύνης, υπό ανώτατον αξιωματικόν του Μετώπου. Άνευ της παρουσίας τοιούτου υπουργού, οι ανάπηροι και, γενικώς, οι στρατευθέντες, θα υφίσταντο κυριολεκτικήν εκμηδένισιν.
Είνε άξιον να προσθέσω, ότι οι έφεδροι αξιωματικοί υπήρξαν συμπαραστάται της Κυβερνήσεως των στρατηγών του Μετώπου. Αλλά και διακεκριμένοι επιστήμονες και πατριώται, ως οί κ.κ. Λούβαρης και Λιβιεράτος, παρουσίασαν την αυταπάρνησιν της συμμετοχής. Το κοινόν αίσθημα, όταν κάπως ηρέμησε, πιστεύω, οτι δεν υπήρξεν αντίθετον προς την αυταπάρνησιν των πρώτων τούτων θυμάτων ενός υπερτέρου καθήκοντος. Πολλά ελέχθησαν «υπέρ» και «κατά». Και καταδίκαι και φυλακίσεις και προπηλακισμοί και επίμονος αντίληψις, ότι δεν έπρεπε «να αναλάβουν την Κυβέρνησιν». Ανέφερον τον σκοπόν. Της προπαρασκευής ταύτης ο βαθύς μελετητής, θα ανεύρη τα ωφέλιμα αποτελέσματα παρά τα επελθόντα γεγονότα. Υπό οιασδήποτε όμως σκέψεις και συμπεράσματα, ένα θα μείνη ακλόνητον και ασφαλές κατάλοιπον του ιστορικού: ο ανώτερος πατριωτισμός των γενναίων τούτων Ελλήνων, οίτινες επωμίσθησαν ευθύνας άνευ προοπτικής αμοιβής, αλλά κολασμού.
Με ανακούφισιν ενθυμούμαι, ότι τον πατριωτισμόν των αυτόν υπεστήριξα παρουσιασθείς ως μάρτυς εις την πολιτικής σκοπιμότητος δίκην των, και ως ετόνισα τότε, ουχί ως μάρτυς κατηγορίας, ουχί ως μάρτυς υπερασπίσεως, αλλά ως μάρτυς της πραγματικότητος των γεγονότων του Μετώπου. Και τότε, η αυστηρά «Εστία» έγραψε εις το φύλλον της Παρασκευής 30 Μαρτίου 1945, υπό τον τίτλον: « Ο στρατός μας ενίκησε».
Περί τακτοποιήσεως των, εν ενεργεία, αξιωματικών (αποτελεί τούτο την μεγαλυτέραν τορπίλλην κατά του κατακτητού, διότι διατίθενται οι αξιωματικοί παντού) .
Περί συστάσεως «Τμήματος Στρατιωτικού» παρ' εκάστω Δήμω, Νομαρχία και Γεν. Διοικήσει.
Περί διαθέσιμος θεραπαινίδος εις αναπήρους αξιωματικούς και οπλίτας ωρισμένων κατηγοριών, συνεπεία τραυμάτων πολέμου.
Περί συγκροτήσεως ανεξαρτήτου τάγματος υπό τον τίτλον «Τιμητική Φρουρά Αγνώστου Στρατιώτου».
Εκ της εξετάσεως και μόνον των ανωτέρω Ν. Διαταγμάτων, άτινα ετέθησαν εις εφαρμογήν και δεν κατηργήθησαν κατά την αποκατάστασιν του Κράτους, αποδεικνύεται πόσον χρήσιμος υπήρξεν η δημιουργία από της Κατοχής του υπουργείου Εθνικής Αμύνης, υπό ανώτατον αξιωματικόν του Μετώπου. Άνευ της παρουσίας τοιούτου υπουργού, οι ανάπηροι και, γενικώς, οι στρατευθέντες, θα υφίσταντο κυριολεκτικήν εκμηδένισιν.
Είνε άξιον να προσθέσω, ότι οι έφεδροι αξιωματικοί υπήρξαν συμπαραστάται της Κυβερνήσεως των στρατηγών του Μετώπου. Αλλά και διακεκριμένοι επιστήμονες και πατριώται, ως οί κ.κ. Λούβαρης και Λιβιεράτος, παρουσίασαν την αυταπάρνησιν της συμμετοχής. Το κοινόν αίσθημα, όταν κάπως ηρέμησε, πιστεύω, οτι δεν υπήρξεν αντίθετον προς την αυταπάρνησιν των πρώτων τούτων θυμάτων ενός υπερτέρου καθήκοντος. Πολλά ελέχθησαν «υπέρ» και «κατά». Και καταδίκαι και φυλακίσεις και προπηλακισμοί και επίμονος αντίληψις, ότι δεν έπρεπε «να αναλάβουν την Κυβέρνησιν». Ανέφερον τον σκοπόν. Της προπαρασκευής ταύτης ο βαθύς μελετητής, θα ανεύρη τα ωφέλιμα αποτελέσματα παρά τα επελθόντα γεγονότα. Υπό οιασδήποτε όμως σκέψεις και συμπεράσματα, ένα θα μείνη ακλόνητον και ασφαλές κατάλοιπον του ιστορικού: ο ανώτερος πατριωτισμός των γενναίων τούτων Ελλήνων, οίτινες επωμίσθησαν ευθύνας άνευ προοπτικής αμοιβής, αλλά κολασμού.
Με ανακούφισιν ενθυμούμαι, ότι τον πατριωτισμόν των αυτόν υπεστήριξα παρουσιασθείς ως μάρτυς εις την πολιτικής σκοπιμότητος δίκην των, και ως ετόνισα τότε, ουχί ως μάρτυς κατηγορίας, ουχί ως μάρτυς υπερασπίσεως, αλλά ως μάρτυς της πραγματικότητος των γεγονότων του Μετώπου. Και τότε, η αυστηρά «Εστία» έγραψε εις το φύλλον της Παρασκευής 30 Μαρτίου 1945, υπό τον τίτλον: « Ο στρατός μας ενίκησε».
«Μέσα εις τον οχετόν, ο οποίος κατά τας ημέρας αυτάς εξεχύθη εις την δίκην των δοσιλόγων, απετέλεσε μίαν πραγματικήν όασιν ευπρεπείας και πατριωτισμού η χθεσινή κατάθεσις του ταξιάρχου κ. Τσακαλώτου. Αδιαφορήσας δια τας αντεγκλήσεις, αι οποίοι συνεχώς προκαλούνται εις την δίκην αυτήν, ο στρατιωτικός, ο οποίος είχε την τιμήν να ηγηθή της 3ης Ορεινής Ταξιαρχίας εις τον υπέροχον αγώνα της του Ρίμινι, εθεώρησεν υποχρέωσίν του, όχι να κατηγο-ρήση ή να υπερασπισθή τους κατηγορουμένους, αλλά να αναλάβη θαρραλέως την υπεράσπισιν του μεγάλου αδικουμένου: του Ελληνικού στρατού του 1940—1941. Με γεγονότα, με αποδείξεις, με χάρτας ακόμη, ο κ. Τσακαλώτος απέδειξεν, ότι ο στρατός αυτός, ο οποίος κατετρόπωσε την «γκλοριόζα αρμάτα» του Μουσολίνι και κατεξηυτέλισε τρεις Ιταλούς αρχιστρατήγους, τον ένα μετά τον άλλον, εξηκολούθει ακόμη να νικά και όταν η Νοτιοσλαυΐα κατέρρεε και όταν επετέλει. τον αξιοθαύμαστον άθλον της, υπό τραγικάς συνθήκας, συμπτύξεως και όταν του επετίθεντο οι στρατοί και αι αεροπορίαι δύο μεγάλων Αυτοκρατοριών».
Αυτήν την εντύπωσιν έκαμε τότε η κατάθεσίς μου και του στρατού αυτού ηγούντο οι κατηγορούμενοι πατριώται, που για τα γεγονότα της ανακωχής ανέλαβον μόνοι των την ευθύνην των. Η δίκη και η καταδίκη, δυνατόν να απετέλουν σκοπιμότητα εθνικήν, όμως η κατηγορία δεν είνε δυνατόν, εν ουδεμιά περιπτώσει, να ονομασθή προδοσία.
Αυτήν την εντύπωσιν έκαμε τότε η κατάθεσίς μου και του στρατού αυτού ηγούντο οι κατηγορούμενοι πατριώται, που για τα γεγονότα της ανακωχής ανέλαβον μόνοι των την ευθύνην των. Η δίκη και η καταδίκη, δυνατόν να απετέλουν σκοπιμότητα εθνικήν, όμως η κατηγορία δεν είνε δυνατόν, εν ουδεμιά περιπτώσει, να ονομασθή προδοσία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου