Πέμπτη 6 Ιανουαρίου 2011

EMIL LUDWIG: ΣΤΑΛΙΝ

Γι' αυτό το λόγο , την ίδια στιγμή που ο Στάλιν θριάμβευε ενάντια στον Τρότσκυ άρχιζε κι' όλα να υιοθετεί το ρυθμό που ο Τρότσκυ ήθελε ν' ακολου­θήσει. Αυτό που ο Λένιν είχε απαιτήσει σαν απαραίτητο όρο ενός Σοσιαλιστικού καθεστώτος, την η­λεκτροφώτιση δηλαδή της Ρωσσίας, αυτό που από τότε μελετήθηκε κι' ετοιμάσθηκε απ' τους μεγαλύτε­ρους ειδικούς, ο Στάλιν το έρριξε στο κυβερνητικό τραπέζι αποκαλώντας το «πεντάχρονο σχέδιο». Δεν είναι δυνατό να πετύχει αυτή η απόλυτη μεταρ­ρύθμιση των χωρών της Σοβιετικής Ένωσης, παρά μόνο με τη συνένωση των χιλιάδων μικρών και μέ­τριων αγροτικών επιχειρήσεων, δηλαδή με την πά­λη ενάντια στον κουλάκο, που το ίδιο καθεστώς τον είχε πλουτίσει.
Ένα τέτοιο εγχείρημα, που απαιτούσε σύγχρονα επιμονή, ενεργητικότητα και υπομονή, ταίριαζε από­λυτα στο χαρακτήρα του Στάλιν. Ανάμεσα σ' όλους τους Υπουργούς, που τον Οκτώβρη του 1917 είχαν σχηματήσει την Κυβέρνηση, ο Στάλιν είχε την τε­λευταία θέση. Σήμερα, όλοι οι άλλοι πέθαναν ή έχασαν τη θέοη τους. Μόνο ο Στάλιν έμεινε και η εξουσία του είναι μεγαλύτερη από ό,τι ήταν η ε­ξουσία του Τρότσκυ, όταν ο τελευταίος τούτος βρι­σκόταν στο απόγειο   της δόξας του.
Αν έχει σε καμμιά περίπτωση σημασία η λέξη που τόση κατάχρηση της έγινε σχετικά με την τρα­γική ζωή των αρχηγών, έχει σίγουρα σημασία στην περίπτωση του Τρότσκυ. «Επί εικοσιέξη χρόνια πή­ρα ενεργό μέρος στο εργατικό κίνημα, μούλεγε ο Ράντεκ, που καθαιρέθηκε και καταδικάσθηκε μαζύ με τον Τρότσκυ, Και τώρα με στέλνει σ' εξορία μια προλεταριακή Κυβέρνηση. Είναι μια φωνή από μέσα μας που μας λέει : Πηγαίνουμε στην εξορία γιατί το κόμμα γλύστρησε πρός τα δεξιά. Πήρα ομως μαζύ   μου αρκετά βιβλία, όλη τη φιλολογία μας αρχί­ζοντας απ' τον Μάρξ. Πρέπει μ' όλη σου την ησυ­χία να ξαναπεράσεις στο δρόμο που πέρασες, έλεγα στον εαυτό μου. Εμείς έχουμε ουσιαστικά δίκηο ή  οι άλλοι;
«Επί τρεις λοιπόν μήνες ξαναδιάβασα και πάλι τα γραφτά του Μαρξ, του Λένιν και του Στάλιν. Αναγνώρισα τότε πως το σχέδιο και η πάλη που αρχίζαμε την εποχή αυτή στη Ρωσσία, εκπροσωπού­σαν τη μεγαλύτερη σύλληψη του καινούργιου μας Κράτους : κάτι σαν τον επίλογο του δεύτερου «Φά­ουστ». Γι' αυτό το λόγο αποκήρυξα με πεποίθηση τες παληές μου πεποιθήσεις, δέχθηκα την καινούρ­για γραμμή που ακολουθούσε ο Στάλιν και συμβούλεψα τον Τρότσκυ να κάνει το ίδιο».
Όμως ο Τρότσκυ δεν μπορούσε να ενεργήσει όπως ο Ράντεκ που ποτέ του δέν ήταν ένας αρχη­γός, καθώς ήταν οι δυο άλλοι, θα μπορούσε ν'α­ρέσει σε κανέναν το θέαμα ενός Τρότσκυ που θα ξαναγύριζε κάτω απ την κυριαρχία του αντιπάλου του, για να γράψει ίσως για την ώρα εγχειρίδια σαν τον Ζηνόβιεφ;  Δεν τον άφισαν να ζήσει κι' ούτε να πεθάνει. Τον  αφήκαν σ' ένα ξένο νησί και δέν τούμενε πια παρά να ξαναρχίσει απ την αρχή : να γράψει βιβλία πού κατακτούν τώρα τον κόσμο.

V
Αυτός που μπαίνει στες εσωτερικές αυλές του Κρεμλίνου, που είναι ένα εκτεταμένο φρούριο και βρίσκεται αρκετά ψηλά, στην καρδιά της πρωτεύου­σας, βλέπει να τον υποδέχεται ο Ναπολέων. Οι (30) τοίχοι και οι πύργοι έχουν πάνω τους χιλιάδες κανό­νια, που γυρνούν την πλάτη στες παληές κόκκινες στέγες και περιζώνουν το σύνολο, σε τρόπο που να θαρρεί κανένας πως τον απειλούνε χίλια ατσαλένια στόματα. Στο καθένα από αυτά τα κανόνια λάμπει το αυτοκρατορικό Ν. Ο έλεγχος, στην παληά γέφυ­ρα, έγκειται μόνο στο να πει κανένας το όνομά του κι' ο στρατιώτης επαληθεύει, σύμφωνα με το σημείωμα του, αν είναι πραγματικά το όνομα που του μεταβίβασαν απ' το τηλέφωνο. Καθώς κανένας δεν μου ζήτησε το διαβατήριο μου, θα μπορούσα με την ίδια σίγουρα ευκολία νάμαι και κάποιος άλλος και να τρυπώσω μέσα, δίχως και πολύ κόπο, για να πραγματοποιήσω φονικά σχέδια. Το ίδιο ξανά­γινε στην πόρτα της οικοδομής που ζητούμε. Είναι το Κυβερνείο της Σοβιετικής Ένωσης και το γεγο­νός πως εκεί πέρα μένει ο Στάλιν, ο Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος, δείχνει γι' άλλη μια φορά τον αδιάρρηκτο δεσμό των δύο ε­ξουσιών, του Κόμματος και της Κυβέρνησης, δεσμό που τόσο συχνά αμφισβητούνε οι μπολσεβίκοι, σαν τον βασιληά της Πρωσσίας, που ανάλογα με την περίσταση χώριζε τον «Αυτοκράτορα της Γερμανίας» από τα βασιλικά του καθήκοντα, όπως έξαφνα έ­χανε την τελευταία περίοδο της μοναρχίας.
Στην πραγματικότητα όλα αποφασίζονται σ' αυ­τό το πολιτικό γραφείο του Κόμματος, που έχει εννέα μέλη. Εδώ οι υπουργοί κάνουν τες αναφορές τους κι' εδώ παίρνουν τες οδηγίες τους, τες κατευ­θυντήριες γραμμές.
Οι τρεις ή τέσσερες κάμαρες και οι διάδρομοι που διασχίζουμε, έχουν διευθετηθεί σε γραφεία, μ' απλότητα αλλά και φροντίδα. Δίχως ταπέτα, με τους τοίχους σκεπασμένους μόνο με μακρυές κόκκινες, κουρτίνες, οδηγούν προς την πόρτα του Στάλιν, που μας δέχεται αμέσως. Συνοδεύομαι απ' το νεαρό προϊστάμενο του τύπου, που ξέρει πε­ρίφημα πολλές γλώσσες και είναι εξαίρετος διερμη­νέας. Χωρίς να υπολογίσουμε τον Κεμάλ, ο Στάλιν είνε ο μόνος άνθρωπος με τον οποίο χρειάσθηκε να συνεννοηθώ με την βοήθεια ενός διερμηνέα. Δεν ξέ­ρει καμμιά γλώσσα της Δύσης. Το δωμάτιο είναι πο­λύ μακρύ. Αρκετά μακρυά απ' την πόρτα για να μπορούν πιο εύκολα να αποφεύγουν τες απόπειρες, ακριβώς στο βάθος βλέπω να ορθώνεται ένας άν­θρωπος με μέτριο ανάστημα, ντυμένος με μια καφε­τιά ανοιχτή μπλούζα κατακαθαρη σαν το δωμάτιο το ίδιο, που το διατηρούν τηρώντας με ακρίβεια όλους τούς κανόνες της υγιεινής.
Σ' ένα μακρύ τραπέζι, περιτριγυρισμένος από καρέκλες, που χρησιμεύει στες συσκέψεις, βλέπει κα­νένας πολλές μποτίλιες νερού, ποτήρια και μεγάλα σταχτοδοχεία, όλα αυτά τακτοποιημένα με πολλή φροντίδα. Πορτραίτα του Λένιν, του Μαρξ κι' ενός ανθρώπου που μου είναι άγνωστος, μεγάλες φω­τογραφίες κρεμασμένες στους τοίχους, που είναι σκεπασμένοι με σκούρο πράσινο χαρτί. Πάνω απ' το καλοσυγυρισμένο γραφείο, πάλι ο Λένιν και κοντά του, όπως παντού στα γραφεία της Ανατο­λής, τέσσερα ή πέντε τηλέφωνα.
Ψιθύρισε μια «καλησπέρα» ρούσσικα, χαμογέλασε με αμηχανία, μου πρόσφερε τσιγάρα με πολλήν ευγένεια, μου εξασφάλισε απόλυτη ελευθερία λόγων, ισχυρίστηκε πως έχει μιάμισυ ώρα καιρό, μας κράτησε όμως περισσότερο, όταν σε μιάμισυ ώ­ρα, τούδειξα
Μια κάπια αμηχανία που σ' έναν ισχυρόν άνθρωπο ταιριάζει όσο και σε μιαν ώμορφη γυναίκα, δεν είναι κάτι το εκπληκτικό γιατί ο Στάλιν δεν βλέπει σχεδόν ποτέ ανθρώπους της Δύσης. Κανένας απ' τους πρεσβευτάς και τους άλλους απεσταλμένους που μένουν στη Μόσχα και σχεδόν κανένας απ' τους μεγάλους ειδικούς, δεν τον είδε ποτέ. Ο μό­νος ξένος που, καθώς λένε έχει ελεύθερη είσοδο στο σπίτι του Στάλιν, είναι ο γέρος ο Κούπερ, ο με­γάλος Αμερικανός τεχνικός υδραυλικών εγκαταστά­σεων, που φτιάνει το φράγμα του Δνειπέρου, Ο διερμηνέας μου, παρ' όλη τη θέση πού κατέχει, δεν είχε ποτέ ως τα τότε δει τον Στάλιν.
Μιλώντας πάντα στον διερμηνέα, ο Στάλιν, που σπάνια θα κυττάζει κανέναν προσεκτικά, είχε ένα πρόσχημα για να μην κυττάζει τον επισκέπτη του, αφού μάλιστα, όλες τούτες τες δυο ώρες, ιχνογρα­φούσε αδιάκοπα. Τί ιχνογραφούσε; Μ' ένα κόκκι­νο μολύβι έφτιανε κύκλους, αριθμούς και κόκκινα αραβουργήματα. Ποτέ δε γύριζε ανάποδα το μολύ­βι, που ήταν μπλε απ' την άλλη μεριά. Με το πέ­ρασμα της ώρας, γέμισε με κόκκινα σημάδια πολλά φύλλα χαρτιού. Τα έπαιρνε κάθε φορά από ένα σωρό, που βρισκόταν στο τραπέζι των συνεδριάσεων και πότε-πότε τα δίπλωνε και τάσκιζε. Με τον τρό­πο αυτό, μόνο για μερικές στιγμές μπόρεσα ν' αρ­πάξω αυτό που προδίδει τον άνθρωπο : το βλέμμα του, γεμάτο γκρίζες σκιές κι' ασάφεια. Δεν είναι το βλέμμα ενός εχθρού της ανθρωπότητας, αλλά ενός ανθρώπου που είναι μόνος και που η πείρα του τον έκανε δύσπιστο. Μπορώ να φανταστώ αυτόν τον άνθρωπο να προχωράει ξαφνικά ενάντια σ' έναν αντίπαλο, για να τον συντρίψει με τούτο ίσα-ίσα το βλέμμα. Γενικά αυτός ο άνθρωπος, που ξέρει να περιμένει και να υπομένει, φαίνεται να μας ετοιμά­ζει εκπλήξεις. Όσο διαρκούσε ο πόλεμος, στα 1919 ή στα 1920, χώρισε και παντρέφτηκε την δεκαεξά­χρονη κόρη ενός Γεωργιανού, παιδικού του φίλου.
Στα διαλείμματα, την ώρα που μετάφραζαν και ξαναμετάφραζαν τα όσα είχαμε πει, μπόρεσα να τον θαυμάσω με την ησυχία μου, μια κιόλα που η ομιλία του είναι αργή όσο και η περπατησιά του. Αυτές οι παρεμβολές, αφαιρούν απ' τη συνομιλία το θέλγητρο μερικών φραστικών σχημάτων, που α­νάμεσα τους κσμμιά φορά μπορούμε να μισοδούμε ατόφιο έναν άνθρωπο.
Ακόμα πιο λυπηρό απ' αυτή την άποψη, ήταν το ότι ο συνομιλητής μου έμενε αρκετά ακίνητος και πολύ σπάνια υπογράμμιζε τα λόγια του με χειρονο­μίες. Αν συμπτωματικά, σύμφωνα όμως με παληά μου συνήθεια, σηκωνόμουν στη μέση της συζήτησης για να περπατήσω απ' τη μιαν άκρη της κάμαρας στην άλλη, θα μ' έπαιρναν σίγουρα για τρελλό.
Αυτό που με το πέρασμα της ώρας συμπλήρωσε το πορτραίτο του Στάλιν, καθώς το περίγραψα πά­ρα πάνω, ήταν ο βαθύς και σκοτεινός τόνος της φω­νής του, που ποτέ δε θα φωνάζει με θέρμη ένα «θέλω" αποφασιστικό για τη μοίρα των ανθρώπων, μα θα το αφίνει να πέφτει υπόκωφα, σαν τσεκου­ριά. Αυτό που συνολικά αναδίνεται απ' την εξωτερι­κή του εμφάνιση, είναι η εικόνα ενός υπερασπιστή. Ο Στάλιν είναι σίγουρα ένας άνθρωπος που φοβί­ζει πολλούς άντρες και πολλές γυναίκες, όχι όμως τα παιδιά και τα ζώα. Άλλοτε τους τέτοιους αν­θρώπους τους αποκαλούσαν λαοπατέρες.
Καθώς εμάς τους άλλους μας θεωρούν, όταν μπαίνουμε στο Κρεμλίνο, εχθρούς, ήμουν αποφα­σισμένος να παίζω, στες ερωτήσεις που θάκανα, έναν τέτοιο ρόλο. Ο Στάλιν μούδινε κάθε φορά α­παντήσεις που εξαντλούσαν το θέμα και που συνώψισα εδώ. Μιλάει με μικρές, πολύ καθαρές φράσεις, όχι σαν κάποιος πού συνήθισε στην απλότητα της γλώσσας, γιατί είχε να μιλήσει με \ό λαό, αλλά σαν κάποιος πού σκέφτεται δημιουργικά, αργό και δίχως πάθος. Σαν τέλειος μαθητής του Χαΐγκελ, που κυριαρχεί στη Μοσχοβίτικη Ιδεολογία .(Ο Μαρξ στη Ρωσσία, ο Νίτσε στην Ιταλία, ο Χαΐγκελ και στες δύο χώρες: Οι Γερμανοί φαίνουνται προορισμέ­νοι να προμηθεύουν στους άλλους δικτάτορες, που δεν είναι όμως τίποτε άλλο παρά δικτάτορες ξένοι).O Στάλιν ακουμπά πρώτα στο τραπέζι το αξίωμα που θα αποδείξει, το περιζώνει σιγά σιγά κ' ύστερα ξαναγυρίζει σ' αυτό. Του αρέσει να τακτοποιεί τα ζητήματα σε αριθμημένες απόψεις και υπολογίζει πο­λύ με ποσοστά κι' αναλογίες αριθμητικές. Τόσα στα εκατό. Στη συζήτηση λοιπόν, ο Στάλιν είναι ο αντίποδας ενός ανθρώπου πού γεννήθηκε διπλω­μάτης. Καμμιά ή σχεδόν καμμιά φορά δεν μούδωσε την ανούσια και δίχως ζουμί απάντηση ενός άνθρω­που του Κόμματος, όπως μου συνέβηκε με τους άλ­λους Κομμουνιστές. Δίχως να μπορεί νάναι έτοιμος για ν' απαντήσει στες περισσότερες ερωτήσεις μου, δίχως νάχει την πείρα των Υπουργών της Δύσης, που κάθε βδομάδα τους ρωτούν τα ίδια πράματα, ξέροντας πως θα γνωοτοποιούσα τες απαντήσεις του σ' ολόκληρο τον κόσμο, δεν έκανε όμως ούτε μιαν ανασκευή στα όσα είχε πει, είχε έτοιμα όλα τα ονόματα κι' όλες τες ιστορικές χρονολογίες, δεν μούπε να του δώσω κανένα αντίγραφο, δέν μου ζήτησε ούτε την πιο ελάχιστη διόρθωση. Σπάνια συ­νάντησα μια τέτοια βεβαιότητα. Καθώς, σε μια συ­νομιλία δίχως διερμηνέα, δεν κρατώ καμμιά σημείωση, κάνω ύστερα μόνος μου μια περίληψη των όσων επιτρέπει το τακτ και η πολιτική Εδώ, αντίθετα, στενογράφησα τα λόγια του Στάλιν και χωρίς να στυλιζάρω τίποτε, δε μπόρεσα αργότερα να βρώ ούτε το πιο μικρό χάσμα στον ειρμό της σκέ­ψης του. Απ την άλλη μεριά, δίχως να υπολογίσω μια προσωπική ερώτηση που μούκανε. ο Στάλιν δεν άφησε να του ξεφύγει ούτε μια λέξη για να με πα­ρακαλέσει να μετριάσω ή να μη δημοσιέψω το δεί­να ή το τάδε πράμα. Όταν αναλογίζουμαι τη δου­λειά των φτωχών συμβούλων μας, που ετοιμάζουνε ένα λόγο της Βουλής παράγραφο με παράγραφο, ή με τον προϊστάμενο τους του γραφείου τύπου φρον­τίζουν να διορθωθεί μια συνέντευξη, εκτιμώ ακόμα περισσότερο αυτό τον Καυκασιανό γυιό του πα­πουτσή, που ποτέ του δέν έμαθε τίποτε συστηματι­κά και που σήμερα κυβερνάει ένα μεγάλο μέρος τής ανθρωπότητας.
—Έχετε πίσω σας μια τόσο πολύχρονη ζωή συ­νωμότη! είπα. Πιστεύετε ότι, κάτω απ' το δικό σας καθεστώς, δεν είναι πια δυνατά παράνομα κινήματα;
 —Είναι δυνατά. Εν μέρει.
—Αυτός σας ο φόβος είναι ο κυριώτερος λόγος που σας κάνει, δεκατέσσερα χρόνια ύστερα απ την επανάσταση, να κυβερνάτε ακόμα με τόση σκληρό­τητα;
—Όχι. Θα σας εξηγήσω τον κυριώτερο λόγο, με μερικά παραδείγματα.
Όταν οι μπολσεβίκοι έφθασαν στην εξουσία, φέρθηκαν πολύ μαλακά στον εχθρό. Οι μενσεβίκοι λόγου χάρη είχανε τες νόμιμες εφημερίδες τους. Το ίδιο και οι σοσιαλεπαναστάτες και οι στρατιω­τικοί. Όταν ο Κρασνώφ, στρατηγός των Λευκορώσσων βάδισε ενάντια στο Λένινγκραντ και τον πιά­σαμε, θα πρεπε, σύμφωνα με τούς νόμους του πολέ­μου, να τουφεκιστεί ή το λιγώτερο να φυλακιστεί.
Τον αφίσαμε ωστόσο ελεύθερο επί τω λόγω της τι­μής του. Αργότερα έγινε φανερό πως, μ' αυτό τον τρόπο, θάβαμε καί τον εαυτό μας κι' ολόκληρο το σύστημα. Κάναμε ένα σφάλμα. Με το να φερθούμε μαλακά σ' ένα πρόσωπο με τέτοια δύναμη, διαπράτ­ταμε ένα έγκλημα ενάντια στην εργατική τάξη. Κι' αυτό δεν άργησε να φανερωθεί. Οι σοσιαλεπαναστάτες της δεξιάς και οι μενσεβίκοι της δεξιάς, με­ίον Μπογδάνωφ και τους άλλους, είχανε οργανώ­σει τότε την επανάσταση των Γιούγκερς. Ο Κρασνώφ ωργάνωσε τους Κοζάκους και πολέμησε επί δυό χρόνια ενάντια στα Σοβιέτ. Ο Μαμόντωφ ενώ­θηκε μαζύ του. Σε λίγο αντιληφθήκαμε πως, πίσω απ' ούτούς τους πράκτορες, κρυβόντουσαν οι μεγά­λες δυνάμεις της Δύσης και οι Γιαπωνέζοι. Καταλά­βαμε τότε πως, δίχως σκληρά μέτρα, σκληρή πολι­τική, δέ θά μπορούσαμε νά συνεχίσουμε Η δική μας παληά, παράνομη προσπάθεια, παίζει σίγουρα κά­ποιο ρόλο, ο ρόλος όμως τούτος δέν είναι αποφα­σιστικός.
— Αυτή ωστόσο η σκληρή σας πολιτική, φαίνεται νάχει εμπνεύσει ένα γενικό φόβο. Έχω την εντύπω­ση ότι σε τούτη τη χώρα, όλος ο κόσμος φοβάται και ότι η προσπάθεια σας δεν θα μπορούσε να πε­τύχει παρά με το Ρούσσικο λαό, τον υπομονετικό και μαθημένο στην υπακοή.
— Πλανιέστε, η πλάνη σας όμως είναι πολύ δια­δομένη, θαρρείτε πως θα μπορούσαμε, επί δεκα­τέσσερα χρόνια, να σταθούμε στην εξουσία μονάχα μέ τρομοκρατικά μέσα κι' εμπνέοντας το φόβο στους ανθρώπους; Αδύνατον! Οι τσάροι, πάνω σ' αυτό, ξέρουν περισσότερα απ' όσα οποιοδήποτε άλ­λος. Μιά παληά πείρα: Η Ευρωπαϊκή μπουρζουαζία και ιδιαίτερα η Γαλλική μπουρζουαζία, βοηθούσαν τον Τσάρο στο να τρομοκρατεί το Λαό. Και τί πέτυχαν; Τίποτε
—Ωστόσο, η Βασιλεία των Ρωμανώφ βάστηξε τρακόσα χρόνια.........................
Καθώς όμως ο δραγουμάνος μετάφραζε την κά­θε λέξη, ο Στάλιν μου απάντησε:
—Το ξέρω. Μ' όλο που μια τέτοια μορφή Κρά­τους καταστράφηκε σε μερικές χώρες της Ευρώπης, το φεουδαρχικό πνεύμα μένει ακόμα ζωντανό σ' αυτές. Πολλοί τεχνικοί και σπεσιαλίστες ανατράφηκαν με αυτό το πνεύμα και ξαναπήραν την κληρο­νομιά των αριστοκρατών. Δε μπορεί να πει κανέ­νας το ίδιο και για τήν Αμερική Είναι μια χώρα αποίκων, δίχως γαιοκτήμονες κι' αριστοκράτες. Από αυτά προέρχουνται τα γερά τους ήθη. Αυτά τα ήθη είναι πολύ απλά στους βιομηχανικούς και στους οικονομικούς κύκλους γενικά και οι εργάτες μας πούγιναν διευθυντές βιομηχανιών, το παρατηρούν αμέσως στην Αμερική. Εκεί πέρα, όσο κρατάει η δουλειά, είναι πολύ δύσκολο να ξεχωρίσεις ένα μηχανικό από έναν απλόν εργάτη.Ο Στάλιν είχε πολύ σωστά διατυπώσει τη συγ­γένεια αυτών των δυο τόσο ανόμοιων χωρών, της Αμερικής και της Ρωσσίας. Έξαφνα, δίχως κανέ­ναν ειρμό, συνέχισε:— Αν όμως νιώθουμε συμπάθεια για κάποιους σαν έθνος ή για το μεγαλύτερο ποσοστό ενός έθνους, αυτοί είναι οι Γερμανοί. Η συμπάθεια που νιώ­θουμε για τους Αμερικάνους, δε μπορεί να συγκρι­θεί μ' αυτή που νιώθουμε για τους Γερμανούς.— Και γιατί τους Γερμανούς ειδικά;—Είναι ένα γεγονός.Εδώ ο Στάλιν πούχει τη συνήθεια να φέρνει τόσα επιχειρήματα και τόσες αποδείξεις για να υ­ποστηρίξει τα λόγια του, αρκείται σε αυτά τα τρία λόγια, που ο τόνος τους άλλωστε έδειχνε καθαρά πως ήθελε ναποφύγει κάθε καινούργια ερώτηση πάνω σ' αυτό το θέμα. Αυτή όμως η αίφνήδια εκδήλωση συμπάθειας είχε τόσους απώτερους σκοπούς, που δεν τον άφισα τόσο γρήγορα και του είπα :
—Νομίζω πως γελιέστε σχετικά με τες ελπίδες που στηρίζετε στη Γερμανία. Οι Γερμανοί αγαπούν περισσότερο την τάξη από την ελευθερία. Γι' αυτό και σε μας, επαναστάσεις δεν γίνονται ή δεν πετυ­χαίνουν.
— Αυτό που λέτε για τους Γερμανούς είναι σω­στό αναφορικά με το παρελθόν, απάντησε ο Στά­λιν. Όταν κατοικούσα στο 1907 στο Βερολίνο, κο­ροϊδεύαμε συχνά την πειθαρχικότητα των Γερμα­νών φίλων μας. Διηγούμαστε τότε πως η διεύθυνση του Κόμματος είχε κάποτε οργανώσει μια διαδή λωση και διάφοροι σύντροφοι απ' τα προάστεια έ­πρεπε νάρθουν, μιαν ωρισμένη ώρα, στο Βερολίνο. Διακόσια πρόσωπα ήρθαν από ένα προάστειο, στα­μάτησαν όμως εκεί που γινόταν ο έλεγχος των ει­σιτηρίων, γιατί ο ελεγκτής εκείνη τη στιγμή έλ­λειπε. «Περάστε, λοιπόν, τους είπε ένας Ρώσσος, έχετε όλοι τα εισιτήρια σας εν τάξει!» Κανένας όμως δεν εκουνήθηκε απ' τη θέση του και φαίνεται πως έμειναν εκεί δυό ώρες ολόκληρες. Όταν ήμουν στη Δρέσδη και στο Χαίμνιτζ ανάμεσα στά 1905 καί στά 1907, σεβόντουσαν το νόμο σαν το κρύο, σαν τον κεραυνό, σαν μια δύναμη που ενάντια της κανένας δεν μπορεί να ορθωθεί. Στη Βιέννη, στα 1912, σ' όλες τες γωνιές του πάρκου του Σέμπρουν, διαβάζαμε, εγώ και οι φίλοι μου, την πινακίδα: «Απαγορεύεται». Δεν είμαστε μαθημένοι σε κάτι τέτοια κι' επληρώσαμε είκοσι φορές στη σειρά μια κορώνα πρόστιμο, γιατί, είκοσι φορές στη σειρά, θελήσαμε με αληθινήν ηδονή, να παραβιάσουμε το νόμο. Οι Γερμανοί φίλοι μας, κορόιδεψαν την ευχαρίστηση που νιώθαμε στο να κάνουμε κάτι τέ­τοιο. Έτσι ήταν άλλοτε.Όμως, σήμερα, πού θα βρήτε πια αυτή την α­γάπη των Γερμανών για την τάξη ; Πού θα βρήτε το σεβασμό του νόμου ; Οι εθνικοσοσιαλιστές (η συ­νομιλία μας έγινε στα 1931), παραβιάζουν τους νό­μους παντού όπου τους βρίσκουν. Τραβούν και χτυ­πούν παντού ! Και οι εργάτες στη Γερμανία βγαί­νουν σήμερα απ' τες πόλεις και πάνε να ξεθάψουν πατάτες που δεν τους ανήκουν. Όλα έχουν αλλάξει!Σώπασε και για πρώτη φορά παράλειψε να βγά­λει το Εγελιανό του συμπέρασμα, σίγουρα γιατί του φάνηκε πολύ εύκολο να προβλέψει τη Γερμανική επανάσταση.
—Στην Ευρώπη, είπα, περάσατε, αν δε γελιέμαι, πολύ λίγους μήνες. Αντίθετα ο Λένιν έζησε είκοσι χρόνια στην Ευρώπη. Τί είναι κείνο που κατά τη γνώμη σας,προετοιμάζει καλύτερα έναν επαναστάτη: η δράση στο εσωτερικό ή στην εξορία ;Αυτή τη φορά, δεν άρχισε μ' ένα «ναί» ή μ' ένα «όχι», καθώς συνειθίζει, μα, πριν υποστηρίξει την άποψη του, έκανε μια παρατήρηση :— Εξαιρώ τόν Λένιν. Ελάχιστοι από κείνους που έμειναν στη Ρωσσία, έμειναν τόσο στενά δεμένοι με την εδώ ζωή, όσο ο Λένιν στο εξωτερικό. Όλες τες φορές που τον είδα, στα 1907, στα 1908, στα 1912, λάβαινε μια σωρεία από επιστολές Ρώσσων πολιτικών. Έτσι κατάφερνε να ξέρει για τη Ρωσσία περισσότερα πράματα από όσα ήξεραν αυτοί που έμεναν μέσα στον τόπο. Κι' όμως θεωρούσε δυστύχημα, το ότι έπρεπε να μένει στην ξενητιά. Όσο για τους άλλους, που δεν άφισαν τη Ρωσσία και που ο αριθμός τους είναι φυσικά πολύ μεγαλύτερος, αυτοί ήταν πολύ πιο χρήσιμοι στην κίνηση. Εκατό με διακόσιοι, πάνω - κάτω, έμεναν τότε στο εξωτερικό. Στη σημερινή Κεντρική Επιτροπή, απ' τα εβδομήντα μέλη, δεν υπάρχουν παρά τρία ή τέσσερα που έζησαν στο εξωτερικό.
—Δέν σας λείπει λοιπόν η γνώση της Ευρώπης, που είχεν ο Λένιν ;
—Τι εννοείτε με τη λέξη Ευρώπη ; Ξέρετε πολλούς εξόριστους. Κι' εγώ ο ίδιος ξέρω πολλούς εξόριστους. Αυτός που θέλει να μελετήσει την Ευρώπη, έχει περισσότερες δυνατότητες να τη μελετήσει, μένοντας στην Ευρώπη την ίδια. Απ' αυτή την πλευ­ρά, εμείς οι άλλοι, που δεν εμείναμε παρά λίγο και­ρό στο εξωτερικό, χάσαμε κάτι. Αυτό όμως δεν έχει αποφασιστική σημασία στη γνώση της οικονομίας, της τεχνικής, του σχηματισμού των κέντρων διεύθυ­νσης, της φιλολογίας όλων των ειδών, των καλών τεχνών και της Ευρωπαϊκής επιστήμης. Με ίσους όρους, είναι φανερό πως θα ήταν καλύτερο να ζήσουμε στην Ευρώπη. Δεν έχει όμως αποφασιστική σημασία αυτή η έλλειψη. Ξέρω πολλούς συντρόφους που έζησαν επί είκοσι χρόνια στο εξωτερικό, κάπου στο Σαρλόττενμπουργκ. Κι' όμως δεν είνε σε θέση ν' απαντήσουν σε μια συγκεκριμένη ερώτηση για τη Γερμανία. Λίγο αργότερα έφθασα στο σημείο να μιλήσω για το καταπληκτικό αναποδογύρισμα πούκανε ο Κομ­μουνισμός, αφίνοντας, εδώ και λίγον καιρό, κάθε ι­σότητα, για να εισαγάγει την «κατ' αποκοπήν» αμοι­βή και να δώσει σε κάθε έξυπνο εργάτη τη δυνα­τότητα να κερδίσει πολύ περισσότερα απ' τους άλλους.Είχαμε νιώσει κατάπληξη, συμπέρανα, όταν ε­σείς ο ίδιος, πριν λίγο καιρό, χαρακτηρίζατε «την εξίσωση των τάξεων» σαν μια επιβίωση των αστι­κών προλήψεων,Ο Στάλιν απάντησε :Μια τέλεια σοσιαλιστική κοινωνία, όπου ο κα­θένας θα έπαιρνε την ίδια ποσότητα ψωμιού και κρέατος, τα ίδια ρούχα, ακριβώς τες ίδιες ποσότη­τες προϊόντων, έναν τέτοιο σοσιαλισμό ο Μαρξι­σμός τον αγνοεί. Ο Μαρξ έλεγε μονάχα: Όσο οι τάξεις δεν θάχουν οριστικά καταργηθεί, όσο η ερ­γασία δεν θάχει γίνει μια ανάγκη—γιατί σήμερα συ­χνά θεωρούν την εργασία σαν ένα βάρος—(γελώντας): πολλοί είναι σε μας εκείνοι που επιθυμούν να δουλέψουν οι άλλοι πιο πολύ απ' τους ίδιους—, όσο, λέμε,οι τάξεις δεν θάχουν καταργηθεί, ο καθένας θα αμείβεται ανάλογα με την εργασία που προσφέρει : Αυτός είναι ο Μαρξιστικός κανόνας του πρώτου σταδίου του σοσιαλισμού. Στον ολοκληρωτικό σο­σιαλισμό, ο καθένας θα κάνει ό,τι μπορεί να κάνει και θα πληρώνεται ανάλογα με τις ανάγκες του. Τούτο ωστόσο είναι απόλυτα ξεκαθαρισμένο: διαφορετικά άτομα, έχουν διαφορετικές ανάγκες, μεγά­λες ή μικρές. Ο σοσιαλισμός δεν αρνήθηκε ποτέ τη διαφορά στα γούστα και στες ανάγκες. Διαβάστε λοιπόν την κριτική του Μαρξ ενάντια στον Στέρνερ και την κριτική του προγράμματος του Γκότα! Ο Μαρξ επιτίθεται ενάντια στην εξίσωση των τάξεων. Αυτή η εξίσωση είναι χωριάτικη νοοτροπία. Δέν είναι καθόλου σοσιαλιστική. Στην Ευρώπη, συχνά, φαντάζουνται τα πράματα με πολύ χωριάτικο τρόπο; σαν να θέλαμε να συγκεντρώσουμε το παν, για να το ξαναμοιράσουμε ύστερα, σε ίσα μέρη. Αυτά είναι του Μπαμπέφ, που δεν ήξερε τίποτε από επιστημονικό σοσιαλισμό. Κι' ο Κρόμβελλ ήθελε την εξίσωση των τάξεων.
Μ' όλο που κάθε φορά έπεφτε έξω σχετικά με τον Κρόμβελλ, δεν ήμουν εκεί για ν' αρχίσω ιστορι­κές διαμάχες με τον Στάλιν. Ξαναγύρισα λοιπόν στους ήρωες και στο σχηματισμό των θρύλλων και καθώς ίσα—ίσα με ρωτούσε αν μ' ενοχλούσε ο καπνός του τσιγάρου,(γιατί δεν εκάπνιζα πια), του είπα :
— Φαίνεται πως εκφραστήκατε ενάντια στους θρύλλους. Κι' όμως, στα σίγουρα, τίποτε δεν σας έ­κανε τόσο δημοφιλή όσο ο θρύλλος που ισχυρίζεται πως καπνίζετε πάντα πίπα.
Γέλασε:
—Βλέπετε πόσο λίγο χρειάζουμαι την πίπα μου. Την ξέχασα σήμερα στο σπίτι μου.
— Είσαστε αληθινά εχθρός των θρύλλων ;
—Όχι όταν προέρχουνται απ' το λαό.
—Είναι αργά. Θα θέλατε να γράψετε το όνομά σας στο φυλλάδιο που μου δώσατε;
Μούκανε καταφατικό νόημα, μα δεν ήξερε τί νά κάνει, σαν κάποιος που ζει προστατευμένος από αυτές τες κακές Ευρωπαϊκές συνήθειες και με ρώ­τησε :
—Ναι. μα τί ακριβώς πρέπει νά γράψω;
— Το όνομά σας και το όνομα του κυρίου Λούντβιχ, είπε ο διερμηνέας.
Αυτή τη στιγμή αμηχανίας, μου άρεσε. Σήκωσε λοιπόν απ' το τελευταίο φύλλο το κόκκινο μολύβι του, που ιχνογραφούσε μ' επιμέλεια κι' έγραψε με κόκκινα γράμματα στο τετράδιο. Μέτρησα τρία απ' τα φύλλα του, γεμάτα από αυτά τα σχεδιάσματα. Δεν πήρα ωστόσο μαζύ μου ούτε ένα, γιατί, με κάθε τρόπο, ένας μαθητής του Φρόϋντ θα τόπαιρνε αρ­γότερα, για να το κάνει ψυχογραφική μελέτη. Σηκώθηκα και ρώτησα: (50)
—Δεν φαντάζουμαι να σας εκπλήξει τώρα μια ερώτηση;
—Τίποτε πια στη Ρωσσία δε μου κάνει έκπληξη.
—Αυτό είναι ένα διεθνές αίσθημα. Κι' εμείς, στη Γερμανία, δεν απορούμε πια. Τί σημαίνει η φιλοδο­ξία ; Διεγείρει ή παρεμποδίζει τη δύναμη της δράσης ;
— Εξαρτάται. Μπορεί πότε-πότε να χρησιμέψει σαν διεγερτικό, τες πιο πολλές όμως φορές είναι ένα εμπόδιο στη μοίρα ενός προσώπου.
— Μιλήσατε για Μοίρα. Αυτή η λέξη, στα Γερ­μανικά, έχει δυο σημασίες. Πιστεύετε στο πεπρω­μένο;
Έξαφνα έγινε σοβαρός, με κοίταξε καταπρόσωπο κι' έκανε μια σύντομη εντυπωσιακή παύση. Ύστερα είπε με σκληρή φωνή:
—Όχι, δεν πιστεύω, είναι μια πρόληψη. Η έν­νοια του είναι ακατανόητη.
Άρχισε να γελάει με το υπόκωφο και σιγανό γέλιο του και μου είπε Γερμανικά: Σίκσαλ! Σίκσαλ! Ύστερα εξακολούθησε ρούσσικα, με περιφρό­νηση: Όπως στους Έλληνες, που είχαν θεούς και θεές για να τους τα διευθύνουν όλα από ψηλά.
— Περάσατε από πολλούς κινδύνους ως τα τώρα, του είπα. Στην εξορία, στην επανάσταση, στον πό­λεμο. Είναι λοιπόν τυχαίο το γεγονός πως ζείτε και πως σήμερα, στη θέση σας, δε βρίσκεται ένας άλλος;
Είχε θυμώσει, αυτό όμως δεν εβάστηξε παρά μια στιγμή. Ύστερα συνέχισε, σ' έναν τόνο που αναζητούσε αποφασιστικά τη σαφήνεια :
—Δεν ήταν τυχαίο γεγονός ! Υπήρχαν, καθώς φαίνεται, εσωτερικοί κι' εξωτερικοί λόγοι, που είχαν σαν αποτέλεσμα το να μη χαθώ. Ένα όμως τυχαίο περιστατικό, θα μπορούσε νάχει σαν αποτέλεσμα (51) το να βρίσκεται ένας άλλος εδώ, στη θέση μου.
Ύστερα, σα νάθελε ν' αποφύγει αυτό το σκοτεινό κι' ανησυχητικό σύννεφο και νάβρει καταφύγιο στην Εγελιανή του σαφήνεια, που με τόσο κόπο έχει κερδίσει, συνέχισε:
— Τύχη είναι η έλλειψη νόμων. Κάτι μυστικιστικό. Δεν πιστεύω σ' έναν τέτοιο μυστικισμό. Σίγουρα υ­πήρχαν λόγοι για να επιζήσω ύστερα από όλους αυτούς τους κινδύνους. Αυτό όμως το ίδιο θα μπο­ρούσε να πραγματοποιηθεί κι' από διαφορετικές συγκυρίες.
«Μοίρα!». Άκουγα πίσω μου αυτή τη σκοτεινή Γερμανική λέξη, όταν κατεβήκαμε για ν' ανεβούμε στ' αυτοκίνητο.
Σ' αυτό το φρούριο, όπου είχαν ζήσει όλοι αυτοί οι τσάροι, όπου, όχι πάντα απ' το φυσικό δρόμο, είχαν βρει την εξουσία και ύστερα το θάνατο, όπου όλα τα πράματα, μες το σκοτάδι, φαίνουνται σκυ­θρωπά και γεμάτα απειλές, ο γυιός ενός Γεωργια­νού αγρότη τόλμησε να γελάσει όταν προφέρθηκε η μεγάλη λέξη. Η σειρά των κανονιών φωτίστηκε. Το καθένα τους ήταν στολισμένο μ' ένα επίχρυσο Ν, που ένας μικρός υπολοχαγός, σ' ένα έρημο νησί, τόλμησε να βάλει στο στόμα του θανάτου. «Τί θέλετε ακόμα με τη μοίρα ; είχε πει ο Ναπολέων. Μοίρα, είναι η πολιτική».

                                                 ΤΕΛΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου